in

Ονομαστική εορτή

Ονομαστική εορτή

ανοιχτή επιστολή επι τη ευκαιρία της ονομαστικής σου εορτής

Γράφει ο Τέλλος Φίλης

Νομίζω όλοι εμείς που αφήσαμε να αγαπήσουμε απροσποίητα, έχουμε ένα σημάδι κάπου, οι γεροντότεροι το κρύβουμε πίσω από την ρυτίδα, οι νεότεροι κυκλοφορούν μ’ αυτό και μόνο οι όμοιοι το βλέπουν. 
Δεν ξέρω τι είναι αλήθεια, τι επινόηση, τι άσκηση 
και τι ανεπίδοτη -εκ των προτέρων- επιστολή. 
Κρατώ την άγρια ερωτική γραφή του πρώτου έτους, που γίνεται πιο ήρεμη, από έναν πόνο που έμαθε να κρύβεται στον χρόνο. 
Τα άγρια γράμματα του πρώτου έτους. 
Τα καλλιγραφικά του επόμενου. . 
Κρατώ πέντε λέξεις που ξαναγράφονται με μια επανάληψη ανομολόγητης οδύνης.
Αυτό που χάνουμε γιατί δεν είμαστε έτοιμοι να έχουμε 
ή πολύ σοφοί να δούμε την ημερομηνία λήξης.
Κάπως έτσι είναι οι μεγάλες αγάπες. Όταν δεν μας προκύπτουν. 
Κρατώ και την εμπιστοσύνη σου, που, – σα να το ξέρα- με οδήγησε να σου μιλήσω κι εγώ για τ’ ανομολόγητα του παρελθόντος μου, τα ερωτικά. 
Ίσως επειδή πόνεσα πολύ τους έρωτές μου, τώρα που άσπρισαν τα μαλλιά και βάρυνα και δεν εξασκώ το σπορ της λαγνείας, ούτε ψάχνω για έρωτες -άλλωστε ποτέ δεν έψαχνα πραγματικά, οι έρωτες σε βρίσκουν πάντα απροετοίμαστο γι’ αυτούς- νιώθω πιο λεύτερος να σου μιλήσω. 
Είμαι από αυτούς που λίγα έκαναν, τα πιο πολλά τα σκέφτηκα και δεν φοβήθηκα να εκτεθώ για έναν μόνο λόγο. 
Δεν άντεχα την ενοχή. 
Άλλες εποχές, σε άλλες χώρες, σε άλλες ηλικίες. 
Τώρα που ζω εδώ και ψάχνω να βρω μια συνέχεια και πέφτω πάνω σε κομμένες λέξεις, σε μαύρες τρύπες αντί για ζωές, σε χρονοβόρα δίκτυα του ψεύδους και της προσποίησης, μόνη μου παρηγοριά η Ποίηση τα βράδια. 
Κι η μυστική μου παραλία, στη θάλασσα. .
Και ίσως γι’ αυτό τα σημερινά χειρόγραφα τετράδια, αλήθεια ή επινόηση, δεν με ενδιαφέρει, ήταν σαν μια ρομφαία δικαίου λόγου που ένιωθα πως λείπει από το τοπίο το δικό μου, το ιδιωτικό. 
Κι ας το υποψιαζόμουν πως υπάρχει, μα πού καιρός να ψάχνω, να εκμαιεύω, να ανακαλύπτω στην αγοραία πραγματικότητα. 
Μα πιο πολύ κι από τα σπαράγματα -ποιήματα τα λες εσύ- αυτά που γράφεις με το χέρι, κι ανάλογα την αίσθηση, αλλάζει ο γραφικός σου χαρακτήρας, κρατώ το πιο οδυνηρό, το πιο σκληρό και το πιο τέλειο όλων. 
Αυτό το: 
«Σήμερα και Τέλος» 
Σαν υπενθύμιση για μένα που πάντα πίστευα ότι το «για πάντα» είναι η στιγμή που το ξεστομίζει κάποιος. 
Εκείνο το δευτερόλεπτο που αρκεί να το αποδεχτεί το μέσα σου, για να ηρεμήσεις. Κι από τη μια κατανοώ, αυτόν τον πόνο, από την άλλη χαίρομαι που ακριβώς γι’ αυτό παραμένεις ανήσυχος, δημιουργικός και γιατί όχι, πρωτότυπος, μέσα σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον που σύντομα προβλέπω να προσπεράσεις, ώσπου να βρεις τη δική σου ιδιωτική παραλία. 
Τη θάλασσά σου, που εκεί θα κολυμπήσεις κι ίσως βραχείς , ίσως πνιγείς στα βάθη της, αλλά ίσως σωθείς, με μια σχεδία του μυαλού σου, νικήσεις.
Τα νεανικά τετράδιά σου, μου καιν τα χέρια. 
Τα βρίσκω τόσο αυστηρά προσωπικά. 
Ντρέπομαι να τα έχω. 
Από την άλλη σκέφτομαι μήπως ακριβώς γι’ αυτό μου τα ‘δωσες. 
Για να μη τα έχεις εσύ.
Όπως κι αν είναι ,
έρχονται χρόνια που θα τα καίμε για να μην τα βρουν. 
Έρχονται χρόνια που θα καιγόμαστε, για να μη μας βρουν. 
Σαν στάχτη του μέλλοντος, σου ομιλώ. 
Χαίρε.

Τέλλος Φίλης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Τέσσερα χρόνια αυτοδιαχείριση στην ΒΙΟ.ΜΕ: Οι κυβερνήσεις πέφτουν, μα οι αγώνες μένουν!

Ανόητοι ή προδότες; Του Χρήστου Λάσκου