Αφιέρωμα 2012: Οι γάμοι του Νισήμ πασά (1884)

 

Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
 
«Χθες εγένοντο οι γάμοι του ιατρού Ζακ Νισίμ Πασά μετά της δεσποινίδος Ιόνης Μποντί», ενημερώνει το αναγνωστικό κοινό του ο Φάρος της Μακεδονίας στις 30.5.1884.i Η είδηση αυτή από το «κοινωνικό» ρεπορτάζ της εφημερίδας, μας δίνει την ευκαιρία να ασχοληθούμε λίγο μ’ ένα από τους γιατρούς της Θεσσαλονίκης στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο συγκεκριμένος γιατρός είχε γεννηθεί το 1850ii και η οικογένειά του, που κατάγονταν από την Ιταλία, είχε ιατρική παράδοση καθώς τόσο ο πατέρας του όσο κι ο παππούς του ήταν γιατροί. Ο ίδιος σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πήρε το πτυχίο της ιατρικής το 1875.iii
 
Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα οι (πτυχιούχοι) γιατροί –γιατί υπήρχαν ακόμη αρκετοί πρακτικοί– δεν είναι και πολλοί. Στην αυγή του 20ου αιώνα έχουν φθάσει τους 74, δηλ. λιγότεροι από ένας για κάθε χίλιους κατοίκους, από τους οποίους «31 είναι ελληνορθόδοξοι (41,8%), 17 εβραίοι (22,9%), 12 Ευρωπαίοι (16,2%) και μόνο 6 μουσουλμάνοι (8,1%)».iv Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι λίγους μήνες μετά τον γάμο του Νισήμ θα ιδρυθεί ο πρώτος ιατρικός σύλλογος Θεσσαλονίκης (Αύγουστος 1884).v
 
Ο Ζακ Νισήμ πασάς ήταν στρατιωτικός γιατρός, που είχε διακριθεί στις εγχειρήσεις ήδη από τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78vi κι έφθασε μέχρι το βαθμό του στρατηγού και τη θέση του αρχίατρου του οθωμανικού Γ΄ Σώματος Στρατούvii που ουσιαστικά έδρευε στη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στον τομέα της δημόσιας υγείας και της περίθαλψης των μελών της εβραϊκής κοινότητας. Πιο συγκεκριμένα, συντάσσει μαζί με τους γιατρούς Αλμπέρ Σιακή, Ησαΐα Σαντόκ και Μωύς Μισραχή μια οκτασέλιδη αναφορά προς την κοινότητα σχετικά με τη θανατηφόρα επιδημία ελονοσίας που είχε πλήξει την περιοχή του Βαρδαρίου το 1897. Στην αναφορά τους οι γιατροί περιγράφουν τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των φτωχών Εβραίων της περιοχής. Ειδικότερα τα κακοκτισμένα και σάπια καλύβια των συνοικιών Μουσταφά Εφέντι και Σιμτώβ Ναχμίας που στερούνταν οποιονδήποτε επίπλων, κουβερτών και θέρμανσης και στέγαζαν τουλάχιστον 500 δεκαμελείς οικογένειες ήταν «ακατάλληλα ακόμη και για σκύλους». Μπροστά τους η πρόσφατα χτισμένη συνοικία Χιρς έμοιαζε με «επίγειο παράδεισο» αν κι αυτή αντιμετώπιζε παρόμοια προβλήματα ως προς την ύδρευση που γινόταν από πηγάδια που μολύνονταν καθώς βρίσκονταν κοντά σε βόθρους. Οι γιατροί ζητούσαν από την κοινότητα, πριν ασχοληθεί με την αντιμετώπιση της ελονοσίας να φροντίσει ώστε οι κάτοικοι αυτών των περιοχών «να μην πεθάνουν από την πείνα και το κρύο». Οι προτάσεις της επιτροπής προς τη δημαρχία περιελάμβαναν την αποξήρανση των ελών της Μπάρας, την εκκένωση των βόθρων και την κατεδάφιση των παραγκών στη συνοικία Ναχμίας, την απολύμανση σπιτιών και πηγαδιών, αλλά και την εξασφάλιση πόσιμου νερού από την Εταιρεία Ύδρευσης. Στην ισραηλιτική κοινότητα πρότειναν να προσπαθήσει να αποσυμφορήσει λίγο τις κατοικίες, να επαναφέρει τη διανομή ρούχων και κάρβουνων (μέτρο που θα της εξοικονομούσε πολλά κιλά κινίνης), τη συνταγογράφηση πιο ισχυρών δόσεων κινίνης ή άλλων αποτελεσματικότερων φαρμάκων, την αποστολή περισσότερων ασθενών στο Ιταλικό νοσοκομείο (σημερινό Λοιμωδών) –με το οποίο ήταν συμβεβλημένη για 15 κλίνες– και την ίδρυση κλινικής στη συνοικία Χιρς.viii
 
Επίσης, όταν το 1900 εγκαινιάσθηκε στη συνοικία Meydan de Lube μια κλινική, χάρη σε δωρεά της βαρώνης Clara de Hirsch, και η οποία περιελάμβανε τμήματα παθολογίας, χειρουργικής, γυναικολογίας και οφθαλμολογίας, πέντε εξωτερικά ιατρεία, καθώς και μικροβιολογικό εργαστήριο και φαρμακείο, ο Ζακ Νισήμ ήταν ένας από τους δέκα γιατρούς που κλήθηκαν να τη στελεχώσουν.ix Τέλος, ο Νισήμ ήταν μαζί με τους Τσαντόκ Σιακή και Αλμπέρ Σιακή στην επιτροπή γιατρών, που με επικεφαλής των Μωύς Μισραχή, απευθύνθηκαν και πάλι στη βαρώνη de Hirsch για να ζητήσουν χρήματα και να οργανώσουν την ίδρυση του νοσοκομείου Χιρς (σημερινό κεντρικό κτίριο του Ιπποκράτειου νοσοκομείου), η κατασκευή του οποίου ξεκίνησε το 1905 και ολοκληρώθηκε τρία χρόνια αργότερα.x Ο Ζακ Νισήμ, όμως, δεν πρόλαβε να δει ούτε καν τη θεμελίωση του νοσοκομείου καθώς πέθανε σε ηλικία 53 ετών τον Αύγουστο του 1903 και μάλιστα με επώδυνο τρόπο. Αιτία του θανάτου του ήταν η σηψαιμία που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης ενός τραυματισμένου Τούρκου στρατιώτη.xi Αν συνδυάσουμε τον χρόνο του θανάτου του με το γεγονός ότι σ’ ένα επιστολικό δελτάριο με τη φωτογραφία του γιατρού (το οποίο στάλθηκε στις 11.4.1904) αναφέρεται πως ο στρατιώτης που εγχείρησε ο Νισήμ είχε τραυματιστεί από Βούλγαρο,xii μπορούμε βάσιμα να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος του γιατρού ήταν μια παράπλευρη απώλεια της εξέγερσης του Ίλιντεν.
 
 
Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 59.
 Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 60.
 Μερόπη Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912: Μια μητρόπολη την εποχή των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, μτφρ. Βασ. Πατσογιάννης, Εστία, Αθήνα 2008, σ. 488.
 Μερ. Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912…, ό.π., σ. 482.
 Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 60.
 Ρένα Μόλχο, Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919: Μια ιδιαίτερη κοινότητα, Θεμέλιο, Αθήνα 2006, σ. 117-119.
 Ρ. Μόλχο, Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919…, ό.π., σ. 95.
 Ρ. Μόλχο, Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919…, ό.π., σ. 98-99.
 Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 60.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Το alterthess στηρίζει την απεργία των εργαζόμενων στα ΜΜΕ

Μνημόνιο* για τα παιδιά του κόσμου