Χάρης Ναξάκης, Τεχνόκοσμος -Ψηφιακό κεφάλαιο -Τεχνητή νοημοσύνη -Μεταανθρωπινότητα και τεχνολογική αποανάπτυξη, Κουκκίδα, σελ. 188
Πόση γνώση χάνουμε στην πληροφορία,
πόση σοφία χάνουμε στη γνώση
T.S. Eliot
Όπως δηλώνει ο τίτλος του άρθρου μου, ο Χάρης Ναξάκης θεωρεί πως το τέλος του καπιταλισμού εκτυλίσσεται ήδη μπροστά στα μάτια μας και δεν είναι αυτό που τα χειραφετητικά κινήματα και η Αριστερά επεδίωκαν. Με άλλα λόγια, ο καπιταλισμός σβήνει και καμιά απελευθέρωση δεν φαίνεται, έστω στο βάθος της διαδικασίας.
Ο καπιταλισμός πεθαίνει, αλλά, όπως έλεγε κι ένα ευφυές σύνθημα από το ’68, «κι εγώ δεν νιώθω πολύ καλά». Πεθαίνει κι αφήνει την θέση του σε μια κοινωνική συνθήκη που, μάλλον, θα αποδειχτεί (πολύ) χειρότερη.
Ο Ναξάκης, παρεμβαίνοντας στην ανοιχτή σχετική συζήτηση, στο πλαίσιο της οποίας, για παράδειγμα, έχει εισαχθεί ο όρος τεχνοφεουδαρχία, ονομάζει την νέα συνθήκη Τεχνόκοσμο. Θέλοντας έτσι να πει πως οι ριζικές σε πολλούς τομείς εξελίξεις των καιρών μας ήδη διαμορφώνουν ένα νέο κοινωνικό σύστημα, στο οποίο το Τεχνο(λογικό) έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο.
Η επιλογή της ορολογίας είναι κρίσιμη. Η επιλογή, θέλω να πω, της λέξης Τεχνόκοσμος είναι πιθανό να δώσει την εντύπωση πως η τεχνολογία είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας για τη διαμόρφωση της νέας ριζικής συνθήκης. Μοιάζει λίγο με την πρόταξη, στο πλαίσιο ενός ντετερμινιστικού παραδείγματος, των διαβόητων «παραγωγικών δυνάμεων».
Μοιάζει, αλλά δεν είναι. Ο Ναξάκης όχι μόνο είναι υποψιασμένος απέναντι σε προσεγγίσεις αυτού του είδους, αλλά είναι εξαιρετικά ενήμερος. Όπως πολύ καλά σημειώνει,
“Η γνώση είναι […] ενδεχομενική, διότι η ιστορία των επιστημών και η εξέλιξη της τεχνολογίας καθορίζεται από τα κυρίαρχα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα και της σχέσης εξουσίας, που τις γέννησαν, με συνέπεια να τις καθιστούν μια από τις ενδεχόμενες μορφές που θα μπορούσαν να πάρουν μέσα από ένα σύνολο γνώσεων. Τα τεχνολογικά συστήματα, για παράδειγμα, που επινοήθηκαν από τον φορντισμό και τον τεϊλορισμό, στα οποία ήδη αναφερθήκαμε, και τα οποία συγκρότησαν την αλυσίδα συναρμολόγησης (γραμμή παραγωγής) και την επιστημονική οργάνωση της εργασίας (υπερεξειδίκευση –[αποειδίκευση]- των εργασιακών καθηκόντων), αποτελούν μια συγκεκριμένη τεχνολογική επιλογή της κυρίαρχης επιχειρηματικής ελίτ. Η επιλογή αυτή είχε ως στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, τη μείωση του εργατικού κόστους, την εγκαθίδρυση μηχανισμών ελέγχου της ζωντανής εργασίας και την απαλλοτρίωση των άμεσων παραγωγών (εργάτες -τεχνίτες) από τη γνώση που κατείχαν. Τα συγκεκριμένα τεχνολογικά συστήματα δεν ήταν ανάγκη να επινοηθούν, να σχεδιαστούν και να χρησιμοποιηθούν σε μια κοινωνία με άλλες κοινωνικές προτεραιότητες” (σελ. 82).
Μιλώντας τη γλώσσα που καταλαβαίνω -και την καταλαβαίνει καλά και ο συγγραφέας, έστω κι αν δεν συμφωνεί, σε κάποια σημεία, με την χρήση της- οι παραγωγικές σχέσεις είναι αυτές που οδηγούν τις παραγωγικές δυνάμεις και όχι το αντίθετο, όπως οι τεχνο-ντετερμινιστές ισχυρίζονται. Οι τελευταίοι, σήμερα, εκφράζονται μέσα από τον επιταχυντισμό (accelerationism) θεωρώντας πως η λύση, ακόμη και στα ακραία οικολογικά προβλήματα, δεν βρίσκεται στην -και τεχνολογική- αποανάπτυξη, αλλά στην εκρηκτική μεγέθυνση της τεχνολογίας, η οποία, μάλιστα, είναι αυτή που οδηγεί σε έναν κομμουνισμό της πολυτέλειας και της αφθονίας.
Αν, όμως, είναι οι παραγωγικές σχέσεις οι ιστορικά καθοριστικές, τότε η πρόταξη της ταξικής πάλης είναι, κατά τη γνώμη μου, εκ των ων ουκ άνευ. Για να το πω αλλιώς, η μαρξική αντίληψη της ιστορικής εξέλιξης δικαιώνεται.
Δεν θα επιμείνω σε αυτό γιατί η υποστήριξή του θα απαιτούσε ένα πολυσέλιδο δοκίμιο. Και δεν γράφω κάτι τέτοιο.
Ωστόσο, ισχυρίζομαι πως χωρίς τον Μαρξ δουλειά δεν γίνεται. Αν ο καπιταλισμός, έστω και θνήσκων, είναι στο επίκεντρο, στο μέτρο που ο Τεχνόκοσμος προκύπτει από εξελίξεις στο εσωτερικό του, η ανάλυση του Μαρξ είναι αναντικατάστατη. Πολύ περισσότερο από ό,τι συχνά φαίνεται.
Η άποψη αυτή είναι εύλογη ακόμη και σε σχέση με τα ζητήματα της (μη) ουδετερότητας της τεχνολογίας, που τόσο καλά μας έδωσε ο Ναξάκης στο προηγούμενο παράθεμα.
Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, ο Μαρξ βρίσκεται πολύ μακριά από μια παραγωγιστική προσέγγιση, η οποία υποστηρίζει τον προοδευτικό ρόλο του καπιταλισμού, ως σταδίου της κοινωνικής εξέλιξης, που δημιουργεί τη βάση για την ανθρώπινη χειραφέτηση, προϋπόθεση της οποίας είναι η αφθονία. Πράγματι, υπάρχουν μαρξικές διατυπώσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια τέτοια πρόσληψη. Η ευρύτερη μελέτη, ωστόσο, των γραπτών του Μαρξ δείχνει πως, ιδίως στα τελευταία είκοσι χρόνια, απομακρύνθηκε ταχύτατα και ουσιωδώς από αυτήν την στάση, κοινή στον αισιόδοξο ριζοσπαστικό διαφωτισμό, από τον οποίο προκύπτει το μαρξικό έργο, ως συνέχεια, αλλά και ως καθοριστική τομή.
Ο καπιταλισμός φέρνει μαζί του, ως στοιχείο της ολοκλήρωσής του, τις παραγωγικές μηχανές. Δεν είναι πρόδηλο ότι η χειραφετημένη κοινωνία του μέλλοντος θα τις χρησιμοποιήσει -και θα τις εξελίξει- ώστε να ικανοποιήσει το πρόταγμά της; Ε, λοιπόν δεν είναι ούτε πρόδηλο ούτε εύλογο.
Οι μηχανές των δύο τελευταίων αιώνων είναι καπιταλιστικές μηχανές. Όχι μόνο γιατί εισάχθηκαν στην παραγωγή ως απάντηση, πάντοτε, στην εργατική αντίσταση και στις εργατικές διεκδικήσεις, αλλά, κυρίως, γιατί αντιστοιχούν σε μια μορφή «συνεργασίας», η οποία εκπτωχεύει διαρκώς τις εργασιακές δεξιότητες, κάνει όλο και πιο εξαρτημένους από απρόσωπες δυνάμεις τους εργαζόμενους ανθρώπους και επιβάλλει τον άτεγκτο καπιταλιστικό δεσποτισμό στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στο δίκτυο, στην κοινωνία ολόκληρη, για ολόκληρο πια το 24ωρο.
Μια απελευθερωτική προοπτική θα απαιτήσει καινούργιες, «άλλες», μηχανές, οι οποίες να ευνοούν και όχι να καταστέλλουν τις ανθρώπινες επιθυμίες για καλή ζωή. Πράγμα, που, καθόλου, νομίζω, δεν σημαίνει, μείωση της καινοτομίας. Ίσα ίσα, η απελευθέρωση από την άσκοπη ανθρώπινη εργασία, που, σε τεράστιο βαθμό σήμερα, σπαταλάται στο βωμό της κεφαλαιακής αξιοποίησης, η εξαφάνιση των σκατοδουλειών, στις οποίες εξαναγκάζεται ένα μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης και, ακόμη περισσότερο, των φουμαροδουλειών (bullshit jobs), όπως της διαφήμισης, των μεσιτειών, των πάσης φύσης τσέο, θα δώσει, πρωτοφανείς ιστορικά, δυνατότητες για την ανθρώπινη δημιουργικότητα. Αν είναι να «φτάσουμε στα άστρα», αν είναι να περπατήσουμε στον εγγύτατο του Κενταύρου, είναι απείρως πιθανότερο να το κάνουμε στο πλαίσιο ενός διαστημικού κομμουνισμού, ο οποίος, την ίδια στιγμή που μειώνει δραστικά το μεταβολικό ρήγμα, την ίδια στιγμή που απομακρύνεται από τα φυσικά όρια της καταστροφής, μας απελευθερώνει από τα δεσμά μιας συνθήκης, η οποία πνίγει τα ταλέντα μας, καταστέλλει τις δημιουργικές μας δυνάμεις, περιορίζει ασφυκτικά την, καταστατικά ανθρώπινη, επιθυμία μας να κάνουμε μεγάλα όνειρα.
Ο Ναξάκης δεν θα συμφωνούσε, ίσως, με τις τελευταίες διαπιστώσεις. Ο ίδιος είναι οπαδός μιας μεγάλης κλίμακας τεχνολογικής αποανάπτυξης, η οποία θα δρομολογηθεί μέσα πό ριζικές μεταβολές της κατάστασής μας:
- έξοδο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πολύ σφιχτά όρια στη ρομποτική, βασικό εισόδημα με συμμετοχή στην (λιγότερη) εργασία, απόσυρση από την χρήση της καταναλωτικής καινοτομίας, ήπια τεχνολογία παντού.
- εθελούσια απόσυρση και θέσμιση απαγορεύσεων στις γενετικές ενισχύσεις, στους τεχνολογικά επαυξημένους εαυτούς και στον μετάνθρωπο.
- επιστροφή και βελτίωση της αίσθησης της βιολογία μας, της σωματικότητάς μας, της αληθινής υπόστασης και όχι της εικονικής (υπερ)υπόστασής μας.
Το βιβλίο είναι μια εξαιρετική, ιδίως με δεδομένη τη πολύ μικρή έκτασή του, παρουσίαση της ιστορίας του καπιταλισμού, της ιστορίας της υπερεπέκτασής του, της ιστορίας του χρόνου στο πλαίσιό του, της ιστορίας της εργασίας, αλλά και της εξέλιξης των ανθρωπολογικών χαρακτηριστικών που συνδέονται με τις προηγούμενες ιστορίες.
Ο Ναξάκης επιμένει ιδιαίτερα στο ζήτημα των ανθρωπολογικών προϋποθέσεων των κοινωνικών συστημάτων. Έχει αφιερώσει το προηγούμενο βιβλίο του, άλλωστε, στα σχετικά θέματα (Ο συμφεροντολόγος και ο αλτρουιστής -μια τραγική ιστορία του κόσμου).
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι, πριν αναλύσει τους επτά λόγους, για τους οποίους θεωρεί πως ήδη βρισκόμαστε σε μια φάση (βάρβαρης και βίαιης) εξόδου από τον καπιταλισμό, διατυπώνει τις αντίστοιχες ανθρωπολογικές επτά προϋποθέσεις της έλευσης του Τεχνόκοσμου:
- Ο φόβος του θανάτου.
- Η φρενήρης ροπή προς την τελειοποιησιμότητα.
- Ο διχασμός σώματος και νου.
- Η εργαλειακή ορθολογικότητα.
- Η κυριαρχία επί της φύσης.
- Ο ορισμός του ανθρώπου ως κατασκευαστή (faber).
- Ο μύθος της ουδετερότητας της τεχνολογίας.
Χωρίς την κατανόηση αυτής της ανθρωπολογικής σκευής, όπως διαμορφώθηκε ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες, ο ισχυρισμός ότι βαίνουμε εκτός του καπιταλισμού θα ήταν αδύναμος. Η ανάλυση της μετατροπής σε εμπόρευμα όχι της ανθρώπινης εργασιακής δύναμης, αλλά του ίδιου του ανθρώπου, της άυλης παραγωγής, του συμβολικού εμπορεύματος έχει πολλά να κερδίσει από την ανθρωπολογική διερεύνηση. Όπως και η ανάλυση της πληροφορικοποίησης, της ρομποτοποίησης, της τεχνητής νοημοσύνης, των τεχνοελίτ και της πρόθεσής τους να μας ταΐζουν με ένα, ανεξάρτητο από την εργασία, «βασικό εισόδημα». Ιδίως, όμως, θα ήταν αδύνατον να διερευνηθεί η καταστατική της νέας ζοφερής συνθήκης έξοδός μας από το λόγο και την ίδια τη σωματικότητα.
Το βιβλίο είναι ένα εξαίρετο εγχειρίδιο εισαγωγής και ανάλυσης των πιο επίκαιρων ζητημάτων. Αναπτύσσει όλες τις πτυχές της αναγκαίας, σήμερα και για πολύ καιρό μπροστά, συζήτησης. Αναγκαίας για όσους ασφυκτιούν, τρέμουν μπροστά στα μελλούμενα, αν τα πράγματα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο. Και νιώθουν υποχρεωμένοι, απέναντι στη φύση και την ανθρωπότητα, να κινητοποιηθούν ενάντια στον «ρου της ιστορίας» φτιάχνοντας ένα εντελώς διαφορετικό μέλλον.
Προσωπικά, βέβαια, νομίζω πως αυτό στο οποίο ζούμε παραμένει καπιταλισμός -και ο καπιταλισμός παραμένει ό,τι αγριότερο μπορούμε να φανταστούμε και να ζήσουμε. Νομίζω, έτσι, ότι, όπως προείπα, ο Μαρξ συνεχίζει να είναι η πιο παραγωγική (!) αναφορά.
Ο Ναξάκης, όμως, μου έδωσε πλείστες όσες ευκαιρίες να σκεφτώ πάνω σε ζητήματα που δεν με είχαν απασχολήσει, τουλάχιστον με τον ίδιο τρόπο. Συνόψισε μοναδικά τις κύριες θεματικές.
Και έγραψε μια πολύ όμορφη ιστορία. Οι αφηγηματικές αρετές του Τεχνόκοσμου τον κάνουν να διαβάζεται (και) σαν καλό μυθιστόρημα.

