Η Έλενα Ράπτη υποψήφια με την Νέα Δημοκρατία, στην Α’ Θεσσαλονίκης απάντησε στις ερωτήσεις που έχει αποστείλει το alterthess στους υποψηφίους των συνδυασμών της Α’ Θεσσαλονίκης.
ΕΡ: Από τον Μάιο του 2010, όταν και ψηφίστηκε στη Βουλή το πρώτο Μνημόνιο, οι δείκτες που μετρούν τη φτώχεια και τις οικονομικές ανισότητες έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Την ίδια στιγμή στην ευρωπαϊκή και στην εγχώρια πολιτική σκηνή έχουν κυριαρχήσει δύο απόψεις. Η πρώτη ορίζει την επιλογή του Μνημονίου και των πολιτικών που απορρέουν από αυτό ως μονόδρομο. Η δεύτερη απορρίπτει το Μνημόνιο επικαλούμενη εναλλακτικές προτάσεις για την οικονομία. Με ποια άποψη από τις δύο συμφωνείτε και ποια είναι τα άμεσα μέτρα που προτείνετε για την αντιμετώπιση της φτώχειας και των οικονομικών ανισοτήτων;
ΑΠ: Αυτή είναι μια ερώτηση που θέλει πολύ συζήτηση. Καταρχήν το Μνημόνιο ήταν για τη χώρα μια καταστροφική επιλογή. Και από πλευράς περιεχομένου και υπό τις συνθήκες που υπογράφηκε. Εμείς μιλήσαμε πολύ καθαρά στους πολίτες. Το καταψηφίσαμε και δικαιωθήκαμε όχι μόνο από το αποτέλεσμα αλλά και από την παραδοχή των δανειστών μας. Την άποψη δηλαδή πολλών οικονομολόγων πως η συνταγή ήταν λάθος και πως θα οδηγούσε μαθηματικά σε ένα ανακυκλούμενο έλλειμμα και σε μια βαθιά οικονομική ύφεση.
Τότε ακόμη, μιλήσαμε για διαπραγμάτευση, για αλλαγή των όρων, για τη διάσταση της ανάπτυξης που δεν υπήρχε πουθενά στο κείμενο της συμφωνίας. Πουθενά! Η κυβέρνηση το υπέγραψε χωρίς να μετρήσει το κόστος. Χωρίς καν να το διαβάσει!! Αλλά και πάλι προτείναμε λύσεις. Δείξαμε ισοδύναμα μέτρα. Συγκεκριμένα. Βρήκαμε τρόπους να μετριασθεί το κοινωνικό κόστος. Γιατί ήταν φανερό πως το μνημόνιο με τις ρυθμίσεις που προέβλεπε θα έπνιγε την κοινωνία. Όλοι το έβλεπαν εκτός από την κυβέρνηση.
Η αντίληψη αυτή σήμερα κερδίζει διαρκώς έδαφος στην Ευρώπη. Μπορεί να υπάρχει μια νέα σύμβαση που επιβάλλει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο πειθαρχίας αλλά όλοι αντιλαμβάνονται πλέον πως μόνο με δημοσιονομικά και εισπρακτικά μέτρα δεν υπάρχει έξοδος από την κρίση. Το μνημόνιο ήταν ένα μεγάλο λάθος που έβαλε τη χώρα σε μια περιπέτεια. Η χώρα χρειάζεται μια αναπτυξιακή ώθηση. Συγκεκριμένη και άμεση. Όχι μόνο για να τη βγάλει από αυτή τη θέση αλλά για να την κάνει ισχυρή. Αυτός είναι ο τρόπος. Ένα νέο μοντέλο πολιτικής που θα δημιουργήσει δουλειές και ευημερία.
Η χώρα μας έχει ένα πολύ πλούσιο υπέδαφος. Ορυκτό πλούτο ανεκτίμητης αξίας. Μια μεγάλη πηγή εσόδων, μια μεγάλη ευκαιρία ανάπτυξης ενός κλάδου που μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά οφέλη στην εθνική οικονομία. Η χώρα μας έχει τεράστια ενεργειακά αποθέματα. Που μένουν αδικαιολόγητα ανεκμετάλλευτα και που η αξιοποίησή τους μπορεί να της δώσει δύναμη και επιρροή στο νέο ενεργειακό σκηνικό. Η ανακήρυξη της ΑΟΖ, η δυνατότητα για μεγάλες ενεργειακές συμφωνίες μπορούν να μεταβάλλουν θεαματικά την οικονομική της θέση. Να αλλάξουν όλη την οπτική της κρίσης. Η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη ναυτιλία στον κόσμο. Πλοία με ελληνική σημαία σε όλες τις θάλασσες του κόσμου, μεγάλο μέρος του διεθνούς εμπορίου. Κι όμως δεν έχει ναυπηγεία, σύγχρονα λιμάνια και τολμηρή ναυτιλιακή πολιτική, που μπορούν να φέρουν πολύτιμο συνάλλαγμα και χιλιάδες θέσεις δουλειάς. Η χώρα μας έχει τα ομορφότερα μέρη του κόσμου. Θάλασσες και βουνά, παράδοση και ιστορία, ήλιο και χρώμα ελληνικό, που το ζηλεύουν όλοι οι λαοί. Ο τουρισμός, σε όλες τις μορφές του μπορεί να κάνει την Ελλάδα κέντρο του κόσμου. Να δημιουργήσει ανάπτυξη, δουλειές, εθνικό εισόδημα, φίλους της Ελλάδας παντού.
Αν αξιοποιήσουμε τον εθνικό μας πλούτο μπορούμε να αντιστρέψουμε το αποτέλεσμα.
ΕΡ: Χιλιάδες νέοι στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της ανεργίας ενώ πολλοί από αυτούς που εργάζονται αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της ανασφάλιστης εργασίας, της εκ περιτροπής εργασίας, του περιορισμού της συνδικαλιστικής ελευθερίας και κυρίως της μη τήρησης της μισθοδοσίας από τους εργοδότες. Τα παραπάνω προβλήματα έχουν οδηγήσει χιλιάδες νέους στην οικονομική μετανάστευση. Ποια ορίζετε ως τα αίτια που έχουν οδηγήσει στην περιγραφόμενη κατάσταση και ποιες είναι οι άμεσες λύσεις που προτείνετε;
ΑΠ:Τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρήθηκε πράγματι μια μεγάλη αλλαγή στο εργασιακό τοπίο. Η οικονομική κρίση έφερε στην συζήτηση το θέμα της ελαστικοποίησης των σχέσεων εργασίας και την ανατροπή πολλών δεδομένων, από τα επίπεδα των αμοιβών μέχρι τις επιχειρησιακές συμβάσεις. Ταυτόχρονα η ανάγκη εργασίας όξυνε το πρόβλημα της ανασφάλιστης εργασίας αλλά και της μη πληρωμής των δεδουλευμένων.
Αυτό είναι σήμερα το περιβάλλον. Και η ευθύνη είναι μοιρασμένη σε πολλές αιτίες. Οι αυξημένες εργοδοτικές εισφορές οδήγησαν στην αδήλωτη εργασία και στη εισφοροδιαφυγή με τεράστιο κόστος για το δημόσιο. Η υπερ-ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων από την εργατική νομοθεσία δημιούργησε αντικίνητρο για τις προσλήψεις. Η συνδικαλιστική ελευθερία οδήγησε σε ακραίες μορφές έκφρασης και αγώνα με αποτέλεσμα να πετύχει τη σταδιακή της απαξίωση και να είναι σήμερα που χρειάζεται περισσότερο παρά ποτέ σχεδόν ανυπόληπτη και αδύναμη να προστατεύσει τους εργαζομένους. Σε όλα αυτά πρέπει να αθροιστεί και το περιβάλλον της κρίσης που δημιούργησε έκτακτες συνθήκες που επίσπευσαν πολλές αλλαγές, συχνά με πρόχειρο τρόπο. Η ανεργία είναι σήμερα το κυριότερο πρόβλημα.
Η Νέα δημοκρατία έδωσε δημόσια τις θέσεις της για το θέμα. Πρότεινε μια σειρά ενεργειών. Την αναθεώρηση και αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, το ξεπάγωμα των οδικών αξόνων και των μεγάλων έργων υποδομής, την πληρωμή των ανεξόφλητων υποχρεώσεων του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα, τα μέτρα για την οικοδομή, τα έργα Σύμπραξης Δημοσίου – Ιδιωτικού Τομέα, την επέκταση του «fast track» σε όλες τις επιχειρήσεις, τον πόλεμο στο παραεμπόριο, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Ελλάδας, την προώθηση ανακήρυξης ΑΟΖ.
Η χώρα χρειάζεται όμως και ένα σχέδιο απασχόλησης με ΑΜΕΣΗ εφαρμογή. Απασχόληση, έστω και περιορισμένου ωραρίου ώστε να παράγει εισόδημα και ασφαλιστικές καλύψεις. Αμειβόμενη απασχόληση σε κοινωνική εργασία, εποχικές προσλήψεις, φορολογικά κίνητρα στον ιδιωτικό τομέα για πρόσληψη προσωπικού. Αυτό που έχει σημασία είναι να μην αποκοπούν οι άνεργοι από τον κοινωνικό ιστό. Να τους δώσουμε στήριγμα μέχρι να αλλάξει το οικονομικό κλίμα. Θέλει λοιπόν ένα πρόγραμμα για την επόμενη μέρα και όχι γενικές εξαγγελίες με χρόνο εφαρμογής κάποιο αόρατο σημείο στο μέλλον.
Και αυτό υπάρχει.
ΕΡ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της απογραφής των δημοσίων υπαλλήλων που έδωσε στη δημοσιότητα το Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ο αριθμός των δημοσιών υπαλλήλων (μέχρι τις 9 Απριλίου του 2012) μόλις ξεπερνάει τις 700.000 όντας από τους μικρότερους στην Ευρωζώνη. Παράλληλα οι κοινωνικές παροχές συρρικνώνονται λόγω των δεσμεύσεων του μνημονίου ολοένα και περισσότερο. Ποια πολιτική σκοπεύετε να ακολουθήσετε στο ζήτημα των δημοσιών δαπανών σε αντιστοιχία με την παρατηρούμενη μείωση του βιοτικού επιπέδου;
ΑΠ: Η λογική ενός μεγάλου δημοσίου δείχνει να είναι ένα πολύ ασταθές επιχείρημα για να δικαιολογήσει την μείωση του δημοσίου τομέα στην έκταση που κάποιοι διακηρύσσουν.
Το ζητούμενο είναι να φτιάξουμε ένα δημόσιο αποδοτικό, σύγχρονο, φιλικό και όχι να διώξουμε τους ανθρώπους που το στελεχώνουν με μαζικές απολύσεις.
Είναι επίσης αναγκαίο να λειτουργήσει με αξιοκρατία, με διαφάνεια και με αξιολόγηση. Αυτό δηλαδή που μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει. Είναι πολύ σημαντικό να δημιουργηθεί συνείδηση του καθήκοντος σε όλους.
Σε ότι αφορά τις κοινωνικές παροχές και εκεί απαιτείται ένας εξορθολογισμός. Υπήρξαν περιπτώσεις επιδομάτων που προκάλεσαν την κοινωνία. Υπήρξαν παροχές που επί χρόνια δίνονταν παράνομα στερώντας τους πραγματικούς δικαιούχους από μια καλύτερη προνοιακή πολιτική.
Είναι αναγκαίο όλα αυτά να μπούνε σε τάξη. Να νοικοκυρέψουμε το δημόσιο και να κρίνουμε με βάση τις πραγματικές ανάγκες τις δαπάνες του. Όπως θα κάναμε αν επρόκειτο για το σπίτι μας και για τη δική μας οικογενειακή οικονομία.