in

Μέσα κι έξω από το Νόμο. Του Αλέξανδρου Ζαχιώτη

Μέσα κι έξω από το Νόμο. Του Αλέξανδρου Ζαχιώτη

Είναι λες και το δίκαιο έχει μεταξύ του κανόνα και της εφαρμογής του ένα σημαντικό ρήγμα, που σε ακραία περίπτωση μπορεί να καλυφθεί μόνο μέσω της κατάσταση εξαίρεσης, σχηματίζοντας δηλαδή μια ζώνη στην οποία η εφαρμογή αναστέλλεται, αλλά ο νόμος ως τέτοιος παραμένει σε ισχύ.

Τζόρτζιο Αγκάμπεν, Κατάσταση Εξαίρεσης

Η διαχείριση, από την κυβέρνηση, της υπόθεσης του Νίκου Ρωμανού, αναρχικού κρατούμενου και απεργού πείνας εδώ και 26 ημέρες, αναδεικνύει αυτό ακριβώς το ρήγμα: ο νόμος που επιτρέπει στο Νίκο Ρωμανό να πάρει τις άδειές του υπάρχει εν γένει, αλλά η εφαρμογή του γίνεται ad hoc, με τη γνώμη του ανακριτή να είναι ο αποφασιστικός παράγοντας. Τα επιχειρήματα που στοιχειοθετούν την απόρριψη του αιτήματος του Ρωμανού βασίζονται ακριβώς σε αυτήν την «κατά περίπτωση» ανάγνωση του νόμου. Μόνο που αυτή η «περίπτωση» καθόλου τυχαία δεν είναι. Στον αντίποδα, σωστά έχει ειπωθεί ότι η κυβερνητική αδιαλλαξία απέναντι στην απεργία πείνας του Ρωμανού, όχι απλά δεν αρχίζει και τελειώνει στο πρόσωπο του ίδιου, αλλά αποτελεί ένα μήνυμα με αποδέκτες όσους και όσες αγωνίζονται.

Με αυτήν την έννοια, δεν χρειάζεται να είναι κανείς κακόβουλος ή εν γένει απαισιόδοξος, για να καταλάβει ότι όταν ο νόμος σχετικοποιείται τόσο εύκολα και με τέτοιο κυνισμό, από την ίδια την εξουσία που υποτίθεται πως καλείται να τον εφαρμόσει, τότε σημαίνει ότι έχουμε μπει για τα καλά σε μονοπάτια αυταρχισμού με αμφίβολο το δρόμο της επιστροφής. Δεν θα ήταν όμως σωστό να συναγάγουμε από τα παραπάνω ότι, αυτός ο ελιγμός της εξουσίας στο νομοθετικό λαβύρινθο, και η εμπέδωση της εξαίρεσης ή του «κατά περίπτωση» ως κανονικότητα, είναι η μοναδική μεθοδολογία διακυβέρνησης που το κράτος ακολουθεί σε μια γενικευμένη πολιτική κρίση, όπως τη ζούμε στη σημερινή συγκυρία.

Συμμετρικά, παράλληλα με τη σχετικοποίηση του νόμου, αναπτύσσεται και η τάση απολυτοποίησής του: οι αλλεπάλληλες συστημικές κραυγές για πυγμή, ώστε «να εφαρμοστεί ο Νόμος», χωρίς εξαιρέσεις ή «κατά περίπτωση» κρίσεις. Αυτή η τάση απολυτοποίησης μάλιστα, ελάχιστα αφορά συνήθως τον ίδιο το νόμο (εάν είναι καλός, κακός, δίκαιος ή άδικος). Το θέμα είναι η με κάθε μέσο εφαρμογή του επειδή είναι νόμος. Επί της ουσίας, οι κραυγές αυτές αποτελούν επικλήσεις στη «μη-πολιτική πλευρά του νόμου», στη «σκοτεινή πλευρά καταστολής, διακρίσεων και θεσμικού σαδισμού» κάθε νομοθεσίας, για τις οποίες μας μιλά ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στο κείμενο που δημοσίευσε η Εποχή της προηγούμενης Κυριακής.

***

Ό,τι αποκαλύπτει αυτή η διαλεκτική σχετικοποίησης/απολυτοποίησης, εν μέσω κρίσης ηγεμονίας του κυρίαρχου μπλοκ εξουσίας, είναι η προσπάθεια της πολιτικής εξουσίας να εμπεδώσει το απόλυτο και μοναδικό της δικαίωμα, να είναι εκείνη που ορίζει πότε θα ισχύσει η «κατά περίπτωση» και πότε η καθολική εφαρμογή του νόμου. Κινούμενη «μέσα» κι «έξω» από το Νόμο, η εξουσία προσπαθεί να θέσει το όριο της νομιμότητας που θα δεσμεύει, όχι πρωτίστως την ίδια, αλλά τις αντιστάσεις απέναντί της. Αυτό που σε περίοδο «κανονικότητας» θα έκανε το κίνημα, τώρα το κάνει η κυβέρνηση από την ανάποδη.

Με αυτήν την έννοια, είναι λάθος μια ανάγνωση της συγκυρίας των τελευταίων ημερών που αποδίδει την κυβερνητική διαχείριση της απεργίας πείνας του Ρωμανού σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από το μείζον, την πορεία των διαπραγματεύσεων με την Τρόικα, και στην προσπάθεια δημιουργίας κλίματος έντασης που θα επαναπατρίσει στη «Δεξιά του Κυρίου» τους νοικοκυραίους. Διότι, ακόμα κι αν η ατζέντα της καταστολής φαίνεται πιο προνομιακή για τον αντίπαλο απ’ ό,τι η ατζέντα της οικονομίας, με την ανάγνωση αυτή υποβαθμίζουμε σε ζητήματα τακτικής ό,τι για τον αντίπαλο έχει ξεκάθαρα στρατηγική στόχευση – ακόμα κι αν αυτή η στρατηγική δεν μπορεί να εξαπλωθεί σε όλη της την έκταση στην παρούσα φάση.

Σε κάθε περίπτωση, κι ακριβώς επειδή το κράτος είναι σχέση, το πού θα τεθεί αυτό το όριο νομιμότητας που αμφισβητείται κι από τις δύο πλευρές –την κυβέρνηση και το σύστημα εξουσίας από τη μία, την αντιπολίτευση και το κίνημα από την άλλη– θα εξαρτηθεί από το συσχετισμό δυνάμεων εντός της ίδιας της σύγκρουσης που διεξάγεται αυτή τη στιγμή μπροστά στα μάτια μας.

Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, η αναμονή για την κυβερνητική αλλαγή που τάχα θα σβήσει μεμιάς τα περασμένα, δεν είναι παρά μια αυτοακυρωτική τακτική. Ξορκίζοντας το κακό δεν μπορούμε να πάμε μακριά. Δίνοντας τη μάχη, την ώρα που πρέπει και με στόχο να την κερδίσουμε, τότε μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι και για όσα θα έρθουν. Το όριο πρέπει από τώρα να τεθεί από τη σωστή μεριά.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο rednotebook.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Έχω ζήσει»* Του Απόστολου Λυκεσά

Γιατί τόση φασαρία, ένας ληστής τραπεζών είναι. Της Ρίας Καλφακάκου