Kohei Saito, Κόψτε ταχύτητα! -Πώς ο κομμουνισμός της αποανάπτυξης μπορεί να σώσει τον κόσμο, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, Πλέθρον 2025, σελ. 308
Για πολλές αναγνώστριες, ο τίτλος του σημερινού μου άρθρου θα εμφανίζεται σχεδόν αλλόκοτος. Και αποανάπτυξη και αφθονία; Μαζί και ταυτοχρόνως;
Ο Σάιτο, με το τελευταίο του βιβλίο, δείχνει πόσο αυτό δεν συνιστά παράδοξο. Η θεμελιώδης ιδέα είναι πως μόνο η μετάβαση σε μια κοινωνία «ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών», μια κοινωνία, δηλαδή, αταξική και με κοινοτικά θεμέλια μπορεί, μέσα από την μείωση της παραγωγής -και του καταστροφικού ήδη οικολογικού αποτυπώματος- να πετύχει πραγματική αφθονία.
Το βιβλίο φτάνει στο συμπέρασμα αυτό αποδομώντας τα αντίπαλα επιχειρήματα.
Η κλασσική «οικολογική» προσέγγιση, η οποία εντοπίζει ένα σημαντικό μέρος του προβλήματος στην πλευρά της κατανάλωσης, αποδεικνύεται εντελώς αναποτελεσματική, αλλά, ιδίως, παραπειστική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η γρήγορη μόδα στα ρούχα. Η επιλογή ρούχων από οργανικό βαμβάκι δεν αποτελεί λύση, στο μέτρο που εμφανίζεται μαζικά το φαινόμενο της γρήγορης μόδας, που αφορά τώρα οικολογικά μπλουζάκια. Παρασυρμένοι από την «οικολογική» διαφήμιση πηγαίνουμε και ψωνίζουμε τα πιο καινούργια μοντέλα, και μετά τα επόμενα και ούτω καθεξής. Ο Σάιτο αποδιαρθρώνει το κοινότατο, πανταχού παρόν και προωθούμενο με χρηματοδότηση των ίδιων των εταιριών greenwashing.
Επιμένει ιδιαίτερα στην απόκρυψη των ουσιωδών πλευρών αυτής της διαδικασίας. Ιδίως στην, ακόμα και επιστημονική, παραμέληση διαστάσεων που γίνονται αόρατες στην πορεία διαμόρφωσης «ευαίσθητων» οικολογικά πολιτικών στον ανεπτυγμένο Βορρά. Χαρακτηριστική είναι η περίφημη «Πλάνη των Κάτω Χωρών». Οι Κάτω Χώρες είναι παράδειγμα, υποτίθεται, άσκησης φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών με καλά αποτελέσματα. Μόνο, που, όπως δείχνει ο Σάιτο, αυτό είναι συνέπεια της μεταφοράς του περιβαλλοντικού κόστους στον παγκόσμιο Νότο, με αποτέλεσμα η οικονομική λεηλασία των φτωχών λαών να συμπληρώνεται με την οικολογική λεηλασία.
Το βιβλίο επιμένει ιδιαίτερα σε αυτήν τη διάσταση. Στο γεγονός, δηλαδή, ότι η «προστασία» του περιβάλλοντος των πλουσίων γίνεται με την καταστροφή των φτωχών. Χωρίς αυτό το «έξω» τα πράγματα θα είχαν ξεφύγει και για τους πρώτους πολύ περισσότερο. Η τύφλωση είναι τόσο μεγάλη που δεν κατανοείται το προφανές. Δηλαδή, ότι η εύκολη εξαγωγή του κόστους κάνει την κρίση να επανέρχεται όλο και ισχυρότερη. Ο αυτοκρατορικός τρόπος ζωής στο Βορρά είναι εντελώς αδύνατος χωρίς την ακραία και ραγδαία υποβάθμιση του Νότου.
Ο Σάιτο παραπέμπει στο Μαρξ:
“Η βασική θέση του Μαρξ ήταν η εξής: ο καπιταλισμός μεταθέτει τις αντιφάσεις του αλλού, κι έτσι τις κάνει αόρατες. Αυτή η μετάθεση απλώς επιδεινώνει τις αντιφάσεις, βαθαίνοντας το τέλμα σε μια ολοένα και πιο ολέθρια κατάσταση πραγμάτων. Οι απόπειρες του κεφαλαίου να μεταθέσει τις αρνητικές του επιπτώσεις μόνο σε κατάρρευση μπορούν να οδηγήσουν. Σύμφωνα με τον Μαρξ, αυτό είναι το έσχατο, ανυπέρβλητο όριο του κεφαλαίου” (σελ. 43).
Ο Σάιτο επιμένει ιδιαίτερα να στηρίζει την ανάλυσή του στον Μαρξ. Ο λόγος είναι, όπως δείχνει, πως ο Μαρξ είχε συλλάβει, όσο κανείς άλλος μέχρι και σήμερα, με πολύ διαφανή και εμβριθή τρόπο, τα σύγχρονα προβλήματα, εντοπίζοντας τη σημασία τους πολύ πριν εκδηλωθούν στην πλήρη μορφή τους. Κατά τη γνώμη του, αυτό τεκμαίρεται ισχυρά με την πρόσβαση που έχουμε πλέον στα σημειωματάρια που κρατούσε στα μετά την έκδοση του 1ου τόμου του Κεφαλαίου χρόνια.
Για να επανέλθω, όμως, στην αποδόμηση των εναλλακτικών απέναντι στην οικοκομμουνιστική απάντηση στα οικολογικά ζητήματα, είναι εξαιρετικά πειστική η κριτική που ασκεί στον πράσινο κεϋνσιανισμό, που, τα τελευταία χρόνια, εκπροσωπείται από το Green New Deal. Η θεμελιώδης ιδέα είναι πως μια ορισμένη επενδυτική στρατηγική, η οποία στοχεύει σε φιλοπεριβαλλοντικές τεχνολογίες, βιομηχανίες και ενεργειακές λύσεις όχι μόνο θα αντιμετώπιζε τα οικολογικά προβλήματα, αλλά θα αποτελούσε και λύση στα προβλήματα της ανεργίας. Η κεϋνσιανή προσέγγιση θεωρεί πως η «ορθή» ανάπτυξη όχι μόνο δεν συνιστά πρόβλημα, αλλά είναι ο πυρήνας της απάντησης ξεκινώντας από την κλιματική «αλλαγή» -και όχι «κατάρρευση».
Η θεώρηση της Πράσινης Συμφωνίας, ακόμη κι αν υλοποιηθεί με τους καλύτερους όρους, σε ό,τι αφορά την κατάλληλη τεχνολογική εξέλιξη και την κατάλληλη αύξηση της παραγωγικότητας (;) είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της «Πλάνης των Κάτω Χωρών».
Που σημαίνει ότι “[ε]ίναι παραπλανητικό να επικεντρωνόμαστε μόνο στη μείωση των εκπομπών που συμβαίνει σε κάποιες χώρες του πλούσιου Βορρά. Άλλωστε, οι πόροι που εξορύσσονται και τα προϊόντα που παράγονται σε αναπτυσσόμενες αγορές όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Ινδία προορίζονται σε σημαντικό βαθμό για εξαγωγή και κατανάλωση στον παγκόσμιο Βορρά” (σελ. 70). Ευρύτερα, ο καταστατικός οικολογικός ιμπεριαλισμός δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια στο «καθάρισμα» του πλανήτη.
Τα ίδια ισχύουν και για την πρόταση του «καπιταλισμού της αποανάπτυξης». Η ιδέα ενός «σταθεροποιημένου» καπιταλισμού, μέσα από μια πορεία επιβράδυνσης, συνιστά α-νοησία. Ένας επιβραδυνόμενος καπιταλισμός θα σήμαινε το τέλος του καπιταλισμού. Ένα σύστημα, που έχει ως μοναδικό κίνητρο το κέρδος, ένα σύστημα για το οποίο η συσσώρευση, η διαμόρφωση τεχνητών αναγκών και η διευρυνόμενη αναπαραγωγή είναι καταστατικός όρος ύπαρξης είναι αδύνατον να περάσει σε μια κατάσταση σκόπιμης στασιμότητας. Ο «καπιταλισμός της αποανάπτυξης» είναι ένα γελοίο υβρίδιο λιονταριού με χελώνα.
Εκτός, όμως, από τις pro-capitalist προτάσεις, τα τελευταία δέκα χρόνια, έχουν εμφανιστεί και ιδέες, στο εσωτερικό του επαναστατικού ρεύματος, που είναι ιδιαίτερα προβληματικές. Με πιο χαρακτηριστική αυτή του επιταχυντισμού (accelerationism). Για όσους υιοθετούν τον επιταχυντισμό, η μόνη λύση είναι, όχι μόνο να μη σταματήσουμε την ανάπτυξη, αλλά να την ωθήσουμε στο ακρότατο όριό της και να διασφαλίσουμε με αυτόν τον τρόπο την κατάλληλη τεχνολογία αντιμετώπισης των μεγάλων πλανητικών προβλημάτων του καιρού μας. Με άλλα λόγια, χωρίς μια τεράστιας κλίμακας γεωμηχανική παρέμβαση τα πράγματα δεν πρόκειται να βελτιωθούν, έστω λίγο. “Υπάρχουν πολλοί τύποι γεωμηχανικής, αλλά αυτό που έχουν κοινό όλοι είναι η προσπάθειά τους να ελέγξουν το κλίμα παρεμβαίνοντας στο ίδιο το πλανητικό σύστημα. Αυτές οι ποικίλες μορφές παρέμβασης περιλαμβάνουν την ψύχρανση της Γης με την παρεμπόδιση του ηλιακού φωτός μέσω αερολυμάτων από φωσφορικό οξύ που ψεκάζονται στην στρατόσφαιρα, την εγκατάσταση ενός κατόπτρου στο διάστημα που διαθλά τις ακτίνες του ήλιου, και την προαγωγή της φωτοσύνθεσης με την διασκόρπιση σιδήρου στους ωκεανούς ώστε να γίνουν αρκετά γόνιμοι για να υποστηρίζουν την ανάπτυξη τεράστιων ποσοτήτων από φυτοπλαγκτόν” (σελ. 188).
Η πρόταση αυτή, εκτός από τις ανεξέλεγκτες διακινδυνεύσεις που εισάγει, θέτει και προβλήματα δημοκρατίας, στο μέτρο που τέτοιου τύπου μέθοδοι είναι ακραίες εκδοχές «κλειστών» τεχνολογιών, στις οποίες η κοινωνία δεν μπορεί να έχει καμία επίδραση.
Οι accelerationists είναι πεπεισμένοι πως το κομμουνιστικό μέλλον είναι ένα μέλλον απόλυτου αυτοματισμού και μηδενικής ανάγκης για ανθρώπινη εργασία. Το μέλλον μας είναι μια αταξική κοινωνία πολυτέλειας χωρίς όριο!
Ο Σάιτο αποδομεί, με πολύ πειστικό τρόπο, και αυτήν την θεώρηση. Καλεί να επαναπροσδιορίσουμε την αφθονία με τέτοιον τρόπο ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια σύγχυσής της με τον καπιταλιστικό καπιταλισμό. Πράγμα που καθόλου δεν απασχολεί τους επιταχυντιστές, λες και η αφθονία είναι ένα ποσοτικό μέγεθος χωρίς διαστάσεις που τη διαφοροποιούν ριζικά ανάμεσα στις κομμουνιστικές και καπιταλιστικές εκδοχές της.
Ο καπιταλισμός παράγει τεχνητή σπάνη, ως θεμελιώδη όρο για τη συνεχή συσσώρευση υπεραξίας και κέρδους. Ο κομμουνισμός -και μόνο αυτός- μπορεί να παραγάγει αφθονία, ως ποιότητα που βελτιώνει δραστικά τη ζωή των ανθρώπων. Ο Σάιτο αφιερώνει ένα ειδικό κεφάλαιο στην απόδειξη του θεωρήματος πως ο αληθινός «πλούτος των εθνών» είναι ο κοινός πλούτος σε άμεση και διαρκή σύγκρουση με τον ιδιωτικό πλούτο. Ξεκινώντας από το «Παράδοξο του Λόντερντεϊλ», κατά το οποίο κάθε αύξηση στα ιδιωτικά πλούτη συμβαίνει μόνο με μείωση του κοινού/κοινοτικού πλούτου, δείχνει πως, σε αντίθεση με το νεοφιλελεύθερο μάντρα περί «τραγωδίας των κοινών» η πραγματική τραγωδία είναι αυτή του εμπορεύματος.
Στα καταληκτικά κεφάλαια, αναπτύσσεται η πρόταση ενός κομμουνισμού της αποανάπτυξης, που βρίσκεται απέναντι τόσο στον οικοσοσιαλισμό -κομμουνισμό χωρίς αποανάπτυξη- όσο και απέναντι στην αποανάπτυξη χωρίς κομμουνισμό.
Ακολουθώντας τον Μαρξ επιχειρηματολογεί πως, δεδομένου πως τα φυσικά όρια έχουν υπερβαθεί, ότι, δηλαδή, το μεταβολικό ρήγμα μεταξύ κοινωνίας (καπιταλιστικής) και φύσης βρίσκεται πέρα από το σημείο μη-επιστροφής, ίσως, η αποανάπτυξη είναι εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για τη ζωή στη Γη. Πράγμα που είναι αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς τον εμπλουτισμό μιας εξελισσόμενης δημοκρατίας που γίνεται κομμουνισμός. Που σημαίνει ότι η επιμονή του ύστερου Μαρξ στην έρευνα σχετικά με τις «αρχαϊκές» κοινότητες και τον πιθανό τους ρόλο σε μια μεταβατική διαδικασία είναι διδακτική για το σημερινό αντικαπιταλιστικό κίνημα.
Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, σε μια παράγραφο με προφανή στρατηγική σημασία, “[ο] Μαρξ δεν υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο ανάπτυξής του, θα επιφέρει την ανάδυση του κομμουνισμού. Απεναντίας, είναι η [πρωτόγονη] κοινότητα των αρχαίων γερμανικών λαών και οι μιρ, [οι κοινότητες] της Ρωσίας που εμπεριέχουν στοιχεία στα οποία πρέπει να «επιστρέψουν» οι νεότερες κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης” (σελ. 162).
Ο κομμουνισμός ως «επιστροφή» σε ένα κοινοτικό παρελθόν, που, για χρόνο δεκάδες φορές μεγαλύτερο από αυτό των ταξικών κοινωνιών, χαρακτήρισε την ανθρωπότητα. Διαμορφώνοντας εξαιρετικά βιώσιμα τον μεταβολισμό της με τη φύση γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο.
Σταματώ εδώ. Το βιβλίο είναι τόσο πλούσιο που η καλύτερη παρουσίαση το αδικεί.
Μια επιπλέον επισήμανση θέλω να κάνω σχετικά με την επιμονή του Σάιτο να προσφεύγει τόσο συχνά στον Μαρξ. Νομίζω, λοιπόν, πως έχει δίκιο να το κάνει.
Οι ιδέες του Μαρξ για την οικολογία, την κοινότητα, αλλά και η κριτική της τεχνολογίας, που μπορεί να μας προσφέρει το έργο του, είναι μοναδικά.
Από την άλλη, δεν υπάρχει τρόπος να μιλήσεις στα σοβαρά για καπιταλισμό χωρίς να προσφύγεις στον Μαρξ. Απλά δεν γίνεται.
ΥΓ. Την ανάλυση του Σάιτο, ειδικά σε ό,τι αφορά τη μαρξική προσέγγιση, έχω περιγράψει στην παρουσίαση του άλλου του βιβλίου, που εκδόθηκε στα ελληνικά, δηλαδή το Ο Μαρξ στο ανθρωπόκαινο:
Αναμνήσεις από το μέλλον (https://xristoslaskos.wordpress.com/2025/09/26/anamniseis-apo-to-mellon/)


