in

Αλλαγή εποχής; Του Χρήστου Λάσκου

Χρήστος Χατζηϊωσήφ, Die Zeitenwende -Αλλαγή εποχής στην Ευρώπη και την Ελλάδα, σελ. 320, Βιβλιόραμα 2020

Κέντρο: «στο βάθος του δρόμου πρώτη πόρτα δεξιά»

Φρ. Μιττεράν

Το παράθεμα, που επέλεξα, δεν αντιπροσωπεύει την κύρια θεματική του βιβλίου του Χατζηϊωσήφ. Το έκανα για λόγους, που έχουν σχέση και με την άμεση συγκυρία. Η οποία χαρακτηρίζεται δραματικά από την πλειοδοσία των «κεντρώων» -σοσιαλδημοκρατικών και πράσινων, ιδίως- κομμάτων υπέρ αντι-μεταναστευτικών και αντεργατικών πολιτικών, την ίδια στιγμή, που κάποια μεταξύ τους αποδεικνύονται τα πιο ακραία φιλοπόλεμα γεράκια. Η προώθηση, ασχέτως της τελικής τύχης της, μιας «πολεμικής οικονομίας» στην ΕΕ είναι απολύτως χαρακτηριστική.

Η υπενθύμιση πως ήταν το SPD του Σρέντερ, που, στην περίοδο της κυβέρνησής του με τους Πράσινους,  αποδιάρθρωσε το κοινωνικό κράτος με τρόπο και σε έκταση, που για τη Δεξιά θα ήταν σχεδόν αδιανόητη έχει, νομίζω, μεγάλη πολιτική σημασία για τη σημερινή εκτίμηση της κατάστασης. Είχε κύριο στόχο τους μακροχρόνια άνεργους, για τους οποίους εισήγαγε πρωτόγνωρους και εξευτελιστικούς περιορισμούς της προσωπικής τους ελευθερίας. «Πιο χαρακτηριστικός η υποχρέωση των μακροχρόνια ανέργων να αναλαμβάνου εργασίες κοινοτικού ενδιαφέροντος ή ανθρωπιστικού χαρακτήρα […], με ωριαία αμοιβή που από το νόμο δεν μπορούσε να ξεπεράσει το 1.5 ευρώ. Σε πολλές περιπτώσεις, οι εργοδότες όρισαν την αμοιβή στο 1 ευρώ. [Και φυσικά] επιδοτούνται για τις θέσεις που προσφέρουν» (σελ. 75).

Το ίδιο και οι Γάλλοι σοσιαλιστές, οι οποίοι, πριν και από τους Γερμανούς, ήδη από το 1998, εισάγοντας το 35ωρο, για το οποίο πανηγύριζε η «πληθυντική Αριστερά» και εδώ στην Ελλάδα, ακολούθησαν μια πολιτική μείωσης του «εργατικού κόστους» και βίαιης απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων -με «αύξηση του ορίου των υπερωριών, μείωση των αποζημιώσεων για τις υπερωρίες και ελαφρύνσεις στις εργοδοτικές εισφορές» (σελ. 286). Πολιτικές, οι οποίες επιταχύνθηκαν, εκ νέου, επί Ολάντ. Ο σοσιαλιστές, άλλωστε, πρωτοστάτησαν και στις ιδιωτικοποιήσεις -όπως και οι δικοί μας «εκσυγχρονιστές».

Ο Χατζηϊωσήφ, επιμένοντας να ψάχνει πέρα από τη συγκυρία, χωρίς καθόλου να την αγνοεί, δίνει μια συνεκτική εικόνα του κόσμου μας, όπως διαμορφώθηκε στην πάροδο πολλών πια δεκαετιών. Οι αναλύσεις του για τη Γερμανία, ειδικά, είναι εξαιρετικά πολύτιμες, αν σκεφτούμε το ρόλο της στα ευρωπαϊκά πράγματα και, μαζί, την εξαιρετική ένδεια της ελλαδικής συζήτησης σχετικά με τις εξελίξεις στη χώρα αυτή και τη σημασία τους.

Το βιβλίο απαρτίζεται από σειρά κειμένων και συνεντεύξεων, τα οποία, ως επί το πλείστον, έχουν δημοσιευτεί ή εκφωνηθεί στη διάρκεια μιας εικοσαετίας, από το 2003 έως το 2023, με εξαίρεση το, μεταξύ άλλων, εξαιρετικά πληροφοριακό, τελευταίο άρθρο –“Γαλλικό αδιέξοδο και ευρωπαϊκά διλήμματα”-, το οποίο παρέμενε αδημοσίευτο μέχρι την παρούσα έκδοση.

Οι θεματικές είναι ποικίλες. Από ζητήματα, που αφορούν την ιστορική έρευνα, την εκπαίδευση ή το επισφαλές των ιστορικών αναλογιών σε ό,τι αφορά την μεγάλη ελληνική κρίση μέχρι την κριτική των οικονομικών πολιτικών, που ασκήθηκαν στη διάρκειά της, έχουμε μια πλούσια σειρά αναλύσεων, οι οποίες μεταφέρουν τη συγκυρία , στην οποία γράφτηκαν, αλλά διατηρούν την αξία τους.

Το ίδιο ισχύει και σχετικά με τον αποκαλυπτικό σχολιασμό των βασικών πεπραγμένων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ, αλλά και τις επισημάνσεις αναφορικά με την επάρκεια, την προγραμματική και ιδεολογική, ακόμα, προσέγγιση, με την οποία πορεύτηκε η διακυβέρνηση Τσίπρα.

Στο τρίτο μέρος του βιβλίου παρουσιάζονται όσα αφορούν ειδικά την Zeitenwende, την “αλλαγή εποχής”, δηλαδή, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο. Το πρώτο κείμενο – “Η μεγάλη αντιστροφή της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής -Με αφορμή τα 100 χρόνια από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο”- προσφέρει μια εξαιρετική παρουσίαση της μεγάλης εικόνας, του θεμελιώδους συγκείμενου με βάση το οποίο αποκτούν νόημα οι σημερινές μεγάλες αλλαγές στον κόσμο. Τα υπόλοιπα αναλύουν ένα σύνολο θεμάτων, από τις διεθνείς σχέσεις μέχρι τις πολιτικές εξελίξεις στις κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ, ιδίως, όπως προείπα, τη Γερμανία, αλλά και την Ιταλία και τη Γαλλία, το Σχέδιο Ανάκαμψης μετά την πανδημία, τις πολλαπλές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, ακόμη και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Ο Χατζηϊωσήφ προκαλεί συνεχώς τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τα μείζονα ζητήματα. Δείχνει πόσο η ίδια η συγκεκριμένη ύπαρξη της ΕΕ αναζωπυρώνει -ιδίως μετά τη μεγάλη κρίση του 2008- και ενισχύει τους εθνικισμούς, αντί να τους απομειώνει, όπως νομίζουν οι «ευρωπαϊστές» ότι κάνει. Γι’ αυτό, κιόλας, επισημαίνει πόσο επιζήμια μπορεί να αποδειχτεί -και μέχρι στιγμής αυτό γίνεται- η επιδίωξη για «περισσότερη Ευρώπη». Που πάει να πει, δηλαδή, πως περισσότερη Ευρώπη μάλλον σημαίνει χειρότερη Ευρώπη.

Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η κριτική του αναφορικά με τις υποτιθέμενες ιστορικές αναλογίες μεταξύ της κρίσης του 1932 και της σημερινής ή, ακόμα καλύτερα, την σύγκριση μεταξύ του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, από το 1898 κι έπειτα, και του ΔΝΤ μετά το 2010! Οι ακροκεντρώοι, μάλιστα, δημοσιολόγοι δεν έχουν καμιά συστολή στο να υποστηρίξουν πως, στο κάτω κάτω, ο Έλεγχος μάλλον καλό έκανε στην Ελλάδα. Άλλωστε, μια «σκληρή» αντιμετώπιση είναι, εν τέλει, δίκαιη για εμάς, «τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας» -ιδίως τις εργατικές και λαϊκές τάξεις!

Οι παρατηρήσεις του συγγραφέα για τις προσπάθειες της προεδρικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματικής αντιπολίτευσης, «έχοντας ως σημείο εκκίνησης την αποδοχή της “ιδιωτικής πρωτοβουλίας” και τη “συμβολή” του ξένου κεφαλαίου» (σελ. 88), να προσεγγίσει τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου προσφέρουν χρήσιμα κλειδιά για την εξήγηση της μετέπειτα πορείας των κυβερνήσεων του Τσίπρα. Δεν είναι άσχετο το γεγονός ότι αφιέρωσαν το μεγαλύτερο χρόνο της «διαπραγμάτευσης» για να πείσουν τους «θεσμούς» πως η πολιτική τους έπασχε από λογική άποψη (sic), ενώ, μάλλον, οι ίδιοι ήταν πεπεισμένοι ότι η στάση της τρόικας δεν εξηγούταν από συμφέροντα, αλλά από ιδεοληψίες -στην περίπτωση της Μέρκελ, από προτεσταντικές ιδεοληψίες! Ο Χατζηϊωσήφ, λίγες μέρες  πριν από την υπογραφή του 3ου Μνημονίου -4 Ιουλίου 2015, παραμονή του δημοψηφίσματος- σημειώνει χαρακτηριστικά απέναντι στην άποψη για συνέχιση της «διαπραγμάτευσης»: «Η αρνητική στάση της κ. Μέρκελ ελπίζω ότι έσωσε, προσωρινά, από τη γελοιοποίηση και σοβαρούς ενίοτε ανθρώπους. Στους δανειστές  μας όμως θα ενίσχυε την άποψη, που έχουν εκφράσει επανειλημμένα και η οποία επιβεβαιώθηκε τόσες φορές μετά το 2010, ότι είμαστε “τζάμπα μάγκες”. Και όταν ο άλλος δεν παίρνει στα σοβαρά τη σταθερότητα στις απόψεις σου, τότε η διαπραγματευτική σου θέση είναι εκ των προτέρων υπονομευμένη» (σελ. 126).  Κάπως έτσι καταλήξαμε στη «συμφωνία» της 13ης Ιουλίου, που αποτελεί «συμπύκνωση και επιτάχυνση της πολιτικής που εφάρμοσε το διευθυντήριο της Ευρωζώνης, όσον αφορά τη χώρα μας» (σελ. 130).

Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το κείμενο “Παράσημα και βραβεύσεις στην εποχή της παγκοσμιοποίησης”, στο οποίο, νομίζω, έχουμε μια εφαρμογή της μεθόδου που ερευνά μεγάλα ζητήματα με βάση το «εξ όνυχος». Δείτε βραβεία που έχει πάρει ο Τσίπρας και βγάλτε τα συμπεράσματά σας: Βραβείο Πολιτικού Θάρρους της Politique Internationale, το 2017. Ewald von Kleist Preis, Remarkable Achievements Award, Peace of Westfalia Prize, μετά τις Πρέσπες. Βραβείο του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων της Sciences Po του Παρισιού –όπου «το εγκώμιο του Αλέξη Τσίπρα [ανατέθηκε] στη Γαλλίδα οικονομολόγο Αν Λωρ Κισέλ. Η Κισέλ εργάστηκε μια δεκαετία στην αμερικανική επενδυτική τράπεζα Λέμαν Μπράδερς και, μετά την κατάρρευση αυτής, στην τράπεζα Ρότσιλντ […] Από την θέση αυτή ανέλαβε σύμβουλος της ελληνικής κυβέρνησης για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, θέση που διατήρησε μέχρι τις αρχές του 2019» (σελ. 165).  Και η εποποιία συνεχίζεται.

Ο συγγραφέας δεν διστάζει να κρίνει αυστηρά -έως απορριπτικά- ιδιαίτερα επιδραστικούς δημόσιους διανοούμενους. Όπως και δεν είναι «πολιτικά ορθός» -δεν έχει, π.χ., κανένα δισταγμό να γράψει: «Όπως και ο φασισμός, η μεταδημοκρατία […]» (σελ. 148), όταν, από τους περισσότερους αναζητούνται όροι κατάλληλοι για τη «συνθετότητα» των ζητημάτων. Ξέρετε: όχι στη λογική άσπρο μαύρο κτό.

Το βιβλίο του Χατζηϊωσήφ αποτελεί μια πολύ παραγωγική μηχανή σκέψης. Ακόμη κι όταν διαφωνείς ξέρεις γιατί διαφωνείς -η καθαρότητα των επιχειρημάτων του επιτρέπει την σαφήνεια και την ακρίβεια, που είναι αναγκαία στην κατανόηση.

Θα κλείσω με μια παρατήρηση, που, νομίζω, αξίζει να αποτελέσει μέρος της συζήτησης, που το βιβλίο εμπλουτίζει ιδιαίτερα. Σε ό,τι αφορά, λοιπόν, την αναστροφή της οικονομικής πολιτικής, στην καμπή της δεκαετίας του ’70, ο συγγραφέας δίνει μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία που αφορούν τις «τρεις κορυφώσεις», δηλαδή του μεριδίου των μισθών, των πτωχεύσεων επιχειρήσεων και, μια δεκαετία πριν, της παραγωγικότητας της εργασίας, καθώς και τη στρατηγική των μεγάλων επιχειρήσεων. Η μεγάλη εικόνα παρουσιάζεται με σημαντική ευκρίνεια.

Πιστεύω, ωστόσο, πως οι μαρξιστικές κατηγορίες προσφέρουν πρόσθετη ισχύ στην προσπάθεια κατανόησης των πραγμάτων. Η παρακολούθηση της εξέλιξης, για παράδειγμα, του ποσοστού κέρδους είναι εξαιρετικά αποκαλυπτική.

Δεν θα επιχειρηματολογήσω αναλυτικά -θα επανέλθω, σε αυτό, άλλοτε. Νομίζω, όμως, ότι  το παρακάτω γράφημα, που παρουσιάζει την πορεία του ποσοστού κέρδους στο G-20, μεταξύ 1950 και 2020  είναι αρκετό, για να δείξει αυτό που θέλω να επισημάνω.

https://scholarworks.umass.edu/server/api/core/bitstreams/69ff54a4-6554-48b9-9b5b-58008cb25725/content

ΥΓ. Ο πίνακας, που εικονογραφεί τη σημερινή μου παρουσίαση, είναι του Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ, δημιουργία του 1817. Έχει τον τίτλο «Πεζοπόρος μπροστά στη θάλασσα της ομίχλης». Ο Χατζηϊωσήφ θεωρεί ότι βοηθάει στην κατανόηση αυτού που συμβαίνει.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Παραλίες της Σύρου – 2024: Ο απολογισμός (business as usual)