Την ημέρα της απονομής των Βραβείων David di Donatello στην Ιταλία για το 2019 ευτύχησα να δω το “Βoys Cry” των αδελφών Ντ΄Ινοτσένζο. Η ταινία προβάλλεται στην Ελλάδα για περισσότερο από ένα μήνα, αλλά στη Θεσσαλονίκη βρήκε χώρο την κινηματογραφική εβδομάδα που ολοκληρώθηκε χθες, στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης του Λιμανιού. Ένα απρόβλεπτο σκηνοθετικό ντεμπούτο που ξεκίνησε τη διαδρομή του από το περσινό Φεστιβάλ του Βερολίνου, δίχως δάφνες και περγαμηνές. Πολλές φορές όμως αυτές οι ταινίες είναι που κερδίζουν τελικά τις εντυπώσεις σε μία σινε-χρονιά.
Γράφει ο Μίτλος Τόσκας
Ο Μανόλο κι ο Μίρκο είναι δύο φίλοι που κατοικούν στα προάστια της Ρώμης. Η σχέση τους πολύ δυνατή, θα λέγαμε αδελφική. Μοιράζονται τα πάντα. Το πρωί σπουδάζουν σε κάποια τεχνική σχολή και τα βράδια δουλεύουν ντελίβερι για να τα βγάλουν πέρα. Κοινό τους χαρακτηριστικό, ότι μεγαλώνουν κι οι δύο σε περιβάλλον μονογονεϊκής οικογένειας. Ξαφνικά ένα απρόοπτο συμβάν θα αλλάξει άρδην τις ζωές τους και θα τις σημαδέψει ανεξίτηλα μέχρι το τέλους τους. Ποτέ ξανά δε θα νιώσουν την αθωότητα του νέου, του παιδιού.
Η ψυχή τους θα γεμίσει τύψεις, ο νους σκληρές εικόνες. Όσο κι αν οι σκηνοθέτες προσπαθούν να μας μεταδώσουν μία αφήγηση με γρήγορο ρυθμό, υπάρχουν στιγμές που ξαποσταίνεις και μοιραία τότε σκέφτεσαι. Τότε φτάνουμε στο σημείο μηδέν. Όλα μαυρίζουν την ώρα της περισυλλογής. Συνειδητοποιείς πως πλέον είσαι δέσμιος μίας κατάστασης που δεν έχει επιστροφή. Το ένα ψέμα διαδέχεται το άλλο και στο τέλος ζεις μέσα σ’ αυτά χάνοντας παράλληλα την αλήθεια, και το νόημα της ζωής μέσα από τις σχέσεις με τους ανθρώπους.
Ναι, ειδικά γι’ αυτά τα παιδιά ο εύκολος πλούτος είναι μία ένεση για να συνεχίσουν στη ζωή στην μάχη της επιβίωσης. Είναι πράγματι ένα τεράστιο κίνητρο και φυσικά ένας πειρασμός. Ταξιδεύουν όμως σε άγνωστα, αχαρτογράφητα μονοπάτια με όπλο τους την άγνοια κινδύνου. Το παιχνίδι έχει όμως συγκεκριμένους όρους και κανόνες. Πρέπει να τους γνωρίζεις καλά και να τους τηρείς με σεβασμό. Σε διαφορετική περίπτωση αργά ή γρήγορα η ρώσικη ρουλέτα θα αδειάσει το περιεχόμενο του όπλου πάνω σου και θα θυσιαστείς, όπως τόσοι και τόσοι άλλοι στον βωμό του κέρδους των μεγάλων, που πάντα φροντίζουν να κρατούν αποστάσεις.
Η ηλικία των αδελφών Ντ΄Ινοτσένζο δίνει θεωρώ μεγάλο πλεονέκτημα στην ανάπτυξη της πλοκής. Είναι μόλις 30 ετών. Είναι κομμάτι αυτής της γενιάς. Δεν προσπαθούν να την αποκρυπτογραφήσουν. Τη ζουν, βιώνουν ανάλογες καταστάσεις στα χρόνια της κρίσης. Μη ξεχνάτε πως η Ιταλία δε διαφέρει και τόσο πολύ από την Ελλάδα. Όπλα, εμπόριο λευκής σαρκός, ναρκωτικά και φυσικά πάντα το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, που έχει καταδικαστεί από αμέλεια σε έναν επίπονο, επώδυνο θάνατο.
Μία εξαιρετική φεστιβαλική επιλογή που τελειώνει με μία τρομερή στιχομυθία μεταξύ των γονέων των δύο πρωταγωνιστών. “Τι θα μαγειρέψεις απόψε; -Αυτά που έχουμε …”. Μία φράση κλειδί που μπορείς να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως. Ίσως όποιος θέλει τα πολλά να χάνει και τα λίγα. Άλλωστε η ιστορία μας έχει διδάξει πως η απληστία φέρνει την απόλυτη καταστροφή κι η ύβρις την τίσιν. Ο λογαριασμός πάντα γίνεται στο τέλος και τότε πρέπει να νιώθεις πάνω απ’ όλα άνθρωπος κι όχι ένα κτήνος.