Η περιοχή του Σιντριβανίου, στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, είναι πολυσύχναστη. Και πολύβουη. Στη συμβολή των οδών Εγνατία και Εθνικής Αμύνης, ακριβώς μπροστά στη ΔΕΘ και απέναντι από την πανεπιστημιούπολη του ΑΠΘ, το “Σιντριβάνι” αποτελεί κομβικό σημείο στις διελεύσεις χιλιάδων ανθρώπων κι αυτοκινήτων και εκατοντάδων λεωϕορείων καθημερινά.
Μοιραία, η περιοχή έχει θόρυβο. Ανεκτό μεν, αλλά θόρυβο. Αυτές τις μέρες όμως, με τον δραστικό περιορισμό της κυκλοϕορίας των οχημάτων, λόγω των μέτρων για την πρόληψη της εξάπλωσης της πανδημίας του νέου κορονοϊού Covid-19, οι λίγοι περαστικοί ακούν πια ήχους συνήθως χαμένους στον θόρυβο της πόλης: τα κελαηδίσματα των πουλιών από τα δέντρα του εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ-Helexpo AE και των παρακείμενων οδών. Το λαχάνιασμα του σκύλου, που έτρεξε λίγο παραπάνω στη βόλτα του. Ακόμη και το βούισμα από το ηλεκτρονικό πατίνι, που χρησιμοποιεί μια γυναίκα, η οποία δεν μπορεί να δουλέψει από το σπίτι κι άρα πρέπει να πάει στη δουλειά της.
Η πανδημία έχει αλλάξει προσωρινά τις στάθμες του θορύβου στο ηχητικό τοπίο, το ακουστικό περιβάλλον, γνωστό στους αγγλόϕωνους πληθυσμούς και με τον όρο «soundscape» (ηχοτοπίο), σε πολλές μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Και στη Θεσσαλονίκη, η οποία – ιδίως σε συνοικίες εκτός του κέντρου της πόλης, όπως η Αρετσού για παράδειγμα – είναι αυτές τις μέρες αρκετά ήσυχη, ώστε οι “κρυμμένοι” ήχοι της φύσης και των νοικοκυριών να επιστρέφουν στο προσκήνιο.
Δέκα φορές λιγότερος θόρυβος
«Στη διάρκεια μιας συνηθισμένης εργάσιμης ημέρας, η στάθμη του θορύβου στο Σιντριβάνι είναι γύρω στα 74 Ντεσιμπέλ (dBA*). Πριν από λίγες ημέρες, με τα μέτρα σε ισχύ, χωρίς ϕορτηγά και με λιγότερα λεωϕορεία, μέτρησα δειγματοληπτικά μια στάθμη της τάξης των 64 dBA για περίπου 10 λεπτά, κάτω από τη στάθμη του ήχου της ανθρώπινης ομιλίας δηλαδή. Αυτό σημαίνει ότι η στάθμη του θορύβου πριν και μετά τα μέτρα είναι περίπου δέκα φορές κάτω, δηλαδή θα μπορούσε κάποιος να πει ότι έχουν υποδεκαπλασιαστεί οι πηγές θορύβου, πχ. ο αριθμός των οχημάτων που τον προκαλούν, καθώς οι μεταβολές στη στάθμη του ήχου μετριούνται βάσει λογαριθμικής κλίμακας** που είναι τα dB», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ηλεκτροακουστικής του ΑΠΘ, Γεώργιος Παπανικολάου, ομότιμος καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών.
Και δεν είναι μόνο η στάθμη του θορύβου που έχει αλλάξει, αλλά και το συχνοτικό περιεχόμενο των ήχων: βαρέα οχήματα όπως τα φορτηγά, που τώρα δεν κυκλοφορούν στους δρόμους όσο πριν, παράγουν ήχους στη λεγόμενη “χαμηλόσυχνη περιοχή”, επηρεάζοντας το ανθρώπινο σώμα, με τον ίδιο τρόπο που ένα ηχείο τύπου “woofer” (που λειτουργεί στις χαμηλές, “μπάσες” συχνότητες) επιδρά στην αίσθηση που έχουμε στο στομάχι μας, όταν σταθούμε δίπλα του.
Η ψυχική ηρεμία, ο τραυλισμός και το μαρτύριο της σταγόνας
«Τι κερδίζουμε αυτές τις ημέρες; Την ησυχία μας! Ο ήχος είναι από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για την ψυχική μας υγεία και χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το μαρτύριο της σταγόνας. Μια σταγόνα που πέϕτει παράγει έναν ήχο μόλις 50 dBA, δηλαδή πολύ χαμηλό, αλλά όταν επαναλαμβάνεται επί ώρες μέσα στην ησυχία, μπορεί να οδηγήσει στον νευρικό κλονισμό» λέει χαρακτηριστικά ο καθηγητής, ενώ προσθέτει ότι, επειδή η ακοή είναι συνυφασμένη και με την ομιλία, η ενδεχόμενη μελλοντική βαρηκοΐα μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην ομιλία, τραυλισμό κ.α.
Ακόμα και η ισορροπία μας αρχίζει από τον λαβύρινθο του αυτιού.
Σε αντίθεση με την όραση, λέει ο καθηγητής, η ακοή επηρεάζει πολύ πιο άμεσα την υγεία μας, αφού -πέραν των προβλημάτων στα αυτιά καθεαυτά – η υψηλή στάθμη θορύβου μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στον ύπνο, επιθετική συμπεριϕορά, άγχος και ταχυπαλμία, μειωμένη παραγωγικότητα ή και να επιδεινώσει προβλήματα υπέρτασης. Βάσει παλαιότερων (2000) εκτιμήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το οικονομικό κόστος του θορύβου στην Ευρώπη κυμαίνεται σε ένα εύρος από 10 δισ. έως 100 δισ. ευρώ ετησίως…
Σε συνθήκες υψηλής στάθμης θορύβου, όταν ο ίδιος ο τόνος της φωνής μας ανεβαίνει, για να μπορούμε να ακουστούμε, το σώμα καταπονείται και ταυτόχρονα ελλοχεύει ο κίνδυνος για παρεξηγήσεις στην επικοινωνία μας. «Τεντώνουμε τις φωνητικές χορδές μας, τα πνευμόνια πιέζονται, μας λείπει ο αέρας, για αυτό συχνά ζαλιζόμαστε όταν φωνάζουμε. Επιπλέον, όταν ο τόνος της φωνής μας ανεβαίνει για να ακουστούμε, κάποιος μπορεί να πιστέψει ότι υπάρχει εκνευρισμός. Στην επικοινωνία μας πολλά σχετίζονται με τον θόρυβο του περιβάλλοντος» παρατηρεί ο καθηγητής.
Τι συμβαίνει στην ακοή μας μετά από ώρα σε κλαμπ;
Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, σε περιοχές όπως η Τσιμισκή, η στάθμη του θορύβου διαμορϕώνεται στη διάρκεια μιας συνηθισμένης ημέρας (όχι την τρέχουσα περίοδο με τα μέτρα) γύρω στα 70-75 dBA, όταν βάσει του σχετικού νόμου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 55-65 dBA. Στις καφετέριες και τα μπαρ ο νόμος επιβάλλει στάθμη ήχου κάτω των 80 dBA, αλλά όπως λέει ο καθηγητής, σπανίως πέϕτει κάτω από τα 90. Στα δε κέντρα διασκέδασης, όπως τα κλαμπ και τα μπουζουξίδικα, ο ήχος πλησιάζει τα 100 dBA, κάτι που σημαίνει ότι όποιος εκτεθεί σε αυτή τη στάθμη πάνω από μία ώρα, χάνει προσωρινά περίπου 20 dBA από την ευαισθησία της ακοής του..
Ο ήχος της σιωπής κι οι αντοχές του τυμπάνου
Πότε ένας ήχος θεωρείται επικίνδυνος; «Πάνω από τα 90 dBA η στάθμη του ήχου θεωρείται υψηλή. Μέχρι τα 115-120 είναι μεν ανεκτή αλλά υπάρχουν βλάβες. Στα 125-130 μπορεί να υπάρξει διάτρηση του τύμπανου του αυτιού» εξηγεί ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ηλεκτροακουστικής του ΑΠΘ. Στην κλίμακα των 55-85 dBA ανήκουν οι αστικοί θόρυβοι, που είναι γενικά ανεκτοί. Και στα 30-40 έχουμε τη χαμηλή στάθμη, τους λεγόμενους ήχους της ανάπαυσης.
Αλήθεια, αυτό που λέμε σιωπή, έχει ήχο; «΄Εχει τον ήχο της αναπνοής, που κυμαίνεται στα 18-20 dBA και μπορεί να ϕτάσει μέχρι και τα 28 dBA αν είσαι πχ. κρυωμένος. Σε ένα υπνοδωμάτιο στην εξοχή, όπου το μόνο που ακούγεται είναι το τικ-τακ του ρολογιού, η στάθμη είναι γύρω στα 23 dBA. Ο δε ήχος του χτύπου της καρδιάς είναι στα 15-18 dBA» λέει ο καθηγητής.
Ο κυματοδηγός της Κασσάνδρου
Υπάρχουν αστικές περιοχές, όπου το ηχοτοπίο είναι φιλικότερο προς τον άνθρωπο; «Σε χώρες όπως η Δανία ή η Σουηδία ή σε περιοχές όπως το Μπέβερλι Χιλς στις ΗΠΑ, τα σπίτια είναι χαμηλά και απλωμένα και οι δρόμοι φαρδείς κι αυτό δεν έγινε τυχαία. Αντίθετα, σε περιοχές όπως πχ. η Κασσάνδρου στη Θεσσαλονίκη, η πολεοδομία έχει δημιουργήσει ένα πολύ εχθρικό ακουστικό περιβάλλον, όπου συνυπάρχουν ψηλές πολυκατοικίες και στενός δρόμος. Όταν έχεις έναν δρόμο με οκταώροφες πολυκατοικίες και από τις δύο πλευρές, οι οποίες έχουν απόσταση δεκα μέτρων μεταξύ τους, τότε δημιουργείται ένας κλωβός, ένα κλασικό ηχείο, αυτό που εμείς οι μηχανικοί λέμε κυματοδηγό κι ένας ήχος στάθμης 60 dBA γίνεται άνετα 70 από τις αντανακλάσεις και μόνο» εξηγεί ο κ.Παπανικολάου.
Ο καθηγητής έχει συμμετάσχει και στην κατάρτιση του Προεδρικού Διατάγματος 1180 του 1981, το οποίο είναι ακόμα σε ισχύ κι ορίζει το επιτρεπτό όριο θορύβου για νομοθετημένες βιομηχανικές περιοχές στα 70 dΒΑ, για μεικτές περιοχές όπου το επικρατέστερο στοιχείο είναι το βιομηχανικό στα 65 dΒΑ, για περιοχές με ισομερή συνύπαρξη βιομηχανικού και αστικού στοιχείου στα 55 dΒΑ και εκεί όπου επικρατέστερο είναι το αστικό τα 50 dΒΑ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, τα όρια αυτά σπάνια τηρούνται…
Το εχθρικό ηχοτοπίο μπορεί να οδηγήσει σε ερήμωση του κέντρου της Θεσσαλονίκης
Την εκτίμηση ότι το ηχοτοπίο που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης ενδέχεται τελικά να οδηγήσει στην ερήμωσή του από κατοίκους, μειώνοντας δραματικά την ελκυστικότητά του, διατυπώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Ακουστικής (ΕΛ.ΙΝ.Α), ακουστικολόγος Νίκος Μπάρκας, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου (ΔΠΘ).
«Το πρωί το κέντρο της πόλης ταλαιπωρείται από τον θόρυβο του κυκλοφοριακού, που έχει αυξηθεί πολύ και το βράδυ από τη μουσική και τις φωνές από τα καταστήματα διασκέδασης. Ήδη, πολλοί άνθρωποι των παραγωγικών ηλικιών με μικρά παιδιά, έχουν μετακομίσει εκτός κέντρου, είτε σε άλλους δήμους, είτε σε συνοικίες στα ανατολικά, καθώς ο θόρυβος έχει αυξηθεί σημαντικά» επισημαίνει.
Πώς άλλαξε σε δέκα χρόνια το ηχοτοπίο που διαμορφώνουν τα all day bars του κέντρου
Ενδεικτικά είναι τα ευρήματα δύο μελετών, που πραγματοποιήθηκαν από φοιτήτριες του καθηγητή στο κέντρο της πόλης, με διαφορά δέκα ετών μεταξύ τους: «Μελετήσαμε τον ήχο από τα all day bars του κέντρου (στην περιοχή που οριοθετείται από τη θάλασσα, τον Λευκό Πύργο, την Εγνατία και την Πλατεία Ελευθερίας) για πρώτη φορά το 2006 και δεύτερη τον χειμώνα 2017-2018. Διαπιστώσαμε ότι ο θόρυβος αυξήθηκε κατά τουλάχιστον 10-15 dBA στη διάρκεια της δεκαετίας, κάτι που συνιστά πολύ σοβαρή επιδείνωση, και καταγράψαμε ακόμη και στάθμη 100 dBA σε απόσταση δέκα μέτρων από τα καταστήματα, καθώς υπάρχουν ηχεία μέσα και έξω από τα μαγαζιά και δεν υπάρχουν προθήκες, όλα είναι ανοιχτά» εξηγεί.
Τα κλιματιστικά των πολυκαταστημάτων
Στη διάρκεια δε της ημέρας, οι κάτοικοι του κέντρου της Θεσσαλονίκης ταλαιπωρούνται, σύμφωνα με τον κ.Μπάρκα και από μια άλλη πηγή θορύβου πέραν του κυκλοφοριακού: τις μονάδες κλιματιστικών στις ταράτσες των κτηρίων όπου εδρεύουν πολυκαταστήματα και μεγάλα σούπερ μάρκετ.
«Το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να λυθεί με την τοποθέτηση ηχοπαγίδων, κάτι που θα πρόσθετε μόλις 2%-3% στο συνολικό κόστος της επένδυσης που πραγματοποιεί ένα πολυκατάστημα, ή ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ και θα αρκούσε για να λύσει το πρόβλημα της ηχορύπανσης από τη συγκεκριμένη πηγή. Ωστόσο, η επένδυση αυτή δεν γίνεται» υποστηρίζει και σημειώνει ότι, αν και το πρόβλημα θα λυνόταν με τοποθέτηση ηχοπαγίδων στα πολυκαταστήματα, η επίλυσή του είναι πολύ πιο σύνθετη στην περίπτωση των καφέ και των μπαρ, όπου απαιτούνται σημαντικές αλλαγές.
Το παράδειγμα της τουριστικής Βαρκελώνης, αλλά και ένα παράδειγμα αστοχίας
Όπως παρατηρεί ο κ.Μπάρκας, παρότι ο αντίλογος στη λήψη μέτρων για τον περιορισμό του θορύβου σε ώρες κοινής ησυχίας είναι ότι ο τουρισμός θα υποστεί πλήγμα, πόλεις με ιδιαίτερα αυξημένες τουριστικές ροές, όπως η Βαρκελώνη, τα εφαρμόζουν αυστηρά.
«Βρισκόμουν στη La Rambla στη Βαρκελώνη, σε ένα εστιατόριο. Στις 11 το βράδυ έκλεισαν τη μουσική. Στις 11.20 άδειασαν το τραπέζι, στις 11.30 υπήρχε κοινή ησυχία. Δεν μας ζήτησαν να φύγουμε, αλλά δεν σερβίριζαν πια» λέει χαρακτηριστικά.
Πάντως, στην προσπάθεια για τον περιορισμό της ηχορύπανσης σε περιοχές κατοικίας της Ευρώπης δεν λείπουν και οι αστοχίες. «Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γερμανίας, που λαμβάνοντας υπόψη ότι τον χειμώνα νυχτώνει στις 8, στον κανονισμό μιας νέας συνοικίας έθεσε ως όριο ακόμα και για το παιχνίδι και τις φωνές των παιδιών στις πλατείες τη συγκεκριμένη ώρα. Ετσι, το καλοκαίρι, που νυχτώνει στις 10 στις χώρες αυτές, οι πλατείες είναι άδειες και έρημες και η εικόνα κάθε άλλο παρά ελκυστική. Μην ξεχνάμε ότι όταν επισκεπτόμαστε μια πόλη ως τουρίστες, θέλουμε να δούμε το κέντρο της, γιατί εκεί υπάρχει ο κόσμος και ο παλμός» επισημαίνει.
Πώς μπορούμε να μειώσουμε την ηχορύπανση στο κέντρο της πόλης;
Ο πρόεδρος του ΕΛ.ΙΝ.Α παρατηρεί ότι η ηχορύπανση στο κέντρο των πόλεων μπορεί να μειωθεί, πέραν των όσων αναφέρθηκαν παραπάνω (πχ, ηχοπαγίδες), με την εφαρμογή μέτρων για τον περιορισμό της κυκλοφορίας των οχημάτων και του συγκοινωνιακού φόρτου και με πεζοδρομήσεις.
Ωστόσο, στην περίπτωση μιας πόλης με τα χαρακτηριστικά της Θεσσαλονίκης, όπου οι βασικές οδικές αρτηρίες ανά κατεύθυνση είναι ελάχιστες, τα μέτρα αυτά, που συν τοις άλλοις απαιτούν επενδύσεις σε μεγάλα τεχνικά έργα, είναι δύσκολο να εφαρμοστούν.
«Σε μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, που είναι επιμήκης, δεν είναι εύκολο να λύσεις το θέμα της διαμπερούς κυκλοφορίας παρά μόνο με πολύ μεγάλα τεχνικά έργα και δεν ξέρω κατά πόσο αυτά είναι εφικτά στις παρούσες συνθήκες. Το Μετρό θα βοηθήσει αν είναι φθηνό και έχει καλές διασυνδέσεις με την περιφέρεια της πόλης. Γενικά όμως, δεν είμαι αισιόδοξος ότι το πρόβλημα της ηχορύπανσης στη Θεσσαλονίκη θα λυθεί σύντομα» λέει.
Κι αυτό, ενώ ο ήχος και ο θόρυβος ανέκαθεν ήταν -και θα είναι πάντα- άμεσα συνδεδεμένος με την ψυχολογία και την ψυχική κατάσταση του ατόμου, με την επίδρασή του πάνω μας να αλλάζει αναλόγως του περιβάλλοντός μας. Οπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο καθηγητής, μπορεί η Πέμπτη Συμφωνία του Μάλερ να είναι αριστούργημα, αλλά όταν την ακούς όρθιος δίνοντας αναφορά σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, ακόμη κι αυτό το αριστούργημα μετατρέπεται σε θόρυβο…
Πηγή: Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων
Φωτογραφία: Δημήτρης Τοσίδης