Ένα πρόσωπο που σημάδεψε την ιστορία, σε μια επέτειο που σημάδεψε το ίδιο.
Κάθε εβδομάδα, με αφορμή μια επέτειο, στην στήλη «Οι καλοί και οι κακοί» παρουσιάζουμε μια προσωπογραφία ενός ανθρώπου που με την παρουσία του επέδρασε στην εποχή του και βοήθησε την ιστορία να κινηθεί προς τα εδώ ή προς τα εκεί.
Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Η εξουσία είναι μια φενάκη, μια μεταφυσική απάτη. Οι πρώτοι που αναγνωρίζουν και αντιλαμβάνονται αυτή τη συνθήκη είναι οι ίδιοι οι εξουσιαστές, οι οποίοι γνωρίζουν καλά ότι οι ιδιότητες που τους προσδίδονται μέσω ενός ιδεολογικού μηχανισμού που βασίζεται στην καθετοποίηση των σχέσεων και την επινόηση της αυθεντίας, στηρίζονται σε υπέρμετρο βαθμό σε ένα διαρκές κατά συνθήκη ψεύδος. Η μεταφυσική πρόσληψη της εξουσίας, ως συλλογική μνήμη και αναπαραγωγή των κοινωνιών που συγκροτήθηκαν γύρω από τις θρησκείες και τα ιερατεία, έχει το αποτύπωμά της στην ίδια την άσκηση της εξουσίας, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά. Οι ίδιοι δηλαδή οι κατέχοντες την εξουσία περιβάλλουν με μεταφυσικό τρόπο τη σχέση τους με την κοινωνία και τον ίδιο τους τον ρόλο. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις τείνουν να προσφεύγουν οι ίδιοι στη μεταφυσική. Μάγοι, ιερείς, αστρολόγοι, τσαρλατάνοι, υπήρξαν στενοί σύμβουλοι κυβερνώντων πολύ πιο συχνά από όσο μας αρέσει να φανταζόμαστε και επηρέασαν αποφάσεις που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό διαμόρφωσαν την ανθρώπινη ιστορία, με τρόπο τρομακτικό.
Το 1942, στην καρδιά του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και διαρκούσης της θηριωδίας του Ολοκαυτώματος, τόσο ο Χίτλερ όσο και οι Βρετανοί προσέφυγαν στη χρήση μέντιουμ, τα οποία ήταν επιφορτισμένα με το να μαντεύουν τις θέσεις του εχθρού. Ο Χίτλερ είχε στενή σχέση με τον προσωπικό του αστρολόγο, ο οποίος τον συμβούλευε σχετικά με την εύνοια του ουρανού στα διάφορα σχέδιά του. Ο Φρανσουά Μιττεράν, τρόπον τινά αναμορφωτής της σύγχρονης Ευρώπης δεν έκανε τίποτα αν δεν είχε πειστεί ότι το ωροσκόπιό του το ευνοεί, ενώ ο Τόνι Μπλερ ανάπτυξε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τον εξομολόγου του, ο οποίος τον βοήθησε να καταστρέψει το Ιράκ το 2003, μαζί με τον καλό του φίλο Τζορτζ Μπους τζούνιορ.
Από όλα τα πρόσωπα που βρέθηκαν δίπλα σε μεγάλους ηγέτες και τους έπεισαν να κάνουν διάφορες επιλογές με κριτήριο τις επουράνιες επιτυχίες, φτάνοντας στο σημείο να διοικούν σχεδόν ολόκληρες χώρες, ένα έμεινε αναμφίβολα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο στην ιστορία: πρόκειται για τον διαβόητο καλόγερο Ράσπουτιν, τον άνθρωπο που χωρίς ποτέ να μάθε να γράφει και να διαβάζει, απέκτησε τεράστια δύναμη στο λυκόφως της τσαρικής Ρωσίας, μέχρι τον περιπετειώδη θάνατό του στις 30 Δεκεμβρίου 1916, που προήλθε από μια επίμονη και πολύωρη εναντίον του δολοφονική απόπειρα.
Συνδεόμενος με την απόλυτη παρακμή του τσαρισμού, ο οποίος επέζησε ελάχιστους μήνες περισσότερο από αυτόν, ο Ρασπούτιν κατέληξε να ταυτιστεί στο λαϊκό θυμικό με την ραδιουργία και την ηθική διαφθορά που θεωρούνται ή είναι ενδημικές στα καθεστώτα σε αποδρομή.
Ο Γκριγκόρι Ράσπουτιν γεννήθηκε στις 5 Γενάρη του 1869 στη Σιβηρία. Οι γονείς του ήταν αγράμματοι μουζίκοι και ο ίδιος παρέμεινε αγράμματος επίσης μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν ακολούθησε όμως στη ζωή του την δουλειά του καλλιεργητή, αλλά όπως πολλοί φτωχοί χωρικοί στη Ρωσία της εποχής του, κλείστηκε σε μοναστήρι μόλις έκλεισε τα 18. Εκεί στρατολογείται σε μία από τις πολυάριθμες ακραίες ορθόδοξες σέχτες της Ρωσίας τους «Μαστιγούμενους» ή αλλιώς «Δαρούμενους». Οι Μαστιγούμενοι υποστηρίζουν μια συνηθισμένη στις χριστιανικές σέχτες ιδέα ότι η λύτρωση του σώματος από την αμαρτία επέρχεται δια του ξυλοδαρμού, του βασανισμού και της ταπείνωσής του. Τα μέλη τους δέρνουν ανηλεώς το ένα το άλλο με κάθε τρόπο. Χρησιμοποιούν μαστίγια, ραβδιά, τσουκνίδες. Όσοι εξαγνίζονται δια του ξύλου, έχουν το κεφάλι κουκουλωμένο και αναγκάζονται να δηλώνουν την ταπείνωσή τους. Η λανθάνουσα σεξουαλική διαστροφή είναι εντελώς προφανής στους κανόνες της σέχτας και ο Ράσπουτιν αποφασίζει να τη βγάλει στο φως. Δηλώνει ότι ο σωματικός πόνος και ο εξευτελισμός δεν είναι αρκετοί για να επικοινωνήσει κανείς με τον θεό, χρειάζεται και η σεξουαλική εξάντληση. Χωρίς πιθανότατα να έχει ιδέα για την ύπαρξη του Μαρκήσιου ντε Σαντ, ο Ράσπουτιν επαναλαμβάνει τα λόγια του αλλά με αντίστροφη φορά. Ο ντε Σαντ υπερασπίζεται τη σεξουαλική εξάντληση δια του πόνου ως μέθοδο απαλλαγής από τη θεϊκή φενάκη, ο Ράσπουτιν ως μέθοδο προσέγγισης του θεού. Η διαφορά δεν είναι ασήμαντη: κάνει τον ντε Σαντ πρόγονο του ατομικιστικού αναρχισμού και τον Ράσπουτιν αντιδραστικό. Όμως και η ομοιότητα έχει το ενδιαφέρον της.
Λίγα χρόνια αργότερα εγκαταλείπει το μοναστήρι, χωρίς ποτέ να χειροτονηθεί, επιστρέφει στο χωριό του, παντρεύεται και κάνει παιδιά. Τα εγκαταλείπει και αυτά όμως και αρχίζει μια θρησκευτική περιοδεία που τον φέρνει μεταξύ άλλων στο Άγιο Όρος και στην Ιερουσαλήμ. Είναι η περίοδος κατά την οποία αποκτά μια πρώτη φήμη ως «θεραπευτής» και ως εραστής με ακόρεστες σεξουαλικές δυνάμεις. Το σεξ άλλωστε είναι η θεραπεία που συνήθως προτείνει.
Το 1903 είναι 34 ετών όταν εγκαθίσταται στην Αγία Πετρούπολη. Οι σεξουαλικές του επιδόσεις και οι μυστικιστικές του θεωρίες έχουν επιτυχία ανάμεσα στη ρωσική αριστοκρατία. Το 1905 με το καθεστώς να τρίζει από την πρώτη αποτυχημένη επαναστατική απόπειρα, ο Τσάρος Νικόλαος, αρχίζει να του δείχνει εμπιστοσύνη. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ο ίδιος ο Νικόλαος δεν συμπαθούσε τόσο πολύ τον Ράσπουτιν και η συχνή παρουσία του στα ανάκτορα οφειλόταν στην απαίτηση της τσαρίνας Αλεξάνδρας. Ο θρύλος θέλει τον Ράσπουτιν να εξασκεί τις σεξουαλικές «θεραπείες» του, τόσο στην τσαρίνα όσο και στις τέσσερις κόρες της, με τη σύμφωνη γνώμη της Αλεξάνδρας, που είχε πειστεί για τις θεραπευτικές ικανότητες του αγράμματου καλόγερου και τον εξαγνισμό που επέφερε η σεξουαλική τιμωρία.
Μια αστεία συγκυρία είναι ωστόσο αυτή που μεγαλώνει το κύρος του Ράσπουτιν στα ανάκτορα. Ο γιος του Τσάρου και διάδοχος του θρόνου Αλέξιος είναι αιμορροφιλικός, ασθένεια που σχετίζεται με την αδυναμία παύσης της αιμορραγίας. Οι γνώσεις για την ασθένεια τότε ήταν περιορισμένες, οι γιατροί των ανακτόρων έδιναν στον διάδοχο διάφορα φάρμακα που επέτειναν την αιμορραγία, όπως η ασπιρίνη. Ο Ράσπουτιν κατήργησε τα φάρμακα αυτά, όχι βέβαια επειδή είχε οποιεσδήποτε ιατρικές γνώσεις, αλλά επειδή υποστήριζε ότι η σωστή θεραπεία βασίζεται στην προσευχή και τη νηστεία. Η βελτίωση της υγείας του διαδόχου, που οφειλόταν στην τυχαία διακοπή της λάθος αγωγής, πιστώθηκε στον Ράσπουτιν, ο οποίος απέκτησε τεράστια αίγλη στα ανάκτορα.
Αν όμως στον διάδοχο του θρόνου ο Ράσπουτιν προτείνει προσευχή, δε συμβαίνει το ίδιο με τις γυναίκες και τις κόρες της ρωσικής αριστοκρατίας. Εκεί επιμένει ότι η ίαση και η απομάκρυνση του Σατανά επέρχεται δια της σεξουαλικής εξάντλησης. Με την δύναμη του προστατευόμενου του Τσάρου διασφαλίζει την ανοχή ενός μεγάλου μέρους ευγενών και παρατρεχάμενων, που είτε για να γίνουν αρεστοί στον Νικόλαο είτε γιατί πραγματικά έχουν πιστέψει ότι η σεξουαλική επαφή με τον αγράμματο καλόγερο απομακρύνει την επιρροή του διαβόλου, τον συνδράμουν στο παραλήρημά του. Πολλές γυναίκες εντυπωσιάζονται από την ικανότητά του στην «ύπνωση» που πραγματοποιείται με την εξαφάνιση της κόρης των ματιών του. Ένα άλλο μέρος των ευγενών εξεγείρεται. Δεν θέλουν να μοιράζονται τις γυναίκες τους με τον Ράσπουτιν ή απλά δεν τους αρέσει να τους υποσκελίζει ένας αμόρφωτος χωρικός, ως σύμβουλος του Νικόλαου. Για όσους του επιτίθενται, ο Ράσπουτιν έχει την εξήγηση: είναι όργανα του διαβόλου. Αξιώνει και πετυχαίνει τον εκτοπισμό και τη φυλάκισή τους, προκειμένου να αποφύγουν τα ανάκτορα την οργή του θεού. Αυτές είναι οι αποφάσεις που παίρνονται στο παλάτι, την ίδια ώρα που οι επαναστάτες του 1905 παραμένουν φυλακισμένοι ή εξόριστοι, η ρώσικη ύπαιθρος μαστίζεται από τον αναλφαβητισμό και την πείνα και προσεγγίζει σταθερά τις ιδέες κυρίως των σοσιαλεπαναστατών και λιγότερο των αναρχικών, των μενσεβίκων και των μπολσεβίκων. Και σε αυτό το κλίμα ο Τσάρος αποφασίζει την είσοδο της Ρωσίας στον πόλεμο, εναντίον των Κεντρικών Αυτοκρατοριών στο ανατολικό μέτωπο και εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Καύκασο.
Το 1915, εν μέσω επαναλαμβανόμενων αποτυχιών της Ρωσίας στο ανατολικό μέτωπο, ο Ράσπουτιν πείθει τον Τσάρο ότι πρέπει να πάει ο ίδιος να ηγηθεί του ρωσικού στρατού και ότι αυτό αποτελεί αξίωση και εντολή του Θεού. Ο Τσάρος μεταφέρεται στο μέτωπο και πλέον ο Ράσπουτιν είναι ο πιο ισχυρός άνθρωπος στα ανάκτορα. Φυλακίζει τους αντιπάλους του, ευλογεί την πιο σκληρή καταστολή στο εσωτερικό της ρωσικής κοινωνίας και φυσικά συνεχίζει να θεραπεύει από τον σατανισμό δια της σεξουαλικής τιμωρίας. Όμως χωρίς τον Τσάρο στην Αγία Πετρούπολη, ο Ράσπουτιν χάνει και τον προστάτη του. Στην Αυλή εξυφαίνονται διάφορες συνωμοσίες εναντίον του. Δύο δολοφονικές απόπειρες εναντίον του αποκρούονται. Η πιο σοβαρή πραγματοποιείται από μια ζητιάνα, την Χιόνα Γκούσεβα η οποία τον πλησιάζει με πρόφαση την επαιτεία και του καρφώνει ένα μαχαίρι στην κοιλιά. Ο Ράσπουτιν επιβιώνει και ξεκινά νέες διώξεις κατά των αντιπάλων του.
Στις 30 Δεκεμβρίου 1916, ο Ράσπουτιν προσκαλείται για τσάι από τον Γιουσούποφ, εξ αγχιστείας ανιψιό του Τσάρου και πολύ πλούσιου άνδρα. Η γυναίκα του είχε επίσης υποστεί σεξουαλικούς εξαγνισμούς από τον Ράσπουτιν, ενδεχομένως και με προτροπή της τσαρίνας. Το τσάι που προσφέρει ο Γιουσούποφ είναι δηλητηριασμένο. Ωστόσο, δεν είχε αποτέλεσμα πάνω στον Ράσπουτιν, πιθανόν γιατί η ζάχαρη λειτούργησε ως αντίδοτο. Αποφασισμένος να τον σκοτώσει ο Γιουσούποφ τον πυροβολεί. Ο Ράσπουτιν δέχεται τη σφαίρα κοντά στην καρδιά, αλλά κατορθώνει να συρθεί έξω από τα σκαλιά του σπιτιού του Γιουσούποφ. Αυτός τον πυροβολεί άλλες τέσσερις φορές σε ζωτικά όργανα. Επειτά τον τυλίγει με σχοινιά και πηγαίνει να τον πετάξει στον ποταμό Νέβα. Όταν όμως, μαζί με τους συνεργάτες του βγάζει το σώμα του Ράσπουτιν από τα υφάσματα, αυτό κουνιέται ακόμα. Ο Γιουσούποφ το πετάει στα παγωμένα νερά του ποταμού και εκεί πια ο Ράσπουτιν πεθαίνει.
Η φήμη για την αντοχή του Ράσπουτιν στο δηλητήριο και τις σφαίρες εξαπλώνεται. Ενώ η Ρωσία συγκλονίζεται από την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, ένα μεγάλο μέρος των πολιτών της Αγίας Πετρούπολης και των επαρχιών, δεν ασχολείται τόσο με το ζήτημα αν τα σοβιέτ πρέπει να πάρουν όλη την εξουσία ή να τη μοιραστούν με τη Συντακτική Συνέλευση που κλείνει ο Λένιν, αλλά με το προσκύνημα στον τάφο του Ράσπουτιν προκειμένου αυτός να μην τους τιμωρήσει για το θάνατό του. Όταν οι Μπολσεβίκοι καταργούν την συντακτική συνέλευση, αναλαμβάνουν την εξουσία και σταδιακά απαγορεύουν τη δράση των Μενσεβίκων, των αναρχικών και των Σοσιαλεπαναστατών, χωρικοί κάνουν λιτανείες γύρω από το λείψανο του καλόγερου και αξιώνουν την αγιοποίησή του.
Ενοχλημένοι από τα διαρκή προσκυνήματα, οι Μπολσεβίκοι αποφασίζουν την εκταφή και την αποτέφρωση του σώματος του Ράσπουτιν, για να πάψουν οι χωρικοί να συρρέουν στον τάφο του ζητώντας συγχώρεση. Όμως καθώς η αποτέφρωση δε γίνεται σωστά, όταν το σώμα του Ράσπουτιν παραδίδεται στην πυρά, τα οστά του διαστέλλονται και το σώμα δείχνει να κινείται. Οι χωρικοί που βρίσκονται μπροστά στην καύση είναι βέβαιοι ότι παρακολουθούν την ανάληψή του στον ουρανό και γονατίζουν ζητώντας συγχώρεση. Όταν ο Λένιν συντρίβει την εσωτερική εργατική αντιπολίτευση της Αλεξάντρα Κολοντάι, απαγορεύει τις τάσεις στο κόμμα των μπολσεβίκων και κηρύσσει τη Νέα Οικονομική Πολιτική, η Αγία Πετρούπολη και οι επαρχίες βιώνουν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας από πιστούς που ζητούν την αγιοποίησή του και ικετεύουν για συγχώρεση.
Ο θρύλος του Ράσπουτιν επιβίωσε περισσότερο από τον τσαρισμό. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, οι οπαδοί της αγιοποίησής του επανήλθαν δριμύτεροι, σκοντάφτοντας όμως στην άρνηση του Πατριάρχη της Μόσχας. Νωρίτερα, ο καλόγερος από τη Σιβηρία είχε γίνει και επιτυχία της ντίσκο. Σήμερα πια, λίγοι πιστεύουν στις θεϊκές δυνάμεις του Ράσπουτιν. Στον έναν αιώνα που μεσολάβησε η εξουσία εκσυγχρόνισε τη μεταφυσική της, ώστε να απευθύνεται πλέον σε νευρωτικούς αστούς και όχι σε αμόρφωτους χωριάτες και τρυφηλούς αριστοκράτες. Σίγουρα τα πάμε πιο καλά από όσο ο Τσάρος το 1915. Και με τη βοήθεια του Θεού θα τα πάμε ακόμα καλύτερα.