“Η αντιπαράθεση της διακυβέρνσης του Αλιέντε με τον καπιταλισμό ξεπερνά την τοπικότητα της Χιλής και γίνεται μάθημα για όλους”.
Γύρω απ’ αυτό το κεντρικό επιχείρημα περιστράφηκε η σύζητηση με θέμα “Από τη Μάχη της Χιλής στην Ευρώπη της κρίσης: Λάθη, Διδάγματα κι ελπίδες”, που διοργανώθηκε στα πλαίσια του αφιερώματος στον Χιλιανό ντοκιμαντερίστα Πατρίσιο Γκουσμάν. Στη συζήτηση πήραν μέρος ο Μεξικανός δημοσιογράφος, κριτικός κινηματογράφου και ακαδημαϊκός Φερνάντο Μορένο, ο δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας Γιώργος Αυγερόπουλος και ο αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ, Γιάννης Σταυρακάκης. Επίσης, στο πάνελ “βρέθηκε” και ο ίδιος ο Πατρίσιο Γκουσμάν μέσω skype, καθώς λόγω… σπασμένου ποδιού δεν μπόρεσε να ταξιδέψει στην Ελλάδα.
Ο Πατρίσιο Γκουσμάν έκανα μια εκτενή ανάλυση της ζωής και του έργου του Σαλβαδόρ Αλιέντε – της εμβληματικής φιγούρας που πρωταγωνιστεί στις περισσότερες ταινίες του – και άσκησε δριμύτατη κριτική στον τρόπο με τον οποίο η σύγχρονη Χιλή αποφεύγει να θίξει το ζήτημα της δικτατορίας του Πινοσέτ. “Στη Χιλή, το ζήτημα Πινοσέτ είναι μια ανοιχτή πληγή. Όλοι σήμερα λένε “δεν ξέρω – δεν είδα”, κανείς δε θέλει να συζητάει για εκείνα τα χρόνια. Είμαστε ένας λαός που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του”, τόνισε ο σκηνοθέτης. “Η μνήμη είναι μια ζωτικής σημασίας κατάκτηση της ανθρωπότητας, όχι μια ακαδημαϊκή έννοια. Μια χώρα που έχει μνήμη λειτουργεί καλύτερα. Ως προς αυτό, η Χιλή αποτελεί το χειρότερο παράδειγμα, ενώ η Αργεντινή το καλύτερο”.
Ως προς το τι μαθήματα μπορούμε να αντλήσουμε από τη μορφή του Αλιέντε και την ιστορία της Χιλής γενικότερα, ο Πατρίσιο Γκουσμάν υποστήριξε ότι εμπειρίες πολιτικού τύπου δύσκολα “μεταφέρονται” από μία χώρα σε μια άλλη. “Κάθε χώρα πρέπει να βρει το δικό της δρόμο με βάση τις καταστάσεις. Ο Αλιέντε, για παράδειγμα, ήταν καρπός της ιδιαίτερης κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης που επικρατούσε τότε στη Χιλή”.
Τις ενδιαφέρουσες απόψεις του σκηνοθέτη ήρθε να συμπληρώσει ο δημοσιογράφος Φερνάντο Μορένο, ο οποίος επισήμανε την παγίδα της νοσταλγίας. “Όταν μιλάμε για μνήμη, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, γιατί μπορεί να πέσουμε στην παγίδα ότι τα πράγματα ήταν καλύτερα στο παρελθόν”, είπε χαρακτηριστικά.
Συγκρίνοντας τη δικατορία του Πινοσέτ με τα 70 χρόνια μονοκομματισμού στο Μεξικό, ο Φερνάντο Μορένο έκανε μια αναδρομή στην πολιτική και κινηματική ιστορία της χώρας του, ολοκληρώνοντας με τις πρόσφατες κινητοποιήσεις των ίδιων των φοιτητών του απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που αδιαφορεί απέναντι στις ανάγκες τους. Επιπλέον, δεν παρέλειψε να ασκήσει κριτική απέναντι στα ΜΜΕ, τα οποία “κατασκευάζουν μια πραγματικότητα και την επιβαλλουν”, πράγμα που συμβαίνει και στο Μεξικό αλλά και στη χώρα μας.
Πιο άμεσα πολιτικά ζητήματα έθεσε με το λόγο του ο Γιώργος Αυγερόπουλος, ο οποίος μίλησε για προφανή ομοιότητα της Χιλής του Πινοσέτ με την Ευρώπη του σήμερα. Όπως το εθεσε ο ίδιος: “Αν κάποιος τραβούσε μια αόρατη γραμμή στο χώρο και στο χρόνο, προσπαθώντας να ενώσει τη Χιλή του Πινοσέτ με την Ευρώπη της κρίσης, αυτή η γραμμή θα μπορούσε να ονομαστεί απλά νεοφιλελευθερισμός. Δηλαδή, η πιο ακραία μορφή κι επιθετική μορφή καπιταλισμού, που πάει μακρύτερα από την κλασική εκμετάλλευση των ανθρώπων και των φυσικών πόρων με σκοπό το ατομικό κέρδος”.
Ο Γιώργος Αυγερόπουλος υπογράμμισε τα χαρακτηριστικά του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή τη δογματική προσκόλληση σε αριθμούς, την δυσφορία απέναντι σε ανθρώπους με ανάγκες και αισθήματα, τη δυσανεξία στους απροσχεδίαστους τρόπους δράσης και στην όποια μορφή αλληλεγγύης. Επιπλέον, δεν παρέλειψε να μιλήσει για τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων αγαθών και τις συνέπειές τους, στοιχείο που αποτελεί και κεντρικό άξονα της φιλμογραφίας του. “Για το νεοφιλελευθερισμό, στοιχεία θεμελιώδη για τη ζωή δεν αποτελούν δημόσια αγαθά, αλλά ιδιωτικά προϊόντα. Το νερό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Συνοψίζει αυτή την κατάσταση και αποδεικνύει πως ό,τι έζησε η Χιλή το ζουν σήμερα – σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά – οι φτωχές χώρες της Ευρώπης”.
Τέλος, πολύ ενδιαφέρον είχε και η τοποθέτηση του αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικών Επιστημών, Γιάννη Σταυρακίδη, ο οποίος εστίασε περισσότερο στα χαρακτηριστικά της δικατορίας του Πινοσέτ και στις ομοιότητές της με την κατάσταση που βιώνουμε σήμερα στην Ευρώπη. “Όσο κι αν παραμένει ασπρόμαυρος, ο χωροχρόνος των ταινιών του Γκουσμάν μας είναι πολύ οικείος. Κι αυτό, γιατί έχουμε απέναντί μας το ίδιο στρατηγικό πλαίσιο που επιβάλλεται σήμερα πανευρωπαϊκά και με ιδιαίτερο ζήλο και ωμότητα στη νότια Ευρώπη”, τόνισε ο Γιάννης Σταυρακίδης. Μπορεί σήμερα να δρουν οι ευρωπαίοι τεχνοκράτες στη θέση των chicago boys, ωστόσο “μιλάμε για τον ίδιο θεσμό που έδρασε και στη λατινική Αμερική με μπροστάρη το ΔΝΤ”.
Το ενδιαφέρον του θέματος φάνηκε και από την ανταπόκριση του κοινού και τον κύκλο ερωτήσεων – τοποθετήσεων που ακολούθησε. Μπορεί να μην ειπώθηκε ρητά και ξεκάθαρα κάποιο συμπέρασμα ως προς τη σύνδεση λατινικής Αμερικής και Ευρώπης της κρίσης, ωστόσο είναι σίγουρο ότι από το παράδειγμα της λατινικής Αμερικής πολλά μπορούμε να διδαχτούμε.
Χριστίνα Τέντε