in ,

Τo alterthess.gr πάει θέατρο… στην παράσταση «Μαζί με τ’ άπλυτα»

Τo alterthess.gr πάει θέατρο… στην παράσταση «Μαζί με τ’ άπλυτα»

Την μαύρη κωμωδία του αμερικανού συγγραφέα Cristopher Durang «Μαζί με τα’ άπλυτα» παρουσιάζει την Παρασκευή 6 και το Σάββατο 7 Μαρτίου στο Δημοτικό Θέατρο «Άνετον – Σκηνή Νίκος Ναουμίδης» η ομάδα Push Your Art Company, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Δήμου Θεσσαλονίκης «Ανοιχτή Σκηνή – Θεατρικές φωνές της πόλης».

Το έργο μας διηγείται το μεγάλωμα ενός παιδιού από δύο γονείς, μάλλον όχι τόσο έτοιμους να γίνουν γονείς. Ο Τζον και η Έλεν φέρνουν στον κόσμο ένα παιδί, χωρίς να γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν τη νέα αυτή πραγματικότητα. Αν και έχουν καλές προθέσεις, αρκεί αυτό για να γίνουν καλοί γονείς; Προσπαθήσουμε να πάρουμε τις απαντήσεις στο ερώτημα αυτό από τους ίδιους τους Τζον και Έλεν, κατά κόσμον Πέτρο Φραγκόπουλο και Ματίνα Κουλουριώτη.

Συνέντευξη στην Ευγενία Χατζηγεωργίου

Πως πραγματεύεται το έργο τον θεσμό της οικογένειας και της ανατροφής ενός παιδιού;

(Μ.Κ) Στο συγκεκριμένο έργο η οικογένεια βρίσκεται στο στόχαστρο της σάτιρας του Durang. Ο συγγραφέας είναι σα να βάζει κάτω από έναν μεγεθυντικό φακό καθημερινά προβήματα μια οικογένειας και μέσω της σάτιρας τα κάνει να μοιάζουν κωμικοτραγικά. Μ’ αυτόν τον τρόπο σχολιάζει τη μεγάλη ευθύνη και δυσκολία που συναντά ο γονιός όταν μεγαλώνει το παιδί του, αλλά και το πόσο επίπονη μπορεί να γίνει όλη αυτή η διαδικασία για το παιδί.

(Π.Φ) Μέσα από μια σατιρική – κωμική πλευρά ξεδιπλώνονται οι σχέσεις γονιών και παιδιού από τη στιγμή της γέννησης του παιδιού ως τη στιγμή που γίνεται και αυτός γονιός.

«Γονιός γεννιέσαι ή γίνεσαι», τι απαντάτε;

(Μ.Κ) Γίνεσαι, θέλω να πιστεύω.

(Π.Φ) Νομίζω γίνεσαι, κανείς πιστεύω δε γεννιέται έτοιμος για κάποιους ρόλους που παίζει στη ζωή. Όλες οι σχέσεις κτίζονται με πολύ κόπο κατά τη γνώμη μου.

Αρκούν τελικά τα «θέλω» και οι καλές προθέσεις στο να γίνει κάποιος καλός γονιός; Και πως ορίζεται για εσάς ο «καλός» γονιός;

(Μ.Κ) Είναι μια βασική προϋπόθεση αλλά δυστυχώς δεν αρκούν μόνο οι καλές προθέσεις. Κατά τη γνώμη μου η σχέση ανάμεσα στον γονιό και το παιδί είναι μια δύσκολη σχέση, η οποία πρέπει να βασίζεται στην αγάπη, την εμπιστοσύνη, την κατανόηση και την ειλικρίνεια.

(Π.Φ) Φυσικά και όχι, είναι βασική προϋπόθεση το «θέλω» για να γίνεις γονιός δεν προϋποθέτει όμως ότι θα γίνεις και καλός γονιός. Χρειάζεται όπως προείπα πολλή δουλειά με τον εαυτό σου και με το παιδί. Καλός γονιός κατά τη γνώμη μου είναι αυτός ο οποίος μπορεί να κάνει το παιδί του ενεργό πολίτη με σεβασμό απέναντι στον εαυτό του και στους συνανθρώπους του, να ανταπεξέρχεται στη ζωή με θάρρος, να διεκδικεί τα θέλω του να έχει όνειρα και να δουλεύει για αυτά. Με λίγα λόγια καλός γονιός είναι αυτός που αγαπάει το παιδί του αλλά σε καμία περίπτωση δε το θεωρεί κτήμα του και δεν αποφασίζει για αυτό.

Βρίσκετε αναφορές δικές σας στο κείμενο και στους χαρακτήρες που υποδύεστε;

(Μ.Κ) Υπάρχουν στο έργο μοτίβα που μου είναι γνώριμα. Οι περισσότεροι από εμάς φαντάζομαι έχουν βιώσει, ειδικά μέσα την οικογένεια, στιγμές «καθημερινής τρέλας».

(Π.Φ) Επειδή εγώ δεν είμαι γονιός δε βρίσκω ιδιαίτερες αναφορές  όσον αφορά το κομμάτι πατρότητα. Παράλληλα επειδή υπήρξα παιδί όπως όλοι πολλά στοιχεία αυτών των ανθρώπων και της σχέσης γονείς – παιδί τις εντοπίζω και στη δική μου παιδική ηλικία όχι ευτυχώς σε αυτό το βαθμό.

Το έργο γραμμένο από έναν αμερικανό συγγραφέα αναφέρεται στην αμερικανική κοινωνία. Ποιες διαφορές και ομοιότητες εντοπίζετε σε σχέση με τους Έλληνες γονείς;

(Μ.Κ) Μπορεί κάπως να διαφέρουν οι συνθήκες στις οποίες οι γονείς μεγαλώνουν ένα παιδί, για παράδειγμα σε μια ελληνική εκδοχή του έργου, τον ρόλο της Νταντάς θα μπορούσε να τον έχει η Πεθερά, παρ΄ όλα αυτά τα κεντρικά ζητήματα που θίγει ο συγγραφέας μέσω του υπερβολικού τρόπου με τον οποίο παρουσιάζονται, γίνονται καθολικά.

(Π.Φ) Το έργο του Ντουρανγκ είναι μια σάτιρα – κωμωδία πάνω στην ανατροφή ενός παιδιού στην σύγχρονη δυτική κοινωνία. Στοιχεία που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας θα ήταν σχεδόν άγνωστα στην ελληνική κοινωνία τη δεκαετία του 80 που γράφτηκε το έργο, αλλά σήμερα είναι γνώριμα σε όλους μας. Πέρα όμως από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά νομίζω ότι όλοι οι γονείς του «δυτικού κόσμου» έχουν πολλά κοινά στοιχεία. Στο έργο βλέπουμε γονείς που αντιμετωπίζουν το αρσενικό παιδάκι τους ως θηλυκό επειδή απλά και μόνο η μάνα ήθελε κορίτσι, αυτό δε νομίζω ότι συμβαίνει συχνά στη χώρα μας, θεωρώ όμως ανάλογα τραγικό το να θέλει ένας γονιός να επιβάλει στο παιδί του τη δουλειά που θα κάνει, συχνό φαινόμενο στην ελληνική οικογένεια.

Στις μέρες μας, είμαστε λιγότερο έτοιμοι να γίνουμε γονείς απ’ ότι στο παρελθόν ή όχι; Έχουν αλλάξει τα δεδομένα;

(Μ.Κ) Δεν πιστεύω ότι έχουν αλλάξει πολύ τα δεδομένα,. Αυτοί που θέλουν να κάνουν οικογένεια τώρα βρίσκουν τρόπο όπως έβρισκαν και παλιότερα.

(Π.Φ) Σε κάθε εποχή αν αναλογιστεί ένας νοήμων άνθρωπος τις υποχρεώσεις που δημιουργεί ένα παιδί, αλλά και σε ποια κοινωνία καλείται να το φέρει, δύσκολα θα το αποφασίσει. Η σημερινή κατάσταση λόγω της απόλυτης οικονομικής αβεβαιότητας στο μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Νομίζω όμως ότι αυτοί που είναι έτοιμοι υπάρχουν τελικά σε κάθε εποχή με όποιες δυσκολίες.

Τελικά μεγαλώνοντας μοιάζουμε με τους γονείς μας (και στα καλά και στα στραβά);

(Μ.Κ) Κάπως έτσι γίνεται.

(Π.Φ) Φοβάμαι πως ναι, λόγω της ανάγκης μας να ανήκουμε κάπου και ως παιδιά η πρώτη ομάδα στην οποία θέλουμε να ενταχθούμε είναι η οικογένεια έχει ως αποτέλεσμα να μιμούμαστε ασυνείδητα τα καλά και τα στραβά στοιχεία της.

«Τ’ άπλυτα» στο έργο καθρεφτίζουν την κοινωνία μας; Με ποια στοιχεία έρχονται αντιμέτωποι οι ήρωες της παράστασης;

(Μ.Κ) Ο Νταίζυ αποκτά μια συνήθεια μεγαλώνοντας να βρίσκει καταφύγιο κάτω από τις στοίβες με τα άπλυτα ρούχα. Είναι ένα τρόπος να αντιδρά στα παράλογα που συναντά καθώς πέρα από τους γονείς του έρχεται αντιμέτωπος με δασκάλους και καθηγητές και γενικότερα με ένα σαθρό κοινωνικό σύστημα που του στερεί την ελευθερία του.

(Π.Φ) Ναι πραγματικά θα μπορούσε να είναι και έτσι. Οι ήρωες έρχονται αντιμέτωποι με τον εαυτό τους, με την κοινωνία και με το ίδιο το σύστημα που ζουν. Βλέπουμε καθαρά μέσα στο έργο πως αν ένα παιδί «κακοποιηθεί» από την ίδια την οικογένεια του δύσκολα η κοινωνία θα μπορέσει να το σώσει και οι ελάχιστοι που θα το προσπαθήσουν δε θα βρουν ανταπόκριση πουθενά με το αποτέλεσμα να παραμένει ίδιο.

Πως αντιδρά το κοινό στην προσπάθεια του έργου να διακωμωδήσει τα «κουσούρια» και τα λάθη των γονέων;

(Μ.Κ) Έχω την αίσθηση ότι οι αντιδράσεις τους διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία τους. Κάποιοι γελούν, νέοι κυρίως, υπάρχουν όμως και κάποιοι που θυμώνουν και αποδοκιμάζουν τις επιλογές των γονιών. Ο Durang έχει εξάλλου δηλώσει ότι «για κάθε έναν θεατή που ενοχλείται από τη δουλειά μου υπάρχουν πάντα άλλοι πέντε ή έξι ή επτά που δείχνουν ενθουσιασμό»

(Π.Φ) Το κοινό αρκετές φορές νιώθει αμήχανα με τις πράξεις του Τζον και της Έλεν. Όσοι είναι γονείς προβληματίζονται αρκετά για τις δικές τους πράξεις. Το έργο από τη φύση του επιθυμεί να ξορκίσει αυτή την αμηχανία προβάλλοντας την κωμική πλευρά του, μέσα από το γέλιο προσπαθώντας παράλληλα να μη χαθεί το νόημα και το τι θέλει να πει ο συγγραφέας, κατά τη δική μας άποψη πάντα.

Ο Christopher Durang έχει χαρακτηριστεί οργισμένος σατυρικός συγγραφέας. Επιβεβαιώνεται ο χαρακτηρισμός αυτός στο συγκεκριμένο έργο;

(Μ.Κ) Σ’ αυτό το έργο ο Durang σκιαγραφεί δυστυχισμένους και απελπισμένους χαρακτήρες που ζουν εγκλωβισμένοι σε μια πραγματικότητα εξωπραγματική, θα έλεγε κανείς. Αυτό σε συνδυασμό με τον σατιρικό τρόπο με τον οποίο σχολιάζει τους κοινωνικούς θεσμούς επιβεβαιώνουν, νομίζω τον χαρακτηρισμό του ως «οργισμένο».

(Π.Φ) Ναι αν λάβουμε υπόψη μας ότι καρατομεί με την πένα του όλους τους χαρακτήρες του έργου και ότι αυτοί αντιπροσωπεύουν, χωρίς να απαλλάσσει κανέναν από τις ευθύνες του, ακόμα και το παιδί.

Η Θεσσαλονίκη αξιοποιεί τα ταλέντα της; Είναι μία φιλόξενη πόλη για νέους καλλιτέχνες;

(Μ.Κ) Η Θεσσαλονίκη είναι κατά τη γνώμη μου ένας πολύ καλός σταθμός για τα πρώτα βήματα ενός καλλιτέχνη. Προσφέρει αρκετές αξιόλογες εμπειρίες, τις οποίες μπορεί να εκμεταλλευτεί ένας νέος ηθοποιός και να εξελιχθεί.

(Π.Φ) Δεν ξέρω τι να απαντήσω σε αυτό πραγματικά, εδώ ανοίγεται μια μεγάλη κουβέντα περί του τι μπορεί να κάνει και το ποια και πόσα είναι τα «ταλέντα» της και αν φτάνει μόνο αυτό. Αυτό που μπορώ όμως να παρατηρήσω είναι ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μια οργανωμένη προσπάθεια, θα αναφέρω ως παράδειγμα το φεστιβάλ «Ανοιχτή σκηνή – Θεατρικές φωνές της πόλης» που αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για νέους δημιουργούς. Από εκεί έπειτα θα πρέπει με κάποιο τρόπο κάποιος (ίσως ο δήμος) να καταγράψει τους καλλιτέχνες της πόλης προσπαθώντας να αξιοποιήσει και να προωθήσει τη δουλειά τους εντός και εκτός των ορίων της πόλης.

Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει παραδοσιακά σημαντική δραστηριότητα από θεατρικές ομάδες, πως θεωρείτε πως μπορούν οι προσπάθειες αυτές δεν αντέξουν στον χρόνο και να έχουν την απήχηση που τους αξίζουν;

(Μ.Κ) Βρίσκω πολύ θετική την αυξημένη δραστηριότητα των θεατρικών ομάδων στην πόλη και θεωρώ ότι με τη σωστή υποστήριξη από τους πολιτιστικούς φορείς αλλά και τη συνεργασία μπορούν να δημιουργήσουν πολύ όμορφα πράγματα.

(Π.Φ) Είναι πολύ θετικό να δημιουργούνται θεατρικές ομάδες. Δεν πιστεύω όμως ότι οι ομάδες πρέπει να αντέχουν με όποιο κόστος στο χρόνο, το βασικό για εμένα είναι να αντέχουν όσο έχουν κάτι να πουν και όσο υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται να το ακούσουν. Πολλές φορές η συνήθεια είναι αυτή που διατηρεί κάτι στο χρόνο και όχι η πραγματική ανάγκη για έκφραση. Πιστεύω λοιπόν πως όσο έχεις κάτι να πεις και όσο υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να σε ακούσουν το πράγμα κυλάει από μόνο του και κανείς δε μπορεί να σε φιμώσει.

Πόσο εύκολη/ δύσκολη υπήρξε η επιλογή σας να ασχοληθείτε επαγγελματικά με το θέατρο; Ασχολείστε ταυτόχρονα κι με ένα κάποιο άλλο επάγγελμα ή θεωρείτε πως ένας νέος ηθοποιός μπορεί να επιβιώσει από το επάγγελμά του;

(Π.Φ) Η επιλογή κάποιου να ασχοληθεί επαγγελματικά με οποιαδήποτε μορφή τέχνης δεν είναι ποτέ εύκολη γνωρίζοντας πως δυστυχώς στη χώρα μας πολλοί καλλιτέχνες δεν έχουν τις οικονομικές απολαβές εκείνες ώστε να μπορούν να βιοποριστούν αξιοπρεπώς μόνο από το επάγγελμα τους.  Είναι όμως θα έλεγα η ζωή μέσα στην τέχνη τρομερά απολαυστική ακόμα και με αυτές τις δυσκολίες. Πάντα όμως υπάρχει και η εξαίρεση στον κανόνα και αυτό είναι το θετικό της υπόθεσης, στη Θεσσαλονίκη βέβαια τα πράγματα είναι δυσκολότερα αν λάβεις υπόψιν σου ότι σαν ηθοποιός για παράδειγμα μπορείς να εργαστείς μόνο στο θέατρο ίσως και στο ραδιόφωνο. Εγώ προσωπικά ασκώ και άλλο επάγγελμα για να βιοπορίζομαι (στο θέατρο έχω βάλει περισσότερα χρήματα από όσα έχω πάρει).

(Μ.Κ) Δεν ήταν πολύ εύκολη…. Δυσκολεύτηκα πολύ να συνειδητοποιήσω ότι τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ ότι τα φανταζόμουν και ότι το να μπορώ να απολαμβάνω την επαγγελματική μου ενασχόληση με το θέατρο και παράλληλα να επιβιώνω από αυτήν είναι σχεδόν ακατόρθωτο. Έτσι επέλεξα, προς το παρόν τουλάχιστον, να κάνω 2 πράγματα ώστε και να επιβιώνω αλλά και να εισπράττω ευχαρίστηση από αυτό που κάνω.

Διαβάστε επίσης:

Στείλτε email και κερδίστε εισιτήρια για την παράσταση «Μαζί με τ’ άπλυτα»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Επανέναρξη πρωταθλήματος χωρίς θεατές ανακοίνωσε ο Σ. Κοντονής

ΚΚΕ: Ψίχουλα σε όσους ζουν σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης