Τόσα άρθρα, βιβλία, χρονικά και κομματικά κείμενα κυκλοφόρησαν για το θέμα της δικτατορίας, και συνέδρια έγιναν επιστημονικά, κι ωστόσο, στο μικρό αυτό βιβλιαράκι του Νίκου Πουλαντζά, με τις διεισδυτικότατες αναλύσεις του, το ρωμέικο δεν έδωσε τη σημασία που του άξιζε. Κι όμως άξιζε, και άξιζε πολύ. Διότι η Κρίση των Δικτατοριών ήταν (και είναι) σημαντικό έργο που αν το προσέχαμε θα συνέβαλε στην ιστορική μας αυτογνωσία και την κατανόηση των διαδικασιών που έφεραν την «επάρατο» στην εξουσία, τον Απρίλη του 1967, με τις καταστροφικές για τον τόπο συνέπειες. Δεν το προσέξαμε, δυστυχώς, ούτε η ανανεωτική Αριστερά, παρόλο που ο Πουλαντζάς μέλος του ΚΚΕ εσωτερικού έγραφε από τη σκοπιά της ανανέωσης και ως μαρξιστής που ήταν.
Ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει το βιβλίο του Νίκου Πουλαντζά με ωφέλεια και να αναγνωρίσει μόνος του την αξία του. Παρά ταύτα λίγα λόγια είναι απαραίτητα.
α) Ο Νίκος Πουλαντζάς αντιμετωπίζει τη δικτατορία ως ειδική μορφή Κράτους Εκτάκτου Ανάγκης θεωρώντας την, τυπολογικά, ως μορφή στρατιωτικής δικτατορίας. Οδηγείται στο συμπέρασμα περί του στρατιωτικού χαρακτήρα της δικτατορίας καθ’όσον η κύρια πολιτική της δύναμη ήταν στρατιωτικοί που χρησιμοποίησαν το σύνολο του Σώματος των Ελλήνων Αξιωματικών τόσο για την επιβολή της δικτατορίας όσο και για την άσκηση της εξουσίας επί επτά συναπτά έτη. Βέβαια, οι στρατιωτικοί δεν έδρασαν μόνοι τους αλλά δέχτηκαν σοβαρή επικουρία και από άλλες πολιτικές δυνάμεις, ο πυρήνας όμως της εξουσίας τους ήταν στρατιωτικός.
β) Το καθεστώς αυτό ήταν προϊόν μιας βαθύτατης πολιτικής κρίσης, όπως κάθε μορφή Κράτους Εκτάκτου Ανάγκης, που προσέβαλε τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό και το πολιτικό του σύστημα, παρά την ήττα της Δεξιάς στις εκλογές του 1963 και 1964 (Ιουλιανά, αποστασίες, κυβερνητική αστάθεια, ακατασίγαστες λαϊκές κινητοποιήσεις, ματαίωση των εκλογών την άνοιξη του 1967). Η κρίση αυτή έδειξε ότι το πολιτικό σύστημα δεν μπορούσε να αναπαραχθεί «φυσιολογικά» ως κοινοβουλευτική δημοκρατία στην οποία μάλιστα η μόνιμη μετεμφυλιοπολεμική δικτατόρευση είχε φτάσει στα όριά της.
γ) Η στρατιωτική δικτατορία, κατά τον Πουλαντζά, ως ειδική μορφή Κράτους Εκτάκτου Ανάγκης, δεν ήταν φασισμός. Και τούτο διότι η Χούντα δεν ήταν κόμμα φασιστικό, όπως το ναζιστικό στη Γερμανία και το φασιστικό στην Ιταλία κατά τον μεσοπόλεμο. Δεν είχε οργανώσει μάζες σε προσίδιους, φασιστικού τύπου, μηχανισμούς, δεν είχε δράσει ιδεολογικά και πολιτικά πριν την άνοδο των στρατιωτικών στην εξουσία ούτε κατά τη διάρκεια της επταετίας. Έτσι, δεν είχε πετύχει τον εκφασισμό των κρατικών μηχανισμών, των συνδικάτων, των αντιπροσωπευτικών σωμάτων, μηδέ της αστικής μονοπωλιακής τάξεως εξαιρουμένης. Όπως ο ίδιος δείχνει στο έργο του Φασισμός και Δικτατορία, που είχε προηγηθεί (1970), ο φασισμός είναι μια ιδιότυπη μορφή Κράτους Εκτάκτου Ανάγκης, που δεν πρέπει να συγχέεται ούτε με τις μορφές στρατιωτικών δικτατοριών ούτε με τις αυταρχικές μορφές του κράτους του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Δεν είναι όλες οι δικτατορίες φασισμός· ο «παναφασισμός» ήταν ιδέα ξένη στον Πουλαντζά. Οι πολιτικές συνέπειες της θέσης αυτής ήταν σημαντικές, μολονότι ούτε τα κόμματα της Αριστεράς είχαν υιοθετήσει τις απόψεις του και τα οποία παρέμειναν στην τριτοδιεθνίστικης προέλευσης, άποψη περί του φασιστικού χαρακτήρα της δικτατορίας.
δ) Ο Πουλαντζάς εστιάζει την προσοχή του όχι μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά ξανοίγεται στον ευρωπαϊκό χώρο, περιλαμβάνοντας στην ίδια τυπολογία της στρατιωτικής δικτατορίας την περίπτωση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Οι διαφορές ορατές αλλά και οι ομοιότητες διδακτικές.
ε) Με τη μελέτη του αυτή ο Πουλαντζάς δείχνει το πλέγμα εξαρτήσεων μεταξύ Χούντας και Παλατιού, Χούντας και αμερικανικού ιμπεριαλισμού, Χούντας και αστικών κομμάτων. Συνάμα επισημαίνει πως η αρχική ανοχή προς το δικτατορικό καθεστώς της ενδογενούς αστικής τάξης, όπως την ονομάζει, μεταστρέφεται σε ανοιχτή αντίθεση περί το 1972-73 καθώς αυτή και οι συναρτημένες σ’αυτήν αστικές πολιτικές δυνάμεις προσανατολίζονται πλέον προς την ΕΟΚ.
στ) Δείχνει επίσης τη σχέση του καθεστώτος με τις λαϊκές τάξεις και τα στρώματα που σε καμιά περίπτωση δεν κατάφερε να προσεταιριστεί. Ωστόσο, τονίζει ο Πουλαντζάς, οι λαϊκοί αγώνες έδρασαν «εξ αποστάσεως», δεν έπληξαν άμεσα τη δικτατορία. Γι’αυτό και η έξοδος από τη δικτατορία έγινε από τη δεξιά πόρτα.
ζ) Τέλος, λέγει ο Πουλαντζάς, ο συγκεκριμένος πολιτικός μηχανισμός που επέφερε την καταστροφή του πολιτικού πυρήνα του καθεστώτος, ήταν το κατά του Μακαρίου πραξικόπημα στην Κύπρο, με συνέπεια τη διάσπαση του Στρατού στην Κύπρο και την Ελλάδα και την απειλή ελληνοτουρκικού πολέμου.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο Νίκος Πουλαντζάς αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες μορφές θεωρητικών του «αριστερού ευρωκομμουνισμού». [Όμως] οι πολλοί, αν κάτι έχουν ακούσει γι’αυτόν είναι ότι αυτοκτόνησε και, γενικώς, τον εκλαμβάνουν σαν κάποιον που λάμπρυνε το όνομα της Ελλάδας στο εξωτερικό. Ελπιζουμε ότι η έκδοση της Κρίσης των Δικτατοριών που κυκλοφορεί μαζί με την επανέκδοση του Φασισμός και Δικτατορία θα συμβάλουν στην επικαιροποίηση της προσωπικότητας και του έργου του Νίκου Πουλαντζά.
Το επίμετρο συνοδεύει την τελευταία έκδοση του έργου που επιμελήθηκαν το Ινστιτοτο Νίκος Πουλαντζάς και οι εκδόσεις Θεμέλιο (2006)
Πηγή: Rednotebook.gr