Οι πρόσφατες εξελίξεις στη δικαστική διερεύνηση ποινικών αδικημάτων σε σχέση με εξοπλιστικά προγράμματα των ενόπλων δυνάμεων και δάνεια που χορήγησε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο καταδεικνύουν κάποιες επιμέρους όψεις του κλεπτοκρατικού φαινομένου στη χώρα μας. Όσο ευπρόσδεκτη και αν είναι όμως η δραστηριοποίηση της ποινικής Δικαιοσύνης, δεν είναι επαρκής για να οδηγήσει στη συνολική αποδόμηση του κλεπτοκρατικού συστήματος, επειδή κάτι τέτοιο υπερβαίνει τις θεσμικές και πρακτικές δυνατότητές της.
Τα κόμματα τα οποία εναλλάσσονταν επί δεκαετίες στην εξουσία και σήμερα συγκυβερνούν φρόντισαν να οικοδομήσουν ένα σχεδόν αδιαπέραστο πλέγμα συγκάλυψης των ροών του πολιτικού χρήματος (βλ. αναλυτικότερα Κ. Χρυσόγονου, Η ιδιωτική δημοκρατία, 2009, σ. 169 επ.). Έτσι ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων και του «πόθεν έσχες» των πολιτικών ανατίθεται σε μια επιτροπή (άρθρο 21 ν. 3023/2002) αποτελούμενη κατά πλειοψηφία από βουλευτές, που την αντιμετωπίζουν ούτως ή άλλως ως πάρεργο, και στερούμενη επαρκούς υποστήριξης από εξειδικευμένο προσωπικό και μέσα. Περαιτέρω το άρθρο 86 του Συντάγματος θωρακίζει κατ΄ ουσία τα μέλη της κυβέρνησης έναντι ποινικών διώξεων, αποτελώντας έτσι, κατά τη χαρακτηριστική έκφραση του αείμνηστου προέδρου του Αρείου Πάγου Στέφανου Ματθία, «ασπίδα ακαταδίωκτου, διαβατήριο για τη διαφθορά» (Επιστήμη και Κοινωνία, τευχ. 15/2005, σ. 12).
Τα θεμελιώδη αυτά θεσμικά δεδομένα ούτε άλλαξαν ούτε μπορούν να αλλάξουν, εφόσον διατηρείται ο εναγκαλισμός με την εξουσία των κομμάτων – αποδεκτών παράνομων χρηματοδοτήσεων, αποδεδειγμένα από την πολυεθνική Siemens και πιθανότατα από πλείστους άλλους διαπλεκόμενους «επιχειρηματίες». Το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο μπορεί π.χ. να προβεί σε μια contra legem ερμηνεία του άρθρου 86 προκειμένου να οδηγήσει ένα πολιτικό «πτώμα», όπως ένας διαγραμμένος από το ΠΑΣΟΚ πρώην υπουργός, στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά δεν μπορεί να αγγίξει καν εν ενεργεία μέλη της κυβέρνησης. Ή ακόμη ο παγιδευμένος στη βουλιμία του «σοσιαλιστής» (ή μάλλον απλά ληστής) της Διονυσίου Αρεοπαγίτου κατοικεί πια στον Κορυδαλλό, αλλά ο υπεράνω πάσης υποψίας τότε πρωθυπουργός – «αρχιερέας της διαπλοκής» (όπως τον αποκάλεσε δημόσια ο διάδοχός του Κώστας Καραμανλής) όχι μόνο βρίσκεται στο δικαστικό απυρόβλητο, αλλά μας παραδίδει και μαθήματα αφ’ υψηλού για τον μελλοντικό κίνδυνο να καταστεί η χώρα «Ιφιγένεια».
Ο οριστικός τερματισμός της ελληνοπρεπούς μεταπολιτευτικής εκδοχής κλεπτοκρατικού καπιταλισμού και της σύντηξης της δημόσιας πολιτικής με την «ιδιωτική» (κατ’ ουσία κρατικοδίαιτη) οικονομική εξουσία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κυβέρνηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αυτή θα κληθεί σύντομα να αναλάβει την ευθύνη τόσο για την επαναθέσμιση του πολιτικού μας συστήματος όσο και γενικότερα για τη ριζική αλλαγή των κοινωνικών προτύπων, με επίκεντρο τη δίκαια αμειβόμενη εργασία ως αξία και ως ανθρώπινο ιδανικό.
* Ο Κώστας Χ. Χρυσόγονος είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ είναι μέλος Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Η Αυγή
