Στις 9 Απριλίου συμπληρώνονται 83 χρόνια από την είσοδο στην πόλη των στρατευμάτων της Βέρμαχτ. Η Θεσσαλονίκη είχε την ατυχία να είναι από τις πρώτες πόλεις της χώρας που κατέλαβαν οι Γερμανοί κι από τις τελευταίες που απελευθερώθηκαν.
Με αφορμή την μαύρη επέτειο ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Σπύρος Κουζινόπουλος γράφει στον “Φάρο του Θερμαϊκού”, “οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης «παγώνουν», όταν το πρωϊ της 9ης Απριλίου 1941 βλέπουν να εισέρχονται στην πόλη τους οι χιτλερικοί κατακτητές. Οι εισβολείς, επρόκειτο τα επόμενα τρεισήμισι χρόνια να στήσουν ένα απέραντο σκηνικό τρόμου, εξαθλίωσης και θανάτου πάνω από την πόλη και την υπόλοιπη Ελλάδα.
Η πρωτεύουσα της ελληνικής Μακεδονίας, θα γευτεί στο πετσί της τα “αγαθά” του ναζισμού: Εκατοντάδες εκτελέσεις, ολοκαύτωμα των 50.000 Εβραίων κατοίκων της, στρατόπεδα θανάτου όπως του “Παύλου Μελά”, απίστευτη κτηνωδία, πείνα και θάνατος”. (Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο του Σπ. Κουζινόπουλου εδώ).
Παράσταση διαμαρτυρίας στο Γερμανικό Προξενείο
Το απόγευμα της Δευτέρας μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα πραγματοποίησαν συμβολική συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το Γερμανικό Προξενείο, στην οδό Μ. Αλεξάνδρου.
“Έως πότε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, καθολικός διάδοχος του Γ’ Ράιχ, θα αρνείται να εκπληρώσει τις απαράγραπτες και ισχυρά τεκμηριωμένες οικονομικές υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα; Πώς, άραγε, η γερμανική κυβέρνηση, με την ανιστόρητη και επιλεκτικά ευαίσθητη στάση της και την προσπάθεια αναθεώρησης της Ιστορίας της Κατοχής και της Αντίστασης που υποκινεί και χρηματοδοτεί, μπορεί να πείσει για την «σταθερή της προσήλωση» στην Ειρήνη, το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και τη Δημοκρατία, ενώ χοροστατεί στην κούρσα των εξοπλισμών και την επέκταση του ΝΑΤΟ; Έως πότε η ελληνική κυβέρνηση και συνολικά η δημοκρατική πολιτική τάξη της χώρας μας θα ανέχεται την παράνομη και ανήθικη αυτή στάση της γερμανικής κυβέρνησης;”, διερωτάται μεταξύ άλλων σε ανακοίνωση της η Τοπική Επιτροπή Θεσσαλονίκης του ΕΣΔΟΓΕ.
Τα ονόματα των κατοχικών δημάρχων «κοσμούν» ακόμη οδούς της Θεσσαλονίκης
Την ανάγκη αφαίρεσης των ονομάτων των συνεργατών των ναζί από τους δρόμους της πόλης επισημαίνει με ανακοίνωση του το δημοτικό σχήμα “Η Πόλη Ανάποδα”. Ένας αγώνας που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χρόνια, και συναντά την αντίδραση ορισμένων απογόνων των συνεργατών των ναζί.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Πόλης Ανάποδα:
“Στις 9 Απριλίου συμπληρώνονται 83 χρόνια από την είσοδο στην πόλη των στρατευμάτων της Βέρμαχτ. Η Θεσσαλονίκη είχε την ατυχία να είναι από τις πρώτες πόλεις της χώρας που κατέλαβαν οι Γερμανοί κι από τις τελευταίες που απελευθερώθηκαν (συνολικά έμεινε υπό γερμανική κατοχή περισσότερο από ένα μήνα παραπάνω από την Αθήνα).
Με την ευκαιρία αυτής της επετείου, θέλουμε να θυμίσουμε ότι υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη οι οδοί Κωνσταντίνου Μερκουρίου (ξεκινά από τη Βασιλ. Όλγας στο Ντεπώ, γωνία με Νέστορος Τύπα, και καταλήγει πίσω από την εκκλησία του αγίου Ελευθερίου στη συμβολή των οδών Μοσχονησίων και Βούλγαρη, η Κηφισίας αποτελεί προέκτασή της) και Γεωργίου Σερεμέτη (μικρός δρόμος που ενώνει τις οδούς Γ. Παπανδρέου και Μ. Κάλλας μεταξύ των οδών Κριεζώτου και Κορομηλά με τις οποίες είναι παράλληλος). Ας αναφέρουμε, ενδεικτικά, μερικά στοιχεία από τη δράση των συγκεκριμένων προσώπων.
Ο Κ. Μερκουρίου ήταν μέλος του Κόμματος Ελευθεροφρόνων και φίλος του Ι. Μεταξά, ο οποίος διορίστηκε από το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου δήμαρχος Θεσσαλονίκης στις 15.10.1936 αντικαθιστώντας τον εκλεγμένο Νικ. Μάνο που παύθηκε. Ήταν μέλος της επιτροπής που υποδέχθηκε τα γερμανικά στρατεύματα στην πλατεία Βαρδαρίου στις 9.4.1941. Επί δημαρχίας του έγινε το Μαύρο Σάββατο, δηλαδή η συγκέντρωση των ενήλικων Εβραίων ανδρών στην πλατεία Ελευθερίας στις 11.7.1942, όπου την καταγραφή των συγκεντρωμένων προκειμένου να αποσταλούν σε καταναγκαστικά έργα έκαναν υπάλληλοι του δήμου. Επίσης, ήταν δήμαρχος όταν τον Δεκέμβριο του 1942 απαλλοτριώθηκε το εβραϊκό νεκροταφείο της πόλης και ξεκίνησε η καταστροφή από δημοτικά συνεργεία. Αντικαταστάθηκε στις 23.2.1943 για λόγους υγείας.
Ο Γ. Σερεμέτης ήταν αυτός που ανέλαβε δήμαρχος Θεσσαλονίκης στη θέση του Μερκουρίου με απόφαση της δωσιλογικής κυβέρνησης Λογοθετόπουλου και των γερμανικών αρχών κατοχής. Επί δημαρχίας του εξοντώθηκε σχεδόν όλος ο εβραϊκός πληθυσμός της πόλης κι αυτό που έκανε ο Δήμος Θεσσαλονίκης ήταν να αποκτήσει κτίρια εβραϊκής ιδιοκτησίας μέσω της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ). Αργότερα, ενώ οι ταγματασφαλίτες και τα στρατεύματα κατοχής οργάνωναν μπλόκα στις γειτονιές της πόλης σκοτώνοντας και συλλαμβάνοντας, η Διοικούσα Επιτροπή του δήμου αποφάσισε να συνεισφέρει 10.000.000.000 δραχμές (πληθωριστικές, εξού και το τεράστιο ποσόν) στην οργάνωση του Κισά Μπατζάκ προκειμένου να επιπλώσει το μέγαρο της πόλης όπου είχε εγκαταστήσει τη διοίκησή της (22.7.1944).
Και κάτι τελευταίο: επί δημαρχίας Μερκουρίου ξεκίνησε κι επί δημαρχίας Σερεμέτη ολοκληρώθηκε η απάλειψη των εβραϊκών ονομάτων από οδούς της Θεσσαλονίκης. Και μόνο αυτό το γεγονός θα ήταν αρκετό για να μην τιμώνται επ’ ονόματι αυτών των δημάρχων δρόμοι της πόλης μας, κάτι που αποφασίστηκε στη διάρκεια της Χούντας”.