Έχει γίνει πια σαφές ότι το διακύβευμα της τρέχουσας σύγκρουσης ανάμεσα στην εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας και τη λεγόμενη Τρόϊκα (την ΕΚΤ, την ΕΕ και το ΔΝΤ) εν τέλει δεν είναι οικονομικό αλλά πολιτικό. Όπως είχε την εντιμότητα να παραδεχτεί ο F.A. Hayek, πάνω από 40 χρόνια πριν, αναφορικά με τη βίαιη ανατροπή της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης του Σαλβαντόρ Αλιέντε στη Χιλή, η ορθολογική τάξη της αγοράς, η οποία είναι δυνατή μόνο εφόσον παραμένει απαλλαγμένη από κάθε ανθρώπινη παρέμβαση, κατά κανέναν τρόπο δεν συνεπάγεται ή προϋποθέτει τη δημοκρατική διακυβέρνηση της κοινωνίας ως όλου. Αντιθέτως, η δημοκρατία κατά τον εικοστό αιώνα, όπως ο ίδιος την έβλεπε, έδειχνε όλο και περισσότερο να επιτρέπει, εάν όχι ενεργητικά να ενθαρρύνει, προκλήσεις στην ορθολογικότητα της αγοράς. Θεωρούσε απολύτως προφανές ότι οι λαϊκές μάζες δεν είχαν ούτε τη γνώση, αλλά (ακόμα πιο σημαντικό) ούτε τη δύναμη της θέλησης να κάνουν τις θυσίες που η αγορά με τη σοφία της απαιτεί από αυτές: να αποδεχτούν κατώτερους μισθούς και χαμηλότερα επίπεδα ζωής, την παράδοση του ελεύθερου χρόνου, την απαίτηση μετακίνησής τους στο εσωτερικό της χώρας, εάν όχι σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Hayek επισημαίνει ότι ο λαός νομίζει πως δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την τροφή, τον ρουχισμό και τη στέγαση που τώρα απολαμβάνει και αντιμετωπίζει την περιστολή των μισθών και την εξάλειψη των κοινωνικών υπηρεσιών τις οποίες πιστεύει ότι δικαιούται ως απειλή προς την ίδια του την ύπαρξη. Συνεπώς, οργανώνεται και απαιτεί τη διατήρηση ή αποκατάσταση όλων αυτών που πρέπει να θυσιαστούν. Η κυβέρνηση που υπαναχωρεί σε αυτά τα αιτήματα, είτε από φόβο είτε από υποτιθέμενες ανθρωπιστικές παρορμήσεις, για να μη μιλήσουμε για μια κυβέρνηση που προσπαθεί να εκφράσει και να πραγματώσει τις προσδοκίες των μαζικών κινημάτων μισθωτών και φτωχών, απειλεί τη μοναδική ορθολογική οργάνωση της οικονομικής ζωής και, συνεπώς, την ίδια τη βάση κάθε κοινωνίας. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε τέτοιες κυβερνήσεις να αγνοούν τα ιερά δικαιώματα της ιδιοκτησίας και τον απαρασάλευτο νόμο της προσφοράς και ζήτησης, που αποκλειστικά καθορίζει τι είναι ένας «δίκαιος» μισθός και, κατά συνέπεια, την τροφή και τη στέγη που δικαιούται ένας λαός.
Το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Αλιέντε και αντικατέστησε τη δημοκρατική διακυβέρνηση με μια δικτατορία, σύμφωνα με τον Hayek, ήταν παραδειγματικό για έναν κόσμο που το 1973 έμοιαζε να καθοδηγείται από τις μάζες, μεθυσμένες από την ίδια τους τη δύναμη: μόνο η αποφασιστικότητα του στρατηγού Πινοσέτ μπορούσε να εξασφαλίσει ότι η ιδιοκτησία για μια ακόμα φορά θα έβγαινε εκτός της σφαίρας πολιτικής διαβούλευσης και ότι τον νόμο της αγοράς θα τον εγγυόνταν οι ένοπλες φρουρές της φυσικής τάξης.
Σήμερα, νέοι φύλακες αυτής της τάξης (τουλάχιστον όπως οι ίδιοι διατείνονται ότι είναι – ο σπίλος της διαφθοράς έχει ρίξει βαριά σκιά στους πλέον μεγαλόσχημους από αυτούς, και η τάξη την οποία υπερασπίζονται αφορά πρώτα απ’ όλα την αποπληρωμή του χρέους) βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα κόμμα μαζικής μέθης, που έχει ενθαρρύνει τον ελληνικό λαό να απορρίψει την επιπλέον απαλλοτρίωση και έχει τολμήσει να αμφισβητήσει τη νομιμότητα του χρέους που έχει επιβληθεί στο έθνος. Η λαϊκότητα και η δημοφιλία του ΣΥΡΙΖΑ, το ρίζωμά του στις λαϊκές οργανώσεις, και το παράδειγμα που αποτελεί για όλες εκείνες τις χώρες που αντιμετωπίζουν αναλόγως συντριπτικά χρέη, τον καθιστούν επικίνδυνο, όσο επικίνδυνη ήταν η κυβέρνηση της Unidad Popular του Αλιέντε στη Χιλή. Ο άμεσος στόχος της Τρόϊκας τώρα δεν είναι να εξασφαλίσει την αποπληρωμή του χρέους, αλλά να επιφέρει ένα αναίμακτο πραξικόπημα, τόσο για να εξαναγκάσει τον ΣΥΡΙΖΑ να υποχωρήσει, επιτρέποντας σε πιο πειθήνιες δυνάμεις να εξυπηρετήσουν το σύστημα του χρέους και της λιτότητας, όσο και για να τιμωρήσει παραδειγματικά τον ελληνικό λαό που εξέλεξε μια αυθεντικά αριστερή κυβέρνηση.
Η Τρόϊκα αρχικά έλπιζε να απαξιώσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, εξαναγκάζοντάς την να παραβιάσει τη δέσμευσή της προς τον ελληνικό λαό και να θέσει τέλος στη λιτότητα που έχει οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε ύφεση. Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε να επιβάλλει περισσότερες στερήσεις στους εργαζόμενους, τους ανέργους και τους συνταξιούχους, η Τρόϊκα εξήγγειλε ανοιχτά την πρόθεσή της να εκθέσει ολόκληρο τον ελληνικό πληθυσμό σε σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη πόρων έτσι ώστε να αναγκάσει τον ΣΥΡΙΖΑ να παραδώσει την εξουσία σε μια κυβέρνηση αποδεκτή από την Τρόϊκα. Δεν προέβλεψαν, και είναι ανίκανοι εντέλει να καταλάβουν, την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να θέσει την πρόταση της Τρόϊκας ενώπιον του ελληνικού λαού, ώστε αυτός να αποφασίσει άμεσα για τον εαυτό του εάν δέχεται ή απορρίπτει τα μέτρα λιτότητας που παρουσιάστηκαν από τους δανειστές ως αδιαπραγμάτευτα. Η Τρόϊκα ισχυρίζεται ότι ο ελληνικός λαός είναι ανίκανος να συλλάβει την οικονομική περιπλοκότητα που προϋποτίθεται από τις συνθήκες κάθε «διάσωσης» και φοβάται ότι ο λαός θα τις απορρίψει απλώς και μόνο για αποφύγει περαιτέρω περιστολή του επιπέδου ζωής του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυτοί και οι όμοιοί τους σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, υποχρεώθηκαν να ομολογήσουν ότι η δημοκρατική λήψη αποφάσεων, η ιδέα ότι ο λαός πρέπει να αποφασίσει συλλογικά εάν θα αποδεχτεί περισσότερη αποστέρηση και φτωχοποίηση για να λειτουργήσει ως αγωγός μέσω του οποίου θα ενισχυθούν οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες, ή αντιθέτως θα σπάσει τον κύκλο του χρέους και της λιτότητας για να οικοδομήσει ένα νέο σύστημα, είναι ασύμβατη με τις επιταγές της αγοράς και της κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Ζητώντας από τον λαό να αποφασίσει, αναγνωρίζοντας ότι μόνο αυτός έχει όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την επάρκεια να πάρει μια τέτοια απόφαση, ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε την επιθυμία του ως κόμμα να μην αποφασίζει αυτός για τον λαό ή να κυβερνά μέσω διαταγμάτων, αλλά να απευθυνθεί στον λαό για να υποστηρίξει το «όχι» που απορρίπτει την περαιτέρω λεηλασία της Ελλάδας μέσω αποφάσεων μη-εκλεγμένων οργάνων, που τώρα ελάχιστα διαφέρουν από μια κοινοπραξία εισπρακτικών εταιρειών προς όφελος των πλέον ισχυρών δανειστών του κόσμου. Ο λαός ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε τις συνέπειες που θα έχει η απόρριψη των απαιτήσεων της Τρόϊκας και, εάν τι απορρίψει, θα το κάνει χωρίς καμία ψευδαίσθηση για τον ανθρωπισμό και την ηθική υπόσταση των Λαγκάρντ και Γιούνκερ αυτού του κόσμου. Ξέρει ακόμα ότι το «όχι» θα τον απελευθερώσει από την υποδούλωση στο χρέος και θα ενθαρρύνει και άλλους λαούς να κάνουν το ίδιο. Το δημοψήφισμα δεν αφορά λοιπόν μόνο τα τελευταία μέτρα της Τρόϊκας για την περαιτέρω λεηλάτηση της Ελλάδας, ούτε και την παραμονή στην ΕΕ ή όχι. Αφορά, για άλλη μια φορά, το ερώτημα της δικτατορίας ή της δημοκρατίας, το κατά πόσο η θέληση του ελληνικού λαού θα εκμηδενιστεί από ένα πραξικόπημα, που δεν θα προέλθει από ένοπλες δυνάμεις αλλά από σχεδιασμένη αποστέρηση και οικονομική κατάρρευση.
Ο ελληνικός λαός, και στην πραγματικότητα όλοι εμείς, έρχεται αντιμέτωπος με αυτό που στα ελληνικά λέγεται Καιρός, τη διάνοιξη, τη συγκυρία, την στιγμή της ευ-καιρίας, η οποία, εάν αξιοποιηθεί, μπορεί να τα αλλάξει όλα. Ο ελληνικός λαός χρειάζεται την αλληλεγγύη μας τώρα, τις αμέσως επόμενες ημέρες, και θα τη χρειαστεί και στο κοντινό μέλλον. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από όσα του οφείλουμε για το κουράγιο και την καθαρότητά του: στον αγώνα του θα γραφτεί το μέλλον αυτού του κόσμου.
* Ελληνικά στο πρωτότυπο
Ο Γουόρεν Μόνταγκ είναι καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Occidental College (Λος Άντζελες)
Μετάφραση: Γιώργος Φαράκλας
Πηγή: Red Notebook