in

Η προπαγάνδα του «ουδέτερου». Της Ηρώς Καλλιγά

Η προπαγάνδα του «ουδέτερου». Της Ηρώς Καλλιγά

Στην εκπομπή “Πρωταγωνιστές” του Στ. Θεοδωράκη που ήταν αφιερωμένη στον Παύλο Φύσσα, οι φράσεις όπως «η θυσία του Παύλου» ή ότι “ο Παύλος θυσιάστηκε” ακούστηκαν αρκετές φορές ώστε να εγείρουν ερωτηματικά. Τι πρέπει να καταλάβουμε λοιπόν στο άκουσμα του χαρακτηρισμού αυτού του συμβάντος ως “θυσίας”;

Η έννοια της θυσίας παραπέμπει αυθορμήτως σε τρεις σημασίες: την αρχαιότερη πρακτική των θνητών προς τους θεούς ως ένδειξη λατρείας ή ως προσπάθεια κατευνασμού της οργής τους. Τη βραχυπρόθεσμη απώλεια, που γίνεται μέρος ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου το οποίο εξυπηρετεί έναν υψηλότερο σκοπό. Ένα τέτοιο παράδειγμα μπορεί να αντληθεί από το σκάκι μέσα από τη “θυσία” κάποιου πιονιού προκειμένου να σωθεί ο βασιλιάς. Η τρίτη είναι η σημασία που αποδίδεται στη λέξη μέσα στην καθημερινή ομιλία: πρόκειται για την ανιδιοτελή αυτόβουλη πράξη ενός υποκειμένου που αποσκοπεί στην προστασία και γενικότερα στο καλό των άλλων.

“Οι Πρωταγωνιστές” παλινδρομούσαν σκοπίμως μεταξύ της δεύτερης και τρίτης σημασίας. Έχουμε το άτομο που ανιδιοτελώς μπήκε μπροστά για να προστατέψει τους φίλους και τη σύντροφό του. Εκείνον που “ήθελε μόνο αγάπη”, που “δεν είχε να φάει αλλά φρόντιζε τους άστεγους”. Από τη μια, λοιπόν, έχουμε τον γιο, τον αδελφό, το φίλο, το σύντροφο. Έχουμε τον άνθρωπο που αναθρέψαμε, που μεγαλώσαμε μαζί του, που ερωτευθήκαμε, που αποφασίσαμε ότι θέλουμε να γεράσουμε μαζί. Αυτή η προοπτική δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν. Κανείς δεν μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω τη μάνα που αποκαλεί τον γιο της αντιεξουσιαστή αλλά ειρηνιστή, χαμογελαστό παιδί αλλά και οργισμένο νέο, φιλεύσπλαχνο και καταγγελτικό. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τους φίλους που τον θεωρούν εμπνευστή τους και “μάγκα”. Τη σύντροφό του που βεβαιώνει για την απουσία βίαιων στοιχείων στην προσωπικότητά του, τον πατέρα που τον αποκαλεί ανένταχτο. Αυτός ήταν ο δικός τους Παύλος που δολοφονήθηκε. Το σύμβολο της χαράς, της δημιουργικότητας, του φιλειρηνισμού, της ελευθερίας της έκφρασης και του λόγου, της ακηδεμόνευτης προσωπικότητας.

Από την άλλη έχουμε ένα δημόσιο προφίλ εμφανώς πιο άγριο, σίγουρα πιο οργισμένο και αδιαμφισβήτητα αντιφασιστικό και αντιεξουσιαστικό. Αυτός ο Παύλος ήταν ο ράπερ Killah P με τους αντιφασιστικούς στίχους, που επέλεξε να κάνει μνεία στον Γρηγορόπουλο και που αναπαρήγαγε γνωστά δυναμικά αντιεξουσιαστικά συνθήματα. Ο καλλιτέχνης που είχε πλήρη συνείδηση του είδους κοινού στο οποίο είχε απήχηση. Ένα συγκεκριμένο, πολιτικά προσανατολισμένο κοινό που ενστερνίζονταν τις βασικές ιδέες που κόμιζαν τα τραγούδια του. Που ανήκε πιθανά σε αντιφασιστικές δράσεις, αριστερές συλλογικότητες, αναρχικές ομάδες. Είναι και αυτός ένας Παύλος που δολοφονήθηκε και ο μόνος Παύλος που μπορούμε να ξέρουμε όλοι οι υπόλοιποι.

Επομένως, “εμείς που δεν τον γνωρίσαμε, ποια εικόνα πρέπει να κρατήσουμε;”. Το ερώτημα του Θεοδωράκη δεν είναι τυχαίο. Συμπυκνώνει τα ερωτήματα που υποτίθεται ότι οφείλουμε να θέσουμε βλέποντας το ντοκιμαντέρ: πώς είναι δυνατό ένα καλό παιδί από οικογένεια και υπερασπιστής των δημοκρατικών ιδεών της ελευθερίας της σκέψης και του λόγου να γίνεται στόχος μιας εγκληματικής φασιστικής οργάνωσης; Είναι δυνατόν κάποιος να είναι «βλοσυρός» και αθώος σαν παιδί, αντιφασίστας και φιλειρηνιστής;

Μέσα από τον συγκερασμό των δυο προφίλ που επιχειρείται στο ντοκιμαντέρ, ξεπηδά άρρητα η αξίωση για ένα νέο ιδεότυπο αντιφασίστα σε αντιπαραβολή με τον κουκουλοφόρο λάτρη της μολότοφ, το αιμοδιψές μαυροφορεμένο φρικιό το οποίο είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε “να καταστρέφει τις ξένες περιουσίες του κόσμου”.

Και εδώ ερχόμαστε στη δεύτερη έννοια της «θυσίας» που χρησιμοποιείται. Η καταληκτική εκτεταμένη φράση του ντοκιμαντέρ έχει και αυτή το ρόλο της: “Πες ότι ο Παύλος έφευγε ζωντανός από την ενέδρα. Πώς θα ήταν σήμερα η Ελλάδα; Ναι, ο φόνος του Παύλου ήταν η πέτρα που τάραξε το βούρκο. Η πέτρα χάθηκε αλλά όλοι είδαν επιτέλους το βούρκο. Το τι θα γίνει βέβαια από δω και στο εξής, δεν ήταν χαραγμένο στην πέτρα. Αν εμείς δεν δώσουμε τη σωστή μάχη, αν κιοτέψουμε ή χαθούμε μέσα σε υπερβολές και πολιτικολογίες, η θυσία του Παύλου θα έχει πάει χαμένη”.

Εδώ καλούμαστε εμφανώς να αποδεχτούμε την οντολογική, σχεδόν, μεταγραφή μιας στυγερής δολοφονίας σε θυσία. Ακόμη κι αν αυτός ο φόνος δεν υπήρξε μέρος κάποιου ιστορικού ή μεταφυσικού στρατηγικού σχεδίου, μιας παρτίδας σκακιού, καλούμαστε πια να τον δούμε ως εάν να ήταν, ή να οφείλει να γίνει, τέτοιος. Καλούμαστε να αφουγκραστούμε τις αξιώσεις που εγείρει η εν λόγω «θυσία» και να στήσουμε τα πιόνια μας για να παίξουμε σωστά την παρτίδα.

Ποιος όμως είναι εδώ ο βασιλιάς; Ο υψηλότερος σκοπός για χάρη του οποίου ο φόνος του Φύσσα αντικρίζεται ως θυσία; Εκείνος για τον οποίο πρέπει να δώσουμε τη μάχη, και ποια μάχη είναι η σωστή μάχη; Ποιοι θα τη δώσουν και με ποιο τρόπο;

Και κάπου εδώ, το ντοκιμαντέρ τελειώνει.

Και εμείς (οφείλουμε να) συνεχίζουμε: στο νέο ιδεότυπο αντιφασίστα αξιώνεται άρρητα η ομογενοποιημένη αντιφασιστική στάση απαξιώνοντας ταυτόχρονα την μέχρι τώρα αντιφασιστική δράση. Επιπλέον, μέσα από την άνευρη και πολιτικά ουδετεροποιημένη παρουσίαση ενός ξεκάθαρα πολιτικού φόνου ως ενός συμβάντος αποκομμένου από την ιστορία του, συγκαλύπτονται όλες οι προϋποθέσεις και οι όροι που οδήγησαν σε αυτό. Αυτοί οι όροι έχουν πρόσωπο και μάλιστα πολιτικό πρόσωπο. Οι προϋποθέσεις αυτές έχουν πατρίδα, σπίτι, γονείς και πολλά θρεφτάρια.

Όταν, λοιπόν, η στυγερή δολοφονία ονομάζεται “θυσία”, όταν η “θυσία” κατανοείται ως παύση της βίας γενικά και αφηρημένα, όταν ο πολιτικός φόνος μεταγράφεται ως ατομικός χαμός κι όταν ο ατομικός χαμός μεταγγίζεται στο πανελλήνιο ως αμιγώς οικογενειακή απώλεια, κι όταν όλα αυτά παρουσιάζονται εν είδει καλοπαιγμένου επεισοδίου, τότε βρισκόμαστε στον πυρήνα της επικίνδυνης προπαγάνδας του “ουδέτερου”. 

Πηγή: Rednotebook

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά, ούτε και ο Σαμαράς…

Η Αριστερά και τα άλλα δαιμόνια. Του Χρήστου Καραγιαννίδη