in

Από μια δικτατορία σε αποσύνθεση σε μια δημοκρατία σε ανασύνθεση. Του Απόστολου Λυκεσά

Από μια δικτατορία σε αποσύνθεση σε μια δημοκρατία σε ανασύνθεση. Του Απόστολου Λυκεσά

Ας το πούμε όσο πιο απλά γίνετε: το Πολυτεχνείο ήταν πάντα καρφί στο μάτι τους. Ποιών; Των φασιστών, που ηττήθηκαν με την πτώση της χούντας, και των  αδιάφορων, που την ανέχτηκαν, αναγνωρίζοντας την «δροσιά» της σιγής τάφου που είχε επιβληθεί κατά την επταετία της δικτατορίας. Το Πολυτεχνείο ήταν ενιαία, κορυφαία, δημόσια αντιπαράθεση  όσων είχαν δημοκρατικά προτάγματα και μέχρι τότε αντιδρούσαν κατά μόνας, σε μικρές ομάδες ή διασπασμένοι σε κόμματα και οργανώσεις. Στο Πολυτεχνείο, συμπαρατάχθηκε συμπυκνωμένο το πνεύμα της αντίστασης σε μια κοινή συμφωνία, στο ελάχιστο των συνθημάτων. Και ο πυρήνας εξερράγη.

Μετά την πτώση της χούντας και, αφού είχε χαθεί η μισή Κύπρος, οι φασίστες και φιλοχουντικοί εντάχθηκαν στο σύστημα ως «σταγονίδια», σιωπώντας ενοχικά για τις συμφορές, ποντάροντας στην σταδιακή απίσχναση της μνήμης με την παράλληλη ένταξη σε θέσεις κλειδιά του πολιτικού συστήματος, της κρατικής μηχανής και, κυρίως σε θέσεις του στρατού και της αστυνομίας. Οι αδιάφοροι, με την σειρά τους, έκαναν ότι ανέπνευσαν ανακουφισμένοι, αφού υποδύονταν ότι οι ανάγκες και οι συνθήκες τους ανάγκασαν να σιωπήσουν για εφτά χρόνια. Στο Πολυτεχνείο, έβλεπαν πάντα τον φόβο να επαναληφθεί με αναβαθμισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας, φασίστες και αδιάφοροι λούφαξαν. Έβλεπαν τις πορείες μέσα από το κλεισμένα τους παράθυρα. Μόλις πέρασε η πρώτη δεκαετία άρχισαν να ξετρυπώνουν, ως ερευνητές δήθεν των «αληθινών γεγονόνων», ως «αγνωστιστικιστές» που γρήγορα μετατράπηκαν σε αρνητές. Στην εικοσαετία πάνω, είχαν ξεκινήσει οι λοιδορίες για την γενιά του Πολυτεχνείου που «συμβιβάστηκε» (κι εννοούσαν τον εαυτό τους), για γεγονότα που «ουδέποτε συνέβησαν» (αυτά από τα οποία απείχαν) ακόμη και πάνω στην μνήμη των νεκρών και των βασανισμένων αφόδευσαν όταν τα επετειακά «επεισόδια» δεν έφταναν ως αφορμές αν και, όταν γινόταν επεισόδια οι ίδιοι χωρίς καμιά ντροπή επικαλούνταν το «αληθινό νόημα του Πολυτεχνείου»(το οποίο αντιμάχονταν). Φανερά ή κρυφά τα έκαναν αυτά οι φασίστες κι έστεργαν οι της «τάξεως και του νόμου αμύντορες». Είναι που υπήρχε και υπάρχει, πέρα από την ποικιλία των ιστορικών εξηγήσεων και προσεγγίσεων, το γεγονός, αυτό καθεαυτό, σπινθηροβόλο και εκρηκτικό, πέρα ακόμη και από τις προθέσεις, τους σχεδιασμούς ή τις επιθυμίες των δημιουργών του.

Σαράντα ένα χρόνια μετά οι φασίστες είναι έξω από τα λαγούμια τους, κοπρίζουν την επικράτεια με τους αφρούς της λύσσας τους, υβρίζουν, ειρωνεύονται, μαχαιρώνουν και δέρνουν στα σκοτάδια και τα παραδρόμια. Οι αδιάφοροι ως συνήθως τρυπάνε τον καναπέ με τον πισινό τους.

Παρακολουθώντας μια εκδήλωση που έγινε χθες στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης σε μια -ευτυχώς- γεμάτη αίθουσα (ομιλητές Σακέτας, Δώδος, Καλφακάκου, Μηταφίδης) διαπίστωσα ότι οι τότε κυνηγημένοι, φυλακισμένοι, ξυλοκοπημένοι νεολαίοι διατηρούν και τη φλόγα άσβεστη και έχουν βγάλει συμπεράσματα, τόσο για αυτά που έγιναν, όσο και γι αυτά που ακολούθησαν, έχουν αποκτήσει, ας μη πω σοφία, ωριμότητα όμως, αναμφισβήτητη, που τους επιτρέπει να είναι δάσκαλοι μεν, όχι όμως και γκαουλάιτερ σε σχέση με την νέα γενιά. Οι δε νέοι, έχουν μια αμηχανία απέναντί σε όσα τότε συνέβησαν, έχουν ακόμη μεγαλύτερη αμφιβολία για όσα κάνουν, νοιώθουν λιγοστοί ή και «λίγοι» όταν κάνουν συγκρίσεις, έχουν όμως κι αυτοί τα μυαλά τους στη θέση τους, αμφιβάλλουν για τα πάντα και, δεν χρειάζεται να είσαι μάγος για να διακρίνεις την αθόρυβη ετοιμότητά τους να αναμετρηθούν με τα σημερινά θηρία. Το Πολυτεχνείο και το νόημά του ήταν παρών μέσα στην αίθουσα, δεν έγινε κανένα μνημόσυνο, διεξήχθη μια ζωντανή μεστή συζήτηση για όσα σήμερα διαλύουν τις ζωές μας, έγινε προσπάθεια να δωθεί όνομα σε όσα μας βασανίζουν, προϋπόθεση για το βήμα της ανατροπής τους.

«Η χούντα δεν τελείωσε το 73;». Το σύνθημα της νέας γενιάς δέχθηκε κριτική από τους παλιότερους, επισημάνθηκαν οι διαφορές μιας χούντας από την, έστω, καχεκτική δημοκρατία των ημερών μας. Ωστόσο, και ο αντιλόγος των νέων είχε το βαθύτερο νόημά του καθώς, όπως τονίστηκε, «φυσικά το σύνθημα έχει μια υπερβολή, απαραίτητη όμως, ως προβολέας για να φωτιστεί η αλήθεια του σήμερα».

Η συζήτηση μου θύμισε μια ρήση του Μίλαν Κούντερα, ο οποίος σαρκάζοντας το τσέχικο καθεστώς του 60, αιτία για την Άνοιξη της Πράγας,  έγραψε ότι «το ιδεώδες πολίτευμα είναι μια δικτατορία σε αποσύνθεση». Αν το δεχτούμε ως βάση για συζήτηση και με δεδομένο ότι και η ελληνική χούντα, στάθηκε -χωρίς να το επιδιώκει φυσικά- αφορμή για την πνευματική αναγέννηση τότε, φέρνοντας το στην επικαιρότητα, μπορούμε να δεχθούμε το περιεχόμενό του και από την ανάποδη λέγοντας ότι «το ιδεώδες πολίτευμα είναι μια δημοκρατία σε ανασύνθεση». Σάμπως είναι εύκολο; Οπότε, κουβεντιάζοντας για ανασύνθεση, μιλάμε πάντα για το αειθαλές Πολυτεχνείο. Όχι μόνο για το νόημα των ιστορικών γεγονότων αλλά, το Νόημα που οφείλουμε να βρούμε για το σήμερα και μια μέθοδο για το Νόημα του αύριο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης: Το κίνημα ενάντια στον ΟΑΣΘ. Της Αλέκας Κρασοπούλου

Πώς δενόταν η συντροφικότητα. Του Μάκη Μπαλαούρα