Το 2019 ήταν η χρονιά του Bong Joon Ho. Ξεκίνημα με τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών και φινάλε με τα Χρυσά Αγαλματίδια. Η πανηγυρική του επικράτηση εκτός των άλλων μας έδωσε την ευκαιρία να ανατρέξουμε στα παλαιότερα έργα του και σήμερα επικεντρωνόμαστε στο “Memories of Murder” (2003). Μία ταινία που τον καθιέρωσε στην πατρίδα του και δυστυχώς ποτέ μέχρι σήμερα δεν προβλήθηκε στην Ελλάδα. Η αρχή για καλή μας τύχη έγινε στους θερινούς κινηματογράφους. Ένα ανάγλυφο της τοπικής κοινωνίας, μία μικρογραφία της σκοτεινής διαδρομής της εξουσίας και των μέσων επιβολής της τάξης.
Γράφει ο Μίλτος Τόσκας
Μεταφερόμαστε στο μακρινό 1986. Μία σειρά ανεξιχνίαστων βιασμών-δολοφονιών συνταράσσει την επαρχία Gyunggi της Νοτίου Κορέας. O τοπικός αστυνομικός ξεκινάει άμεσα έρευνα. Νιώθει μεγάλη έπαρση κι απόλυτη σιγουριά για την επιτυχία του εγχειρήματος. Η στρατιωτική χούντα πιέζει για άμεση επίλυση. Τα Μέσα Ενημέρωσης “σκοτώνουν” τη δημοσιογραφία κι εμπορευματοποιούν το δράμα. Η πίεση σταδιακά αυξάνει. Ενισχύσεις καταφθάνουν από την πρωτεύουσα Σεούλ. Καμία πρόοδος. Η ελπίδα δίνει τη θέση της στην απελπισία. Οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν πέφτουν στο κενό. Ο κόσμος αποδοκιμάζει τις δυνάμεις τάξης.
Μία άλλη εποχή αλλιώτικη. Δίχως κάμερες, κινητά τηλέφωνα, μέσα κοινωνικής δικτύωσης που σήμερα προδίδουν τους ενόχους μέσα σε λίγες ώρες. Ένα σύγχρονο Big Brother που εκτυλίσσεται και μας κάνει κομμάτι του. Από την πρώτη στιγμή κρατώ τις νότες ειρωνείας που δίνουν χιουμοριστικές διαστάσεις κι αγγίζουν την ματαιότητα των χαρακτήρων όσο πλησιάζουμε προς το φινάλε και την απαλή μουσική που διαδραματίζει ρόλο καταλύτη. Οι άμεσα εμπλεκόμενοι είναι έτοιμοι να κατασκευάσουν ενόχους προκειμένου να κλείσει η υπόθεση. Ο επικοινωνιακός μηχανισμός στις επάλξεις καλύπτει τις όποιες αδυναμίες τους. Ο πανικός όμως δε λέει να καταλαγιάσει.
Η πίστη πως ο δολοφόνος επιστρέφει πάντα στον τόπο του εγκλήματος αποδεικνύεται τρανή απάτη στην προκειμένη περίπτωση. Χιλιάδες άνθρωποι ανακρίθηκαν, κάποιοι προφυλακίστηκαν και οδηγήθηκαν στα δικαστήρια. Οι αρχές όμως έμειναν μακριά από τον πραγματικά ένοχο για χρόνια. Μόνο μία τυχαία συγκυρία θα μπορούσε να αποκαλύψει την ταυτότητά του. Άλλωστε μιλάμε για έναν “συνηθισμένο” άνθρωπο που ζει ανάμεσά μας. Το τι έχει κάνει το γνωρίζει μόνο ο ίδιος. Ακόμα κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης πιστεύει πως μέσα από το βλέμμα του μπορεί να τον οδηγήσει στην οικειοθελή παράδοση.
Οι ήρωες μας, προεξέχοντος του εξαιρετικού Σονγκ Κανγκ Χο (ο πατέρας στα Παράσιτα) περνούν μία τρομερή διακύμανση στο εσωτερικό τους κι αυτή αντικατοπτρίζεται στο βλέμμα τους. Από ισχυροί της υπόθεσης καταλήγουν εξιλαστήρια θύματα για την μάζα που θέλει το αίμα των δραστών. Βαριά τραυματισμένη κι αυτή. Ο φόβος κυριαρχεί. Έχουν γυναίκες, κόρες, αδελφές. Όσο ο killer κυκλοφορεί ελεύθερος κινδυνεύουν. Τελικά οι βασικοί μας πρωταγωνιστές καταλήγουν βορά, σωματικά και ψυχολογικά ακρωτηριασμένοι. Μόνο ο χρόνος μπορεί να γιατρέψει τις πληγές τους.
Όπως εύκολα γίνεται κατανοητό συζητάμε για μία αληθινή ιστορία. Το θεατρικό έργο, “Come and See” του Kim Gwang Rim έγινε η αφορμή, αν θέλετε η βάση για την πρώτη σπουδαία ταινία του Μπονγκ. Το πολιτικό και κοινωνικό σχόλιο είναι και σε αυτήν την περίπτωση σαφές. Ο σκηνοθέτης δε συμβιβάζεται, δε δίνει εύκολες απαντήσεις, σε καλεί να ψάξεις την ιστορία και το πόνημα να γίνει βιωματικό. Με τον ιδανικότερο τρόπο μας εξηγεί πως η ιστορία είναι συνέχεια κι όχι μεμονωμένα περιστατικά. Εκείνα τα γεγονότα, (και) εκείνα οδηγούν στις σημερινή μορφή των ανισοτήτων και στην τελική έκρηξη του Parasite.