Αλαίν Νταμαζιό, Οι αθέατοι (μτφρ.: Δημήτρης Δημακόπουλος), Πόλις 2023
Το μυθιστόρημα ανήκει στην κατηγορία των έργων επιστημονικής φαντασίας και τοποθετείται σε ένα μέλλον κοντινό μας, στη Γαλλία του 2040. Έχουμε ένα κράτος απόν πια και μεταβίβαση όλων των δραστηριοτήτων/θεσμικών χώρων ζωής της κοινωνίας (πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, πολιτισμικών) στους ιδιώτες. Ακολουθώντας το πλαίσιο και άλλων αντίστοιχων έργων («Τότε που κάψαμε την Chrome», «Περιφερειακό» κ.ά.), η ιδιωτική «πρωτοβουλία» έχει κατισχύσει σε όλα τα επίπεδα. Έχει επομένως συντελεστεί η αποικιοποίηση του «βιόκοσμου» από την εργαλειακή λογική της αγοράς, όπως διέγνωσε ως προβλεπόμενη εξέλιξη καιρό πριν ο Χάμπερμας. Έτσι, δεν υπάρχουν πια δημόσιοι χώροι και η δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτούς, με τα αντίστοιχα προνόμια που ακολουθούν ή συνεπάγονται, αποκλείουν τους φτωχούς και όσους αρνούνται να υποταχθούν στη νέα κατάσταση.
Ο έλεγχος σε κάθε στιγμή της ζωής τους, αστυνομικός και πολιτικός, μέσω ηλεκτρονικών συσκευών, είναι η νέα πραγματικότητα που βιώνουν οι άνθρωποι. Άλλοι το συναισθάνονται, οι περισσότεροι όχι. Κινήματα πάσης φύσεως ενάντια σε αυτήν τη δυστοπία αναπτύσσονται από πάσης φύσεως συλλογικότητες που εν συνόλω διεκδικούν όλες την επιστροφή του δημόσιου χώρου στους πολίτες/κατοίκους των πόλεων, και επομένως την ελευθερία και την αυτονόμηση των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται σε μια «φυσιολογική» κοινωνική ζωή.
Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα, μια νέα μορφή ζωής εμφανίζεται, αθέατη μέχρι τώρα και ακόμα αθέατη, παρότι ειδική υπηρεσία του Στρατού οργανωμένα επιχειρεί τον εντοπισμό της, που σημαίνει την καταστροφή της, εννοείται. Οι ήρωες συνδέονται μ’ αυτήν την υπηρεσία και μέλη της με τα κινήματα, όταν στις τάξεις της στρατολογείται ένας πατέρας που έχει χάσει τη μικρούλα κόρη του, την οποία αναζητεί και πιστεύει ότι την έχουν απαγάγει οι αθέατοι.
Όλο το σκηνικό στήνεται με ανάπτυξη αστυνομικού μυθιστορήματος. Στο προσκήνιο εμφανίζονται άνθρωποι που πιστεύουν στην ύπαρξη των αθέατων και άλλοι, όπως η μητέρα του εξαφανισμένου κοριτσιού, που αρχικά όχι. Μέσα από την πολιτική και ακτιβιστική πάλη για την επανάκτηση του δημόσιου χώρου και της ελεύθερης πρόσβασης σ’ αυτόν, εντέλει στον περιορισμό της παντοκρατορίας των εταιρειών, επιτυγχάνεται η επαφή με τη νέα μορφή ζωής που έχει ανθίσει στον πλανήτη μας σε αορατότητα από το κυρίαρχο είδος, τον άνθρωπο.
Για την προστασία των αθέατων αναπτύσσεται πόλεμος –κυριολεκτικά: με μάχες και όπλα–, όπου στρατεύονται πολλοί από τα κινήματα αλλά και από συντηρητικούς ανθρώπους, που όμως γοητεύονται από το νέο αυτό είδος και υπερασπίζονται το δικαίωμά του να ζει. Η σύλληψη του Νταμαζιό είναι εξαιρετική. Ενώ το στόρι εξελίσσεται στη Γη, υποχρεώνεται η ανθρωπότητα να αντιμετωπίσει όντα μιας άλλης γραμμής εξέλιξης και μια άλλη νοημοσύνη –συνδυασμός ανθρώπινων και ζωωδών χαρακτηριστικών, αλλά μεταβαλλομένων– και το στοίχημα της επικοινωνίας μαζί της μετατρέπεται σε διακύβευμα της ανάκτησης και κατάκτησης της ελευθερίας και αυτονομίας της ίδιας της ανθρωπότητας.
Η απίστευτη παλέτα των αγωνιζόμενων ενάντια στο πανίσχυρο σύστημα, η επινόηση μορφών πάλης, η φαντασία στην πραγμάτωση αυτής της πάλης ανάγουν τον Νταμαζιό σε έναν διανοητή επί της πολιτικής πάλης, που αξίζει να ακούσουμε. Ο αγώνας παραμένει αμφίρροπος, αν και νίκες επιτυγχάνονται. Φαίνεται πως ο συγγραφέας δεν διατηρεί καμιά αυταπάτη για τη δυσκολία αυτού του αγώνα που οι εργαζόμενες τάξεις έχουν μπροστά τους, προκειμένου να ανακτήσουν και να κατακτήσουν δικαιώματα και εν τέλει ζωή.
Μεγάλη όμως κατάκτηση του και προσφορά του στον λογοτεχνικό πειραματισμό είναι η εισαγωγή των ήχων στη γραφή. Αυτό έχει τη σημασία του για το σύμπαν που οικοδομεί, ανταποκρίνεται στις επιταγές της ιστορίας του: αφού οι αθέατοι δεν είναι ορατοί, επικοινωνούν μαζί μας μέσω μιας άλλης αίσθησης, της ακοής. Φυσικά, επειδή ο ήχος στον γραπτό λόγο μπορεί να αποδοθεί μόνον συμβολικά, απεικονίζεται με ειδικά σύμβολα που αντιστοιχούν στους ήρωες και που στην πραγματικότητα αποδίδουν την ιδιαιτερότητα του καθένα χωριστά, που έχει συνοδευτεί και από αντίστοιχο ιδιόλεκτο και εκφορά λόγου. Εισάγεται δηλαδή με έναν ευφυή τρόπο η ακουστική αποτύπωση του χαρακτήρα εκεί που φυσικά ήχος δεν μπορεί να ακουστεί. Αυτό ανοίγει μια καινούργια δυνατότητα πρόσληψης του έργου και, τελικά, της λογοτεχνίας, ευφάνταστης και δημιουργικής. Και σίγουρα είναι πειραματισμός όχι διαλυτικός του νοήματος, αλλά ανάδειξης της ποικιλίας της ύπαρξης. Δεν είναι χωρίς σημασία και αξία το γεγονός ότι υπάρχει στην έκδοση και παραπομπή σε ηλεκτρονική διεύθυνση που περιέχει την ηχητική υπόκρουση των αθέατων. Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται και στην απίστευτη δουλειά του μεταφραστή Δημήτρη Δημακόπουλου, που μετέφερε το γλωσσικό εγχείρημα του Νταμαζιό στα ελληνικά με απόλυτη επιτυχία, αν κρίνω από το προσληπτικό αποτέλεσμα που είχε σε μένα ως αναγνώστρια.
Ο Νταμαζιό οδηγεί τη λογοτεχνία της φαντασίας/επιστημονικής φαντασίας σε έναν χώρο που δυστυχώς δεν αποτελεί προνομιακό πεδίο των συγγραφέων της: στο πεδίο της πολιτικής κριτικής και της αντιπαράθεσης με την κυρίαρχη λογική και τις κυρίαρχες τάξεις. Απ’ αυτήν την άποψη δίνει στον χώρο μια νομιμοποίηση ποιότητας, ευρύτητας και βάθους.