Την τελευταία μέρα των μαθημάτων, όπως κάθε χρονιά, ήρθαν κορίτσια, κυρίως, να με αποχαιρετήσουν για το καλοκαίρι. Αποχωριστήκαμε λέγοντας, «καλό καλοκαίρι» « ραντεβού το Σεπτέμβριο». «Εγώ, κυρία όχι» μου λέει η Ματίνα, «θα πάω σε άλλο σχολείο. Θα πάω σε επαγγελματικό λύκειο». «Για ποια ειδικότητα» τη ρωτάω. «Βρεφονηπιοκόμος και μετά θα δώσω εξετάσεις να πάω στα ΤΕΙ» μου λέει και συνεχίζει μετά από μια μικρή παύση, «δεν μπορείς να πας πουθενά χωρίς προσόντα» …
«Σωστά», της απαντώ. « Έτσι είναι…»
Η Ματίνα, όμως, δεν θα βρίσκει τη σχολή της τον Σεπτέμβριο. Τουλάχιστον στο Δημόσιο Σχολείο, όπου θα σπούδαζε αυτό που ονειρευόταν δωρεάν.
Οι καταργήσεις των 50 ειδικοτήτων των ΕΠΑΛ των ΕΠΑΣ και οι διαθεσιμότητες των 2000 εκπαιδευτικών έχει και μια άλλη αόρατη πλευρά: Πρόχειρες εκτιμήσεις λένε ότι πάνω από το 80% του μαθητικού δυναμικού αυτών των ειδικοτήτων είναι μαθήτριες. Μερικές δε ειδικότητες όπως αυτές της Αισθητικής, Βρεφονηπιοκόμων αγγίζουν το 100%, ενώ της κομμωτικής το 90%, των Νοσηλευτών/ Ιατρικών εργαστηρίων περίπου 70%, Οδοντοτεχνιτών και βοηθών Φυσιοθεραπευτών περίπου 50% κλπ… Οι εργαζόμενες δε καθηγήτριες είναι περισσότερες από τους άνδρες συναδέλφους τους.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από την επισήμανση αυτή, είναι ότι εκτός των άλλων καταστροφικών αποτελεσμάτων που επέφεραν οι συμφωνημένες από την κυβέρνηση και την τρόικα καταργήσεις των ειδικοτήτων και απολύσεις των εκπαιδευτικών, είναι ότι οι εκπαιδευτικές και οι εργασιακές ευκαιρίες των κοριτσιών των φτωχότερων οικονομικά στρωμάτων δέχονται ένα ακόμη πλήγμα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, με το μαζικό σχολείο, κατακτήθηκαν πολιτικές, που στο όνομα του εξισωτισμού, είχαν επηρεάσει περισσότερο τα παιδιά των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων. Το μαζικό σχολείο προώθησε, θεωρητικά τουλάχιστον, την ισότητα των ευκαιριών (άσχετα αν η ισότητα αποτελεσμάτων απείχε πολύ) . Από τη δεκαετία του ‘ 70 αυξήθηκε ο μαθητικός πληθυσμός, ελαττώθηκε η σχολική διαρροή, μειώθηκαν οι διακρίσεις μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, μόλο που δεν έπαψε να αναπαράγεται η παραδοσιακή θεώρηση για τους γυναικείους ρόλους με τη διατήρηση στο κέντρο του αναλυτικού προγράμματος του προσανατολισμού προς την οικογένεια και τις αξίες της.
Τα μορφωτικά προσόντα των γυναικών έχουν αυξηθεί, αλλά αυτό δεν είναι ταξικά ισοκαταμερισμένο. Φαίνεται ότι ενώ τα κορίτσια της μεσαίας τάξης έχουν μια πορεία εξατομικευμένη και ιδιαίτερα πιεστική και ανταγωνιστική, όπως και τα αγόρια, για τα κορίτσια της εργατικής τάξης και των φτωχότερων στρωμάτων υπάρχουν λιγότερες μελλοντικές προοπτικές. Τα κορίτσια αυτά σε μεγάλο ποσοστό προσανατολίζονται σε στόχους που σχετίζονται με την τυπική εκπαίδευση, την απασχόληση αλλά και την προσωπική ζωή. Φαίνεται να έχουν αποδεχθεί μια μελλοντική απασχόληση κατάλληλη με τη φροντίδα παράλληλα των παιδιών και την οικογενειακή ζωή, φαίνεται να έχουν συμβιβαστεί με το ταξικό τους πεπρωμένο.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έφεραν μεγάλη αύξηση της ανεργίας των νέων και διάλυση των εργασιακών σχέσεων. Τα κορίτσια όμως των ασθενέστερων τάξεων δεν δείχνουν να θέλουν να στηρίζονται στην οικονομική υποστήριξη των ανδρών της οικογένειας δηλαδή των πατεράδων και των συζύγων. Οι συγκεκριμένες υλικές συνθήκες της ζωής τους πια, όλο και περισσότερο, τις ωθούν να αυτονομούνται –όσο είναι δυνατόν- και να θέλουν να αποκτήσουν ένα προσόν παραπάνω για να ξεφύγουν από τις συνηθισμένες δουλειές που τις περιμένουν, όπως αυτό της πωλήτριας, της καθαρίστριας, αν βέβαια, καταφέρουν να ξεφύγουν από την ανεργία.
Άλλα κορίτσια , επίσης από μη προνομιούχες κατηγορίες, εμφανίζονται, σε μεγαλύτερη έκταση από ό,τι ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν, να έχουν περισσότερο μακροπρόθεσμα σχέδια για την εκπαίδευση και την ανεξαρτησία. Θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο ΤΕΙ. Άλλα, αφού τελειώνουν το Γενικό Λύκειο γράφονται σε ΕΠΑΛ ή ΕΠΑΣ για να αποκτήσουν μια δεξιότητα, μια και ο δρόμος για τα ΑΕΙ είναι αδύνατος για αυτά.
Η πρόσβαση στα επαγγέλματα «φροντίδας», όπως της νοσοκόμας, της βρεφονηπιοκόμου, είναι ένα μέσο επαγγελματικής ανέλιξης, που νιώθουν πως τις επιτρέπει να ξεφύγουν από τις χαμηλού κύρους εργασίες που συναντούν συνήθως στον κοινωνικό και οικογενειακό τους περίγυρο. Για τα κορίτσια αυτά η εκπαίδευση θεωρείται μέσο για την κατάκτηση της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας. Κι αυτό ανεξάρτητα από το εάν το αποτέλεσμα συχνότατα δεν είναι παρά άσκηση στην εξάρτηση και στη χαμηλή αμοιβή -σαν να μετατρέπουν το ταξικό τους πεπρωμένο σε επιλογή.
***
Η Καίτη ήθελε να σπουδάσει στο ΕΠΑΛ αισθητική και να σταδιοδρομήσει σε «δική» της δουλειά. Ίσως και να κατάφερνε κάποτε να προχωρήσει στο γνωστό «λαμπερό» κόσμο, όπου υπήρχαν δυνατότητες για ατομική δημιουργία, προοπτικές για «άπειρα χρήματα» και η γοητεία να έχει κανείς τη δική του επιχείρηση… Όνειρα κοριτσιών που επικεντρώνουν τη δημιουργικότητα στα ρούχα, στα μαλλιά, στην αισθητική, με την ψευδαίσθηση των ίσων ευκαιριών, με την ψευδαίσθηση ότι και οι γυναίκες των λαϊκών τάξεων μπορούν να περιποιούνται και αυτές τον εαυτό τους και ότι αυτό δεν είναι προνόμιο μόνο των πλουσίων γυναικών.
Οι τίτλοι σπουδών, λοιπόν, για τα κορίτσια της Κομμωτικής, της Αισθητικής και των άλλων ειδικοτήτων, έδειχνε να έδιναν μια ευκαιρία. Ίσως, το όνειρο έλεγε, να μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια ανταλλακτική αξία στην αγορά εργασίας και μια τόση δα ευκαιρία, μέσα σε ένα πλαίσιο τρομακτικής ανεργίας που στις νέες γυναίκες αγγίζει το 70%.
Η ισοπεδωτική κατάργηση μέσα σε ένα απόγευμα διέλυσε τις αυταπάτες της απομάκρυνσης των μαθητριών αυτών από την μοίρα τους.
Κι αυτό δεν ήταν παράπλευρη απώλεια, αλλά συνειδητό ταξικό έγκλημα. Το χτύπημα, σε κάθε τομέα, πάντοτε ξεκινάει από το πιο αδύνατο σημείο της τάξης. Και οι λαϊκές τάξεις έχουν τα κορίτσια τους ως τέτοιο. Αν είναι έτσι, καταλαβαίνουμε πως αυτό που διακυβεύεται είναι πολύ περισσότερο από αυτό, το καθόλου λίγο, ούτως ή άλλως, που φαίνεται.
Ευη Πάτκου, καθηγήτρια Γυμνασίου