Μια από τις καλύτερες ιδεολογικές παραδόσεις της ( ανανεωτικής) Αριστεράς είναι ο σεβασμός προς τα «θεματικά» και «τοπικά» ζητήματα και η εμπλοκή των ανθρώπων της με αυτά .Συνέπεια τούτου είναι να έλκονται από εγχειρήματα , που παρουσιάζουν μια «αυτονιομία» σε σχέση με τις «κεντρικό-πολιτικές» συλλογικότητες και ιδίως με τα κόμματα .
Το ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι το εξής:
Έχει η «περίπτωση Μπουτάρη» τέτοια χαρακτηριστικά ; Και – ιδίως- τα έχει σήμερα;
Μια βασική διαφορά ανάμεσα στα αφετηριακά, ιδεολογικά προτάγματα και την πολιτική πράξη , που εμπνεέται από αυτά , είναι ότι η δεύτερη εξαρτάται από την εκάστοτε συγκυρία του κοινωνικού ανταγωνισμού (ταξικής πάλης) , και ως εκ τούτου παρουσιάζει μια ρευστότητα, ιδίως όσο αφορά στα όρια /σύνορα αυτού του ανταγωνισμού , τα οποία, άλλοτε εμφανίζονται «διαπερατά» και άλλοτε αποκτούν χαρακτήρα ανελαστικών διλημμάτων.
Η σημερινή συγκυρία ανήκει σαφώς στη δεύτερη περίπτωση . Και τα διλήμματα τέθηκαν με την πιο ωμή και εκβιαστική σκληρότητα από τους « από πάνω». Σε κάποιες περιπτώσεις κυριολεκτικά με τη μορφή ζωής ή θανάτου . Αυτή η πολιτική (των μνημονίων , της διαρκούς φτωχοποίησης , της καταστολής και της περιστολής και αυτής ακόμα της «συμβατικής» δημοκρατίας) αποσάρθρωσε βίαια κάθε περιοχή σχετικιστικής «ουδετερότητας». Ακριβώς , δηλαδή, το έδαφος στο οποίο αναπτύχθηκε η «περίπτωση Μπουτάρη».
Στη σημερινή , λοιπόν, συγκυρία το ερώτημα που τίθεται είναι: σε πιο από τα δύο πολιτικά σχέδια εντάσσεται το κάθε εγχείρημα; Στο πολιτικό σχέδιο των «από κάτω» -που εκφράζει η Αριστερά- ή στο αντίστοιχο της κυβέρνησης , του Δ.Ν.Τ, της Κ.Ε.Τ και του λοιπού συρφετού των εκμεταλλευτών;
Η «περίπτωση Μπουτάρη» εντάσσεται ( εκούσα- άκουσα) στο δεύτερο , πολύ περισσότερο που σε περίπτωση εκλογικού του θριάμβου, θα χρησιμοποιηθεί ασμένως από τα κυρίαρχα μπλοκ εξουσίας ( τράπεζες, ΜΜΕ , εργοδότες ) για την αναστήλωση (μαζί με τα χρησιμοποιήσιμα υλικά κατεδάφισης) του «χώρου της κεντροαριστεράς» , ως ανάχωμα στην προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει την πλειοψηφία και να σχηματίσει κυβέρνηση. Γεγονός που ξεπερνά κατά πολύ όχι μόνο τα όρια της Θεσσαλονίκης αλλά και της χώρας ολόκληρης.
Αλλά κι αν ακόμα υπάρχουν άνθρωποι – καλής θέλησης – που αναφέρονται στην «αυτονομία» της τοπικής αυτοδιοίκησης, ας σκεφτούν πόση τέτοια (αυτονομία) επιτρέπει ο «Καλλικράτης» , οι ελεγκτικοί «προκρούστες», ο Φουχτελ και ο οικονομικός στραγγαλισμός, που αυτές ακριβώς οι «κεντρικές» πολιτικές επιλογές του μνημονιακού μπλοκ επιβάλλουν στην τοπική αυτοδιοίκηση , μετατρέποντας τα σε «θεραπαινίδα» τους .Ή αλλιώς : Στη σημερινή συγκυρία και αυτή , η ίδια, η αυτονομία της τοπικής πολιτικής/διαχείρισης/ αυτοδιοίκησης , περνάει μέσα από την ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής . Τόσο σε τοπικό όσο και σε κεντρικό επίπεδο ταυτόχρονα. Η ψήφος ποτέ δεν ήταν «χαλαρή» , Πόσο μάλιστα σήμερα , που το διακύβευμα αγγίζει την ίδια την επιβίωση . Την ίδια τη ζωή.
Υ.Γ Ακόμα και στο επίπεδο της διαχείρισης της δημοτικής μας καθημερινότητας , υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης και το επιστημονικά άρτιο, κοινωνικά ανυπόταχτο, και διψασμένο για προσφορά επιτελείο του, θα τα καταφέρουν καλύτερα από τους φαντεζί, αλλά εξαιρετικά επιδερμικούς και «κορεσμένους» αντιπάλους του ; Και στο κάτω – κάτω γιατί τα κέρδη από την ανακύκλωση να τα κονομάει ο κάθε Οικονομάκης και να μη χρηματοδοτούν δομές αλληλεγγύης και δημιουργικότητας στην πόλη μας;
* Ο Νίκος Γκλαρνέταζης είναι δάσκαλος- θεολόγος, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με τη «Θεσσαλονίκη- Ανοιχτή Πόλη»
