Συναντήθηκα με τον Μιχάλη Δαρνάκη, την Μαρία Λαφτσίδου, τον Ανδρέα Μαυρίδη και την Έστερ Σερεμέτη Αζάρια λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης «Το Πραξικόπημα» που ανεβαίνει στο θέατρο Σοφούλη. Η κουβέντα μας ξεκίνησε με επίκεντρο το έργο αλλά γρήγορα επεκτάθηκε σε ζητήματα πολιτικά, στην οικονομική κρίση, τη Θεσσαλονίκη και τις ανησυχίες που έχουν οι νέοι της γενιάς μας.
Συνέντευξη στην Ευγενία Χατζηγεωργίου
Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο τώρα, την Ελλάδα του 2014 και όλοι είναι ψεκασμένοι. Τους έχει ψεκάσει ο «Κακός». Πρωταγωνιστές της παράστασης είναι ο Μπάτμαν και ο Ρομπιν, οι οποίοι νομίζουν πως είναι σουπερ ήρωες. Πιστεύουν απόλυτα πως είναι ξεχωριστοί. Στο εγκαταλελειμμένο εργαστήριο, όπου βρίσκονται, αποφασίζουν πως πρέπει να σώσουν τον κόσμο. Και αναλαμβάνουν δράση.
Η Μαρία Λαφτσίδου και ο Μιχάλης Δαρνάκης υπογράφουν το κείμενο της παράστασης αλλά και πρωταγωνιστούν. Τους ρωτώ πως σκέφτηκαν να γράψουν το «Πραξικόπημα». «Σκεφτόμασταν ποιο θα είναι το επόμενο μας βήμα. Επηρεασμένοι από την κατάσταση, την κοινωνική και την πολιτική, είπαμε πως θα θέλαμε να γράψουμε» απαντά ο Μιχάλης προσθέτοντας: «Είπαμε αυτό το οποίο χαρακτηρίζει το σημερινό Έλληνα είναι κατά ένα μεγάλο βαθμό η διάσπαση προσοχής».
Έτσι και στην παράσταση οι δύο σουπερ ήρωες αφήνουν πράγματα στη μέση. Στην πραγματικότητα καμία σκηνή δεν είναι απόλυτα ολοκληρωμένη. Αφήνονται μετέωρα πολλά πράγματα, καθώς τα ξεκινάνε αλλά δεν ολοκληρώνονται ποτέ.
Αναρωτιέμαι πως οι δύο ήρωες αντιλαμβάνονται πως ο κόσμος είναι ψεκασμένος. Όπως μου εξηγεί η Μαρία: «Από την κατάσταση. Από το ότι είναι όλοι αποβλακωμένοι, αποχαυνωμένοι. Ο κόσμος δεν βγαίνει, δεν ξεσηκώνεται. Έτσι οι δύο ήρωες καταλαβαίνουν πως κάτι πάει λάθος».
Τα καταφέρνουν άραγε οι ήρωες στο τέλος της παράστασης; Γίνεται η πολυπόθητη αλλαγή; «Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Αφήνεται λίγο αβέβαιο το τι θα γίνει, γιατί έτσι κι αλλιώς αβέβαιο είναι», τονίζει η Μαρία Λαφτσίδου.
Το μήνυμα που επιδιώκει να περάσει η παράσταση, όπως σημειώνουν οι συντελεστές, είναι πως «Κάτι πρέπει να γίνει. Πρέπει να ξυπνήσουμε».
Η Έστερ Σερεμέτη Αζάρια έχει τον ρόλο της «κακιάς». Μιλώντας για την ηρωίδα, η Έστερ επισημάνει πως και εκείνη «νομίζει πως είναι η κακιά σούπερ-ήρωας». ¨όπως προσθέτει «Τους προσεγγίζει με χαζό τρόπο κι εν τέλει, δεν γίνεται κάτι κραυγαλέο στην παράσταση, να πει κανείς ότι τους κατέστρεψε. Στην ουσία και οι δύο πλευρές εξισώνονται, είναι το ίδιο πράγμα».
Ρωτάω την Έστερ πως της φάνηκε ο ρόλος όταν πρωτοδιάβασε το σενάριο. Όπως απαντά: «Εγώ στην αρχή έλεγα «που φαίνεται πως είναι κακιά; Απλά τους προσεγγίζει, πού είναι η όλη κακία που θέλει να φανεί;» Δεν είναι ο γνωστός «κακός» που βλέπουμε κατά καιρούς. Ίσως είναι μια καρικατούρα ανθρώπου, ο οποίος προσπαθεί να δώσει ένα νόημα στη ζωή του και επειδή ίσως δεν έχει με κάτι καλύτερο να ασχοληθεί, προσπαθεί να καταστρέψει το σχέδιο των υπολοίπων».
Η Έστερ δεν ήταν η πρώτη φορά που συνεργάστηκε με τα παιδιά. «Γενικά τους εμπιστεύομαι πάρα πολύ, έχουμε κοινό χιούμορ και ταιριάζει η αισθητική μας», τονίζει, αναφέροντας παράλληλα πως όταν της είπε η Μαρία πως θα συμμετέχει στην παράσταση, «Μου το ανακοίνωσε. Δεν είπα όχι, δεν είπα να διαβάσω το έργο και μετά να σας πω. Είπα αμέσως ναι». Άλλωστε όπως υπογραμμίζει η Μαρία «Ήταν γραμμένο και πάνω της όμως».
Την σκηνοθεσία της παράστασης υπογράφει ο Ανδρέας Μαυρίδης. Σχετικά με το ποια υπήρξε η προσέγγισή του στο έργο, υπογραμμίζει πως η «διαφορά των σούπερ ηρώων από την κακιά είναι εμφανής». Ο ίδιος παραδέχεται πως από υπήρχαν πολλές δυσκολίες, ωστόσο όπως τονίζει «υπήρξε συνεργασία στο αποτέλεσμα». «Η παράσταση έχει σημεία από όλους», προσθέτει αναφέροντας πως πρόκειται για μία συλλογική προσπάθεια.
Η Μαρία και ο Μιχάλης αποτελούν «συγγραφικό δίδυμο». Το συγγραφικό τους ντεμπούτο έγινε με την «Ειλύθια», η οποία γνώρισε μεγάλη επιτυχία, ακολούθησαν «Τα 15 ολόκληρα λεπτά» και τώρα το «Πραξικόπημα». Όλα κωμωδίες.
«Επιμένετε στην κωμωδία», σχολιάζω. «Η κωμωδία επιμένει», μου απαντά η Μαρία. «Σαν ηθοποιός θέλω να δοκιμάσω κάτι άλλο σίγουρα. Αν σκηνοθετείς, πάλι θέλεις λίγο να πειραματιστείς. Το γράψιμο πάει αυτό, δεν το πας εσύ. Μπορεί να θέλεις να πεις κάτι πάρα πολύ σοβαρό και ο τρόπος που σου βγαίνει αυθόρμητα να είναι αυτός, δεν μπορείς αυτό το πράγμα να το περιορίσεις», τονίζει η ίδια. «Άλλωστε», όπως συμπληρώνει, «Το ποιος γράφει ένα κείμενο, είναι και αυτό που είναι. Δηλαδή εμείς κάποια πράγματα έτσι θα αντιμετωπίζουμε. «Οπότε κωμωδία».
«Πως γράφετε;», τους ρωτώ. «Ο καθένας μόνος του», αναφέρει η Μαρία και συμπληρώνει: «Προαποφασίζουμε τι θέλουμε να πούμε, πως θα το πούμε, την πλοκή, τα πρόσωπα, τι θα γίνει σε κάθε σκηνή. Γράφω εγώ, διορθώνει ο Μιχάλης, προσθέτει, αφαιρεί. Γράφει ο Μιχάλης, διορθώνω εγώ κλπ. Γενικά 8 φορές περνάει κάθε σκηνή από τον καθένα. Αλλά μαζί δεν γράφουμε».
«Υπάρχει μία ομάδα ανθρώπων συνεργατών με την οποία δουλεύετε μαζί σταθερά;», ρωτάω την Μαρία και τον Μιχάλη «Τυπικά όχι», επισημαίνει η Μαρία και συμπληρώνει: «Με όσους ταιριάζουμε, συνεχίζουμε».
Η αφίσα της παράστασης φέρει τον Παπαδόπουλο με κόκκινο μουστάκι και κόκκινα μαλλιά… χωρίς να αφήνει καμία αμφιβολία πως πρόκειται για κωμωδία. Παρόλα αυτά, όπως μου διηγήθηκαν τα παιδιά, πέρα από τον κόσμο που το διέκρινε από την πρώτη στιγμή και το αντιμετώπιζε με χιούμορ, υπήρξαν και… άλλες αντιδράσεις, «ανησυχητικές», όπως υπογράμμισαν οι συντελεστές της παράστασης με ανθρώπους που έδειχναν να θίγονται.
«Περιμένατε αντιδράσεις όταν επιλέξατε αυτήν την αφίσα», τους ρωτώ. «Η επιλογή του Παπαδόπουλου στην αφίσα έγινε για να προκαλέσει», σημειώνει η Μαρία, τονίζοντας πως «αυτό είναι marketing».
Συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον , η Μαρία και ο Μιχάλης αναφέρουν «Ο Παπαδόπουλος έκανε ένα Πραξικόπημα. Στην παράσταση γίνεται ένα Πραξικόπημα. Δεν το κάνει ο Παπαδόπουλος, το κάνουν δύο άλλοι, αλλά υπάρχει αυτή η ταύτιση: όπως τότε έτσι και τώρα». «Οι δύο σουπερ ήρωες πάνε να κάνουμε μια ανάλογη ενέργεια με τον δικό τους τρόπο. Απόλυτο αλλά βλακώδες τρόπο». «Πως θα γινόταν σήμερα ένα πραξικόπημα; Δηλαδή δεν θα γινόταν με τάνκς, θα γινόταν μέσω Internet κλπ». Κλείνοντας το συγκεκριμένο θέμα, οι συντελεστές της παράστασης καλούν τον κόσμο και ειδικά όσους υπήρξαν δύσπιστοι «να πάνε να δούνε την παράσταση για να κρίνουν».
Παρότι τα παιδιά βρίσκονται στα πρώτα τους βήματα, οι δουλειές τους έχουν ιδιαίτερη απήχηση στον κόσμο. «Αυτό που έχει επιτευχθεί σε αυτές τις δουλειές και αυτό που βλέπω τώρα σαν αποτέλεσμα να βγαίνει, είναι πως – ανεξάρτητα από τα μηνύματα που μπορεί να περνάει η παράσταση- για μένα, μετά από ένα σημείο, σημασία έχει να περνάει ο θεατής καλά. Έχουμε πήξει πάρα πολύ ο καθένας στα δικά του προσωπικά προβλήματα, όλοι περνάμε στην Ελλάδα αυτή τη δύσκολη- ζόρικη φάση, δεν βγαίνουμε από τα σπίτια μας. Έχει πέσει πάρα πολύ κουλτούρα με την αρνητική έννοια. Πολύ δράμα. Ο Έλληνας το χρειάζεται το να γελάσει. Οπότε το γεγονός ότι αυτά τα έργα, σου προσφέρουν μία ώρα γέλιου που δεν χρειάζεται αργότερα να καθίσεις να τα σκεφτείς πολύ -το τι έγινε, πως έγινε, γιατί έγινε-, αλλά περνάς καλά, αυτό έχει σημασίαεν τέλει», σχολιάζει η Έστερ.
«Για μας δεν ισχύει κάθε πέρυσι και καλύτερα», τονίζει η Μαρία. «Περισσότερο οικονομικές δυσκολίες και υλικοτεχνικές υπάρχουν», σημειώνει.
Στη συνέχεια, τα παιδιά αναφέρονται στις επιχειρήσεις της πόλης και ειδικά τις μικρές που παρότι δεν είχαν την άνεση, τους βοήθησαν πολύ, μάλιστα περισσότερο από ότι περίμεναν. «Είναι πολύ ενθαρρυντικό να βλέπεις ανθρώπους- ειδικά μεσήλικες- να λένε πως θέλουν καινούργια πρόσωπα και να επιβραβεύουν την προσπάθεια μας», προσθέτει η Έστερ. «Όταν ο κόσμος λαμβάνει κάτι καλό, δεν κοιτά το περιτύλιγμα. Αν δει κάτι καλό και τον ικανοποιήσει, θα σε στηρίξει και θα φέρει και άλλο κόσμο. Και το κάνανε».
Η κουβέντα παραμένει στα εμπόδια που βάζει η οικονομική κρίση. «Βλέπουμε ποσά πολλά θέατρα έχει αυτή η χώρα, πόσες πολλές παραστάσεις ανεβαίνουν στην Αθήνα και στην πόλη μας. Ο κόσμος όμως πηγαίνει θέατρο παρά την κρίση. Βέβαια επιλέγει που θα πάει γιατί τα εισιτήρια είναι τσιμπημένα αλλά θα πάει. Το έχει ανάγκη ίσως ο κόσμος να πάει στο θέατρο», αναφέρει από την πλευρά του ο Μιχάλης.
«Και είναι υποχρέωση μας να τον φέρουμε στο θέατρο. Δηλαδή αν κάποιος έχει την πρόθεση να πάει στο θέατρο και πάει και δει μια χαζομάρα- που μπορεί να φταίει μόνο μια παράσταση-, είναι πολύ πιθανόν να μην ξαναπάει. Οπότε φταίμε κι εμείς αν ο κόσμος δεν πηγαίνει στο θέατρο, είναι και δική μας ευθύνη», αναφέρει η Μαρία.
«Παντού θα υπήρχαν εμπόδια. Το θέμα δεν είναι να βλέπεις τα εμπόδια αλλά το που θέλεις να φτάσεις», σημειώνει ο Μιχάλης και συνειδητοποιώ πόσο δίκιο έχει.
Η αγάπη για αυτό που κάνουν, δεν επιτρέπει στα παιδιά να τα παρατήσουν. Επιμένουν, προσπαθούν και εύχονται να έρθει κάποια στιγμή που θα μπορούν να ζουν από αυτό. Κάποιοι αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να κατέβουν στην Αθήνα, άλλοι όπως η Μαρία προτιμά Θεσσαλονίκη. «Ποιος θα μείνει εδώ;», δηλώνει με χιούμορ.
Η κουβέντα δεν τελείωσε εκεί, αλλά συνεχίστηκε για ώρα με τον καθένα να περιγράφει την σημερινή κατάσταση που βιώνει αλλά και το που θα ήθελε να φτάσει… Ένα μείγμα αισιοδοξίας και επίγνωσης των δυσκολιών ήταν διάχυτο στην ατμόσφαιρα. Τα παιδιά με αποχαιρέτησαν με χαμόγελο. Δεν πρόλαβα να τους πω πως είμαι βέβαιη πως θα τα καταφέρουν. Η παράσταση το βράδυ με αντάμειψε και με επιβεβαίωσε.
Διαβάστε επίσης:
Στείλτε email και κερδίστε προσκλήσεις για την παράσταση “Πραξικόπημα”