Ποιοι δε θέλουν το «και»… του Βασίλη Κεχαγιά

Όταν από δύο συνεδριακές ημέρες , γεμάτες πυκνότητα και ουσιώδεις εισηγήσεις, απομονώνονται δύο λεπτά τοποθετήσεως, ασύνδετης με τα όσα προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, τότε βρισκόμαστε στο κέντρο της τηλεοπτικής βασιλείας (και όχι βέβαια δημοκρατίας). Κάτι τέτοιο μοιάζει να συνέβη με το ίζημα του διήμερου συνεδρίου «Εκκλησία και Αριστερά», το οποίο φάνηκε να παίρνει τη γεύση της πρότασης του Τάσου Κουράκη, με βάση την οποία η μισθοδοσία των κληρικών θα μπορούσε να προέρχεται από ειδικό φορολογικό τέλος, προερχόμενο από ανάλογη θρησκευτική ομολογία του φορολογούμενου. Για τους συστηματικούς παρατηρητές του συνεδρίου η δήλωση αυτή προήλθε ως συνέχεια μιας σειράς απόψεων, οι οποίες κατά τη διάρκεια της διημερίδας προσπάθησαν να δώσουν λύσεις σε θέματα που χρονίως αγκυλώνουν σχέσεις του κράτους με την Εκκλησία. Δεν είναι άμοιρο της ουσίας, το γεγονός ότι η συγκεκριμένη τοποθέτηση δε «σκανδάλισε» διόλου τους εκπροσώπους του κλήρου, οι οποίοι με ζήλο παρακολούθησαν τις εργασίες του συνεδρίου. Απεναντίας, φάνηκαν κατά σκηνοθεσίαν ενοχλημένοι οι παραδοσιακοί οπαδοί της τηλεοπτικής αναστάτωσης.

Έτσι, την ώρα που οι ίδιοι οι πατέρες της εκκλησίας έμοιαζαν ενθουσιασμένοι από τις κοσμικές εισηγήσεις που αφορούσαν στο μάθημα των θρησκευτικών, στο θέμα του όρκου, στο μεταναστευτικό ζήτημα, με καθυστέρηση μιας εβδομάδας αποκαλύφθηκε διάσταση στο ζήτημα της εκκλησιαστικής περιουσίας, αφορμώμενη από την πρόταση του βουλευτή Τάσου Κουράκη. Σημειωτέον ότι ο συγκεκριμένος τρόπος φορολόγησης ισχύει σε αρκετά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως προϊόν σχετικής ερώτησης περιλαμβανομένης στη φορολογική δήλωση: «Δέχεστε το τάδε ποσοστό της φορολογικής σας εισφοράς να διατεθεί υπέρ ενισχύσεως της Εκκλησίας;», είναι το ερώτημα το οποίο απευθύνεται στον πολίτη των χωρών αυτών και η απάντηση καθορίζει τη διαχείριση της φορολογικής του υποχρέωσης. Ανάλογη υπήρξε και η εισήγηση του Τάσου Κουράκη, τοποθετημένης στο πλαίσιο μιας νηφάλιας συνεδρίας, με ελάχιστες επί καθέδρας διαφωνίες από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο ή τον πάντα μειλίχιο καθηγητή της Θεολογικής πατέρα Βασίλειο Καλιακμάνη.

Άλλωστε η πλειοψηφία των ομιλούντων αναγνώρισε ως κοινό πεδίο δράσης μεταξύ Εκκλησίας και Αριστεράς την αλληλεγγύη, την αγωνία για το συνάνθρωπο, ακόμη και την ολότελα αντίθετη με το χριστιανικό λόγο μεθοδολογία πολιτικών μορφωμάτων όπως η Χρυσή Αυγή. Όσο για τον κοινό εχθρό, δεν μπορεί να είναι άλλος από το νεοφιλελευθερισμό, ως οικονομικό σύστημα επικεντρωμένο στην ύλη και στον καταναλωτισμό, συνεπώς προθάλαμο της εξατομίκευσης.

Ωστόσο, μέσα στο σύνολο του θεωρητικού λόγου και σε μια σειρά φιλοσοφικών διαλόγων, κατά τη διάρκεια των συνεδριών, η δημοσιολογία κατόρθωσε να αναγάγει το μερικόν σε όλον, ακυρώνοντας τους λόγους διοργάνωσης ενός συνεδρίου ή μιας ενώπιον ακροατηρίου συζήτησης. Ο τρόπος με τον οποίον ψύχραιμα οι δύο θεματολογικά πόλοι (Εκκλησία και Αριστερά) αντέδρασαν στα τηλεοπτικά τσιγκλίσματα αποτέλεσε και την καλύτερη απάντηση στα καταλογισθέντα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Η Παπαρήγα για την αλλαγή ηγεσίας στο ΚΚΕ

Κατσικοπόλεμος 2 στο Λιμενικό