Ήταν μία Πέμπτη του Μάρτη στη Θεσσαλονίκη. Έκανε πρεμιέρα η πολυαναμενόμενη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, “Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς”. Ξαφνικά τα φώτα άναψαν, οι πόρτες έκλεισαν μετά την πρώτη προβολή κι ο Κινηματογράφος μπήκε σε καραντίνα. Ακολούθησαν δύσκολοι μήνες που όλοι μας δοκιμαστήκαμε λιγότερο ή περισσότερο. Το καλοκαίρι ήρθε να δώσει χρώμα στις ζωές μας με τα θερινά σινεμά ωστόσο η επανάκαμψη ήταν μάλλον παροδική.
Για αυστηρά ιατρικούς λόγους, αλλά και για αισθητικούς δεν τα κατάφερα να ζήσω τα δεδομένα της νέας εποχής στο Ολύμπιον και τις αίθουσες του Φεστιβάλ από τον Σεπτέμβριο. Όπως πληροφορήθηκα μετά χαράς ο κόσμος έκανε υπομονή, αγκάλιασε την επανεκκίνηση και γέμισε σε μεγάλο βαθμό τα θρυλικά καθίσματα. Λίγο πριν την μεγάλη στιγμή της σπουδαίας πολιτιστικής συνάντησης της πόλης ήρθε το δεύτερο lockdown πρώτα στη Θεσσαλονίκη. Η ελπίδα κι η προσμονή έδωσαν τη θέση τους στην μιζέρια και τον μαρασμό.
Ο παράγοντας ασφάλεια κυρίαρχος. Ένα δεύτερο Φεστιβάλ πήρε τον δρόμο της διαδικτυακής προβολής. Ο ανεξάρτητος Κινηματογράφος βρέθηκε μακριά από το φυσικό του περιβάλλον. Μαζί του κι όσοι λατρεύουμε κάθε λεπτομέρεια της τελετουργίας του δεκαημέρου. Ίσως τώρα, ίσως οχτώ μήνες μετά, να συνειδητοποίησα πραγματικά πόσο μου λείπει το δεύτερο μου σπίτι, γιατί σαν αυτό έχει χαραχθεί βαθιά μέσα μου το σινεμά.
Με δύο ακόμα και με τρεις προβολές στις αίθουσες της πόλης κάθε εβδομάδα, με την απόδοση εικόνων, νοημάτων, συναισθημάτων σε κείμενα, με μελέτη κι όλα τα επακόλουθα. Φυσικά δεν μπορώ να παραγνωρίσω ή να παραλείψω τις σχέσεις με τους ανθρώπους στα πέριξ της οθόνης. Πρέπει να στερηθείς για ένα εύλογο χρονικό διάστημα πράγματα που θεωρούσες δεδομένα, κάτι σαν τρόπο ζωής, για να τα εκτιμήσεις ακόμα περισσότερο.
Το τέλος του Φεστιβάλ συμβαδίζει με την απόλυτη αβεβαιότητα. Με ένα απόλυτα θολό τοπίο εντυπώσεων που μέρα με την ημέρα ξεθωριάζει. Στο τέλος της ημέρας μένουν μαύροι αριθμοί και δυσοίωνες για να μην πούμε μακάβριες προβλέψεις για το μέλλον. Η αισιοδοξία της πρώτης δοκιμασίας δίνει τη θέση της στον φόβο, την αμφιβολία, το άγχος για το τι μας ξημερώνει. Ο κόσμος περιμένει μοιρολατρικά το επόμενο χτύπημα.
Θέλησα να μοιραστώ αυτό το (μεγάλο) κενό που βιώνω μαζί σας, όπως όλα μου τα κείμενα τα προηγούμενα χρόνια. Είναι μία πράξη διαδραστική που βασίζεται στην επικοινωνία, την ανταλλαγή απόψεων και σχολίων και φυσικά στην υγιή διαφωνία. Με την ευχή το συντομότερο να σβήσει ο εφιάλτης και να επιστρέψουμε στην μαγεία. Υγεία, υπομονή, δύναμη σε όλους.