Η οικονομική κρίση που θα προκύψει παγκόσμια με βεβαιότητα και θα είναι πολύ χειρότερη από αυτήν του 2008-9, όχι μόνο δεν πρέπει να φορτωθεί στον κόσμο της εργασίας και εν γένει στις υποτελείς τάξεις, αλλά να αποτελέσει την ευκαιρία για μια συνολική ριζοσπαστική αντεπίθεση της αριστεράς η οποία θα αμφισβητήσει καθολικά την κοινωνία της αγοράς και όχι μόνο στον τομέα της παροχής υπηρεσιών υγείας.
Κίνδυνος και ευκαιρία
Από υγειονομικής απόψεως, οφείλουμε να τονίσουμε ότι αν την κρίση δεν την πληρώσει το κεφάλαιο και κατορθώσει να την μετακυλήσει στην εργασία, κατι σφόδρα πιθανό με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς δύναμης, η δραματική υποβάθμιση των συνθηκών ζωής μέσα από την νέα φτωχοποίηση που θα προκύψει, θα εκφραστεί τόσο βραχυπρόθεσμα όσο -και κυρίως -μεσοπρόθεσμα σε μεγάλη αυξηση της νοσηρότητας και συνολικής θνησιμότητας των λαϊκών στρωμάτων, πολύ μεγαλύτερης από την οφειλόμενη στον convid19 και επίσης μεγαλύτερης από αυτήν που προέκυψε τα χρόνια των μνημονίων. Με βάση τις γνώσεις μας από την επιδημιολογία, θα αυξηθούν πρώτα τα λεγόμενα νοσήματα-φαινόμενα κοινωνικής παθολογίας (αλκοολισμός, γενικά η χρήση τοξικών ουσιών, σεξουαλική κακοποίηση, μπούλιγκ, ενδοοικογενειακή βία) και οι ψυχικές νόσοι, θα ακολουθήσουν τα καρδιαγγειακά και τελευταία οι διάφορες νεοπλασίες. Υπάρχει δε σοβαρή πιθανότητα να υποτροπιάσουν και άλλα λοιμώδη νοσήματα, όπως AIDS, φυματίωση, άλλα και κάποια από τα λεγόμενα ξεχασμένα (π.χ. διφθερίτιδα ) όπως συνέβη μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ. Αυτή η αύξηση της νοσηρότητας δεν θα μπορεί να αναστραφεί ακόμα και αν ενισχυθούν σημαντικά οι δημόσιες υπηρεσίες υγείας , αν αυτό δεν συνοδευτεί και από βελτίωση η έστω διατήρηση των συνολικών όρων ζωής της πλατιάς λαϊκής πλειοψηφίας. Θα κατακρημνιστεί τόσο το προσδόκιμο επιβίωσης, όσο και η όποια ποιότητα ζωής έχει απομείνει στους από κάτω στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού.
Για το ζήτημα της επίταξης του ιδιωτικού τομέα υγείας
Τέθηκε επίμονα από μερίδα συντρόφων μέσα στην θεματική υγείας του ΣΥΡΙΖΑ ήδη από το 2010, τότε ως προχωρημένη πολιτική θέση στα πλαίσια της συζήτησης για το πρόγραμμα μιας κυβέρνησης της αριστεράς. Εξηγούσαμε ότι ένα υποβαθμισμένο ΕΣΥ ήδη πριν από την κρίση, ιδιαίτερα μάλιστα μετα την δραματική συρρίκνωση που υπέστη τα 3 πρώτα χρονια των μνημονίων, δεν μπορούσε να καλύψει τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες σε πρόληψη , περίθαλψη και αποκατάσταση, αν δεν τριπλασιαζόταν ο κρατικός προϋπολογισμός για την υγεία-πρόνοια (γ ια μαζικές προσλήψεις, ανανέωση εξοπλισμού, νεες ξενοδοχειακές υποδομές και ένταξη στην δωρεάν παροχη της ολοκληρωμενης οδοντιατρικης φροντιδας και της αποκατάστασης κ.ά). Επειδή τέτοια αύξηση της χρηματοδότησης δεν μπορεί να εξασφαλιστεί εύκολα ούτε από επαναστατική κυβέρνηση, ειδικά σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης, η μόνη λυση για να κάνεις πράξη το η «υγεια δεν είναι εμπόρευμα, αλλά βασικό καθολικό κοινωνικό δικαίωμα», είναι η επίταξη του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομεα από την κυβέρνηση της αριστεράς. Αυτό σημαινει στην πραξη ότι δεσμεύονται όλες οι δομες και λειτουργίες του για να καλύψουν τα κενά του ΕΣΥ. Το κράτος αναλαμβάνει φυσικά όλα τα λειτουργικά έξοδα και σταματά οποιαδήποτε διαδικασία κερδοφορίας και πληρωμής των ασθενών από την παροχή υπηρεσιών στις επιταγμένες δομές. Οι ιδιοκτήτες δεν αποζημιώνονται καθώς το κράτος προβάλλει λόγο ύψιστου δημοσίου συμφέροντος, που δεν είναι άλλος από την εξασφάλιση της ολοκληρωμένης φροντίδας υγείας του συνόλου πληθυσμού της επικράτειας συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων και των μεταναστών.
Αυτό που τότε θεωρήθηκε ακραία αριστερίστικη θέση, σήμερα, μπροστά στην επερχόμενη εκατόμβη θυμάτων του κορωνοιού το συζητάνε ακόμα και οι δεξιοί και αρχίζει να το πράττει- σε light εκδοχή βεβαια- η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ξεκινώντας από το Κέντρο Αποκατάστασης «ΑΤΤΙΚΑ». Πρέπει να αξιοποιήσουμε την παγκόσμια επαναφορά της συζήτησης για την ανάγκη ενίσχυσης των δημόσιων συστημάτων υγείας, όχι μόνο για να αποκρούσουμε τα ΣΔΙΤ και τις ιδιωτικοποιήσεις (αυτά πλέον δεν θα τα ξαναπούν ούτε οι νεοφιλελέδες), όχι μόνο για να διεκδικήσουμε μεγάλη αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την δημόσια υγεία, αλλά για να προβάλλουμε αποφασιστικά το αίτημα για εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα υγείας στο συνολό του (Ιδιωτικά νοσοκομεία –Κέντρα Αποκατάστασης – Μαιευτικες κλινικές, Ψυχιατρικές Κλινικές και Διαγνωστικά Κέντρα).
Είναι ιστορική ευκαιρία για την Αριστερά να προβάλλει ως θέση ότι μπροστά στην ανάγκη εκπλήρωσης βασικών και καθολικών δικαιωμάτων, όπως η υγεία, δεν νοείται κανένας σεβασμός στην αγορά και την ιδιοκτησία.
Αυτές τις μέρες της πανδημίας πρέπει να απαιτήσουμε άμεσα την επίταξη όλων των ιδιωτικών κλινικών και των ΜΕΘ τους αλλά και των μεγάλων μικροβιολογικών εργαστηρίων και να τονίσουμε ότι είναι απαράδεκτο και εγκληματικό να χρησιμοποιούνται τα λιγοστά διαθέσιμα διαγνωστικά τεστ για τον convid19 με κριτήριο εμπορικής ζήτησης των πελατών –«ασθενών» που επιλέγουν και μπορούν να πληρώσουν και όχι με τα επιστημονικά κριτήρια της προτεραιότητας με βάση την αναγκαιότητα στους βαρύτερα πάσχοντες ασθενείς της εφημερίας. Δεσμεύει ο κερδοσκοπικός τομέας και υπερτιμολογεί αντιδραστήρια που θα λείψουν από το δημόσιο νοσοκομείο για αυτούς που χρειάζονται πραγματικά το διαγνωστικό τεστ.
Τα ίδια ισχύουν για την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία και τις εταιρείες παραγωγής και εμπορίας βασικών αναλώσιμων και ιατρικού εξοπλισμού. Προβάλλουμε την ανάγκη να επιταχθούν όλα τώρα με βάση τις απαιτήσεις της συγκυρίας της μάχης ενάντια στην επιδημία του convid19 και επαναφέρουμε την συζήτηση για την ανάπτυξη Κρατικού Οργανισμού Παραγωγής βασικών φαρμάκων και αναλώσιμων.
Για την έκφραση στήριξης στους υγειονομικούς και τα χειροκροτήματα
Πρέπει να έχουμε καθαρό ότι η στήριξη δεν (πρέπει να ) αφορά όλους τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ. Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι κυρίως πανεπιστημιακών γιατρών, αλλά και διευθυντών ΕΣΥ που όχι μόνο μάχιμο, ηρωικό και δίπλα στον ασθενή δεν είναι, αλλά υπονομεύει με κάθε τρόπο την καθημερινή υπερπροσπάθεια των στρατευμένων στη υπόθεση της δημόσιας –δωρεάν υγείας υγειονομικών. Είναι το ίδιο που θησαύριζε από τα φακελάκια πριν και μετά τα μνημόνια, που τα έπαιρνε και εξακολουθεί να τα παίρνει από ασθενείς και φαρμακευτικές εταιρείες, και το οποίο δυστυχώς ελέγχει διοικητικά πολλά δημόσια νοσοκομεία καθώς και την επιστημονική ιεραρχία και επιβάλλει τις ορέξεις του σε όλο το υγειονομικό προσωπικό. Βρίσκεται δε, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, σε αγαστή συνεργασία με την συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΠΟΕΔΗΝ, δηλαδή με καρεκλοκένταυρους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ που δεν δούλεψαν ποτέ στη ζωή τους και διαφεντεύουν με ένα πολύπλοκο σύστημα ρουσφετιών και εκφοβισμών εδώ και πολλά χρόνια την ζωή των μάχιμων νοσηλευτών, τραυματιοφορέων, διοικητικών κλπ. Αυτοί οι ελεεινοί και τώρα, μέσα στην πανδημία, κάνουν τα ίδια. Και δεν είναι ελάχιστοι. Είναι αρκετοί και τους έχει επιτραπεί από όλες τις κυβερνήσεις να διαφεντεύουν τα περισσότερα νοσοκομεία. Να κάνουν καριέρες και δουλίτσες στην πλάτη και εις βάρος της καθημερινότητας, της επιστημονικής εξέλιξης και της διοικητικής ανέλιξης (με την έννοια της συμμετοχής στην λήψη των κρίσιμων αποφάσεων εντός της εργασιακής ιεραρχίας) των μάχιμων υγειονομικών που εργάζονται ως πραγματικοί δημόσιοι λειτουργοί για τις ανάγκες των ασθενών και όχι της τσέπης τους.
Το νέο αναβαθμισμένο ΕΣΥ που θα θέλαμε προκύψει μετά το πέρας της πανδημίας, πρέπει να ξεφορτωθεί όλον αυτόν τον συρφετό των λουφαδόρων –εκμεταλλευτών που ιδιωτικοποιούν από τα μέσα το σύστημα. Ή να τους επιτάξει και αυτούς. Να τους αναγκάσει να εργαστούν στο δικό μας πλαίσιο. Είναι μια ακόμα κρίσιμη μάχη για την αριστερά και το νοσοκομειακό κίνημα
Ο Θοδωρής Ζδουκος είναι γενικός γιατρός του ΕΣΥ