Δεν γνωρίζουμε πολλά για τον τρόπο εργασίας των τριών γυναικών που συνέγραψαν το Μανιφέστο. Επιπλέον, είναι σαφές ότι δεν πρόκειται ακριβώς για μανιφέστο, αφού αποτελεί τόσο συνοπτική πραγμάτευση, όσο και αναλυτική κριτική ορισμένων θέσεων. Ίσως αυτό να είναι μια σκόπιμη υπέρβαση του ύφους αλλά κυρίως του περιεχομένου του, καθοριστικού για το δεύτερο κύμα, ανυπόγραφου Redstockings Manifesto του 1969, σύμφωνα με το οποίο «φορείς της καταπίεσής μας [των γυναικών] είναι οι άντρες» και η «αρσενική κυριαρχία είναι η παλαιότερη και στοιχειωδέστερη μορφή καθυπόταξης»1.
Θα προσπαθήσω να θίξω, αντλώντας στοιχεία από την άμεση προϊστορία και την επόμενη μέρα του βιβλίου Φεμινισμός για το 99%, πρώτον, ένα πιθανό κίνητρο για τη συγγραφή του, δεύτερον, ένα επιβεβαιωμένο κίνητρο για την ανάγνωσή του και τέλος, πώς φαίνεται να αντιλαμβάνεται τους ευρύτερους κοινωνικούς αγώνες σε (μια ακόμη) νέα εποχή πολέμου.
1.
To 2013 η Νancy Fraser κατηγορήθηκε από τις Brenna Bhandar και Deenise Ferreira da Silva για τον «λευκό φεμινισμό» της, δηλαδή για τους περιορισμούς και τους αποκλεισμούς που υψώνει το εννοιολογικό της πλαίσιο, αφού αγνοεί πώς ο παγκοσμιοποιημένος [sic] καπιταλισμός έχει υπόβαθρο αποικιοκρατικό, σε αντίθεση με το έργο των A.Y. Davis, Audre Lorde, Himani Bannerji, Avtar Brah, Selma James, Maria Mies, Chandra Talpade Mohanty, Silvia Federici, Dorothy Roberts2. Η κριτική αυτή, που επαναλάμβανε σημαντικά σημεία μιας προηγηθείσας και εκτενέστερης κριτικής στη Fraser από την Iris Young3, αφορά στη φιλοσοφική έννοια του υποκειμένου: Ποιο είναι το φεμινιστικό υποκείμενο, ένα καντιανό, αυτόνομο και συγκροτημένο υποκείμενο, που διεκδικεί απλά και μόνον αναγνώριση της ταυτότητάς του ως υποκειμένου-γυναίκας; Η Fraser αποκαλεί το υποκείμενο αυτό «μαμή του νεοφιλευθερισμού». Η κριτική στη Fraser αντίθετα τονίζει ότι το δίλημμα «αναγνώριση της ταυτότητας ή αναδιανομή του πλούτου», προτεραιότητα στις πολιτισμικές ρίζες της αδικίας ή στον καταμερισμό της εργασίας, ήταν ανέκαθεν πλαστό, όπως καταδεικνύουν οι αγώνες στον Τρίτο κόσμο που διεκδικούν και τα δυο. Από τις Ζαπατίστας και τη «διαρκή εξέγερση» στην Τσιάπας ως τους ξεσηκωμούς για την ιδιωτικοποίηση και την καταστροφή των φυσικών πόρων στη Χιλή και τις ΗΠΑ, από την ανοιχτή συζήτηση για τις αντιφάσεις μεταξύ μισθού και φροντίδας, (στην οποία συμμετέχει η ίδια η Fraser4), μέχρι την υπό καταστολή εξέγερση στο Ιράν, τα τεκμήρια για τη συνθετική πολιτική συνείδηση των γυναικών αφθονούν.
Φαίνεται πως από την κριτική που δέχτηκε από τη μια μεριά και από τον αναστοχασμό της ίδιας της συγγραφέως από την άλλη (στον βαθμό που το Μανιφέστο ήταν πρωτοβουλία και της Fraser) γεννιέται -γεγονός ευτυχές και αξιομίμητο- το κίνητρο να γραφτεί το βιβλίο αυτό ως κάλεσμα για αγώνες διατομεακούς και διαθεματικούς, για κοινωνικούς αγώνες που συναντιούνται. Από τον ίδιο διάλογο ίσως να προκύπτει και η θαυμάσια πρόσφατη έρευνά της Fraser για τον αφροαμερικανό αγωνιστή κοινωνιολόγο και ιστορικό William Edward Burghardt Du Bois (1868-1963), όπου η συγγραφέας επιχειρεί, όπως λέει, να αποκαλύψει τις «κρυφές διασυνδέσεις φύλου, φυλής και τάξης» στις τρεις όψεις της εργασίας στον καπιταλισμό, τη μισθωτή εργασία, την αναπαραγωγική εργασία και τη δουλεία5.
Αν όμως κάτι αποκαλύπτουν οι όψεις της εργασίας στον καπιταλισμό αυτό είναι ότι οι αποσυνάγωγες γυναίκες, οι αποσυνάγωγοι άντρες και τα παιδιά βρίσκονται ακριβώς εκεί όπου τα όρια μεταξύ των τριών «μορφών εργασίας» χάνουν τη σημασία τους – στη βιομηχανία του εμπορίου της σάρκας, στη βιομηχανία της πορνογραφίας, στις βιομηχανίες φύλαξης και ανατροφής (που αφορούν γυναίκες κορίτσια, αγόρια και άντρες φυσικά). Εκεί μισθός, δουλεία και φροντίδα συχνά συγχέονται ή συγχωνεύονται.
Κάτι ανάλογο, ίσως και αντίστροφο ως προς τις εργασιακές σχέσεις, συμβαίνει και με ορισμένες αναπτυσσόμενες βιομηχανίες αναπαραγωγής: Το εμπόριο ωαρίων, ο θεσμός των παρένθετων και η διακίνηση βρεφών αποτελούν την πιο συμπυκνωμένη απεικόνιση της ταξικής διαίρεσης: Οι άλλοτε συγκεκαλυμμένες αυτές σχέσεις, (είτε με την ιατροτεχνική διαμεσολάβηση, είτε όχι), γίνονται σήμερα πιο συστηματικές, κεντρικά ρυθμιζόμενες και έμμισθες, καθώς εντάσσονται σε επίσημα πρωτόκολλα: Πλούσιες γυναίκες αγοράζουν νομίμως τις υπηρεσίες των φτωχών, φτωχές γυναίκες πουλούν τις υπηρεσίες τους στις πλούσιες. Όπως σε όλες τις εργασιακές σχέσεις βέβαια, ακόμη πιο χαρακτηριστικά σε αυτές όπου εμπλέκεται πιο εξώφθαλμα το στοιχείο του φύλου, το ίδιο το αντικείμενο της εργασίας και η αποτίμησή του, μπορεί να αφορά από τον χρόνο της δραστηριότητας και την παραγωγή ή μεταποίηση προϊόντων μέχρι το γενετικό υλικό, τις αναπαραγωγικές λειτουργίες και τα όργανα του σώματός για εννιά μήνες, το διαβατήριο και τα ληξιαρχικά έγγραφα. Λαμβάνοντας υπόψιν την πραγματικότητα αφενός της εμπορευματοποίησης, αφετέρου και της υποβάθμισης, αναδιατίμησης και κατάργησης της αξίας της εργασίας κατά το δοκούν, δεν μπορούμε παρά να επερωτήσουμε ξανά τις αναλύσεις περί πρωτοκαθεδρίας της εργασίας στην ανάλυση του καπιταλισμού, αφού η καταστροφική του ορμή δεν επικαθορίζεται από την εργασία, απλώς την καθυποτάσσει και τη χρησιμοποιεί. Δεν μπορούμε επίσης παρά να επερωτήσουμε την αντοχή των μαρξιστικών διαχωρισμών του φύλου και της τάξης, αφού στον καπιταλισμό το ίδιο το φύλο και η φυλή είναι τάξεις. Αποτελούν κοινωνικές κατηγορίες, επομένως κριτήρια της κοινωνικής ιεράρχησης και συνάρτηση της αξίας – στο βαθμό που το δέρμα, τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά6, αλλά και οι αναπαραγωγικές ικανότητες και οι ασφαλιστικοί δείκτες υγείας και νοητικής ανταγωνιστικότητας αποτελούν τίτλο ιδιοκτησίας.
2.
Ένα από τα κίνητρα, σε μένα ασυνείδητο στην αρχή, αλλά νομίζω ισχυρό σε πολλές και πολλούς, για την άμεση ανάγνωση ενός σύντομου βιβλίου με τον τίτλο Φεμινισμός για το 99%, ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία και η εκρηκτική αμηχανία του κοινωνικού κινήματος να διατυπώσει άμεσα αιτήματα για να εναντιωθεί σε έναν ακόμη κύκλο σφαγής, που ξαναπέρασε, 75 χρόνια μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και ούτε 25 μετά τον γιουγκοσλαβικό, τα ταξικά και γεωγραφικά σύνορα της Ευρώπης.
Και οι τρεις γυναίκες που έγραψαν το Μανιφέστο για το 99% Cinzia Arruzza, Tithi Bhattacharya και Nancy Fraser υπέγραψαν το μανιφέστο Φεμινιστική Αντίσταση στον Πόλεμο μιας ομάδας από τη Ρωσία, με 26.000 ακολούθους στο Telegram, ενάντια στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την «κατάσταση για την οποία είναι συνυπεύθυνη το ΝΑΤΟ», μαζί με άλλες 148 φεμινίστριες, διάφορων «αντίπαλων» τάσεων, (της ταυτότητας, της αναδιανομής, της διαθεματικότητας κ.ο.κ.), τάσεων που όμως δέχονται να συναντηθούν στην καταληκτική φράση: «Είμαστε πολλές και λέμε όχι στον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό, την πατριαρχία, τον αυταρχισμό και τον μιλιταρισμό»7.
Τον Ιούλιο του 2022, μετά από πολλές (και εσωτερικές) διαφωνίες και καταδίκες του μανιφέστου της Φεμινιστικής Αντίστασης, δημοσιεύτηκε στο αριστερό φεμινιστικό περιοδικό της Ουκρανίας Commons το αντι-μανιφέστο με τον τίτλο Το δικαίωμα στην αντίσταση: Φεμινιστικό Μανιφέστο, έναν ύμνο στον πατριωτισμό κατά τη γνώμη μας, ο οποίος, στο όνομα του φεμινισμού, καλεί τις φεμινίστριες ανά τον κόσμο στα όπλα, αφού, όπως λέει, συγκρίνοντας εθνοκρατικούς στρατούς με αντάρτικους σχηματισμούς, πάντοτε μάχονται στην πρώτη γραμμή «από την Αλγερία στο Βιετνάμ, από τη Συρία στην Παλαιστίνη, από το Κουρδιστάν στην Ουκρανία.» Το κείμενο υπέγραψαν, μετανοημένες, και πολλές από τις υπογράφουσες της Φεμινιστικής Αντίστασης στον Πόλεμο του Μαρτίου. Δίπλα σε μια σειρά αιτημάτων, από την προτεραιοποίηση της σφαίρας της κοινωνικής αναπαραγωγής [sic] μέχρι το δικαίωμα στην έκτρωση, από τις εγγυήσεις ασφάλειας και διαγραφή του χρέους της Ουκρανίας, μέχρι τον σεβασμό των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ και την ελευθερία μετακίνησης των προσφύγων, καθώς και την προστασία ενάντια στην έμφυλη βία -όλα αιτήματα που συμπεριλαμβάνονταν και στη Φεμινιστική Αντίσταση στον Πόλεμο– το νέο μανιφέστο ζητά τα εξής: «[Ε]γγυημένη ορατότητα (…) του ενεργού ρόλου των γυναικών στον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα» και στήριξη της ένοπλης αυτοάμυνας των Ουκρανών»8(σε επίπεδο εθνικού στρατού, με την έννοια της επιστράτευσης και των γυναικών για τη συμμετοχή τους στον επίσημο ουκρανικό στρατό – όχι δηλαδή μόνον των γυναικών που είναι ήδη μέλη του στρατεύματος).
Ανάγλυφος είναι εδώ ένας πραγματικός διχασμός στον αντικαπιταλιστικό φεμινισμό, διχασμός που ενυπάρχει ήδη στην πλουσιότερη ίσως νεωτερική παράδοση γυναικείων αγώνων – εκείνη της Ρωσίας και της Ουκρανίας από το 1870 έως το 1905, όπου οι αγωνιζόμενες γυναίκες ανέπτυξαν τις αρχές της αυτοοργάνωσης και το εξεγερσιακό πνεύμα με συνέπειες κοσμογονικές για τη μετέπειτα Σοβιετική Ένωση και για τα δικαιώματα των γυναικών παγκοσμίως. Από αυτήν την παράδοση προέρχεται η μετανάστρια στις ΗΠΑ Έμμα Γκόλντμαν, η Μαρούσια Νικιφόροβα, μαχήτρια και επικεφαλής αντάρτικων στρατιωτικών μονάδων στην Ουκρανία ως το 1918, η μετανάστρια στην Παλαιστίνη Λέα Φέλντμαν που είχε πολεμήσει με τον Μαχνό στα μετόπισθεν και από το ’36 εντάχθηκε σε πολυεθνική ομάδα γυναικών στο Λονδίνο που στήριξε την ισπανική επανάσταση, από εκεί και η Όλγκα Ταρατούτα, ιδρύτρια του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού, οργάνωση αλληλεγγύης και οικονομικής στήριξης στην Ουκρανία, που θανατώθηκε από τους σοβιετικούς με αυτόματη εκτέλεση το 1938, από εκεί και η εβραιοπολωνή μετανάστρια στην Ελβετία και κατόπιν στη Γερμανία, συνιδρύτρια του Σπάρτακου Ρόζα Λούξεμπουργκ, που στα νεανικά της χρόνια συνεργάστηκε τόσο με τη μηδενίστρια και κατόπιν μενσεβίκα Βέρα Ζάσουλιτς όσο και με τη νεαρότερη, μπολσεβίκα από το 1914, Αλεξάντρα Κολλοντάι, πριν χωρίσουν οι δρόμοι τους9.
Κι ενώ μεγάλο μέρος των γυναικείων κινημάτων του πρώτου κύματος συμπορεύτηκε με τους εθνικούς στρατούς, ο αντιμιλιταριστικός φεμινισμός από την άλλη, ως αυθεντικό απελευθερωτικό όραμα, με τη μαχητικότητα αλλά και το πολιτικό βάθος των δεκάδων γυναικείων οργανώσεων, συλλόγων και συνελεύσεων που οδήγησαν στο 1905 και κράτησαν την πίστη τους στη ζωή έως τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, ακόμη κι αν καταστάλθηκε από τον πατριωτικό εργατισμό της θυσίας για το κράτος και το κόμμα ή τον απολίτικο φιλελευθερισμό της ισοκατανομής, άφησε μια πολύτιμη παρακαταθήκη.
Αυτή η παρακαταθήκη, που σημάδεψε τον φεμινισμό και με συνδηλώσεις φιλελεύθερες και πατριωτικές, φαίνεται να οδήγησε τις Μujeres Libres της Ισπανίας, όχι να αποκηρύξουν τον φεμινισμό, αλλά να μην τον επικαλεστούν. Και αυτό έχει μια ιδιαίτερη σημασία, καθότι επρόκειτο για γυναικεία ελευθεριακή οργάνωση που το 1938 είχε φτάσει τα 30.000 μέλη, είχε λάβει ξεκάθαρη ταξική και πολιτική θέση ενάντια στο κεφάλαιο και ταυτόχρονα επέμενε να λειτουργεί αυτόνομα από τις ανδροκρατούμενες, όπως τις έλεγαν, CNT FAI kai FIJL και συνεργάζονταν με αυτές ως ξεχωριστές οντότητες10. Όπως είναι γνωστό, πολλές από τις Μujeres Libres πολέμησαν (και σκοτώθηκαν) – χωρίς όμως ποτέ να αγαπήσουν τα όπλα και χωρίς ποτέ να πολεμήσουν για την πατρίδα.
Την αντιμιλιταριστική κληρονομιά του γυναικείου κινήματος, την ανανέωση της συνολικής κριτικής στην πατριαρχία και τον καπιταλισμό του δεύτερου κύματος από τη δεκαετία του 1950 και μετά, καθώς και τη συναίσθηση ότι οφείλουμε διαρκώς να οξύνουμε τα αντανακλαστικά μας για την παγκόσμια κοινωνική δικαιοσύνη, βλέπουμε να τιμούν οι γυναίκες του σημερινού Μανιφέστου για το 99%.
3.
Δεδομένης της έλλειψης μιας επείγουσας παγκόσμιας συλλογικής δράσης ενάντια στον σημερινό πόλεμο, μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι: Οι τρεις γυναίκες που έγραψαν τον Φεμινισμό για το 99% φαίνεται να διακρίνουν ποια είναι τα πραγματικά ζητήματα. Όχι δηλαδή το αν είναι φεμινιστικό ή όχι να παρελαύνει με τακούνια ο γυναικείος τομέας του ουκρανικού στρατού, κάτι που απασχόλησε όλα τα διεθνή ΜΜΕ το καλοκαίρι του 202111. Σε κάθε τους αποστροφή, οι Arruza, Bhattacharya και Fraser προτάσσουν τη συνάντηση των αγώνων, τονίζοντας τη σημασία της τάξης και της φυλής χωρίς να αγνοούν το διαρκές διακύβευμα της ταυτότητας. Το συναισθηματικό και πολιτικό υπόβαθρό τους παραμένει η αγάπη για τη ζωή και η αφοσίωση στην υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της προσωπικής και της συλλογικής, κατά φύλο και φυλή, απελευθέρωσης στη σύνθεσή τους. Οι όροι αυτοί δεν παραπέμπουν σε αφελείς πλατειασμούς, αλλά, όπως φάνηκε από το άλλο Μανιφέστο που συνυπέγραψαν, μαζί με πολλές από τις γυναίκες που ανήκουν σε τάσεις του φεμινισμού «αντίπαλες» ή «μακρινές», βασίστηκαν και σε μια σταθερή και άμεση αντίδραση σε μία ακόμη επερχόμενη -και συνεχιζόμενη- καταστροφή, μία ακόμη στιγμή της «διαρκούς συσσώρευσης».
Διαπιστώνοντας την εξέλιξη της σκέψης της Fraser και κατόπιν τη δήλωση αντιμιλιταριστικής αλληλεγγύης των τριών γυναικών, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, σε τελευταία ανάλυση, δεν υπάρχουν πολλοί (αντικαπιταλιστικοί) φεμινισμοί, ούτε όμως και μόνον ένας. Φαίνεται να υπάρχουν δύο – και σε κάθε ιστορική καμπή η πόλωση αστράφτει ξεκάθαρη. Χωρίς να υποτιμούμε τη σπουδαιότητα (συχνά και τη σφοδρότητα) άλλων συγκρούσεων στο γυναικείο κίνημα, επιμένουμε να βλέπουμε ότι όλες αφήνουν περιθώρια διαλόγου, εννοιολογικών διαπραγματεύσεων αλλά -κυρίως- κοινών συναντήσεων και αγώνων, αγώνων ενσώματων και συλλογικών, εκεί όπου πάντοτε συλλαμβάνονται οι νέες έννοιες και οι νέες θεωρητικές αναζητήσεις: Μην ξεχνάμε ότι τόσο οι ακαδημαϊκές όσο και οι προοδευτικές νομικές προσεγγίσεις του φύλου προήλθαν από το κοινωνικό κίνημα, δεν προήλθε το κίνημα από τον θεσμικό φεμινισμό.
Από τη μια πλευρά λοιπόν είναι ο αντικαπιταλιστικός φεμινισμός που εργαλειοποιεί και συμψηφίζει το φύλο (και τον αντικαπιταλισμό) και εργαλειοποιείται στη μηχανή της αποικιοκρατίας και του πολέμου. Εναντιώνεται στον καπιταλισμό και την πατριαρχία μέχρι να έρθει η κρίσιμη ώρα να πολεμήσει για την πατρίδα των εταιρειών και του κράτους. Από την άλλη είναι ο φεμινισμός που συνεχώς υπερβαίνει τον εαυτό του και αναζητά τρόπους να συμμετέχει και να μετασχηματίζει τους αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι λιγότερο αυτοκαταστροφικός, αλλά πιο δύσκολος και πιο κουραστικός. Σε αυτήν την πλευρά ανήκει απαρέγκλιτα το Mανιφέστο για το 99% και υπό το πρίσμα αυτής της βεβαιότητας επισημάναμε την αυτοκριτική και τις πολιτικές υπερβάσεις των γυναικών που το συνέθεσαν.
Υστερόγραφο
Η Ανυσία Λιούρη, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του ΑΠΘ, την Τετάρτη το πρωί ολοκλήρωσε τη διπλωματική της εργασία. Μετά ανέβηκε στο τρένο για τη Θεσσαλονίκη και έγινε μάρτυρας και θύμα του φρικτού προδιαγεγραμμένου εγκλήματος του κράτους και του κεφαλαίου στα Τέμπη. Βρίσκεται τώρα διασωληνωμένη στο νοσοκομείο με κάταγμα στον αυχένα και άλλους τραυματισμούς. Η εργασία της έχει τίτλο: Μoυσεία για το 99%.* Ο αστερίσκος του τίτλου παραπέμπει στη φράση, στο κάτω μέρος της ίδιας σελίδας: «Έμπνευση για τον τίτλο αποτέλεσε το βιβλίο των Arruza Cinzia, Bhattacharya Tithi, Fraser Nancy, Φεμινισμός για το 99%: Μανιφέστο, (επιμ.) Καλαμπόκας Γιώργος, Χριστοδουλάκου Αφροδίτη, εκτός γραμμής, Μοβ σειρά, 2022.»
*H Λία Γυιόκα είναι ιστορικός τέχνης, εκδόσεις των ξένων
- Το μανιφέστο συνέγραψαν οι: Ellen Willis Kathie Sarachild, Patricia Mainardi, Irene Peslikas, Karen Rappaport, https://www.redstockings.org/index.php/rs-manifesto [↩]
- Brenna Bhandar και Denise Ferreira da Silva, «White Feminist Fatigue Syndrome», Critical Legal Thinking, 21 Oκτωβρίου 2013. https://criticallegalthinking.com/2013/10/21/white-feminist-fatigue-syndrome/ [↩]
- Iris Marion Young. «Unruly Categories: A Critique of Nancy Fraser’s Dual Systems Theory», New Left Review, 1/222, Μάρτιος-Απρίλιος 1997 https://newleftreview.org/issues/i222/articles/iris-marion-young-unruly-categories-a-critique-of-nancy-fraser-s-dual-systems-theory.pdf [↩]
- Βλ. το κείμενο της διάλεξης του 2016: Nάνσυ Φρέιζερ, Κρίση Της Φροντίδας; Για τις αντιφάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού στο επίπεδο της κοινωνικής αναπαραγωγής, Αθήνα, Νήσος 2017. [↩]
- Nancy Fraser. Τhree Faces of Labor. Uncovering the hidden ties among gender, race and class, σειρά διαλέξεων, Haus der Kulturen der Welt, Βερολίνο Ιούνιος 2022. https://criticaltheoryinberlin.de/benjamin_lectures/2022/ [↩]
- Cheryl I. Harris, “Whiteness as Property”, Harvard Law Review, τόμ.106, αρ. 8 (Ιούνιο 1993), σσ. 1707-1791. [↩]
- Феминистское антивоенное сопротивление (ФАС). Feminist Resistance Against War: A Manifesto, 17 Mαρτίου 2022, https://spectrejournal.com/feminist-resistance-against-war/ [↩]
- The Feminist Initiative Group, The right to resist. A feminist manifesto, 7 Ιουλίου 2022, https://commons.com.ua/en/right-resist-feminist-manifesto/ [↩]
- Βλ. τις δύο βασικές μελέτες: Cathy Porter, Women in Revolutionary Russia, Κέμπριτζ, Cambridge University Press 1987 και Anna Hillyar και Jane McDermid, Revolutionary Women in Russia, 1870-1917: A Study in Collective Biography, Μάντσεστερ, Manchester University Press 2000, οι οποίες όμως δεν αναφέρουν τις αναρχικές γυναίκες. Για τις ειρηνιστικές τάσεις στον αντιμιλιταρισμό: Marjorie N. Feld, ‘An Actual Working out of Internationalism’: Russian Politics, Zionism, and Lillian Wald’s Ethnic Progressivism, The Journal of the Gilded Age and Progressive Era, τόμ. 2, αρ. 2, Απρίλιος 2003, σσ. 119-149. Βλ. για το καθοριστικό κείμενο της Γκόλντμαν «Πατριωτισμός, μια απειλή για την ελευθερία», βλ. την ανθολογία στα ελληνικά: Νίκος Μπουρλής, Κώστας Δεσποινιάδης Κώστας και Νίκος Νικολαΐδης (επιμ.) Γυναίκες της Αναρχίας: Κείμενα αναρχικών γυναικών του 19ου και του 20ού αιώνα, Θεσσαλονίκη, Πανοπτικόν 2016. [↩]
- Temma Kaplan, “Spanish Anarchism and Women’s Liberation”, Journal of Contemporary History. 6, 2, 1971, σσ. 101–110. Βλ. επίσης και: Aileen O’Carroll, “Mujeres Libres: Women anarchists in the Spanish Revolution”, Workers Solidarity αρ. 54, 1998 και τη βασική μελέτη της Martha Ackelsberg, Free Women of Spain: Anarchism and the Struggle for the Emancipation of Women, β. έκδ. AK Press 2005. [↩]
- https://www.bbc.com/news/world-europe-57706617, https://edition.cnn.com/2021/07/05/europe/ukraine-female-soldiers-heels-scli-intl/index.html, https://www.theguardian.com/world/2021/jul/03/idiotic-fury-in-ukraine-after-female-soldiers-made-to-march-in-heels, https://www.aljazeera.com/news/2021/7/3/ukraines-women-troops-marching-heels-backlash [↩]