Μερικές φορές, αν και σπάνια, συναντούμε την αντήχηση του τρόπου με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο και, ειδικότερα, τους δικούς μας κόσμους. Μια πρόσφατη συνέντευξη στον ιστότοπο comune-info.net, που πραγματοποίησε ο Gianluca Carmosino με την Stefania Consigliere, Ιταλίδα ανθρωπολόγο, είναι ιδιαίτερα εμπνευστική. Έχει τίτλο «Γιατί είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε νέους κόσμους» και παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση (https://comune-info.net/perche-e-difficile-riconoscere-mondi-nuovi/).
Η ανθρωπολόγος υποστηρίζει ότι υπάρχουν ήδη άλλοι ή νέοι κόσμοι, ακόμα κι αν φαίνονται ανοργάνωτοι και ατελείς. Εντοπίζει δύο λόγους που μας εμποδίζουν να τους δούμε, να τους αναγνωρίσουμε και να τους δώσουμε τη σημασία που τους αξίζει. Ο πρώτος λόγος είναι «το αποικιακό βλέμμα». Κατά την άποψή της, «αν, για παράδειγμα, ένας κόσμος δεν είναι τόσο τεχνολογικά προηγμένος ή δεν έχει μια κοινωνική δομή όπως ο δικός μας, είναι ένας κόσμος λίγο άγριος, λιγότερο επιθυμητός, πρωτόγονος».
Αυτή είναι μια «αποικιακή αλαζονεία» που σε καμία περίπτωση δεν είναι αποκλειστικότητα της Ευρώπης ή του Παγκόσμιου Βορρά, καθώς είναι η συνήθης στάση μεταξύ των Λατινοαμερικανών αριστερών και ακαδημαϊκών που τείνουν να βλέπουν από απόσταση και με απαξίωση τις πρωτοβουλίες από τα κάτω και προς τα αριστερά. Αυτή η σκέψη (της Consigliere) μας βρίσκει σύμφωνους.
Το δεύτερο ζήτημα που θίγει αφορά την «ηρωική προσέγγιση της ιδέας της αλλαγής», την οποία κληρονομήσαμε από την παραδοσιακή έννοια της «επανάστασης ως κατάληψη της εξουσίας, με εκείνη τη μαγική και εσχατολογική στιγμή κατά την οποία, τελικά, αναλαμβάνουμε τα ηνία και κατευθύνουμε τους μηχανισμούς κατά το δοκούν». Καταφέρνει να συνδέσει την κατάληψη της κρατικής εξουσίας με «τον πειρασμό της κυριαρχίας», ο οποίος, σύμφωνα με τη συγγραφέα, αποδεικνύεται η λιγότερο επεξεργασμένη πτυχή των αντισυστημικών κινημάτων.
Νομίζω ότι και οι δύο προβληματισμοί είναι πολύ σημαντικοί, αρκεί να μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε ως δικό μας πρόβλημα και όχι ως προβλήματα κάποιων άλλων που βρίσκονται μακριά.
Όλοι εμείς που υποστηρίζουμε τον ζαπατισμό έχουμε δει ανθρώπους στην αριστερά και στα κοινωνικά κινήματα να ανασηκώνουν τους ώμους τους όταν τους λέμε ότι παρακολουθήσαμε μια συνάντηση-ανταλλαγή απόψεων για να ακούσουμε τους συντρόφους μας ή ότι υποστηρίζουμε την κατασκευή ενός νοσοκομείου, ενός σχολείου ή τη διανομή βιολογικού καφέ.
Η ηρωική εικόνα των μπολσεβίκων εργατών που εισέρχονται στα Χειμερινά Ανάκτορα ακούγεται πραγματικά σημαντική, ενώ η συμμετοχή σε μια εκδήλωση για να ακούσεις και να μάθεις φαίνεται λιγότερο σημαντική, σχεδόν άνευ σημασίας.
Ένα απόσπασμα της συγγραφέως Simone Weil στην προαναφερθείσα συνέντευξη συνοψίζει αυτή την πρωτοποριακή στάση του να μην ακούμε: «…η προσοχή είναι η υψηλότερη και σπανιότερη αρετή. Επομένως, να δίνουμε προσοχή, να ακούμε, να νιώθουμε, αντί να εκτελούμε». Αυτά είναι τα προαπαιτούμενα, αναγκαία βήματα για να αναλάβουμε σημαντικές και, ως εκ τούτου, μακράς διάρκειας δράσεις.
Η εικόνα της κατάληψης της εξουσίας ως εισόδου στο παλάτι έχει γίνει μια καρτ ποστάλ, μια εικόνα που συμπυκνώνει τις απλοϊκές ιδέες της επανάστασης που έχουν διεισδύσει πολύ βαθιά το φαντασιακό της αριστεράς παγκοσμίως. Οτιδήποτε δεν συνάδει με αυτήν την εικόνα θεωρείται σχεδόν χάσιμο χρόνου.
Ένα μεγάλο πρόβλημα αυτής της αριστεράς είναι ότι αποπλαισιώνει το πριν και το μετά του ευλογημένου διώνυμου «επανάσταση = κατάληψη της εξουσίας», απομονώνοντας αυτό το γεγονός και μετατρέποντάς το σε παράδειγμα του επιθυμητού, του μόνου πράγματος που έχει πραγματικά αξία.
Αλλά αυτό το βήμα προηγούνταν πάντα, και σε κάθε περίπτωση, από χιλιάδες μικρές πράξεις που δεν φαινόταν σημαντικές, ούτε ήταν γνωστό ότι ήταν ικανές να οδηγήσουν σε σημαντικές δράσεις.
Ένας Καταλανός αρτοποιός αυτονομιστής περιέγραψε τους εκατοντάδες φούρνους στη Βαρκελώνη, οι οποίοι επεξεργάζονταν τόνους αλευριού καθημερινά με τη βοήθεια χιλιάδων ανθρώπων, ως τον σημαντικό προάγγελο της επανάστασης στην Βαρκελώνη του 1936, μετά το πραξικόπημα του Φράνκο.
Υπάρχει όμως και μια ρήξη με ό,τι ακολούθησε, οπότε κανείς δεν θέλει να μιλήσει για τις φρικαλεότητες, τις κρύβει κάτω από το χαλί, παρόλο που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά σε κάθε απόφαση. Συνήθως δεν μιλάμε για τις φρικαλεότητες του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση, και υπάρχουν ακόμη και εκείνοι που εκπλήσσονται όταν τους λένε ότι το καθεστώς που σκότωσε περισσότερους κομμουνιστές στον κόσμο – πολύ περισσότερους από τη δεξιά και τον φασισμό – ήταν το καθεστώς του Στάλιν.
Μόλις επέστρεψα από το Περού, όπου είχα τη δυνατότητα να συνομιλήσω επί μακρόν με έναν από τους πιο έμπειρους συμβούλους της οργάνωσης του Αμαζονίου AIDESEP (Διεθνής Ένωση για την Ανάπτυξη του Περουβιανού Τροπικού Δάσους), η οποία συγκεντρώνει σχεδόν 2.500 κοινότητες σε εννέα ομοσπονδίες. Συζητήσαμε εκτενώς για τις 15 αυτόνομες κυβερνήσεις που έχουν δημιουργήσει ισάριθμες κοινότητες εξαιτίας της αδυναμίας διαλόγου και διαπραγμάτευσης με την κυβέρνηση στη Λίμα. Όταν τον ρώτησα γιατί οι αυτόχθονες πληθυσμοί των Άνδεων, οι Κέτσουα και οι Αϊμάρα, δεν έχουν ακολουθήσει παρόμοια πορεία, η απάντησή του με εξέπληξε.
Η CONACAMI (Εθνική Συνομοσπονδία Κοινοτήτων του Περού που Πλήττονται από τις Εξορύξεις), η οποία εκπροσωπούσε περισσότερες από τις μισές από τις έξι κοινότητες των Άνδεων της χώρας, άρχισε να συζητά την πιθανότητα να υιοθετήσει την ιθαγενική ταυτότητα, καθώς μέχρι τότε οι οργανώσεις αυτοπροσδιορίζονταν μόνο ως αγροτικές. Η υιοθέτηση του ιθαγενικού προσανατολισμού σήμαινε ρήξη με την παράδοση των διεκδικητικών κινητοποιήσεων, επειδή οι κοινότητες δεν είχαν διανοηθεί καμία άλλη επιλογή πέρα από τη διαπραγμάτευση για να αποκτούν πόρους.
Τη θέση των ιθαγενών υποστήριξε, μεταξύ άλλων, και ο σύντροφος Ούγκο Μπλάνκο. Ωστόσο, τα κόμματα της περουβιανής αριστεράς αρνήθηκαν να επιτρέψουν αυτό το βήμα, επειδή ένιωθαν ότι θα έχαναν τον έλεγχο της «δικής» τους βάσης, η οποία ελεγχόταν αυστηρά από τις κομματικές ιεραρχίες και κινήματα όπως το CCP (Confederación Campesina del Perú/Περουβιανή Αγροτική Συνομοσπονδία). Χρησιμοποίησαν ως εκβιασμό την απειλή ότι οι ΜΚΟ, που λειτουργούν υπό τον έλεγχό τους, θα διακόψουν την χρηματοδότηση του κινήματος. Έτσι κατάφεραν να μπλοκάρουν αυτό το ιστορικό βήμα που θα είχε οδηγήσει τους λαούς των Άνδεων πιο κοντά στην οικοδόμηση της αυτονομίας.
Θίγω αυτό το ζήτημα επειδή πιστεύω ότι, εκτός από το «αποικιακό βλέμμα» και το ηρωικό όραμα των αλλαγών που αναλύει η Consigliere, υπάρχουν και τα μικροπρεπή προσωπικά και πολιτικά συμφέροντα εκείνων που ζουν εις βάρος των προσπαθειών των λαών και χρησιμοποιούν την επιρροή τους για να αποκομίσουν κάποιο είδος πλεονεκτήματος.


