Ένα ζήτημα ταμπού για τη δημόσια υγεία συζητήθηκε πριν λίγες μέρες στο πλαίσιο του μαθήματος «Εισαγωγή στην Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας» στην Ιατρική σχολή του ΑΠΘ, που συντονίζουν οι καθηγητές Ηλίας Κονδύλης και Αλέξης Μπένος. Το ζήτημα αυτό δεν είναι άλλο από την πείνα. Η συζήτηση έγινε με αφορμή την έκθεση της INTERSOS Ελλάδας με τίτλο «Πείνα στην Ευρώπη: μια ανάλυση της επισιτιστικής ανασφάλειας που βιώνουν πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, μετανάστες και άνθρωποι ‘’χωρίς χαρτιά’’ στην Ελλάδα» και προσκεκλημένος για να την αναπτύξει ήταν ο διευθυντής της Απόστολος Βεΐζης.
«Ακόμη και αν κανείς ζει σε συνθήκες επισιτιστικής ανασφάλειας ή σε συνθήκες τροφικής ανεπάρκειας πολλές φορές δε το ομολογεί. Ενώ η πρόσβαση σε επαρκή, υγιεινή τροφή θα έπρεπε να είναι ένα λυμένο θέμα της δημόσιας υγείας παραμένει ένα ζήτημα που δεν το κουβεντιάζουμε» δήλωσε στην έναρξη του μαθήματος ο Ηλ. Κονδύλης.
Χαρακτηριστικά είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021 που δείχνουν ότι το 6% των ελληνικών νοικοκυριών, ακόμη και πριν την εμφάνιση της ακρίβειας και του πληθωρισμού στα τρόφιμα, ομολογούσε ότι ζει σε συνθήκες σοβαρής ή μέτριας ανεπάρκειας πρόσβασης σε τροφή. Το 6% του ελληνικού πληθυσμού δήλωνε ότι τους τελευταίους δέκα μήνες είχε παραλείψει ένα γεύμα ή έμενε νηστικό ολόκληρη την ημέρα γιατί δεν είχε τα χρήματα για να τραφεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 12% του ελληνικού πληθυσμού δήλωνε ότι ανησυχούσε για το αν θα έχει το επόμενο διάστημα πρόσβαση σε επαρκή υγιεινή θρεπτική τροφή ενώ ένα 6% ζούσε σε συνθήκες μέτριας ή σοβαρής ανεπάρκειας τροφής.
Τα σοκαριστικά αυτά νούμερα αφορούν τον γενικό πληθυσμό και εκτινάσσονται όταν μιλάμε για ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες (ανέργους, ανθρώπους που ζουν στο όριο ή κάτω από το όριο της φτώχειας, μετανάστες/τριες, πρόσφυγες-ισσες, εργάτες/τριες γης, μετανάστες/τριες χωρίς χαρτιά κ.ά).
Η έρευνα, την οποία εκπόνησε η οργάνωση INTERSOS HELLAS, αποκαλύπτει ότι ο πληθυσμός των μεταναστών-προσφύγων και αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα έχει 15πλάσια ποσοστά ανεπάρκειας της τροφής σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Τα συμπεράσματα της έρευνας αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του προγράμματος Food For All («Φαγητό για Όλους») του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών και της οργάνωσης INTERSOS HELLAS «Μια κοινοτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης στην ενδοχώρα», που υποστηρίζεται από το Stichting Vluchteling – SV (Ολλανδικό Ίδρυμα Προσφύγων).
«Τον Οκτώβριο του 2021 είδε το φως της δημοσιότητας το ζήτημα της σίτισης που αφορούσε ανθρώπους που ζουν σε δομές. Τότε είχε παρθεί η απόφαση εκ μέρους της κυβέρνησης να κάνει τη διανομή των χρημάτων (το cash assistant), δηλαδή να δίνει τα χρήματα που δικαιούνται οι αιτούντες άσυλο. Επειδή δε μπορούσε να τα καταφέρει, αποφάσισε να δίνει φαγητό μόνο στους αιτούντες άσυλο αφήνοντας απ’ έξω όλους αυτούς που δεν ήταν επιλέξιμοι για την παροχή τροφίμων. Ήταν πρόσφυγες που είχαν δεχτεί απορριπτική απόφαση ή άνθρωποι που δεν είχαν καν καταγραφεί με την άφιξή τους στην Ελλάδα. Ο πληθυσμός που καταγράφηκε να μην έχει πρόσβαση σε σίτιση ήταν τότε το 60% του πληθυσμού των δομών, εκ των οποίων το 40% ήταν παιδιά και το 20% γυναίκες, πολλές εκ των οποίων εγκυμονούσες. Αυτό που δεν γνωρίζαμε τότε ήταν τι συμβαίνει στις πόλεις στην Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Πάτρα. Γνωρίζαμε ότι υπάρχει πρόβλημα αλλά δεν είχαμε ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία. Σήμερα έχουμε ένα δείγμα γιατί μπήκαμε σε μια διαδικασία ενός προγράμματος επείγουσας παρέμβασης που ονομάστηκε «Food for all» για να καλυφθούν οι άμεσες ανάγκες των ανθρώπων και για να καταγράψουμε στοιχεία σχετικά με το πρόβλημα» εξήγησε ο Απόστολος Βεΐζης.
Ένα στοιχείο που αναφέρεται στην έκθεση και βοηθάει να αντιληφθούμε τη σοβαρότητα του προβλήματος είναι η σταθερή αύξηση του αριθμού των αιτήσεων που μπαίνουν σε λίστα αναμονής, ο οποίος έχει τετραπλασιαστεί από τον αρχικά προγραμματισμένο αριθμό έναν χρόνο μετά την υλοποίηση του προγράμματος. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, που βασίστηκε στο μέσο αριθμό μελών ενός νοικοκυριού βρίσκονται σε λίστα αναμονής, περίπου 2.366 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 1.233 ανηλίκων που δυσκολεύονται να καλύψουν τις βασικές διατροφικές τους ανάγκες και εκτίθενται σε σοβαρούς σωματικούς και ψυχολογικούς κινδύνους. «Αν και οι λόγοι μπορεί να ποικίλλουν, αξίζει να επισημανθεί ότι αυτή η αύξηση των αιτημάτων προς ένταξη στο πρόγραμμα φαίνεται να συμπίπτει με τη σταδιακή διαδικασία εξώσεων ωφελούμενων του στεγαστικού προγράμματος ESTIA, ο τερματισμός του οποίου αποφασίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση για τα τέλη του 2022» αναφέρεται στην έκθεση.
Για παράδειγμα, μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου 2022, περισσότερα από 6.700 άτομα αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους από το πρόγραμμα ESTIA, εκ των οποίων ένας σημαντικός αριθμός δεν δικαιούνταν να λάβει κατάλυμα στο πλαίσιο του συστήματος Υποδοχής, είτε λόγω της χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας είτε λόγω δευτεροβάθμιων αρνητικών αποφάσεων ασύλου. Σύμφωνα με την έκθεση, ένα μέρος αυτού του πληθυσμού κατέληξε σε κατάσταση πλήρους αδυναμίας κάλυψης βασικών αναγκών, όπως τροφή και στέγαση.
Από τα ευρήματα της υλοποίησης του προγράμματος, η επισιτιστική ανασφάλεια κρίνεται από σοβαρή έως μέτρια. Για το διάστημα 02/2022 μέχρι 02/2023, το 59,4% των ανθρώπων καταφέρνουν να έχουν πρόσβαση σε τροφή μόνο μία έως τρεις φορές την εβδομάδα και κατατάσσονται στην κατηγορία εκείνων που βρίσκονται σε καθεστώς σοβαρής επισιτιστικής ανασφάλειας, σύμφωνα με την Κλίμακα Εμπειρίας Επισιτιστικής Ανασφάλειας (FIES) που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO). Ακόμη και εκείνοι που ισχυρίστηκαν ότι έχουν πιο τακτική πρόσβαση σε τροφή σε εβδομαδιαία βάση, δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν ποιοτικά και θρεπτικά τρόφιμα, τα οποία είναι πιο ακριβά, με αποτέλεσμα να υπάρχουν υψηλά ποσοστά υποσιτισμού και παχυσαρκίας.
«Από τον Φεβρουάριο του 2022 έως τον Φεβρουάριο του 2023, το πρόγραμμα υποστήριξε 1.979 οικογένειες και συνολικά 5.932 άτομα, η πλειονότητα των οποίων ήταν ανήλικοι (54%), αναδεικνύοντας τις εντεινόμενες ανάγκες σίτισης που πλήττουν μια ηλικιακή ομάδα για την οποία ο υποσιτισμός μπορεί να προκαλέσει σοβαρές μακροπρόθεσμες συνέπειες. Η εν λόγω διαπίστωση προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία υπό το φως των στοιχείων που αποδεικνύουν ότι η επισιτιστική ανασφάλεια μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές ικανότητες των παιδιών, διαιωνίζοντας εκ των πραγμάτων μορφές ανισότητας. Πιο συγκεκριμένα, από τα 2.932 παιδιά του προγράμματος, σχεδόν 1 στα 3 είναι κάτω των 4 ετών. Όπως επισημαίνουν πολλές μελέτες, οι ελλείψεις αναφορικά με την σωστή διατροφική πρόσληψη στα πρώτα στάδια της ζωής μπορούν να παρεμποδίσουν σοβαρά την ανάπτυξη των παιδιών» αναφέρει ακόμη η έκθεση.
Ο Απ. Βεΐζης επεσήμανε ότι το τελευταίο διάστημα ο κόσμος ίσως έχει ακούσει κάτι για τον φράκτη στον Έβρο όμως ήδη και στις «δομές φιλοξενίας» έχουν ήδη τοποθετηθεί μεγάλοι φράκτες με αποτέλεσμα «να μην υπάρχει διαφορά με φυλακές υψίστης ασφαλείας όπως στο Γκουαντάναμο». «Πίσω από τους φράχτες και τα συρματοπλέγματα ζουν άνθρωποι που παρακολουθούνται από τα αρμόδια υπουργεία: γυναίκες, παιδιά και άντρες που το μοναδικό έγκλημα που έχουν κάνει είναι να ζητήσουν προστασία και να διεκδικήσουν μια καλύτερη μέρα. Πρόκειται για διοικητική κράτηση σε κέντρα ελεγχόμενης πρόσβασης. Αν ήταν φυλακή θα έπρεπε να γνωρίζουν για ποιο λόγο και για πόσο διάστημα θα μείνουν εκεί» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον Απ. Βεϊζη το πρόγραμμα «φαγητό για όλους» δεν φτάνει για όλους-ες που έχουν ανάγκη. Απευθύνεται στους πιο ευάλωτους-ες ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν καλύπτει όλες τις ανάγκες.
«Η εικόνα που προέκυψε από την έρευνα έφερε μνήμες από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής στις οποίες τότε δούλευα», είπε ακόμη ο Απ. Βεϊζης. Στην περίπτωση των προσφύγων -μεταναστών στην Ελλάδα μιλάμε για σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια. Το 99% ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Πρόκειται για ανθρώπους που πρέπει να βγουν στο δρόμο προς αναζήτηση της τροφής. Μέσω συνεντεύξεων που έγιναν μαζί τους διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι (69,8%) δεν μπορούσαν να έχουν τακτική πρόσβαση σε τρόφιμα, γεγονός που υποδηλώνει μια μάλλον διαδεδομένη κατάσταση επισιτιστικής ανασφάλειας. Το 17,6% δήλωσε ότι δεν έχει καμία πρόσβαση σε τρόφιμα. Ωστόσο, η συχνότητα της έλλειψης πρόσβασης σε τρόφιμα προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία δήλωσε ότι δεν έχει πρόσβαση σε τρόφιμα για πολλές ημέρες κατά τη διάρκεια της εβδομάδας.
Το προφίλ των ανθρώπων της έρευνας
Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο συντονιστής της INTERSOS πρόκειται στην πλειοψηφία τους (84,7%) για γυναίκες και κορίτσια, 54% ανήλικα και από αυτά το 23,7% από 0 μέχρι 4 ετών.
Η έρευνα τονίζει ότι, δεδομένου ότι οι γυναίκες εμφανίζονται να παίζουν το ρόλο των φροντιστριών του νοικοκυριού και σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν αναλάβει την προμήθεια των τροφίμων, αντιμετωπίζουν μεγάλη πίεση γεγονός που εκθέτει τόσο τις ίδιες όσο και τα παιδιά τους σε σημαντικά επίπεδα άγχους και σημαντικούς κινδύνους. Συνολικά, περίπου το 3% των οικογενειών είναι μονογονεϊκές, γυναίκες σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις. Προκειμένου να αποκτήσουν τροφή για να θρέψουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους, συχνά καταφεύγουν σε ακραίες λύσεις, όπως το σεξ επιβίωσης. Όσον αφορά το νομικό τους καθεστώς, η πλειονότητα (34,7%) είναι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας, το 28% κατέχουν άδεια παραμονής ενώ το 14,9% στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων. Ένα 14,9% είναι αιτούντες άσυλο.
Στην πλειοψηφία ήταν πρόσφυγες στους οποίους η χώρα πρέπει να παρέχει πλήρη προστασία και έχουν τα ίδια δικαιώματα με Έλληνες πολίτες. «Σημαντικό στοιχείο της έρευνας αποτελεί ότι το 5,1% ανήκουν στην κατηγορία των Ουκρανών, πρόσφυγες που υποτίθεται τους αγκαλιάσαμε στην Ελλάδα αλλά υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξέρουμε καν το νομικό τους status».
Φυσικά, όπως είπε ο Απ. Βεΐζης, οι άνθρωποι που δεν λαμβάνουν φαγητό αντιμετωπίζουν παράλληλα νομικά, ιατρικά, κοινωνικά ζητήματα. «Δεν είναι μόνο το φαγητό το μοναδικό τους πρόβλημα. Στην πραγματικότητα είναι αυτό που λένε “όπου φτωχός και η μοίρα του”».
Εκτός από τις αναπτυξιακές επιπλοκές που προκύπτουν για τα παιδιά από τον υποσιτισμό, είναι σκόπιμο να αναφερθούν και οι ψυχολογικές επιπτώσεις μιας τέτοιας συνθήκης. Έρευνες έχουν δείξει ότι η επισιτιστική ανασφάλεια, η οποία φαίνεται επίσης διαδεδομένη μεταξύ των ατόμων με προσφυγικό/ μεταναστευτικό υπόβαθρο συνδέεται ακόμη με ζητήματα ψυχικής υγείας. Η επισιτιστική ανασφάλεια μπορεί μεταξύ άλλων να επηρεάσει τα επίπεδα άγχους, τα πρότυπα συμπεριφοράς (π.χ. έλλειψη εμπιστοσύνης) επιδείνωση της συναισθηματικής υγείας, με μια ποικιλία από πιθανές αρνητικές συνέπειες, ανάλογα με παράγοντες όπως η ηλικία και η ευαλωτότητα.
«Είναι ένα ζήτημα πολιτικής βούλησης. Οι ιθύνοντες σε πολλές περιπτώσεις νιώθουν νομικά καλυμμένοι ωστόσο το ζήτημα είναι αν το νόμιμο είναι και ηθικό. Υπάρχουν ζητήματα που δεν φαίνονται στα νησιά γιατί οι άνθρωποι ζουν πίσω από φράχτες. Επίσης στις πόλεις οι άνθρωποι αυτοί είναι αόρατοι και πολλές φορές βρίσκονται στο όριο της ελεημοσύνης. Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να αλλάξουμε αυτήν την πραγματικότητα επειδή μιλώντας γι’ αυτούς τους ανθρώπους σήμερα, μιλάμε για εμάς αύριο. Αυτό που πρέπει να κάνουμε δεν είναι μόνο να τους δώσουμε λίγο φαγητό αλλά να αλλάξουμε το θεσμικό πλαίσιο. Το φαγητό δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά ζήτημα επιβίωσης και θα έπρεπε ήδη να έχει λυθεί» κατέληξε.
Μπορείτε να δείτε μια περίληψη της έκθεσης στα ελληνικά εδώ
Ολόκληρη η έκθεση στα αγγλικά εδώ
Σταυρούλα Πουλημένη