Ανάμεσα στα πέντε εκατομμύρια που στήριξαν τους πρόσφυγες με όποιον τρόπο από την αρχή της περασμένης χρονιάς, κάποιοι θα το έκαναν έτσι κι αλλιώς, γιατί αυτό έκαναν πάντα. Η προσφυγική «κρίση» ήταν καιρό τώρα εδώ –στη Μυτιλήνη, τη Χίο και τη Λέρο–, αλλά για τους κυβερνώντες δεν ετίθετο ζήτημα να οργανωθεί η υποδοχή και να προετοιμαστεί η εγκατάσταση – κι εκεί η έμπρακτη αλληλεγγύη έδωσε πολύτιμες λύσεις.
Το Δεκέμβρη του 2014, η «κρίση» έφτασε και στην Αθήνα, κι εκατοντάδες Σύροι βρέθηκαν με τα παιδιά τους στην πλατεία Συντάγματος, ξεκινώντας απεργία πείνας· και πάλι τότε, αντί της μέριμνας για την υποδοχή, οι μισάνθρωποι της τότε συγκυβέρνησης ζητούσαν εκκένωση της πλατείας με όποιον τρόπο, γιατί οι σκηνές κι οι απλωμένες κουβέρτες χαλούσαν το εορταστικό κλίμα στην αγορά.
Κάποιοι, λοιπόν, ήταν εκεί γιατί ήταν πάντα. Κάποιοι άλλοι, πέρσι το καλοκαίρι στο Πεδίο του Άρεως για παράδειγμα, βρέθηκαν εκεί γιατί αυτή ήταν η φυσιολογική συνέχεια του «Όχι»: η άμεση, η «πρακτική» προσφορά, δεν θα μετατρεπόταν ποτέ στο αντίθετό της – κι αυτό ήταν που διάλεξαν να κάνουν, έξω και πέρα από κυβερνήσεις και κόμματα.
Κάποιοι τους ακολούθησαν γιατί είχαν παππούδες και γιαγιάδες πρόσφυγες. Κάποιοι άλλοι γιατί ήρθε και στη δική τους γειτονιά μια κατάληψη αλληλεγγύης. Και κάποιοι τρίτοι, επειδή, όπως έδειχνε η τηλεόραση, οι πρόσφυγες ήταν άνθρωποι «σαν εμάς»: μεσοστρώματα, μορφωμένοι, με κάποιες οικονομίες στην άκρη, γυναίκες, γέροντες και παιδιά – όχι δηλαδή «λαθραίοι» μετανάστες, όπως στην Υπατία, που επίσης «έπρεπε να εκκενωθεί», άρα όχι απειλή.
Κάποιοι προστέθηκαν στη συνέχεια γιατί ο εθελοντισμός ήταν κάτι που τους έκανε καλύτερους ανθρώπους: το έκαναν γι’ αυτούς. Και κάποιοι, τέλος, είδαν ότι εδώ κάτι γίνεται, και μπήκαν κι αυτοί στo χορό – εξού και οι γνωστές φωτογραφίσεις φωτογενών φιλάνθρωπων στο λιμάνι του Πειραιά, άλλων με ράσα, άλλων με τις γούνες ημέρας και άλλων σε επιμελώς ατημέλητες πόζες.
Στο κλίμα αυτών των ημερών ήταν που ο Γιώργος Καμίνης εξήγγειλε την επέκταση του ανοιχτού χώρου φιλοξενίας στον Ελαιώνα κατά οχτώ στρέμματα, και που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε λόγο για «διεθνές πρόβλημα, που δεν μπορεί να λύσει μόνη της η Ελλάδα». Ο ίδιος, μάλιστα, επισκέφθηκε ως και τον ανοιχτό Ελαιώνα, κι ενώ ως ένα σημείο ζητούσε κομψά, πλην ρητά, «κλειστά κέντρα» για τους πρόσφυγες, δηλαδή στρατόπεδα, έβαλε λίγο νερό στο κρασί του κι είπε και γι’ ανοιχτά· κάτι το άπλωμα της αλληλεγγύης στις τέσσερις άκρες της χώρας, κάτι η διαφοροποίηση της καγκελαρίου Μέρκελ από την αθλιότητα συλλήβδην των ευρωπαίων «εταίρων», ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε μια ευκαιρία να πλασαριστεί ως «κεντρώος», και την αξιοποίησε.
Αναμενόμενα ίσως, το καλό δεν κράτησε πολύ. Όχι γιατί κάποτε έρχεται και η «κόπωση των δωρητών», όπως έγραφε σ’ ένα ωραίο κείμενο ο Γιώργος Αγγελόπουλος· αυτή, όπως όλα δείχνουν, ευτυχώς θα αργήσει. Λίγες όμως μέρες αφού ο Γιώργος Καμίνης εξήγγειλε την εκκένωση-ανακατάληψη της πλατείας Βικτωρίας από τους πρόσφυγες, ως άλλος Σαμαράς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να ανα(κατά)λάβει κι αυτός: να οργανώσει –όπως το θέτει το ρεπορτάζ– την «αντεπίθεση», ώστε να θέσει σε πρώτη ευκαιρία ζήτημα εκλογών. Με την εξαίρεση, άλλωστε, των φιλάνθρωπων σωματείων, οι αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες, εκτός από πολλοί και υπερβολικά φιλόξενοι, εμφανίζονταν στις έρευνες και πολύ αντιευρωπαϊστές, άρα μάλλον αριστεροί· ένα τέτοιο κλίμα στην κοινωνία εμφανώς δεν βοηθά τη ΝΔ, που δεν θα ξεκίναγε την αντεπίθεση απ’ το ασφαλιστικό ή τα κόκκινα δάνεια.
Ανίκανη λοιπόν η κυβέρνηση, απών ο κρατικός μηχανισμός, χωρίς σχέδιο η διοίκηση, εν δυνάμει υγειονομική βόμβα ο καταυλισμός στην Ειδομένη. Το διά ταύτα: η κυβέρνηση να εκκενώσει την Ειδομένη…
***.
Από τις λάθος εκτιμήσεις και τη διοικητική ανεπάρκεια ως την πολιτική «αμφιθυμία», τους τακτικισμούς και τη συμμόρφωση τελικά στην ευρωπαϊκή αντιπροσφυγική πολιτική, η κυβέρνηση έχει χάσει καιρό το τεκμήριο της αθωότητας και στο προσφυγικό· έχει δίκιο ο Μπάμπης Αγρολάμπος όταν γράφει για καταστροφή διεθνούς πλέον ενδιαφέροντος(Εφ. Συντακτών, 15.3.2016). Το τραγικό της ιστορίας, ωστόσο, είναι ότι εκτός από τους ανεπαρκείς, στο πεδίο μπαίνουν τώρα και οι μισάνθρωποι. Ό,τι στην αρχή ήταν γραφικότητες ενός Άνθιμου («είμαστε συναισθηματικοί εμείς οι έλληνες, αλλά όλα τα θέματα έχουν όρια») ή εστέτ συντηρητικές κοινοτοπίες («η no-border ανευθυνότητα δεν αναλογίζεται πόσο αντέχουν οι κοινωνίες»), τώρα γίνεται αίτημα για Κράτος, με το κάπα κεφαλαίο: όχι για γιατρούς, διερμηνείς και στέγαση – δηλαδή για την επειγόντως αναγκαία μέριμνα, που από καμιά ΜΚΟ δεν μπορεί να υποκατασταθεί. Αλλά για αστυνομία και στρατό. Όπως το θέτει σήμερα στα Νέα ο Ηλίας Κανέλλης, μπερδεύοντας ενδόμυχα τη Σύμβαση της Γενεύης με το «Εγχερίδιο του Αντάρτη Πόλεων», πολιτική ανοιχτών συνόρων δεν γίνεται με ευρωπαϊκές επιδοτήσεις…
Πηγή: rednotebook.gr