Το “Θεέ μου τι σου κάναμε” του Φιλίπ Ντε Σοβερόν ολοκληρώνει την τριλογία του και προσπαθεί με καυστικό χιούμορ να αποδώσει μία αντιρατσιστική ωδή στην πολυφυλετική Γαλλία. Ένα έργο που ξεκίνησε ως κωμωδία, αλλά τώρα στην τρίτη του εκδοχή αποκτά ολοένα και περισσότερο σοβαρό χαρακτήρα, χωρίς να λείπουν οι νότες χιούμορ (άλλοτε πετυχημένου κι άλλοτε όχι). Αποτελεί πλέον την αφορμή για τη συγγραφή ενός βιβλίου με τίτλο, “Η οικογένεια Βερνέιγ”, που πραγματικά μπορεί να σκίσει στις πωλήσεις.
Η καθολική, αστική οικογένεια Βερνέιγ έχει αποδεχθεί σε μεγάλο βαθμό την μοίρα της και ο Κλωντ έχει καταφέρει οι θυγατέρες του με τους άντρες τους να μετακομίσουν σε κοντινή απόσταση από το πατρικό τους. Ο ίδιος όμως τώρα πνίγεται. Ένας Άραβας, ένας Εβραίος, ένας Ασιάτης κι ένας Αφρικανός με τις δικές τους ιδιαιτερότητες και συνήθειες προκαλούν πανικό στην καθημερινότητά του. Την ίδια ώρα ετοιμάζεται να συμπληρώσει 40 χρόνια γάμου με την Μαρί κι οι κόρες τους ετοιμάζουν μία πρωτότυπη έκπληξη που θα τη θυμούνται όλοι για πάντα.
Αναφορές στο κίνημα των κίτρινων γιλέκων, στα αλλεπάλληλα “lockdowns”, στην οικολογική συνείδηση που πρέπει να καλλιεργηθεί για να αποφύγουμε τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής τοποθετούν την υπόθεση στο παρόν. Ο Κριστιάν Κλαβιέ στον ρόλο του πρωταγωνιστή βιώνει την απόλυτη ματαίωση ως συγγραφέας. Το όνειρό του γίνεται εφιάλτης και δυσκολεύεται να το διαχειριστεί. Η σύζυγός – το στήριγμά – του όμως είναι εκεί. Γύρω τους σχηματίζεται ένας κύκλος, ένα μωσαϊκό διαφορετικής κουλτούρας που κουβαλάει μαζί του παραδόσεις και χαρακτηριστικά.
Στα αξιοσημείωτα επίσης της τριλογίας, αλλά και συγκεκριμένα του τρίτου μέρους είναι η διαχρονική σχέση της μητέρας με τα παιδιά της, που όσο κι αν δοκιμάστηκε παραμένει αδιαπραγμάτευτη. Επομένως το φινάλε αποκτά έναν ευαίσθητο χαρακτήρα, που υπερβαίνει τη “ρηχότητα” που υπάρχει σε μερικές στιχομυθίες, που καλό είναι να προσπεράσουμε. Η ουσία δηλαδή αφορά το συναίσθημα, την αληθινή αγάπη, την αίσθηση του χρέους προς την “πατρογονική εστία”. Οι δεσμοί παραμένουν δυνατοί όσο ο χρόνος κυλάει, παρ΄ότι υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις στην πορεία ώστε να αλλάξει αυτό.
Αν θέλαμε να μιλήσουμε για ένα έμμεσο πολιτικό σχόλιο, ο κακός φαίνεται πως δεν είναι ούτε ο Αλγερινός (προπαγάνδα – τρομοκρατία), ούτε ο Ισραηλινός (κριτική στους Εβραίους), ούτε ο Ιβοριανός (προκαταλήψεις και στερεότυπα), ούτε ο Κινέζος (αλήθειες και μύθοι για την άνοδο μίας εν δυνάμει υπερδύναμης), αλλά ένας Ευρωπαίος. Σας αφήνω να ανακαλύψετε όμως μόνοι σας περισσότερες λεπτομέρειες γιατί η θέαση πραγματικά παρουσιάζει αξία στα δικά μου μάτια, πέρα από ένα χαλαρό, ψυχαγωγικό δίωρο.
Ως επιμύθιο προκύπτει πως οι άνθρωποι αν και φαινομενικά είναι τόσο διαφορετικοί, τελικά υπάρχουν τόσα κοινά στοιχεία που τους ενώνουν. Αυτό οφείλουμε να υιοθετήσουμε ως πυξίδα μαζί με έναν πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Να έχουμε χώρο για τους ανθρώπους κι ανοιχτούς ορίζοντες στη σκέψη μας μακριά από εθνικιστικές κορώνες που τείνουν να μας κατακλύσουν. Για όλους αυτούς τους λόγους και κόντρα στο ρεύμα κορεσμού που παρουσιάζεται, σας προτείνω να δείτε το τέλος (ο σκοπός!) του “Θεέ μου τι σου κάναμε”.