«Η ευγενής μας τύφλωσις…» (“Σάλπιγξ”, 14-6-1897)
ή
«Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους;» (Κ.Π. Καβάφης)
Απαραίτητες, κατά τη γνώμη μου, προϋποθέσεις, για να κρίνει ένας πολίτης αν η συμφωνία που υπογράφτηκε στις Πρέσπες μεταξύ της Ελλάδας και της «Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (ΠΓΔΜ) για το «Μακεδονικό» είναι καλή ή κακή, επωφελής ή επιζήμια για τα συμφέροντα της χώρας, είναι πρώτα απ’ όλα να είναι σωστά πληροφορημένος για το τι πραγματικά προβλέπει η συμφωνία αυτή και να μην αρκείται σε όσα ανεύθυνα λέγονται από εδώ κι από εκεί από όσους βρίζουν, αναθεματίζουν και απειλούν.
Δεύτερον, να ακούει όλες τις απόψεις με κριτικό πνεύμα και όχι έχοντας στο νου του στερεότυπα, να σκέφτεται ψύχραιμα και όχι μισαλλόδοξα, να συζητά νηφάλια και όχι φανατισμένα, να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό και όχι το αντίθετο, να είναι έτοιμος να πειστεί από επιχειρήματα και όχι από κραυγές και συνθήματα.
Τρίτον, να συνειδητοποιεί πως η συγκεκριμένη συμφωνία αποτελεί σύμβαση μεταξύ δύο ανεξάρτητων και ισότιμων κρατών και όχι πράξη συνθηκολόγησης ενός ηττημένου στρατιωτικά «κρατιδίου».
Τέταρτον, να λαμβάνει υπόψη του ότι η συμφωνία αυτή δεν γίνεται σε ιστορικό κενό ή σε συνθήκες εργαστηρίου, αλλά ότι υπάρχουν πράξεις που έχουν προηγηθεί και δεδομένα που δεν μπορούν να αγνοηθούν (για τα οποία βέβαια έχουν ευθύνη όσοι μέχρι τώρα διαχειρίστηκαν τις τύχες της χώρας), να λαμβάνει δηλαδή υπόψη του την πραγματικότητα και όχι τις φαντασιώσεις ή επιθυμίες του.
Τελευταία αλλά ίσως σημαντικότερη προϋπόθεση είναι να έχει πάντοτε στο μυαλό του ο πολίτης ότι ιστορικά ο εθνικισμός, ο υπερπατριωτισμός, «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» για την πατρίδα οδήγησαν σε ταπεινωτικές ήττες και εθνικές συμφορές («ατυχής» πόλεμος του 1897, μικρασιατική καταστροφή, κυπριακή τραγωδία).
Μετά τις προκαταρκτικές αυτές παρατηρήσεις, ας δούμε ποια είναι η μέχρι τώρα κατάσταση στο ζήτημα που μας απασχολεί και τι προβλέπει η συμφωνία στα βασικά της σημεία:
α) Όνομα
Το 1991 η «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», πρώην ομόσπονδη συνιστώσα της Γιουγκοσλαβίας, ανακήρυξε την ανεξαρτησία της με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Το 1993 το κράτος αυτό έγινε δεκτό στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών με την προσωρινή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (FYROM), ονομασία που αποδέχτηκε η Ελλάδα. Η ονομασία αυτή, όπως είναι φανερό για όποιον δεν θέλει να στρουθοκαμηλίζει, περιέχει ατόφιο το όνομα «Μακεδονία». Μέχρι σήμερα περισσότερα από 140 κράτη (και ανάμεσά τους οι Η.Π.Α., η Ρωσία και η Κίνα) έχουν αναγνωρίσει το γειτονικό μας κράτος ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» (σκέτο). Η λεγόμενη «εθνική γραμμή», που έχει διαμορφωθεί εδώ και είκοσι και πλέον χρόνια, κάνει λόγο για σύνθετη ονομασία (που, επομένως, περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία») με γεωγραφικό προσδιορισμό, για χρήση erga omnes (έναντι όλων). Η εθνική αυτή γραμμή αναφέρεται στις προγραμματικές δηλώσεις όλων των κυβερνήσεων μετά το 1996 και υποστηρίχθηκε το 2008 από την τότε ελληνική κυβέρνηση, με συμφωνία όλων των κομμάτων πλην του ΛΑΟΣ, στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.
Η συμφωνία προβλέπει ότι το όνομα του γειτονικού κράτους θα είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Το όνομα αυτό ανταποκρίνεται πλήρως στην εθνική γραμμή για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και διαχωρίζει απόλυτα την χώρα αυτή από την ελληνική Μακεδονία. Μάλιστα η αποδοχή της χρήσης erga omnes είναι κάτι που στο παρελθόν δεν είχε γίνει αποδεκτό από την πλευρά της ΠΓΔΜ ούτε ως βάση συζήτησης. Με τη συμφωνία οι γείτονές μας θα χρησιμοποιούν το όνομα «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» όχι μόνο στις διεθνείς τους σχέσεις, στους διεθνείς οργανισμούς, στα διεθνή fora και στα διεθνή έγγραφα, αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, κάτι που δεν είχε διεκδικηθεί αρχικά από την Ελλάδα. Παράλληλα, οι πάνω από 140 χώρες που αναγνωρίζουν σήμερα τη χώρα αυτή ως «Μακεδονία» θα την αναγνωρίζουν πλέον ως «Βόρεια Μακεδονία».
Ας σημειωθεί πως είναι η πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία που ένα κράτος αλλάζει το όνομά του, επειδή αυτό απαιτεί ένα άλλο κράτος.
β) Σύνταγμα – Αλυτρωτισμός
Η ΠΓΔΜ ουδέποτε στο παρελθόν είχε συμφωνήσει σε αλλαγή του Συντάγματός της, ενώ η αναθεώρηση του Συντάγματος του γειτονικού κράτους δεν περιλαμβανόταν στη λεγόμενη «εθνική γραμμή».
Η συμφωνία προβλέπει ότι το όνομα «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» θα εγγραφεί στο Σύνταγμα της χώρας και ότι με τη αναθεώρηση του Συντάγματος θα απαλειφθούν από αυτό όλες οι αλυτρωτικές αναφορές.
Το τέλος του αλυτρωτισμού επιβεβαιώνεται ακόμη με τον πιο επίσημο τρόπο, καθώς παρέχονται ρητές εγγυήσεις ως προς την εξάλειψη κάθε είδους αλυτρωτικής ρητορικής και αλυτρωτικών ενεργειών.
Επίσης η συμφωνία επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει καμία εδαφική διεκδίκηση μεταξύ των δύο χωρών.
γ) Ιθαγένεια
Στα ταξιδιωτικά έγγραφα της ΠΓΔΜ στην ένδειξη «ιθαγένεια /υπηκοότητα» αναγράφεται σήμερα η λέξη «Macedonian» (σκέτο), η οποία έτσι αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη.
Η συμφωνία προβλέπει πως η ιθαγένεια/υπηκοότητα στη Βόρεια Μακεδονία θα είναι «Macedonian/citizen of the Republic of North Macedonia» («Μακεδονική/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας»).
Επισημαίνεται ότι ο όρος «ιθαγένεια/υπηκοότητα» είναι διαφορετικός από τον όρο εθνότητα.
δ) Γλώσσα
Η γλώσσα με το όνομα «Macedonian language» (Μακεδονική γλώσσα) είναι αναγνωρισμένη διεθνώς και έχει αναγνωριστεί επίσημα και από την Ελλάδα στο πλαίσιο του ΟΗΕ ήδη από το 1977.
Στη συμφωνία εμπεριέχεται η πρόσθετη σαφής διατύπωση ότι η γλώσσα αυτή ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλαβικών γλωσσών και ότι διαχωρίζεται από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική-μακεδονική γλωσσική κληρονομιά.
ε) Ιστορία, σύμβολα, παράδοση
Παρόλο που είναι αδιαμφισβήτητο ότι η ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας συνδέεται με την Ελλάδα και δεν μπορεί να συσχετιστεί με κανένα άλλο σύγχρονο κράτος, οι βόρειοι γείτονές μας εδώ και χρόνια, ανιστόρητα βέβαια, διεκδικούσαν την αρχαία μακεδονική κληρονομιά.
Με τη συμφωνία η γειτονική χώρα αποδέχεται ρητά το διαχωρισμό μεταξύ των Ελλήνων Μακεδόνων, του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού τους, της γλώσσας τους και της περιοχής στην οποία διαβιούν από τη μία, και του λαού της δικής τους χώρας με τη δική του ιστορία, τα γλωσσικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά από την άλλη, αναγνωρίζοντας ότι τα χαρακτηριστικά αυτά δεν έχουν σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική-μακεδονική ιστορία, κουλτούρα και πολιτιστική κληρονομιά.
Η συμφωνία προβλέπει επίσης πως το γειτονικό κράτος θα προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να γίνει σαφές ότι αγάλματα, μνημεία κ.λπ., που βρίσκονται στην επικράτειά του και αναφέρονται στην ελληνική ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό, αποτελούν σύμβολα του ελληνικού πολιτισμού, ενώ θα αφαιρέσει το αστέρι της Βεργίνας από όλους τους δημόσιους χώρους και θα πάψει πλέον να το χρησιμοποιεί.
στ) Διεθνής ισχύς της συμφωνίας
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί -και αυτό είναι σημαντικό για την κατοχύρωση των συμφερόντων της χώρας μας,- ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει σε κύρωση της συμφωνίας (πράγμα που σημαίνει πως μόνο από τότε αυτή θα παράγει έννομα διεθνή αποτελέσματα), μόνο αφού ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση στη γειτονική χώρα.
– Όλα, λοιπόν, στη συμφωνία είναι όπως ακριβώς θα τα ήθελε η ελληνική πλευρά; Προφανώς όχι. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει κι αλλιώς. Μια συμφωνία προϋποθέτει αμοιβαίες υποχωρήσεις. Εξ άλλου μια συμφωνία είναι βιώσιμη, μόνο όταν δεν πιέζει αβάσταχτα, δεν ταπεινώνει τη άλλη πλευρά.
– Μήπως θα ήταν καλύτερα να μην υπάρξει καμιά συμφωνία ή να παραπεμφθεί στο μέλλον; Και πάλι όχι, διότι τώρα η συγκυρία είναι ευνοϊκή (ύπαρξη μιας μετριοπαθούς κυβέρνησης στην ΠΓΔΜ, έντονο ενδιαφέρον ΝΑΤΟ και ΕΕ κ.λπ.), ενώ η μη επίλυση του προβλήματος θα δημιουργούσε νέα τετελεσμένα σε βάρος της χώρας μας και θα ενίσχυε το ρόλο τρίτων δυνάμεων στα βόρεια σύνορά μας.
– Τα πράγματα θα είναι εύκολα από εδώ κι εμπρός; Όχι, βέβαια. Κι αυτό όχι τόσο επειδή πρέπει να ρυθμιστούν μερικότερα ζητήματα τα επόμενα χρόνια μεταξύ των δύο χωρών, αλλά επειδή η πορεία της ολοκλήρωσης της συμφωνίας από την πλευρά της ΠΓΔΜ θα είναι δύσκολη για την κυβέρνηση Ζάεφ εξ αιτίας των έντονων αντιδράσεων εθνικιστών των Σκοπίων.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι η συμφωνία αποτελεί ένα πρώτο, μεγάλο και ιστορικό βήμα. Τερματίζει μια μακροχρόνια διένεξη, που υπονόμευσε την καλή γειτονία των δύο κρατών και ανάγκασε τη χώρα μας να διασπαθίζει πολύτιμο διπλωματικό και πολιτικό κεφάλαιο. Κατοχυρώνει την ιστορία και την πολιτισμική μας κληρονομιά, ενώ ταυτόχρονα σέβεται την αξιοπρέπεια του λαού της ΠΓΔΜ. Δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα μέλλον, που θα στηρίζεται στην αλληλεγγύη, τη φιλία και την αμοιβαία επωφελή συνεργασία, με κοινό στόχο την ευημερία των δύο λαών. Συντελεί στην ανάσχεση της τουρκικής επιρροής στο γειτονικό κράτος (που εντεινόταν ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια) και στην αποτροπή των σεναρίων διάλυσής του με ανυπολόγιστες και απρόβλεπτες συνέπειες. Συμβάλλει στη σταθερότητα, την ειρήνη και τη συνεργασία στην ευαίσθητη περιοχή των Βαλκανίων. Λειτουργεί θετικά για την εικόνα της χώρας μας (όλος ο πλανήτης χαιρέτισε τη συμφωνία). Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο νικιέται ο εθνικισμός και ανοίγει ο δρόμος για την ειρηνική επίλυση των διαφορών και τη συνεργασία ανάμεσα στους λαούς.
Συνεκτιμώντας όλα τα παραπάνω, ένας νηφάλιος άνθρωπος, ένας δημοκρατικός πολίτης, ένας αληθινός Έλληνας πατριώτης, που έχει εύλογες ευαισθησίες και πραγματική αγωνία για την τύχη του «Μακεδονικού», αλλά που δεν έχει καμιά σχέση με τους φασίστες και τους εθνικιστές, οι οποίοι προχθές ακόμη από το βήμα της βουλής κάλεσαν για στρατιωτικό πραξικόπημα, μπορεί, έστω κι αν διατηρεί επιμέρους επιφυλάξεις, να θεωρήσει ότι η συμφωνία Ελλάδας – ΠΓΔΜ είναι μια καλή, μια έντιμη και εθνικά επωφελής (αλλά και αμοιβαία επωφελής) συμφωνία, χωρίς να παρασύρεται από τους εμπόρους του πατριωτισμού, τη ρητορική της υποκριτικής και μισαλλόδοξης εθνικοφροσύνης, τις φωνές του αγοραίου λαϊκισμού και της μικροπολιτικής ψηφοθηρικής σκοπιμότητας.