Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στον χώρο της ψυχικής υγείας δεν μπορεί φέτος, στο 18ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, να περιγραφεί με τους ίδιους όρους και τρόπους που μιλούσαμε γι’ αυτήν όλα τα τελευταία χρόνια της κρίσης και των διαδοχικών Μνημονίων, ως κάτι, δηλαδή, στο οποίο οδηγούμαστε: Κι αυτό γιατί η συνθήκη του «τέλους» του όποιου δημόσιου συστήματος ψυχικής υγείας υπήρχε μέχρι τώρα, είναι αυτή που διαμορφώνει την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.
Το λουκέτο που έχουν προγραμματίσει για τα τρία εναπομείναντα ψυχιατρεία στο τέλος του επόμενου χρόνου δεν είναι ένα γεγονός που απλώς «αναμένεται να συμβεί»: είναι μια διαρκής διαδικασία εσωτερικής κατάρρευσης του όλου συστήματος, πρωτοφανούς αποψίλωσης από προσωπικό, δραστικών περικοπών στους προϋπολογισμούς, ακύρωσης των όποιων θεραπευτικών παραμέτρων μπορούσαν να υπάρχουν στο κυρίαρχο ιδρυματικό σύστημα, περαιτέρω ενδυνάμωσης των κατασταλτικών πρακτικών, εκβαρβαρισμού και απανθρωποποίησής του.
Το βιαστικό κλείσιμο των ψυχιατρείων, σε συνάρτηση με τη δραματική αποδυνάμωση των όποιων δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας, είναι συστατικό στοιχείο της νεοφιλελεύθερης απεξάρθρωσης/ισοπέδωσης κάθε έννοιας δημόσιου και «κοινωνικού κράτους» και πλήρους εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών. Δεν συνιστά «μεταρρύθμιση» και «ξεπέρασμα» του ψυχιατρικού ασύλου ως κατασταλτικού και αντιθεραπευτικού θεσμού, αλλά σηματοδοτεί, αντιθέτως, τη συστηματική, διευρυμένη και εντατική αναπαραγωγή αυτών των στοιχείων στην κατεύθυνση ενός «αδύναμου» συστήματος υπηρεσιών γύρω από έναν άξονα δομών «υψίστης ασφαλείας» (στο ψυχιατρικό, όπως και στο σωφρονιστικό σύστημα) για τον εγκλεισμό και τη διαχείριση της λεγόμενης «επικινδυνότητας».
Τα ψυχιατρεία δεν «αποϊδρυματοποιούνται»: απλώς «αδειάζουν». Στη θέση τους δεν οικοδομείται ένα κοινοτικά βασισμένο και χειραφετητικό σύστημα ψυχικής υγείας. Κατ’ ουδένα τρόπο δεν αλλάζει ο «τρόπος σκέψης και πράξης» και η λειτουργία του συστήματος με άξονα τον εγκλεισμό. Το μόνο «καινούργιο», εν μέσω της ερήμου από τις όποιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας, αυτό που είναι στα σκαριά, είναι το «δικαστικό ψυχιατρείο» – για τον εγκλεισμό των λεγόμενων «ακαταλόγιστων», αλλά, εν δυνάμει και προοπτικά, και όποιων άλλων η «κοινωνική επικινδυνότητα», με όποιους όρους και από όποιον αυτή οριστεί, πάρει μια ψυχιατρική διάγνωση.
Όπως όλα τα κοινωνικά στρώματα που ορίζονται ως «παρεκκλίνοντα» (όλοι αυτοί που αδυνατούν ή αρνούνται να προσαρμοστούν στον εκάστοτε, ιστορικά δοσμένο, καταμερισμό της εργασίας), έτσι και ο ψυχικά πάσχων αντιμετωπίστηκε, από παλιά, με δύο, συμπληρωματικούς μεταξύ τους, τρόπους: θεραπεία, από τη μια, εκμηδένιση, από την άλλη.
Τι σήμαινε «θεραπεία»; Ήταν, παραδοσιακά, υπό μιαν ευρεία έννοια, η εφαρμογή ενός συστήματος εννοιών και πρακτικών που εξασφαλίζει ότι οι πραγματικοί (ή οι ενδυνάμει) παρεκκλίνοντες θα παραμένουν εντός των κυρίαρχων και θεσμοποιημένων ορισμών της «κανονικότητας». Σ’ αυτό τον ορισμό είναι προεξάρχουσα η παράμετρος της «συμμόρφωσης» και η ομαλοποιητική λειτουργία των υπηρεσιών, ως προσαρμογή στο εκάστοτε δοσμένο σύστημα κοινωνικών σχέσεων, στο εσωτερικό των αντιφάσεων του οποίου αναδύεται ο ψυχικός πόνος.
Αλλά ενώ η θεραπεία χρησιμεύει για να κρατάει τους πάντες μέσα στους ορισμούς που η επικρατούσα κοινωνική τάξη δίνει για το «κανονικό», η εκμηδένιση αποσκοπεί στην εξολόθρευση οποιουδήποτε είναι (ή ωθείται) εκτός αυτής της τάξης. Η εκμηδένιση αποδίδει στον παρεκκλίνοντα μιαν αρνητική ιδιότητα, ένα καθεστώς κατωτερότητας και χρησιμοποιείται εκεί όπου κρίνεται άσκοπη (ή, μη επιθυμητή πλέον) η, υπό την ευρεία έννοια, θεραπευτική αντιμετώπιση (ξένοι, ψυχασθενείς κ.λπ.). Οι άνθρωποι αυτοί ορίζονται ως μετέχοντες λιγότερο στο «ανθρώπινο».
Η κίνηση από την εκμηδένιση στη θεραπεία ή, αντίθετα, το προχώρημα από τη θεραπεία στη φυσική εξόντωση, όπως έχουμε δει μέσα στην ιστορία, δεν είναι παρά ένα ζήτημα πολιτικών συσχετισμών και συγκυρίας.
Είναι αυτός ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει, αν δεν αντιμετωπιστεί, το νεοναζιστικό, ρατσιστικό και εγκληματικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, αντανακλώντας (και επιχειρώντας να δώσει έκφραση και να εκμεταλλευτεί) τις πιο σκοτεινές και αδιέξοδες όψεις της διάρρηξης του κοινωνικού ιστού και της κονιορτοποίησης πλατιών κοινωνικών στρωμάτων από την κρίση και το Μνημόνιο.
Μέσα σε μια κοινωνία της οποίας οι ασυμφιλίωτες αντιφάσεις οδηγούν στον εξοστρακισμό διαφόρων ομάδων και στρωμάτων κατασκευάζονται πάντα περιοχές – στρατόπεδα συγκέντρωσης, ψυχιατρεία, διάφορα απαρτχάϊντ και γκέτο, αλλά και πιο αφανείς μορφές διακρίσεων – όπου υλοποιείται ο αποκλεισμός του «άλλου». Οι πολιτικές του Μνημονίου που βγάζουν εκτός κοινωνικού ιστού, ως ένα ανυπόφορο οικονομικά και περιττό κοινωνικά βάρος, τα πιο αδύναμα στρώματα (μετανάστες, ψυχικά ασθενείς, αναπήρους, ηλικιωμένους κ.λπ.) μιας κοινωνίας της οποίας η πλειονότητα μετατρέπεται, με ταχείς ρυθμούς, σε «πλεονάζοντες» και «περιττούς», έχουν ήδη βρει στη Χρυσή Αυγή τους πιο πρόθυμους εκτελεστές του εξοστρακισμού σ’ έναν κυριολεκτικό Καιάδα.
Η απάντηση στην ανθρωπιστική καταστροφή, που είναι σε εξέλιξη στον χώρο της ψυχικής υγείας, είναι η ανάδειξη αυτού ακριβώς που απορρίπτεται, όπως παντού, από τις fast track διαδικασίες του νεοφιλελεύθερου κλεισίματος των ψυχιατρείων: του πρωταγωνιστικού ρόλου των υποκειμένων – ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας, λειτουργών ψυχικής υγείας, οικογενειών, κοινωνικών κινημάτων.
Το ζήτημα της ψυχικής υγείας «μας αφορά όλους» και πρέπει ν’ «ανοίξει» παντού: στις τοπικές κοινωνίες, στις γειτονιές, που κρύβουν στους κόλπους τους τεράστια προβλήματα ψυχικού πόνου. Να γίνει υπόθεση των κοινωνικών υποκειμένων, συλλογικοτήτων, κινημάτων, έτσι ώστε αυτά τα κοινωνικά υποκείμενα, κινήματα κ.λπ., να έχουν λόγο και να κινητοποιούνται για να αλλάξουν τους κοινωνικούς όρους της ζωής τους (στη γειτονιά, στον χώρο εργασίας, στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον κ.λπ.) – όρους που παράγουν αρρώστια, υλική και πνευματική φτώχεια, κοινωνική απομόνωση και περιθωριοποίηση. Είναι, εν τέλει, αυτά τα κοινωνικά υποκείμενα, συλλογικότητες, κινήματα που θα μπορούσαν να θέσουν σε πρακτική αμφισβήτηση τους κοινωνικούς όρους, μέσα στους οποίους αναδύεται ο ψυχικός πόνος, τον ψυχιατρικό θεσμό που, αντί να θεραπεύει, αρρωσταίνει, και την κρατούσα εξουσία που διαλύει το σύστημα ψυχικής υγείας, ανοίγοντας για τους ψυχικά πάσχοντες δυο «εναλλακτικές»: τον δρόμο ή το ψυχιατρείο «υψίστης ασφαλείας» (το «δικαστικό ψυχιατρείο»).
4/7/2014
9ο ΨΤΕ ΨΝΑ, ΚΨΥ Αγ. Αναργύρων, Ξενώνες/οικοτροφεία «Σεμέλη», «Μετάβαση», «Ίρις», «Οδύσσεια», «Αμάλθεια», «Διαμερίσματα Αχαρνών 1».