Πρεμιέρα στην Θεσσαλονίκη και το θέατρο «Αριστοτέλειο» κάνει την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου η παράσταση «Άγριος Σπόρος». Πρόκειται για το νέο έργο του Γιάννη Τσίρου, σε σκηνοθεσία του Τσέζαρις Γκραουζίνις με τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη, τον Κίμωνα Κουρή και την Μυρσίνη Χρυσοχοΐδου, που αγγίζει κατά πολύ την σημερινή ελληνική πραγματικότητα.
Ο παλιός γνώριμος της πόλης, Ιεροκλής Μιχαηλίδης παραχώρησε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο alterthess.gr και μίλησε για την παράσταση, το θέατρο, τη Θεσσαλονίκη, πως βιώνει την Ελλάδα του σήμερα, την πολιτική, τους πολιτικούς…
Συνέντευξη στην Ευγενία Χατζηγεωργίου
Πείτε μας δυο λόγια για το έργο.
Πρόκειται για ένα καινούργιο έργο. Ο Γιάννης Τσίρος είναι από τους σπουδαιότερους νεοέλληνες συγγραφείς που έχουμε. Το κείμενο είναι εξαιρετικό, από τα 3-4 σημαντικά θεατρικά κείμενα των τελευταίων 20 χρόνων. Είναι ένα έργο το οποίο έχει σχέση με αυτό που ζούμε σήμερα. Είναι ένα έργο πολύ τρυφερό, γλυκό, με πολύ χιούμορ και νομίζω ότι αφορά άμεσα τους σημερινούς Έλληνες. Νομίζω πως θα είναι παρηγορητικό το έργο.
Επίσης, ζήτησα να συνεργαστούμε με έναν σκηνοθέτη, τον Τσέζαρις Γκραουζίνις ο οποίος είναι από τους σπουδαίους σκηνοθέτες στην Ευρώπη. Αυτή στιγμή, είναι μεταξύ Ελλάδας και εξωτερικού, έχει κάνει μεγάλες παραστάσεις στην Ελλάδα. Ακόμη, ο σκηνογράφος, Πάρις Μέξις και ο μουσικός, Δημήτρης Θεοχάρης είναι εξαιρετικοί.
Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερο ανεβαίνουν έργα παλιότερα ή κλασσικά, ενώ παρατηρείται μία πτώση στη ελληνική συγγραφική παραγωγή. Πώς το κρίνετε;
Η πτώση αυτή είναι εδώ και πολλά χρόνια. Κατά περιόδους έχουμε την παρουσία καινούργιων συγγραφέων, καινούργιων έργων κυρίως. Είναι ενδιαφέρον παγκόσμιο φαινόμενο, είναι και ελληνικό.
Όντως, είναι πολύ λιγότερα τα έργα. Γενικά σε σχέση με το πόσες παραγωγές γίνονται, με τα πόσα έργα ανεβαίνουν, είναι αμελητέα πια η ποσότητα των καινούργιων έργων. Κι αν από αυτά τα καινούργια έργα, έχουμε την απαίτηση να είναι αμιγώς θεατρικά, και να μην έχουμε τηλεοπτικές εκδοχές τους θεάτρου, είναι όντως πολύ λίγα τα έργα.
Νομίζω πως πάντα ήταν πρόβλημα του θεάτρου αυτό πως δεν γράφονται τόσα έργα.
Η πρεμιέρα της παράστασης γίνεται στη Θεσσαλονίκη, σε αντίθεση με ό,τι γίνεται συνήθως.
Ναι, αυτό νομίζω είναι το πιο σημαντικό. Σπάνια νομίζω γίνεται πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη και μετά να πάει στην Αθήνα
Πώς αποφασίστηκε αυτό;
Επειδή είμαι εγώ παραγωγός, ανεβάζω εγώ το έργο -το έχω ξανακάνει κάποιες φορές και είναι και πάντα στόχος μου να το κάνω. Έχει και μία συναισθηματική σχέση για μένα και νομίζω ότι έχει και έναν συμβολικό χαρακτήρα. Πάντα μου αρέσει να προσπαθώ αλλά είναι δύσκολο, τουλάχιστον στο οικονομικό, να ξεκινάς από τη Θεσσαλονίκη.
Υπάρχει ρίσκο δηλαδή;
Όχι, απλά είναι πολύ πιο δύσκολες οι συνθήκες. Το ρίσκο πάντα υπάρχει. Και στη Νέα Υόρκη και στα Μετέωρα να ξεκινήσεις…
Το σημαντικό είναι ότι κάνουμε την πρεμιέρα εδώ για λόγους συμβολικούς αλλά ταυτόχρονα έχουμε και παγκόσμια πρεμιέρα παρουσίασης ενός νέου έργου, επίσης σπάνιο φαινόμενο.
Έχουμε ένα σπουδαίο σκηνοθέτη, ένα σημαντικό έργο, μία πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη. Έχει ισχυρό συμβολισμό.
Θεωρείτε πως η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη «φιλόξενη» για καλλιτέχνες και για καλλιτεχνικές παραγωγές;
Φιλόξενοι είμαστε ούτως η άλλως… (γέλια). Όσον αφορά παραγωγές οι οποίες έχουν παιχτεί αλλού κι έρχονται περιστασιακά εδώ και είναι καλές παραστάσεις, νομίζω ότι τις αγκαλιάζει ο κόσμος. Όσον αφορά την τοπική δραστηριότητα, δεν έχουμε ακόμη συγκροτήσει ένα μεγάλο θεατρόφιλο κοινό που να μπορεί να στηρίξει και τις παραγωγές οι οποίες γίνονται εδώ.
Αυτό το πρόβλημα το αντιμετώπισα εγώ τα πρώτα 15 χρόνια της επαγγελματικής ζωής, τα πέρασα παίζοντας σε θιάσους στη Θεσσαλονίκη. Παίζαμε με άδειες αίθουσες… Από την άλλη, καταλαβαίνω, πως αν ο άλλος δεν σε ξέρει από κάπου, δεν ξέρει τους ηθοποιούς… Το βασικό κίνητρο για τους θεατές είναι οι ηθοποιοί για να δούνε μία παράσταση.
Ωστόσο, πολλοί ηθοποιοί που ξεκινούν από εδώ, κάνουν μεγάλη καριέρα και στην Αθήνα.
Μονάδες έχουμε πολύ σημαντικές. Στον δικό μας χώρο, τουλάχιστον οι μισοί και παραπάνω είμαστε Βορειοελλαδίτες. Ηθοποιοί, σκηνοθέτες, είμαστε πάρα πολλοί… Ωστόσο, λίγοι ξεκινούν από εδώ και κατεβαίνουν κάτω, λίγοι εργάζονται εδώ, οι περισσότεροι κατεβαίνουν κατευθείαν στην Αθήνα.
Νομίζω τα τελευταία χρόνια, η παραγωγή των τοπικών θεάτρων, – το Κρατικό Θέατρο είναι μία ιδιάζουσα περίπτωση- είναι ενδιαφέρουσα. Δηλαδή έχουν υπάρξει κάποιοι θίασοι, λίγοι αλλά πολύ σημαντικοί, που κάνουν εξαιρετική δουλειά. Θέλουν υποστήριξη όμως από τους θεατές. Η κίνηση όμως είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την δεκαετία που είχα τελειώσει την σχολή και δούλευα, την δεκαετία ’85- ’95.
Συνεργάζεστε με νέους ανθρώπους, όπως ο Κίμωνας Κουρής και η Μυρσίνη Χρυσοχοϊδου. Πιστεύετε στα νέα ταλέντα;
Άμα δείτε με πόσους ανθρώπους έχω συνεργαστεί σε δουλειές που ξεκινούν από εμένα, όταν δηλαδή επιλέγω να κάνω ένα έργο και κάνω την παραγωγή, θα δείτε ότι το κάνω πολύ τακτικά.
Υπάρχουν και πραγματικές ανάγκες, όπως το να πάρεις νέους ηθοποιούς γιατί το απαιτεί το έργο.
Αφενός, αλλά αφετέρου παίζει ρόλο και το ταλέντο.
Απολύτως, δεν το συζητάμε. Η επιλογή είναι δύσκολη, γιατί, σε αυτές τις ηλικίες έχεις να επιλέξεις ανάμεσα σε 1.000 ηθοποιούς περίπου.
Εγώ είναι λογικό, αφού ζω στη Θεσσαλονίκη, η τάση μου είναι να είναι παιδιά από τη δική μας σχολή, από εδώ. Όχι με την έννοια του τοπικισμού, υπάρχουν όμως σπουδαίοι άνθρωποι.
Εμένα είναι μία εμμονή μου, στους νέους ανθρώπους. Όχι μόνο στους ηθοποιούς, αν δείτε και στις δημόσιες σχέσεις που κάνουν την επικοινωνία, είναι νέα παιδιά 23-24 χρονών.
Πρέπει να δίνουμε, όσο μπορούμε, λίγο χώρο στους νέους.
Ειδικά τώρα που όλο και περισσότεροι νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα για να διεκδικήσουν ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό.
Δυστυχώς είναι σταγόνα στον ωκεανό. Δηλαδή σε πόσους ανθρώπους να δώσεις δουλειά; Δεν γίνεται, είναι τόσοι πολλοί αυτοί που χρειάζονται δουλειά, αυτοί που χρειάζονται ευκαιρίες.
Αν σκεφτείτε πως όλα αυτά τα χρόνια υπάρχουν εκατοντάδες άνθρωποι στον δικό μας χώρο κι εγώ έχω επιλέξει 15-20 όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο, όλοι τους απέδειξαν ότι είναι σπουδαίοι ηθοποιοί, είναι σημερινοί πρωταγωνιστές και θεωρώ και οι καινούργιοι, ο Κίμωνας και η Μυρσίνη, ότι είναι εξαιρετικά ταλέντα και είμαι σίγουρος ότι θα διακριθούν ως ηθοποιοί, θα είναι οι αυριανοί γνωστοί πρωταγωνιστές.
Πως κρίνετε το γεγονός πως φεύγουν από την χώρα νέα παιδιά αλλά και οικογενειάρχες; Θεωρείτε πως η Ελλάδα «διώχνει τα παιδιά της»;
Βέβαια, όταν δεν μπορεί να τα θρέψει. Είναι λυπηρό. Και μάλιστα φεύγουν οι πιο εξειδικευμένοι, οι άνθρωποι που έχουν όρεξη για «μάχη». Να φεύγεις από την πατρίδα σου, να φεύγεις από το σπίτι σου και να πηγαίνεις έξω, σημαίνει πως είσαι αποφασισμένος να δώσεις αγώνα. Και είναι και άνθρωποι, οι οποίοι είναι καταρτισμένοι. Δεν φεύγουν εργάτες πλέον έξω. Είναι άνθρωποι που έχουν 2-3 πτυχία, που έχουν ειδικές γνώσεις, ειδικά ταλέντα. Είναι πολύ λυπηρό. Είμαστε η χώρα που εισάγει ανειδίκευτο προσωπικό και εξάγει τα καλύτερα μυαλά της.
Στην Ελλάδα του σήμερα μπορεί ένα καλλιτέχνης να ζήσει αξιοπρεπώς κάνοντας την αγάπη του για την τέχνη του επάγγελμα;
Όχι βέβαια, δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Είναι σχεδόν αδύνατον. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Αυτό να ξέρετε πως συμβαίνει σε όλον τον κόσμο, απλά στην Ελλάδα είναι λίγο χειρότερα τα πράγματα.
Οι ζωγράφοι, οι ποιητές, οι συγγραφείς που ζουν από τη δουλειά τους είναι ελάχιστοι. Οι ηθοποιοί και οι τραγουδιστές ίσως είναι περισσότεροι, αλλά και πάλι αναλογικά είναι ελάχιστοι αυτοί που μπορούν να ζουν από τη δουλειά τους την καλλιτεχνική, την οποίοι έχουν κάνει ταυτόχρονα και επάγγελμα.
Παλιότερα υπήρχε η αίσθηση πως οι ηθοποιοί αμείβονται με εξωφρενικά ποσά. Τώρα που έχουν παρέλθει οι εποχές της αδράς αμοιβής, είναι για τους νέους ηθοποιούς που επιλέγουν να ασχοληθούν με αυτό το επάγγελμα, ένα δείγμα του ότι το πιστεύουν περισσότερο;
Ούτε τότε υπήρχε αδρά αμοιβής. Ήταν ένας μύθος. Αν μιλάμε για τους ηθοποιούς, είναι ένα πολύ χαμηλά αμειβόμενο επάγγελμα συνολικά. Αν στους 1.000 ανθρώπους υπάρχουν 10-15 άνθρωποι, κάποιοι από αυτούς μπορεί να πάρουν μία αμοιβή, την οποία αν τη θεωρήσουμε αδρά, φτάνει στα επίπεδα ενός διευθυντού υποκαταστήματος τραπέζης, ήμασταν οι προνομιούχοι, ας πούμε, τις καλές εποχές.
Κάποιος από τα φώτα της δημοσιότητας θα νόμιζε πως το επάγγελμα του ηθοποιού, πέρα από λαμπερό, είναι και πολύ καλά αμειβόμενο.
Παρανόηση. Οι τραγουδιστές, οι ποδοσφαιριστές και οι παρουσιαστές είχαν όντως υψηλές αμοιβές. Ο κόσμος μπερδευόταν και με τους γνωστούς ηθοποιούς. «Αυτός είναι το ίδιο γνωστός με τον τραγουδιστή ή τον παρουσιαστή, άρα οι απολαβές του είναι ανάλογες». Δεν υπήρχε όμως αυτό. Τώρα είναι ακόμη χειρότερα. Τότε θα μπορούσαμε να πούμε πως από τους 4.000- 5.000 ανθρώπους, θα μπορούσαν να ζούσαν από τη δουλειά τους γύρω στους 500 και αυτοί να πάρουν κι ένα σπίτι, για να σας δώσω ένα μέτρο. Τώρα δεν μπορούν να βγάλουν ούτε τα ενοίκια τους οι ηθοποιοί, στην συντριπτική τους πλειοψηφία. Άρα το κίνητρο δεν ήταν ποτέ οικονομικό, ούτε τις εποχές της ευμάρειας. Να μου πείτε πως υπήρχε ένα μη φυσιολογικό κίνητρο που ήταν ήταν η προβολή και η αναγνωρισιμότητα, αυτό υπήρχε ως κίνητρο σίγουρα. Θεωρώ ότι όσοι επιλέγουμε να κάνουμε αυτή τη δουλειά, δεν είμαστε και πολύ στα καλά μας.
Θεωρείτε πως η οικονομική κρίση κάνει τους καλλιτέχνες πιο δημιουργικούς;
Θεωρητικά πιο εφευρετικούς, σίγουρα για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Αν το αποτέλεσμα της δουλειάς, θα έχει και περισσότερες ποιοτικές προδιαγραφές, δεν ξέρω. Είναι ένα ερώτημα. Όλες οι εποχές, όπως της μεγάλης ακμής ή οι πιο δύσκολες σκοτεινές εποχές, πάντα παράγουν καλλιτεχνικά έργα για άλλο λόγο, αλλά παράγουν.
Εσείς πως βιώνετε την οικονομική κρίση;
Νομίζω πολύ έντονα. Εγώ έκανα και μερικές επιχειρηματικές κινήσεις μέσα στην κρίση, οι οποίες ήταν καταστροφικές.
Ακόμη όμως και να είσαι ένας από τους ανθρώπους που είναι τυχεροί και έχουν κάποια άνεση, είναι δυνατόν να αισθάνεσαι καλά με όλους τους άλλους γύρω σου να είναι σε αυτήν την κατάσταση.
Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που δεν έχουν στέγη για να κοιμηθούν, δεν έχουν ρεύμα ή θέρμανση. Είναι τραγικό αυτό. Δεν μπορείς να νιώθεις καλά. Προχθές είδαμε με ένα φίλο μου δύο άστεγους με αυτό το φοβερό κρύο στο πάρκο, να μην έχουν να κοιμηθούν. Που είμαστε εμείς οι υπόλοιποι; Δηλαδή δεν έχουμε έναν χώρο να τους πάρουμε;
Για την σημερινή κατάσταση πιστεύετε πως οι πολίτες φέρουμε μερίδιο ευθύνης ή ευθύνονται αποκλειστικά οι πολιτικοί;
Φυσικά φέρουμε ευθύνη. Δεν έχει σημασία ότι φέρουμε λιγότερη ευθύνη από τους πολιτικούς. Ο μισός πληθυσμός κατά τη δική μου εκτίμηση ήταν συνεργάτες των πολιτικών άμεσοι. Ψηφίζανε, ήταν ταγμένοι σε κόμματα, διόριζαν τα παιδιά τους σε δουλειές, ήταν αυτοί που λέγανε «Έλα μωρέ, μην γκρινιάζετε, μια χαρά πάμε, όλα καλά». Υπήρχε άνθρωποι που κρατούσαν «τσίλιες», όταν οι άλλοι κάνανε αυτήν την ιστορία. Σαφώς έχουν κι αυτοί ευθύνες. Αλλά υπάρχει ένα κομμάτι του κόσμου το οποίο δεν έχει καμία σχέση με αυτό. Απλώς, αν μπορέσεις να του καταλογίσεις μία ευθύνη, είναι ότι ήταν σε υπνώση, σε απόλυτη αδιαφορία. Αλλά όλο το πολιτικό σύστημα με τις ισχυρές συνιστώσες του, είτε είναι δημοσιογράφοι, είτε είναι καλλιτέχνες ή επιχειρηματίες, έχουμε σαφώς τεράστια ευθύνη. Δεν μπορεί να έχει την ίδια ευθύνη ένας εργάτης στον ιδιωτικό τομέα με έναν συνδικαλιστή του δημόσιου τομέα. Έχει τεράστια ευθύνη ο άλλος. Ήταν μέρος του παιχνιδιού και έπαιξε καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό που ζούμε. Αλλά δεν βλέπω να κάνουμε τέτοιο απολογισμό.
Φέρουμε ευθύνη, βέβαια, και ως πολίτες για τους ποιους επιλέγουμε να μας εκπροσωπήσουν στην Βουλή.
Βέβαια, και ως μονάδα ο καθένας τι απαιτεί από τη ζωή του, από την οργάνωση της κοινωνίας του, πόσο ενεργητικός είναι, τι ζητάει. Αυτοί που κάνανε τους δήθεν μαχητικούς, τις εποχές της ευμάρειας, οι περισσότεροι ήταν προνομιούχοι, οι οποίοι ζητούσαν ακόμη περισσότερα προνόμια και πολλοί από αυτούς ήταν και στον δημόσιο τομέα και που εκβίαζαν με τη δουλειά τους, την οποία βρήκαν «από το παράθυρο», εκβίαζαν τις κυβερνήσεις, ταλαιπωρώντας τους υπόλοιπους Έλληνες για να πάρουν τα επιπλέον προνόμια.
Πώς κρίνετε το γεγονός πως η Χρυσή Αυγή μπήκε στις τελευταίες εκλογές στη Βουλή και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, αναδεικνύεται τρίτο κόμμα;
Αυτό είναι μία πολιτική ανάλυση που θέλει μεγάλη κουβέντα. Για να κάνω ένα αυτονόητο σχόλιο, είναι μία φυσική συνέπεια, σε εποχές που υπάρχουν αδιέξοδα, -τόσα χρόνια δεν μας λένε αλήθεια-, ότι μπορεί να υπάρξουν αυτόκλητοι σωτήρες, οι οποίοι χρησιμοποιούν μία ρητορική η οποία ενδεχομένως να είναι πειστική για τον κόσμο. Η ίδια τακτική είναι μέρος του ιδίου παιχνιδιού με τον ίδιον ακριβώς τρόπο. Ό,τι γινόταν τόσα χρόνια, τώρα γίνεται από όλες τις μπάντες.
Εσείς, ως δημοφιλές πρόσωπο, έχετε σκεφτεί ποτέ το ενδεχόμενο να πολιτευτείτε;
Σοβαρά όχι, ποτέ. Μου το έχουν προτείνει. Μάλιστα με έχουν χρησιμοποιήσει πολλές φορές, έχουν ανακοινώσει το όνομά του ότι βρίσκομαι σε συζητήσεις, εν απόλυτη αγνοία μου. Ούτε καν το ήξερα. Κάποιες φορές ρωτήθηκα. Είχα κρούσεις από κόμματα, από σχηματισμούς στις δημοτικές εκλογές και στις βουλευτικές και κάποια στιγμή στις βουλευτικές κάποια κόμματα λέγανε «συζητιέται πολύ σοβαρά»… σαν να υπάρχει κάτι. Το οποίο ήταν άθλια συμπεριφορά των κομμάτων να χρησιμοποιούν ονόματα ερήμην των ίδιων. Ήμουν αναγκασμένος να διαψεύδω και την άλλη μέρα άκουγα «Μα μου το έλεγαν από τα κεντρικά γραφεία του κόμματος ότι συζητάτε» και έλεγα «ναι μεταξύ τους, εμένα δεν με ρώτησαν. Δεν μπορεί να λέτε στις ειδήσεις έτσι απλά ότι ένα άτομο υπάρχει πιθανότητα να είναι υποψήφιος με κάποιο κόμμα».
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα ήταν οι πελατειακές σχέσεις και η ψηφοθηρική σχέση. Ήταν αυτοσκοπός για όλους, «πόσες ψήφους θα πάρουμε με οποιονδήποτε τρόπο». Κανένας δεν ενδιαφερόταν για τη χώρα και φοβάμαι ότι ούτε τώρα γίνεται.
Θεωρείτε πως ο πολιτισμός λειτουργεί θετικά, «σώζει» σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που βιώνουμε;
Ούτε άνθρωποι του πνεύματος, ούτε ένα καλλιτεχνικό έργο μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Η συνολική όμως παιδεία ενός λαού, ενός έθνους, η σχέση του με την παραγωγή σκέψης, η συμπεριφορά του και η νοοτροπία του, μπορούν να αλλάξουν πολλά πράγματα. Αλλά αυτό είναι μία τεράστια κουβέντα εσωτερική, και χρειάζεται και ηγέτες, ανθρώπους οι οποίοι θα διατυπώσουν έναν διαφορετικό λόγο πειστικό, έντιμο, αληθινό. Αυτή τη στιγμή είμαστε χαμένοι στο διάστημα κι εμείς οι πολίτες.
Είστε αισιόδοξος πως η κατάσταση αυτή θα έχει σύντομα ένα τέλος;
Εγώ είμαι ως χαρακτήρας αισιόδοξος, αλλά δεν έχω από πού να πιαστώ για να υποστηρίξω την φυσική μου αισιοδοξία. Δεν έχω επιχειρήματα. Αυτό είναι ευσεβής πόθος.
Δείτε επίσης:
Η παράσταση «Άγριος Σπόρος» στο θέατρο Αριστοτέλειον
Στείλτε email και κερδίστε εισιτήρια για την παράσταση «Άγριος σπόρος»