Βαριές ευθύνες για τον θάνατο 24χρονου ομογενούς, σπουδαστή αρχιτεκτονικής και αθλητή κολύμβησης, τον Μάιο του 2008, στο κέντρο της Αθήνας, αντιμετωπίζουν τρεις ειδικοί φρουροί και ένας αστυφύλακας – ανάμεσά τους και μία γυναίκα, οι οποίοι δικάζονται στις 27 Μαρτίου στο Γ’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία από αμέλεια, ενώ δύο από αυτούς θα δικαστούν και για ψευδορκία, καθώς εκτός των άλλων φέρονται ότι προσπάθησαν να αποκρύψουν τις πράξεις τους.
Σύμφωνα με τη δικογραφία που έχει σχηματιστεί ο νεαρός πνίγηκε, όταν κατάπιε μια σακούλα με ναρκωτικές ουσίες στην προσπάθειά του να μην εντοπιστούν πάνω του οι παράνομες ουσίες. Όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο «…παρότι, αντελήφθησαν ότι αυτός προσπαθούσε να καταπιεί σακούλα, που περιείχε ποσότητα ηρωίνης… με σκοπό να εξαφανίσει το μεγαλύτερο μέρος των ναρκωτικών ουσιών που κατείχε, επιδεικνύοντας αμελή συμπεριφορά, συνέχισαν να επιχειρούν να κάμψουν την αντίσταση αυτού, χωρίς να αντιληφθούν έγκαιρα ότι αυτός δεν μπορούσε να αναπνεύσει και πνιγόταν, επειδή η σακούλα με τις ναρκωτικές ουσίες είχε σφηνωθεί στον λάρυγγά του, με αποτέλεσμα να επέλθει ο θάνατός του…».
Μετά τις έγγραφες εκκλήσεις του πατέρα, ο οποίος ανήρτησε στον τόπο του συμβάντος αφίσα, προσφέροντας αμοιβή σε όποιον έδινε πληροφορίες, εμφανίστηκε κάτοικος της περιοχής, που έδωσε βίντεο, ενώ διέψευσε τους αστυνομικούς καθώς υποστήριξε ότι «…του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι, για να σταματήσει… ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε… και μετά από δύο λεπτά κατέρρευσε…»
Αναφέρεται σχετικά επίσης στο κατηγορητήριο ότι «…κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα και απέκρυψαν την αλήθεια… ότι, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, βρήκαν τον νεαρό λιπόθυμο και να βγάζει αφρούς από το στόμα, χωρίς να γνωρίζουν την αιτία, ενώ αληθές είναι ότι… επιχείρησαν να τον συλλάβουν, ενώ αυτός πρόβαλε σθεναρή αντίσταση…»
Σημαντικό θεωρείται επίσης το γεγονός ότι ο νεαρός δεν ήταν γνωστός χρήστης ναρκωτικών ουσιών, ενώ θεωρείται απίθανο να είχε καταφέρει να ενταχθεί σε κύκλωμα διακίνησης, καθώς ήταν μόνο 20 ημέρες στην Ελλάδα. Σύμφωνα μαλιστα με την οικογένεια του 24χρονου η σακούλα με τις ναρκωτικές ουσίες δεν βρέθηε ποτέ, όπως και τα ρούχα του.
Ο μάρτυρας κλειδί
Η κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα, που ανέτρεψε το σκηνικό των γεγονότων, τα οποία περιέγραψαν οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί, ανέφερε μεταξύ άλλων:
«… Γύρω στις 5 το απόγευμα, καθώς δούλευα… άκουσα πολύ δυνατές φωνές, που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω άναρθρες κραυγές, και πήγα στο παράθυρο του γραφείου… είδα έναν μεγαλόσωμο άνδρα, νέο στην ηλικία, τον οποίον είχαν πιάσει οι ειδικοί φρουροί και του είχαν περάσει χειροπέδες (στην πλάτη) και τον τράβαγαν… ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε, χωρίς να καταλαβαίνω τι έλεγε.
Η μπλούζα του ήταν σχισμένη στον λαιμό από τα τραβήγματα… του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι για να σταματήσει, ενώ φορούσε τις χειροπέδες. Μετά από δύο λεπτά, ο άνδρας κατέρρευσε. Οι αστυνομικοί που δεν κατάλαβαν ότι κάτι συνέβαινε, συνέχισαν να τον κτυπάνε και άρχισαν να τον σέρνουν… Τον έσυραν έτσι 7-8 μέτρα. Εκεί κατάλαβαν ότι μάλλον είχε πάθει κάτι και σταμάτησαν να τον σέρνουν και μάλλον ειδοποίησαν, όπως κατάλαβα, ασθενοφόρο. Με συγκλόνισε ότι για αρκετή ώρα είχαν αφήσει το παλικάρι σ΄αυτή την κατάσταση, διπλωμένο στα γόνατα, με τις χειροπέδες πίσω στην πλάτη και το κεφάλι του να ακουμπά στην άσφαλτο, ενώ φαινόταν να μην έχει πια τις αισθήσεις του. Κάποια στιγμή το σώμα του άντρα απλώθηκε στην άσφαλτο σε στάση μπρούμυτα και παρέμεινε εκεί με τα χέρια πάντα δεμένα στην πλάτη…».