in

Καπιταλισμός, αν(ισότητα) και σοσιαλιστική πολιτική. Του Χρήστου Λάσκου

Thomas Piketty, Μικρή ιστορία της ισότητας (μετάφραση: Άγγελος Μουταφίδης), εκδόσεις Πατάκη, σελ. 396.

«Κάθε αντικατάσταση παλαιότερων δομών με νέους θεσμούς κατά το παρελθόν έχει επιτευχθεί μέσω συλλογικών αγώνων και κινημάτων […] Η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει ότι οι ιστορικές μεταβολές μεγάλης κλίμακας λαμβάνουν συνήθως χώρα σε στιγμές κρίσεων, εντάσεων και συγκρούσεων. Από τους παράγοντες που μπορούν να επιταχύνουν τον ρυθμό της αλλαγής αυτός που δεσπόζει είναι αναμφισβήτητα οι περιβαλλοντικές καταστροφές. Θα ανέμενε κανείς ότι η προοπτική αυτών των καταστροφών […] θα αρκούσε και με το παραπάνω ώστε να πυροδοτήσει τις απαραίτητες κινητοποιήσεις. Δυστυχώς, το πιθανότερο είναι ότι μόνο απτές και συγκεκριμένες καταστροφές μεγαλύτερης έντασης από τις σημερινές θα καταφέρουν να σπάσουν το κέλυφος του συντηρητισμού και να θέσουν υπό ριζική αμφισβήτηση το τρέχον οικονομικό σύστημα» (σελ. 363).

Ο Πικετί, με τη προηγούμενη διατύπωση, θέτει τρία ζητήματα:

  1. Η κατάσταση των πραγμάτων σήμερα θέτει στο προσκήνιο, ως ζήτημα ζωής και θανάτου, τη ριζική αμφισβήτηση του καπιταλισμού
  2. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μέσα από ευρείας κλίμακας -παγκόσμιας, πλέον- συλλογικούς αγώνες με ριζοσπαστική ατζέντα
  3. Μάλλον, απαιτούνται μείζονος σημασίας καταστροφές προκειμένου να γίνει κατορθωτή η απαραίτητη ριζικά διαφορετική πορεία της ανθρωπότητας

Επομένως, δύσκολα τα πράγματα. Αν ο καπιταλισμός δεν καταστρέφει μόνο (;) τους ίδιους τους όρους της ζωής και της κοινωνικής, μα και φυσικής, πλέον, αναπαραγωγής, αλλά, επιπλέον, η ίδια η διαδικασία της αλλαγής του προϋποθέτει ακόμη μεγαλύτερες καταστροφές, κατανοούμε πως η ανθρωπότητα είναι βέβαιο πως βρίσκεται σε μια κρισιμότατη καμπή της ιστορίας της. Μάλλον, την κρισιμότερη.

Ο Πικετί γράφει τη Μικρή ιστορία της ισότητας του ως πολιτική παρέμβαση σε αυτήν την συγκεκριμένη στιγμή. Επιδιώκοντας έτσι να ιχνηλατήσει μια πορεία εξόδου από τα διαφαινόμενα τρομερά αδιέξοδα της σημερινής συνθήκης. Θα μπορούσε να έγραφε μια «ιστορία της ανισότητας». Ο τίτλος, που επέλεξε έχει, επίσης, πολιτική αιτιολόγηση. Νιώθει πως αν δείξει ότι η ισότητα προωθήθηκε, ισχυρά, πολλές φορές, στην πρόσφατη ιστορία, τότε μπορούμε να ελπίσουμε πως μπορεί να ξαναγίνει. Πως δεν είμαστε, δηλαδή, καταδικασμένοι στην ανισότητα. Όλα μπορούν ν’ αλλάξουν. Ένα συνεκτικό πρόγραμμα μετασχηματισμού, με την αναγκαία και όχι ανέφικτη, καταρχήν, στρατηγική σκευή μπορεί να αλλάξει τα πράγματα.

Βέβαια, ο μετασχηματισμός θα πρέπει να είναι ριζικός. Ο αντίπαλος είναι πανίσχυρος και αποφασισμένος να μην παραχωρήσει το παραμικρό στην πλέμπα. Στο μέτρο, που αυτή δεν αποτελεί βάσιμη απειλή τίποτε δεν μπορεί να διαταράξει τη μακαριότητα της κυρίαρχης τάξης και της βεβαιότητάς της πως αυτός ο κόσμος είναι ο καλύτερος δυνατός. Όπως τεκμηριώνει, με δεκάδες αναφορές, ο Πικετί, οι εξεγέρσεις, οι μεγάλες κινητοποιήσεις, οι παρατεταμένοι αγώνες σε όλα τα επίπεδα, από μέρους των κατώτερων τάξεων και κοινωνικών κατηγοριών, οι επαναστάσεις, κατεξοχήν, αποτέλεσαν την απόλυτη προϋπόθεση για τις -όποιες- βελτιώσεις της ζωής τα τελευταία διακόσια χρόνια.

Η ερώτηση σχετικά με το εάν «[ο] προοδευτικός φόρος θα είχε άραγε επιβληθεί τόσο γρήγορα αν δεν είχαν προηγηθεί η σύρραξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και η πίεση, που άσκησε το μπολσεβίκικο καθεστώς στις ελίτ των καπιταλιστικών χωρών» είναι ρητορική. Η διαρκής επιστροφή της επιχειρηματολογίας στο συγκεκριμένο ζήτημα δίνει μια αναμφίβολα καταφατική απάντηση. «Η σοσιαλιστική και κομμουνιστική απειλή έπαιξε εδώ έναν προφανή ρόλο: ήταν προτιμότερο για τις ελίτ να αποδεχτούν έναν έντονα προοδευτικό φόρο από το να ρισκάρουν να βρεθούν κάποια στιγμή αντιμέτωπες με μια γενική απαλλοτρίωση» (σελ. 217).

Ήταν αυτά που οδήγησαν, π.χ., στις ΗΠΑ, στην αύξηση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή από το 7% το 1913 στο 77% το 1918 και στο 94% το 1944,  με αποτέλεσμα ο μέσος φορολογικός συντελεστής στα μεγάλα εισοδήματα να είναι στο 81% !!!

Αν συνέβησαν αυτά στον 20ο αιώνα γιατί να μην μπορούν να ξανασυμβούν; Κι ακόμη περισσότερο, γιατί να θεωρείται ανέφικτη η έξοδος «από τον ίδιο τον καπιταλισμό και τη γενικευμένη εμπορευματοποίηση;» (σελ. 209). Το θέμα, βέβαια, δεν είναι αν η μεγάλη πορεία προς την ισότητα είναι εφικτή, αλλά το ότι είναι αναγκαία. Γιατί αν, όπως υπογραμμίζει ο Πικετί αυτή είναι συνδεδεμένη με μεγάλης κλίμακας καταστροφές, αν, δηλαδή, ο καπιταλισμός είναι τόσο διεστραμμένη κοινωνική θέσμιση, που αφήνει στην ανθρώπινη πρόοδο μονοπάτια πάντα σκαλισμένα πάνω σε ερείπια, για να θυμηθούμε και τον Μπένγιαμιν, η επαναστατική υπέρβασή του είναι επιβιοτικός όρος για την ανθρωπότητα, αλλά και τον πλανήτη.

Ο αχαλίνωτος υπερκαπιταλισμός της νεοφιλελεύθερης περιόδου κάνει ανάγλυφη αυτήν την πραγματικότητα. Η επιδείνωση όλων των κοινωνικών και οικονομικών δεικτών, που αφορούν τις κατώτερες τάξεις -εισόδημα, περιουσία, υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση…- είναι ο καλύτερος δείκτης της εμμονικής αρπακτικότητας και του κανιβαλικού χαρακτήρα του συστήματος.

Πράγμα που αποκτά και άμεσα οικονομικοπολιτικό χαρακτήρα. Στις ΗΠΑ, τα δικαστήρια αποφαίνονται ότι δεν μπορεί να θεσπιστεί ανώτατο όριο στις εκλογικές δαπάνες γιατί αυτό θα σήμαινε παραβίαση της ελευθερίας έκφρασης των πιο εύπορων πολιτών! Ενώ στη Γαλλία, ένας πλούσιος, που προβαίνει σε δωρεά 7500 ευρώ στο πολιτικό κόμμα της επιλογής του, έχει επιστροφή φόρου 5000!

Τις τελευταίες δεκαετίες, του χωρίς όρια θατσερισμού, έχουμε, λοιπόν, μια μείζονα υποστροφή ως προς την σχετικά εξισωτική περίοδο του μεταπολέμου, τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό. Με βάση προηγούμενες παρατηρήσεις, μπορούμε να μιλάμε για μια πραγματική αντεπανάσταση. Η οποία είναι δομικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού.

Ο καπιταλισμός ξεκίνησε μέσα στο αίμα και την εξαθλίωση, η οποία ξεκλήρισε γενιές ολόκληρες πριν φθάσει στην «ευημερία». Χωρίς την αγριανθρωπική εκμετάλλευση της Αμερικής -το 90% των ιθαγενών πέθαναν, το σύνολο των πόρων τους μεταφέρονταν για αιώνες στην Ευρώπη-, χωρίς το τεραστίων διαστάσεων δουλεμπόριο από την Αφρική, χωρίς την ασύλληπτη αποικιοκρατική εκμετάλλευση, η εγκαθίδρυσή του θα ήταν, μάλλον, απίθανη. Έχει δίκιο ο Πικετί να μιλάει, π.χ., για δουλοκτητική δημοκρατία (sic) στις ΗΠΑ. Δεδομένης της καίριας σημασίας, που είχε η βαμβακουργία για την παγκόσμια οικονομία τον 19ο αι., τη βιομηχανική επανάσταση και την αληθινή εκτόξευση του καπιταλιστικού κόσμου, κατανοούμε εύκολα τι σήμαινε ότι το 75% του βαμβακιού προέρχονταν από τον δουλοκτητικό Νότο. Οι μισές από τις συνολικές μετακινήσεις Αφρικανών σκλάβων στην Αμερική μεταξύ 1492 και 1888 συνέβησαν στην περίοδο 1780 -1860, στην δυναμική πρώτη περίοδο της καπιταλιστικής κατίσχυσης.

Το πλεονέκτημα, άλλωστε, των Ευρωπαίων σε σχέση με τις, εξίσου ανεπτυγμένες στις αρχές του 19ου αιώνα, Κίνα και Ινδία, οι οποίες διέθεταν το 50% της παγκόσμιας μεταποίησης σε σχέση με το 5% μόνο, που αντιστοιχούσε στα ευρωπαϊκά κράτη, οφείλονταν αποκλειστικά στην στρατιωτική τους υπεροπλία και την αποφασιστικότητά τους να επιβληθούν με τους πιο απάνθρωπους τρόπους. Στο δουλεμπόριο αναφέρθηκα ήδη. Ο αγγλικός ναρκοϊμπεριαλισμός του οπίου στην Κίνα, οι δέκα εκατομμύρια νεκροί στο βελγικό Κογκό, οι μεγάλοι λιμοί στην Ιρλανδία και τη Βεγγάλη -τόσο κοντά, το 1944- η μόνιμη διπλωματία των κανονιοφόρων, η κολοσσιαία μεταφορά πόρων -πρώτων υλών, ενέργειας, εργατικής δύναμης- στις «μητροπόλεις», είναι λίγα μόνο από όσα διαμόρφωσαν τη δυτική «υπεροχή».

Η επίσημη ιστορία των ισχυρών ιστορικά καπιταλιστικών κρατών έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια να διαμορφώσει μια διαφορετική εικόνα, σύμφωνα με την οποία η τεράστια «προήγησή» τους οφείλεται στις αιτίες που προτείνονται στα φιλελεύθερα εγχειρίδια των  economics: ελεύθερη αγορά, προστασία της ιδιοκτησίας, ελάχιστο κράτος, δημοκρατία.

Δημοκρατία; Στη μεγαλύτερη διάρκεια του 19ου αιώνα το εκλογικό σώμα ήταν μονοψήφιο ποσοστό του πληθυσμού, καθοριζόμενο από την περιουσία. Κι όπου υπήρχε περισσότερο διευρυμένο εκλογικό σώμα εφευρίσκονταν τιμοκρατικά συστήματα άνισης ψήφου. Στη Σουηδία, για παράδειγμα, όπου ψήφιζε το 20% του ανδρικού πληθυσμού, οι περισσότερο εύποροι είχαν στη διάθεσή τους 54 ψήφους έναντι 1 των λιγότερο εύπορων.

Ελάχιστο κράτος; Αυτό αφορά την Κίνα ή την Οθωμανική αυτοκρατορία πολύ περισσότερο από ό,τι την Αγγλία. Η τελευταία είχε δημόσια έσοδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ έως οκταπλάσια σε σχέση με τις πρώτες! Πράγμα, που της επέτρεπε, άλλωστε, να διαθέτει πολύ ισχυρότερο στρατό.

Προστασία της ιδιοκτησίας; Ναι, σε ό, τι αφορά τη μεγάλη, καμία σε ό,τι αφορά τη μικρή, σε αντίθεση με Κίνα και Ινδία. Είναι τρομακτικά παροιμιώδης, στην πρωτοπόρα Αγγλία και πάλι, η καταναγκαστική «έξοδος» των μικρών αγροτών προς τις πόλεις, έτσι ώστε να διαμορφωθεί το κατάλληλο για την καπιταλιστική οικονομία προλεταριάτο, στερούμενο οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από την εργασιακή του δύναμη.

Ελεύθερη αγορά; Κάθε άλλο. Αυτό που χαρακτηρίζει τους ανερχόμενους δυτικούς καπιταλισμούς, από την Αγγλία και τη Γερμανία έως τις ΗΠΑ, είναι ο άτεγκτος προστατευτισμός, με δασμούς της τάξης του 30 -50%, πολλές φορές και άνω του 100%. Το ελεύθερο εμπόριο προκρίθηκε μόνο όταν η καπιταλιστική ανάπτυξη πρόσφερε ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Με αυτό τον τρόπο διαλύθηκε η μεταποίηση σε Κίνα και Ινδία.

Γενικότερα, η φιλελεύθερη pro-capitalist αφήγηση αναφορικά με τα παραπάνω είναι εντελώς ψευδής. Πάντοτε και με κάθε τίμημα, αυτό που μετρούσε ήταν η ιδιοκτησία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «κατάργηση της δουλοκτησίας».

Η οποία ξεκίνησε με την μεγάλη εξέγερση του 1791, στο πλαίσιο της Γαλλικής Επανάστασης, στον γαλλικό Άγιο Δομίνικο, όπου οι σκλάβοι αποτελούσαν το 90% του πληθυσμού. Μόλις οι δουλοκτήτες, με την αρωγή του γαλλικού κράτους, ισορρόπησαν επέβαλλαν στην ελεύθερη Αϊτή την αποζημίωσή τους για την απαλλοτριωμένη περιουσία τους -τους σκλάβους, δηλαδή. Η αποζημίωση ορίστηκε στο 300% του αϊτινού ΑΕΠ, πράγμα που έπνιξε κάθε αναπτυξιακή δυνατότητα στο διηνεκές. Για τους φιλελεύθερους η «αποζημίωση» των ιδιοκτητών ήταν αδιαπραγμάτευτη παντού -στη Γαλλία, στην Αγγλία, στις ΗΠΑ,…

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του υποδειγματικού φιλελεύθερου Τοκβίλ, ο οποίος, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων της δεκαετίας του 1840, «έλαμψε με τις μεγαλοφυείς υποτίθεται προτάσεις του (ένα μέρος της αποζημίωσης στους δουλοκτήτες να επιβαρύνει το δημόσιο ταμείο και ένα μέρος της τους ίδιους τους σκλάβους, που θα καλούνταν να εργαστούν για δέκα ή είκοσι χρόνια με χαμηλές αμοιβές για να καλύψουν τη διαφορά» (σελ. 135).

Ο Πικετί, στο καταπληκτικό βιβλίο του -μ’ όλο που, ως μαρξιστής, έχω κάποιες μεθοδολογικές διαφορές, κυρίως, στην προτίμησή μου να μιλώ για εκμετάλλευση εκεί που αυτός προτιμάει τον όρο ανισότητα,  δεν μπορώ παρά να το θεωρώ καταπληκτικό- μας δίνει μια μοναδική δυνατότητα να καταλάβουμε την εξέλιξη του καπιταλισμού και, μέσω αυτής, την «ουσία» του. Άψογα τεκμηριωμένο, με πλήθος αριθμητικών στοιχείων και κατατοπιστικών γραφημάτων, μας υποψιάζει, επιπλέον, σχετικά με τον «κατασκευασμένο» πολιτικά χαρακτήρα των χρησιμοποιούμενων ευρέως κοινωνικοοικονομικών δεικτών και προτείνει, περισσότερο κατάλληλους, εναλλακτικούς. Όπως έγινε, νομίζω, φανερό μας προσφέρει μια περιεκτική, πλήρη, όμως, ιστορία των εξελίξεων, που οδήγησαν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα -σε όχι καλό σημείο!

Επιπλέον, προτείνει ένα αναλυτικό πρόγραμμα μεταβατικού εξισωτισμού, που μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ καλό σχέδιο για τη στρατηγική συζήτηση στο πλαίσιο της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Δεκάδες αιτήματα για τα συνθήματα των μελλοντικών μεγάλων κοινωνικών κινημάτων, για την ταξική πάλη των επόμενων δεκαετιών. Όπως σημειώνει, «τίποτε δεν μας απαγορεύει να επεξεργαστούμε συστήματα που απορρίπτουν κάθε μορφή ατομικής ιδιοκτησίας» (σελ. 271).

Ο Πικετί μάλλον αυτοτοποθετείται στον χώρο της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας. Το πρόγραμμα, που προτείνει, ωστόσο, είναι τόσο «ουτοπικό» στο πλαίσιο ακόμη και του «δημοκρατικότερου», σήμερα, καπιταλισμού, που αφορά, στην πραγματικότητα τις πιο ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις. Η επιμονή του να δείχνει  τη σημασία των ριζοσπαστικών κοινωνικών κινημάτων, των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων είναι ένα επιπλέον επιχείρημα γι’ αυτή μου την άποψη, νομίζω.

Δεν είναι τυχαίο πόσο παραπέμπει στη Ρωσική, όπως είδαμε, αλλά και στη Γαλλική επανάσταση, για να εξηγήσει τις κατακτήσεις του χειραφετητικού κινήματος. Η περίοδος της Συμβατικής του 1793 -1794, της κυριαρχίας των Γιακωβίνων, του Ροβεσπιέρου, του Κουτόν και του Σαιν -Ζυστ, υποστήριξε, χωρίς ταλαντεύσεις, την απελευθέρωση των σκλάβων του Άγιου Δομίνικου και των Αντιλλών, ευρύτερα, χωρίς την παραμικρή αποζημίωση, ψήφισε την καθολική ψηφοφορία (των ανδρών), στήριξε το μοίρασμα στους ακτήμονες της εκκλησιαστικής περιουσίας, κατάργησε τις αγγαρείες και όλα τα σχετικά προνόμια των φεουδαρχών, νομοθέτησε την πρώτη προοδευτική φορολογία στην ιστορία, μεταξύ πολλών άλλων μέτρων έμπρακτης ταξικής προώθησης του εξισωτισμού.

Οι φιλελεύθεροι απολογητές της δουλείας το είπαν «τρομοκρατία». Εκφράζοντας τον δικό τους τρόμο μπροστά στην συντελούμενη απειλή για την ιδιοκτησία τους.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη: Χτίζοντας Συνεργατικά έναν Κόμβο Δημιουργικής Οικονομίας

Κρίσιμες ώρες για τη Λάρισα λόγω υπερχείλισης του ποταμού Πηνειού