in

Άνθρωπος στις ράγες του τρένου. Της Μαρίνας Κλείτσα*

Άνθρωπος στις ράγες του τρένου. Της Μαρίνας Κλείτσα*

Ήταν 30 Σεπτεμβρίου του 1994 όταν επιβιβάστηκα, μόλις 23 χρονών, σε μια πτήση της British Airways με προορισμό το Δουβλίνο με την ιδιότητα της ερασμιακής φοιτήτριας. Η επιλογή μου να αποκλείσω να φοιτήσω σε Βρετανικά Πανεπιστήμια ήταν οριστική και αμετάκλητη μολονότι σε 6 μήνες θα ήμουν απόφοιτη και πτυχιούχος της Αγγλικής Φιλολογίας.

Ως αριστερίζουσα και μέσα στην παραζάλη των Cranberries και το τραγούδι τους Zombie, τον Daniel Day Lewis στο  “ Όνομα του Πατρός” και το Cease Fire του IRA θεωρούσα την Ιρλανδία ως μια επαναστατημένη χώρα έτοιμη να διεκδικήσει την ταυτότητα της και την χαμένη αξιοπρέπεια της από τους δυνάστες Βρετανούς. Βλέπετε, είχα κουραστεί από την τότε ήρεμη και ίσως κάπως βαρετή Ελλάδα στην οποία η έλευση του ΠΑΣΟΚ είχε λύσει κάποια από τα προβλήματα της μικροαστικής τάξης – κομμάτι της οποίας ήμουν και εγώ – με αποτέλεσμα τα παιδιά  των λιγότερων προνομιακών τάξεων να μπορούν να σπουδάζουν στα Πανεπιστήμια ακόμα και του εξωτερικού.

Η κάθοδος μου στο αεροδρόμιο δεν ήταν αυτήν που περίμενα. Η απότομη αλλαγή θερμοκρασίας και κλίματος ήταν το πρώτο χαστούκι αλλά ο ενθουσιασμός ήταν ακόμα μεγάλος. Ο ταξιτζής, ένας χαρούμενος άνθρωπος,  επέμενε ότι η Ελλάδα είναι ένα τροπικό μέρος και με ρωτούσε απορημένα γιατί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα μου εκεί.

Η εύρεση καταλύματος ήταν επίσης κοπιαστική καθότι οι εστίες δίνονταν μόνο σε ετήσιους φοιτητές ή φοιτήτριες και η ενοικίαση δωματίου ήταν ακριβή. ‘Έτσι η μοναδική λύση που είχα ήταν η ενοικίαση ενός δωματίου σε οικογένεια.

Ο Μπάρι και  η Σιβόν ήταν ένα ζευγάρι φιλόξενων Προτεσταντών – Καθολικών με 3 παιδιά που ζούσαν σε ένα χλυδάτο σπίτι στα κυριλέ προάστια του Δουβλίνου οι οποίοι όμως αδυνατούσαν να πληρώσουν τις δόσεις τους στην τράπεζα για αυτό το λόγο και με επέλεξαν. Στην αρχή στραβομουτσούνιασα που θα έπαιρνα το υπέργειο τρένο για να πηγαίνω στο Πανεπιστήμιο αλλά ο Μπάρι με καθησύχασε λέγοντας ότι οι καθυστερήσεις  είναι μικρές.

Η μέρα έφτασε και ήμουν όλο ανυπομονησία για τους καινούριους συμφοιτητές μου και για τα μαθήματα ώσπου τη σκέψη μου ξαφνικά τη διακόπτει  το τράνταγμα του τρένου και η αναγγελία από το μεγάφωνο μιας γυναικείας φωνής σε άπταιστα ιρλανδοαγγλικά ότι θα περιμένουμε κάποια λεπτά να ανοίξει ο συρμός. Απέναντι μου ένας κύριος, προχωρημένης ηλικίας, που παρατηρούσε το χάσιμό μου μου λέει «Μην ανησυχείτε δεσποινίς μου, βρισκόμαστε στη γέφυρα έξω από το Dun Laoghaire  απ’ όπου συνήθως πηδάνε για να αυτοκτονήσουν νέοι άνεργοι ή ηλικιωμένοι σαν κι έμενα που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, είναι συνηθισμένο το φαινόμενο». «Μα πώς;», διερωτώμαι. «Η ανεργία στους νέους στην Ιρλανδία είναι πολύ υψηλή και υπάρχει πολλή φτώχεια», μου απάντησε.

Πράγματι η διαμονή μου στη χώρα δυστυχώς δικαίωσε τον κύριο με αποτέλεσμα να επισπεύσω την επιστροφή μου στην μεταΠασοκική Ελλάδα. Έτσι όταν άκουγα πολύ αργότερα  για το success story της Ιρλανδίας αναρωτιόμουνα αν κάποιος από αυτούς βρέθηκε ποτέ στο δικό μου Δουβλίνο. Εύχομαι μόνο ο Μπάρι κι η Σιβόν να έχουν αποπληρώσει το δάνειο τους…

Θα μου πείτε τώρα τι μας νοιάζει, για την Ιρλανδία του ’94 και σπαταλάμε το χρόνο… Περασμένα ξεχασμένα. Να, απλώς χθες βράδυ καθώς διάβαζα το αστυνομικό δελτίο μου ήρθε εκείνη η εικόνα της τουρίστριας να περιμένει στην αποβάθρα στο σταθμό του μετρό έχοντας επισκεφτεί το μουσείο της Ακρόπολης ίσως την ίδια την Ακρόπολη και  τον τουρίστα που βρίσκεται  μέσα στο τρένο και  στο μεγάφωνο ακούγεται η αναγγελία της διακοπής του συρμού και πήρε φωτιά η μνήμη μου.

Υ.Γ. Το βράδυ της Δευτέρας ένας άνδρας 55 χρονών ανασύρθηκε νεκρός από τις γραμμές του μετρό στο σταθμό «Ακρόπολη».

* Η Μαρίνα Κλείτσα είναι εκπαιδευτικός στη Δ.Ε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Όταν ο έρανος δεν φτάνει και πρέπει να ανοίξεις το σπίτι σου. Του Απόστολου Λυκεσά

Τα κακόφωνα τροπάρια της ελληνοκαπηλίας. Του Παντελή Μπουκάλα