Την ανάγκη να τεθεί το ζήτημα της αντισεισμικής θωράκισης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ως προτεραιότητα των πρυτανικών αρχών και των διοικήσεων της πόλης τονίζει με ανακοίνωση του ο Ενιαίος Σύλλογος Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού του ΑΠΘ, με φόντο το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη αλλά και τους φονικούς σεισμούς σε Τουρκία και Συρία.
Όπως επισημαίνει ο ΕΣΔΕΠ, «οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και οι ιθύνοντες υπουργοί, «αγνοούν» σε εγκληματικό βαθμό τις πραγματικές ανάγκες για ασφαλή λειτουργία των υποδομών του ΑΠΘ, ενώ αφειδώς χρηματοδοτούν με πολλές δεκάδες εκατομμύρια ΟΠΠΙ, «βιομηχανικά» διδακτορικά, και το «φαίνεσθαι» του πανεπιστημίου-επιχείρηση».
Στο πλαίσιο των παρεμβάσεων τους το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό του μεγαλύτερου πανεπιστημίου της χώρας αποφάσισε να προχωρήσει σε παράσταση στην Πρυτανεία, σε συνέντευξη τύπου από κοινού με τους συλλόγους των εργαζομένων στο ΑΠΘ καθώς και να διοργανώσει εκδήλωση ενημέρωσης όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας, «για να μη θρηνήσουμε θύματα και να μην ξαναπούμε ήταν «η κακιά η ώρα»!», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Η ανείπωτη τραγωδία στον σιδηρόδρομο στις 28-2-2023 κατέδειξε με τον πλέον τραγικό τρόπο τις συνέπειες της ασκούμενης πολιτικής, που αντιμετωπίζει την ασφάλεια και τις υποδομές, ως «κόστος» έναντι του «οφέλους». Οι επί δεκαετίες ασυντήρητες και χωρίς μέριμνα επισφαλείς υποδομές αποτελούν διαρκή έκθεση σε κίνδυνο είτε οφείλεται σε ανθρωπογενείς είτε σε φυσικές αιτίες. Οι πρόσφατοι καταστροφικοί σεισμοί σε Τουρκία και Συρία αναπόφευκτα φέρνουν στην επικαιρότητα το άμεσης προτεραιότητας ζήτημα της αντισεισμικής θωράκισης και προστασίας και για τις υποδομές του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Το ζήτημα γίνεται πιο επιτακτικό λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα και τις προτάσεις προσεισμικών ελέγχων Α΄ και Β΄ Φάσης, που πραγματοποιήθηκαν το 2003–2004 σε όλο το κτιριακό απόθεμα του ΑΠΘ (204 κτίρια). Κατά τους ελέγχους αυτούς το κτιριακό απόθεμα, τόσο κατά περίπτωση, όσο και ποιοτικά και ποσοτικά, βαθμολογήθηκε με χαμηλές έως μέτριες βαθμονομήσεις, με σημαντικές ανεπάρκειες, χωρίς συντήρηση, και με την ανάγκη μελετών και επεμβάσεων σε υψηλής σπουδαιότητας επισφαλή κτίρια.
Η δυσοίωνη αυτή κατάσταση αφορούσε στο 2003, δηλ. για τα πρώτα 30 χρόνια της μέσης (ανοιγμένης στην επιφάνεια) ηλικίας των κτιριακών μονάδων. Σήμερα, η κατάσταση είναι χειρότερη, καθώς από τότε έχει προστεθεί η εικοσαετής γήρανσή τους. Επιπλέον, σημαντική επιβαρυντική παράμετρος για την επαύξηση της τρωτότητας του κτιριακού αποθέματος, είναι ότι διαχρονικά, και τότε (το 2003) και τώρα, 20 χρόνια μετά, δεν υπήρξε καμιά απολύτως συντήρηση, ενώ για τις απαιτούμενες από το κανονιστικό πλαίσιο επεμβάσεις, για αποφυγή πιθανών καταρρεύσεων, δεν υπήρξε καμία σχετική μέριμνα. Αντίθετα, η κτιριακή υποδομή, εντός και εκτός πανεπιστημιούπολης, υποβάλλεται συνεχώς σε πρόσθετες επιβαρυντικές επιδράσεις από διάβρωση, μετακινήσεις, διαφορικές καθιζήσεις, και εξαιτίας και πλημμυρικών φαινομένων, ως συνέπεια της λειτουργικής ανεπάρκειας των υποδομών και σε συνδυασμό με την αυξομείωση της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα λόγω της διακοπής της φυσικής ροής του από την επιφανειακή σήραγγα της «τρύπας του Κούβελα».
Αλήθεια, οι πρυτανείες μέχρι και τη σημερινή, όλα αυτά τα 20 χρόνια, τι έπραξαν γι αυτού του είδους τη διακινδύνευση; Οι διατελέσαντες και νυν περιφερειάρχες και δήμαρχοι τι έκαναν για την αντισεισμική προστασία και θωράκιση του ΑΠΘ και συνολικά της πόλης και τις κρίσιμες υποδομές της; Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και οι ιθύνοντες υπουργοί, «αγνοούν» σε εγκληματικό βαθμό τις πραγματικές ανάγκες για ασφαλή λειτουργία των υποδομών του ΑΠΘ, ενώ αφειδώς χρηματοδοτούν με πολλές δεκάδες εκατομμύρια ΟΠΠΙ, «βιομηχανικά» διδακτορικά, και το «φαίνεσθαι» του πανεπιστημίου-επιχείρηση.
Ο σεισμός ως «τυχαίο» γεγονός δεν προβλέπεται, όμως όταν θα συμβεί, οι συνέπειές του μπορούν να έχουν προβλεφθεί και να προληφθεί, για τον περιορισμό τους στο ελάχιστο! Η σεισμική διακινδύνευση πλέον μπορεί να θεωρείται ως αποτέλεσμα φυσικού φαινομένου, μόνο όταν δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας και όταν συστηματικά «αγνοείται» εξαιτίας της πολιτικής της υποχρηματοδότησης και της ιδιωτικοποίησης, διαφορετικά θα είναι προδιαγεγραμμένο έγκλημα, για τις υποδομές αλλά κυρίως για τη ζωή των εργαζομένων και των φοιτητών και φοιτητριών μας, που όλοι διαβιούν καθημερινά στο ΑΠΘ.
Ο ΕΣΔΕΠ διεκδικεί:
– Άμεση επικαιροποίηση της Α΄ Φάσης των ελέγχων, τουλάχιστον, σε όλα τα κτίρια υψηλής σπουδαιότητας.
– Διεύρυνση της Β΄ Φάσης στο κτιριακό απόθεμα που έχει επιβαρυνθεί την τελευταία 20ετία, λόγω μόνιμων προβλημάτων καθώς και της απουσίας συντήρησής του.
– Άμεση εκκίνηση της Γ΄ Φάσης (μελέτες επεμβάσεων) για τα ήδη από το 2003-2004 διαπιστωμένα επισφαλή κτίρια, και επείγουσα επίσπευση των αναγκαίων επεμβάσεων αντισεισμικής προστασίας.
– Σχεδιασμό και οργάνωση αντιμετώπισης δευτερογενών επιδράσεων (πυρκαγιές, διαφυγή τοξικών ή επικίνδυνων ρύπων, κ.λπ.) σε ό,τι αφορά στην εργαστηριακή-ερευνητική υποδομή, εξαιτίας του σεισμού.
– Οργάνωση και εκτέλεση μέτρων ετοιμότητας και ασκήσεων για την άμεση αποφυγή των συνεπειών του σεισμού.
– Σχεδιασμό και κατασκευή διόδων άμεσης διαφυγής από εσώτερους («τυφλούς») σε κτίρια χώρους.
– Εγκατάσταση συστημάτων συνέχισης της ηλεκτροδότησης (όπου είναι απαραίτητο, σε περίπτωση διακοπής της), και αυτοματοποιημένης (με ειδικούς αισθητήρες) διακοπής παροχής δικτύων αγωγών (π.χ. φυσικού αερίου κ.ά.).
– Έκτακτη κρατική χρηματοδότηση για τις παραπάνω αναγκαίες και επείγουσες δράσεις.
Ο ΕΣΔΕΠ στο πλαίσιο της παραπάνω απόφασης θα προβεί στις παρακάτω δράσεις:
– Παράσταση στην Πρυτανεία.
– Συνέντευξη τύπου από κοινού με τους συλλόγους των εργαζομένων στο ΑΠΘ.
– Εκδήλωση ενημέρωσης όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας.
Για να μη θρηνήσουμε θύματα και να μην ξαναπούμε ήταν «η κακιά η ώρα»!».