in

Εθελοντής του παρόντος, σε κιμπούτζ αναπήρων του μέλλοντος. Του Απόστολου Λυκεσά

Εθελοντής του παρόντος, σε κιμπούτζ αναπήρων του μέλλοντος. Του Απόστολου Λυκεσά

Όπως έπεφτε η χθεσινή μέρα στην οδό Αγγελάκη και στρωνότανε οι καρέκλες για την προβολή της κινηματογραφικής λέσχης των εργαζομένων της ΕΡΤ3, η τηλεόραση εντός του κτιρίου αχνόφεγγε, δελτίο ειδήσεων καλούμενο ήταν σε εξέλιξη. Επί της ασπαίρουσας οθόνης, δημοσιογράφος, ανταποκριτής ισραηλινών εφημερίδων, εξηγούσε με ύφος διμοιρίτη τμήματος καταδρομέων πως όσα γίνονται στη Γάζα είναι ευθύνη των θυμάτων που είναι ατίθασα. Δεν κάθονται ήσυχα στο στρατόπεδό τους, παρά σκάβουν επιθετικά τούνελ διαφυγής προς την Αίγυπτο, γεγονός που οι φύλακες δεν εκτιμούν πολύ, οπότε, ρίχνουνε καμιά πυραυλική μπαταριά για να θυμίζουν στα θύματα τις αμαρτίες τους.

Εκείνη την στιγμή εμφανίστηκε ο Σταύρος, γνωστός από τα αξέχαστα μερόνυχτα αλληλεγγύης στους Ερτινούς. Μόλις είχε έρθει, μου είπε, από ένα δεκαήμερο στο κάμπινγκ της Κρυοπηγής. Δεν πρόλαβα να τον ζηλέψω για τις βουτιές του γιατί, όπως μου εξήγησε, βρέθηκε εκεί ως εθελοντής, βοηθός, παρέχων υπηρεσίες σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Ήταν η πρώτη του φορά που βρέθηκε να υπηρετεί άτομα με ολική ή μερική αναπηρία και οι εμπειρίες που έζησε τον είχαν αναστατώσει. Βρέθηκε για δέκα μέρες σε μια κατασκήνωση τριακοσίων πενήντα ανθρώπων, μοιρασμένοι οι ανάπηροι με τους αρτιμελείς συνοδούς. Μαθημένος ο Σταύρος στις συναναστροφές του με ανθρώπους που μπορούν να διαχειριστούν την περηφάνια του σώματός τους και να χορτάσουν τις επιθυμίες τους, συγκλονίστηκε από τη  μεταφορά του στην άλλη πλευρά του φεγγαριού της ανθρώπινης κατάστασης. Έπρεπε να ξυπνάει το πρωί για να ετοιμάσει πρωινό σε κάποιον άλλον, να τον οδηγήσει μετά στην τουαλέτα για τις ανάγκες του, να τον βάλει στο καρότσι του, να τον σύρει πάνω σε μια ξύλινη ράμπα που τα σάπια της σανίδια έριχναν τα αναπηρικά καροτσάκια στην άμμο, μετέτρεπαν την σύντομη διαδρομή μέχρι τη θάλασσα σε περιπέτεια, ύστερα φορούσε σωσίβιο στον αδύναμο συνάνθρωπο και να τον έβαζε στη θάλασσα. Μαζί του δεκάδες άλλα τέτοια ζευγάρια αναπήρων και αρτιμελών με τις ζόρικες λεπτομέρειες της κάθε περίπτωσης να στιγματογραφούν την δράση. Έπλεαν ύστερα στο ανακουφιστικό νερό οι άνθρωποι σαν χάρτινες παιδικές βαρκούλες και τα βάσανα γίνονταν χαρά, πρόσκαιρο, έστω, ταξίδι στην ανεμελιά. Κι ύστερα, ξανά στο καρότσι, στη ράμπα, στο κατάλυμα, μεσημεριανό, τάισμα στο στόμα, τουαλέτα, κρεβάτι, απογευματινός καφές, ηλιοβασίλεμα κάτω από τα δέντρα, κουβεντολόι το βράδυ, αστεία και μπυροποσία. Ποτέ δεν μπορούσε ο Σταύρος να φανταστεί τι προβλήματα θα δημιουργούσαν οι παγωμένες μπύρες καλοκαιριάτικα αφού η ανάγκη να πας συχνότερα στην τουαλέτα μετατρέπεται αίφνης σε αϋπνία μέχρι το ξημέρωμα. Δέκα μέρες αυτό γινότανε, και δεν θα μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες. Κι ήταν χαμένος στις σκέψεις του ο Σταύρος αναλογιζόμενος όσα πρωτόφαντα είχε ζήσει.

Στο μεταξύ, ο ανταποκριτής των ισραηλινών εφημερίδων, είχε θυμώσει ακόμη και τους ψύχραιμους τηλεβόες με όσα δικαιολογητικά έλεγε, της εξελισσόμενης θηριωδίας στη Γάζα. Και τότε σκέφτηκα πόσα παιδιά ή ενήλικες, άντρες και γυναίκες, θα μείνουν ανάπηροι για όλοι τους τη ζωή μετά από αυτή την «άσκηση του δικαιώματος του Ισραήλ σε άμυνα» απέναντι στις σφεντόνες και του τυφλοπόντικες. Φαντάστηκα αυτά τα παιδιά σε ισραηλινά κιμπούτζ και τον δημοσιογράφο να τα συνοδεύει εφ’ όρου ζωής. Φαντάστηκα ότι έσερνα από την γενειάδα τον Μάρτιν Μπούμπερ και τα όνειρά του για σοσιαλιστικά φαλανιστήρια καταμεσίς της ερήμου, να του δείχνω την μετατροπή του ονείρου του σε στρατοπεδικό εφιάλτη για τους Παλαιστίνιους. Το μυαλό μου καιγόταν μ’ αυτές τις εικόνες, γιατί το  μυαλό είναι χάρτινη βαρκούλα στο νερό, στέκεται ανάπηρο κι αυτό μπροστά στο αδιανόητο, και ανακάλεσε άλλα, ξεχασμένα αδιανόητα:  βράδυ της 30ής Νοέμβρη του 1943, το πογκρόμ των ταγμάτων ασφαλείας στα νοσοκομεία της Αθήνας ενάντια στους 15.000 ανάπηρους του ελληνοϊταλικού πολέμου, την μεταφορά τους στο Χαϊδάρι και στου Χατζηκώστα, τις 283 εκτελέσεις που ακολούθησαν.

Ήθελε το μυαλό πατερίτσα, τουλάχιστον, οπότε φαντάστηκα τον Σταύρο σκεφτικό, περίλυπο, χαμένο στις σκέψεις του να παραδίδει μαθήματα ανθρωπιάς και εξυπηρέτησης αναπήρων Παλαιστινίων στον δημοσιογράφο. Οπότε τον ρώτησα, «θα το ξανακάνεις;». Απάντησε «ειλικρινά δεν ξέρω». Και κατάλαβα ότι εννοούσε «αν χρειαστεί, ναι» αλλά από συστολή δεν το έλεγε καθώς μετρούσε τις ανάσες του.
Τέτοια χθες το βράδυ, λήγοντος αυτού του Ιουλίου. Κι ύστερα δεν μ’ έπιανε ύπνος, το λιγότερο βέβαια είναι αυτό, κι όπως με τις προσευχές δεν τα πάω καλά, για να γαληνέψω λιγάκι τη συνείδηση, πήρα να επαναλαμβάνω από μέσα μου τους στίχους του Διονύσιου Σολωμού από την σύνθεση του «Η γυναίκα της Ζάκυθος»:

… Και οι δίκαιοι κατά τη θεία Γραφή πόσοι είναι; Και συλλογίζοντας αυτό επαίξανε τα μάτια μου στα χέρια μου οπού ήτανε απιθωμένα στο φιλιατρό.

Και θέλοντας να μετρήσω με τα δάχτυλα τους δίκαιους, ασήκωσα από το φιλιατρό το χέρι μου το ζερβί, και κοιτώντας τα δάχτυλα του δεξιού είπα: Τάχα να είναι πολλά;

Και αρχίνησα και εσύγκρενα τον αριθμό των δικαίων οπού εγνώριζα με αυτά τα πέντε δάχτυλα, και βρίσκοντας πως ετούτα επερισσεύανε ελιγόστεψα το δάχτυλο το λιανό, κρύβοντας το ανάμεσα στο φιλιατρό και στην απαλάμη μου.

Και έστεκα και εθεωρούσα τα τέσσερα δάχτυλα για πολληώρα, και αιστάνθηκα μεγάλη λαχτάρα, γιατί είδα πως ήμουνα στενεμένος να λιγοστέψω, και κοντά στο λιανό μου δάχτυλο, έβαλα το σιμοτινό του στην ίδια θέση.

Εμνέσκανε το λοιπόν από κάτου από τα μάτια μου τα τρία δάχτυλα μοναχά, και τα εχτυπούσα ανήσυχα απάνου στο φιλιατρό για να βοηθήσω, το νου μου να εύρει κάνε τρεις δίκαιους…

* Ο δημοσιογράφος του ρ/σ “Στο Κόκκινο 93,4” Απόστολος Λυκεσάς αρθρογραφεί καθημερινά στο alterthess.gr. Ακούστε ζωντανά στο “Κόκκινο 93,4” την εκπομπή “Ορθά- Κοφτά” με τον Απόστολο Λυκεσά Δευτέρα- Παρασκευή 11:00- 12:00.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Λεωφορεία για τον φτωχό κόσμο

«Αγαπητέ Φώτη», πού το πας το γράμμα; Του Γιώργου Παπαϊωάννου