Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
«Απόψε άρχεται των παραστάσεών του εν τω Γαλλικώ θεάτρω δια του μελοδράματος “Ριγκολέτο” ο μελοδραματικός θίασος του Ντι Τζιόρτζιο», πληροφορεί το φιλοθεάμον κοινό ο «Φάρος της Μακεδονίας» στις 25.2.1889 (π.η.).[1] Το ανέβασμα θεατρικής παράστασης, και μάλιστα όπερας, είναι κάτι σχετικά καινούργιο μεν, αλλά όχι εντελώς ασυνήθιστο στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα. «Στα χρόνια της τουρκοκρατίας δεν υπήρχε στη Μακεδονία σχεδόν καμιά θεατρική κίνηση», τονίζει –κάπως αφοριστικά– ο Καζαντζής για να συμπληρώσει λίγο παρακάτω, αναφερόμενος στη Θεσσαλονίκη, ότι «είναι βέβαιο πως έδωσαν διάφορες, αξιόλογες παραστάσεις περιοδεύοντες θίασοι γαλλικοί και αυστριακοί, αλλά κυρίως ιταλικοί».[2] Ο Τομανάς πάντως καταγράφει τουλάχιστον πέντε θέατρα στη Θεσσαλονίκη πριν μπει ο 20ος αιώνας.[3]
Το Théatre Français, λοιπόν, κτίστηκε το 1872 από έναν ηθοποιό, τον Τζουράνοβιτς, και ήταν «ένα ξύλινο, πολυτελέστατο θέατρο, που φωτιζόταν με λάμπες πετρελαίου, στην καρδιά της φραγκολεβαντίνικης συνοικίας, στη γωνία των σημερινών οδών Βίκτωρος Ουγκώ και Βεροίας».[4] Απ’ ότι φαίνεται ο βαρύτονος Ντι Τζιόρτζιο είχε ήδη συμμετάσχει σε παραστάσεις στο συγκεκριμένο θέατρο τόσο το 1883 όσο και το 1885 με το θίασο του Λαμπρούνα, του οποίου μέλος ήταν (ως ηθοποιός) και ο ιδιοκτήτης του Γαλλικού Θεάτρου.[5]
Στα 1889 ο Ντι Τζιόρτζιο εμφανίζεται πλέον ως θιασάρχης, ενώ στις παραστάσεις παίρνει μέρος κι ο Έλληνας βαρύτονος Τάσος Βαλανόπουλος. Μετά τον «Ριγκολέτο» ο θίασος ανέβασε κι άλλες όπερες: «Αΐντα», «Φαβορίτα», «Κουρέας της Σεβίλλης», «Φρα Διάβολο» και «Χορός Μεταμφιεσμένων».[6] Στην τελευταία, μάλλον, δημιουργήθηκε και κάποιο σκάνδαλο καθώς γράφει ο «Φάρος της Μακεδονίας»: «Προχθές, κατά το τέλος της παραστάσεως του μελοδράματος “Καρναβάλι της Νάπολης”, έλαβον χώρα ασχημίαι τινές επί σκηνής εκ μέρους αχρείου τινός, αι οποίαι υφ’ όλου του κοινού απεδοκιμάσθησαν. Φρονούμεν ότι η διεύθυνσις του θιάσου πρέπει να παρατηρήσει τω αχρείω εκείνω αοιδώ ότι οφείλει να δεικνύει εις το εξής πλείονα σεβασμόν προς το κοινόν».[7] Περί τίνος επρόκειτο; Ένας ηθοποιός εμφανίστηκε «φέρων διαφανή εσθήτα αναδεικνύουσαν τα γυμνά του μέρη» γράφει ο Νίκος Καμμώνας στον «Ταχυδρόμο της Βορείου Ελλάδος», πολλά χρόνια αργότερα (22.8.1926).[8]
Παραπομπές:
[1] Φάρος της Μακεδονίας, 25.2.1889, όπως παρατίθεται στο Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 85.
[2] Τόλης Καζαντζής, «Η πνευματική και καλλιτεχνική ζωή στη Μακεδονία από το 1850 ως τις μέρες μας» στο Ι. Κολιόπουλος – Ι. Χασιώτης, Η νεότερη και σύγχρονη Μακεδονία, τόμ. Β΄: Η Μακεδονία από την απελευθέρωση ως τις μέρες μας, Παπαζήσης – Παρατηρητής, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 1992, σ. 204.
[3] Κώστας Τομανάς, Το θέατρο στην παλιά Θεσσαλονίκη, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 11.
[4] Κ. Τομανάς, Το θέατρο…, ό.π., σ. 11.
[5] Κ. Τομανάς, Το θέατρο…, ό.π., σ. 11, 31, 34.
[6] Κ. Τομανάς, Το θέατρο…, ό.π., σ. 40.
[7] Φάρος της Μακεδονίας, 3.4.1889, όπως παρατίθεται στο Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 86.
[8] Κ. Τομανάς, Το θέατρο…, ό.π., σ. 40.