Αν η προσφορά του Κάρολου Μάρξ -ως φιλοσόφου, κοινωνιολόγου, δημοσιογράφου, ιστορικού, πολιτικού και οικονομολόγου- είναι σημαντική, τούτο δεν οφείλεται μόνο στα ανατρεπτικά φιλοσοφικά εργαλεία που χρησιμοποίησε για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα (που έκανε με περισσή «επιτυχία» η Χεγκελιανή φιλοσοφία και οι Αριστεροί οπαδοί της) αλλά στην -σχεδόν- εμμονική του αντίληψη ότι οι φιλοσοφικές ιδέες έχουν λόγο ύπαρξης και αξία μόνον όταν εφαρμόζονται στην πράξη, δηλαδή μόνον όταν μπορούν να πραγματωθούν και να ανατρέψουν ένα παλιό κοινωνικό status, αντικαθιστώντας το με το νέο που πρεσβεύουν.
Άλλωστε αυτό είναι -grosso modo- το απαύγασμα της κριτικής του σκέψης, στο σημαντικό έργο «Η αθλιότητα της Φιλοσοφίας» (1847) όπου δίνει προτεραιότητα στον οικονομικό παράγοντα για την κατανόηση των κοινωνικών πραγμάτων και αργότερα με το έργο του «Εισαγωγή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» (1859).
Δυστυχώς οι ηγεσίες του Κ.Κ.Ε. (από την μεταπολίτευση) έχουν αποδυθεί σε ένα μονοσήμαντο αγώνα «ιδεολογικής καθαρότητας» (Eπιχείρηση: Kαθαρά χέρια), που σκοπό έχει, όχι την διερμήνευση της -εκάστοτε- πραγματικότητας και την ανατροπή των αντιλαϊκών συσχετισμών αλλά, της ηγεμόνευσης του Αριστερού χώρου και της εξόντωσης κάθε άλλης φωνής, που δεν αποδέχεται την «μία και μόνη αλήθεια» και τις μυστηριακές (έως συνωμοτικές) αποφάσεις της «αλάθητης» ηγεσίας του.
Εξάλλου και στην αρχαιότητα οι θρησκευτικοί άρχοντες των Ελευσινίων μυστηρίων, οι Ιεροφάντες, είχαν καταγωγή αποκλειστικά και μόνο από το γένος των Ευμολπιδών.
Σε αντίθεση με την διακυρηγμένη «αρχή» του Κ.Κ.Ε.: «Ο εχθρός είναι ένας και είναι (τσουβαληδόν) όλοι οι άλλοι –από Αριστερούς μέχρι Φασίστες», ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει απλά θεσμοθετήσει την διαφορετικότητα με την έκφραση δομημένων τάσεων στο κόμμα, αλλά έχει διασφαλίσει την λειτουργία και ισχυρής εσωτερικής αντιπολίτευσης.
Πώς να καταλάβει το Κ.Κ.Ε. ότι είναι βαθιά Δημοκρατική λειτουργία και απολύτως Αριστερή διαδικασία όταν, όχι μόνο το (Αριστερό) κόμμα ασκεί κριτική στην Κυβέρνηση του αλλά, οι βουλευτές του καταθέτουν επερωτήσεις σε Υπουργούς και διαφωνούν ανοιχτά με πολλές νομοθετικές ρυθμίσεις που κατατίθενται προς ψήφιση, την στιγμή που το Κ.Κ.Ε. θεωρεί το τρίπτυχο της Κυβερνητικής πολιτικής: «Όχι στη λιτότητα», «Αμφισβήτηση του πρωτογενούς πλεονάσματος», «Αντιμετώπιση της Ανθρωπιστικής κρίσης», ως «Γ’ μνημόνιο και παράδοση της χώρας στα συμφέροντα των μονοπωλίων και του Ευρωμονόδρομου».
Πώς να καταλάβει το Κ.Κ.Ε. ότι ο Καπιταλισμός και ο Νεοφιλελευθερισμός δεν αντιμετωπίζονται με ηθικές καταγγελίες «της παγκοσμοιοποίησης και της αλλοτριωμένης κοινωνίας που ευνοούν οι πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ», αλλά με την υπερίσχυση της οικονομικής λογικής που πρεσβεύει ο Μαρξ και που συνδέεται με το γεγονός ότι η ανάπτυξη της ορθολογικότητας στον άνθρωπο δρα ανατροφοδοτικά στις οικονομικές του δραστηριότητες.
Ας πούμε, καμία «αριστερή» καταγγελία δεν ενοχλεί τον Καπιταλισμό και τα μονοπώλια (με εξαίρεση κάτι βαθιά χασμουρητά που ρίχνουν και που αποδίδονται στις κατάρες και το βάσκανο μάτι του Κ.Κ.Ε.), σε αντίθεση μ’ ένα «ασήμαντο» νομοσχέδιο (που αρνείται να ψηφίσει το Κ.Κ.Ε.) για την «αποκατάσταση και εμβάθυνση του αισθήματος της φορολογικής δικαιοσύνης» που χαλάει –ανυπερθέτως- τον ήσυχο ύπνο των «αφεντάδων».
Κάτι τελευταίο είναι ότι, το δημόσιο χρέος δεν αφορίζεται και δεν διαγράφεται (ολόκληρο μάλιστα) στα λόγια, αλλά αγωνιζόμενοι να διαμορφωθούν οι συνθήκες ώστε να απαλλαγεί ο λαός από το μεγαλύτερο –επονείδιστο- μέρος του.
Όπως έλεγε και ο Κ. Μαρξ («ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», Τόμος Α’, σελ. 779):
«Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου Εθνικού πλούτου που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού είναι το δημόσιο χρέος τους».
