Η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για τους αγρότες δεν είναι το σημαντικότερο σημείο του νέου ασφαλιστικού· το χειρότερο είναι η μείωση των συντάξεων που θα πάρουμε όλοι, αγρότες, εργάτες ή επαγγελματίες, όταν και αν με το καλό φτάσουμε τα 67. Πριν πούμε όμως για αυτά, οφείλουμε να μιλήσουμε για τους αγρότες, γιατί -καλώς ή κακώς- αυτοί βγήκαν πρώτοι στο δρόμο και βγήκανε για τις εισφορές τους. Και καλά κάνανε. Και μακάρι να κερδίσουν, ακόμα κι αν είναι δεξιοί.
Εξηγούμαστε. Από μία ταξική σκοπιά, η εξίσωση του ποσοστού των ασφαλιστικών εισφορών για όλους τους εργαζόμενους -μισθωτούς κι αυταποσχολούμενους- θα ήταν μία δίκαιη απόφαση: αν π.χ. το 35% της συνολικής αμοιβής, ή καλύτερα του κόστους εργασίας ενός μισθωτού πηγαίνει σήμερα σε ασφαλιστικές εισφορές, το ίδιο ποσοστό να πληρώνουν και οι αγρότες και οι δικηγόροι και οι υδραυλικοί. Και αφού οι αυταποσχολούμενοι δεν έχουν κι αφεντικά, θα έπρεπε να το πληρώνουν όλο μόνοι τους. Απολύτως λογικό, αριστερό και ριζοσπαστικό, αφού αυτή είναι μία άμεση και αναλογική μορφή φορολογίας πάνω στον παραγόμενο πλούτο και η αριστερά είναι πάντα υπέρ των άμεσων φόρων, υπέρ μάλιστα των υψηλών και κλιμακωτών άμεσων φόρων, και ενάντια των έμμεσων. Όσο δε για το σωστό ύψος του ποσοστού, θα μπορούσαμε να το υπολογίσουμε εύκολα, χωρίς «αναλογιστικές μελέτες», αν μετρούσαμε απλά τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες για έγκαιρες και αξιοπρεπείς συντάξεις και υγειονομικές παροχές. Το πρόβλημά μας όμως δεν είναι εκεί. Το πρόβλημα είναι πάνω σε πιο εισόδημα υπολογίζεται αυτό το ποσοστό.
Ας υποθέσουμε ότι μία αγροτική οικογένεια δικαιούται δύο καθαρά χιλιάρικα το μήνα για να επιβιώνει με κάποια αξιοπρέπεια. Να προσθέσουμε τώρα σε αυτά τα έξοδα της «επιχείρησης» της, καύσιμα, λιπάσματα κοκ, καθώς και το νοίκι ή την απόσβεση της γης που κατέχει. Και ας αρχίσουμε μετά να προσθέτουμε τα ποσοστά των φόρων και των εισφορών: 27% ασφαλιστικές εισφορές, 26% φόρο εισοδήματος, 23% ΦΠΑ. Να βάλουμε μετά τέλος και τα κέρδη των εμπόρων, των σούπερ μάρκετ κοκ. Και ας φανταστούμε τώρα σε τί τιμή θα αγοράζαμε στην αγορά τη ντομάτα ή το γάλα οι υπόλοιποι εργαζόμενοι. Επειδή λοιπόν δεν γίνεται να στοιχίζει 5 ευρώ το γάλα, γιατί τότε θα έπρεπε να πενταπλασιαστούν και οι μισθοί των εργατών ή να καταρρεύσει ο καπιταλισμός, ξεκινά η συμπίεση. Και το πιο ελαστικό πράγμα που μπορεί να συμπιεστεί από τα παραπάνω, είναι η αμοιβή των αγροτών. Ο ίδιος συλλογισμός θα ίσχυε πάνω-κάτω και για τους δικηγόρους και τους υδραυλικούς.
Το πραγματικό πρόβλημα συνεπώς δεν είναι οι εισφορές και οι φόροι. Είναι η φτώχεια των αγροτών, οι τιμές, οι έμποροι. Είναι η φτώχεια των υπόλοιπων εργαζομένων, οι οποίοι, ακόμα κι αν δεν υπήρχαν οι μεσάζοντες, θα αδυνατούσαν να πληρώσουν τις πραγματικές αξίες των αγροτικών προϊόντων. Για αυτό και οι αγρότες έχουν μείνει οι μισοί από τότε που μπήκαμε στην Ε.Ε., για αυτό και τόση αγροτική γη έχει εγκαταλειφθεί. Και για αυτό επίσης όσοι μείνανε εξαρτώνται από τις επιδοτήσεις, αφού το μισό περίπου εισόδημα τους προέρχεται από αυτές. Για να το πούμε με άλλα λόγια, οι αγρότες δεν είναι οι παραγωγοί που καλλιεργούν τις ντομάτες τους, εισπράττουν την αξία τους και ζουν από αυτή σε ένα μικρό σπίτι στο λιβάδι. Είναι οι –κατά τεκμήριο φτωχοί- εργαζόμενοι υπάλληλοι ενός οικονομικού συστήματος που απορροφά τα προϊόντα τους, απομυζά την εργασία τους και τους επιστρέφει, μέσω των τιμών ή μέσω των επιδοτήσεων, ένα μόνο ποσοστό της αξίας που παράγουν.
Σε αυτήν λοιπόν τη συνθήκη, κάθε αύξηση των φόρων και των εισφορών των αγροτών, ή κάθε μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων, απλά κλέβει ένα ακόμα μέρος της παραγωγής των φτωχών αγροτών για να το δώσει αλλού. Και αυτό το «αλλού» -για να μην το ξεχνάμε- προφανώς και δεν είναι η κοινωνική ασφάλιση, η υγεία ή οι άλλοι φτωχοί εργαζόμενοι: είναι η εξυπηρέτηση του χρέους, η διάσωση των ιδιωτικών τραπεζών και η διατήρηση της χαμηλής φορολογίας για το κεφάλαιο –για αυτά υπογράφτηκαν τα τρία Μνημόνια. Και επίσης, για να τελειώνουμε και με τα κουτσομπολιά, από αυτή τη σκοπιά δεν έχει καμία πραγματική σημασία αν οι αγρότες χρωστάνε τις εισφορές τους, κλέβουν την εφορεία ή τρώνε την επιδότηση στην πρέφα· σημασία έχει ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι φτωχοί και πληρώνονται λιγότερο από όσο δουλεύουν, τη στιγμή μάλιστα που κάνουν μία απολύτως αναγκαία δουλειά.
Για αυτό τελικά έχουν εξ ορισμού δίκιο οι αγρότες να ξεσηκώνονται ενάντια σε ότι κλέβει περαιτέρω το ήδη μικρό τους εισόδημα. Θα πει βέβαια κάποιος ότι αντί να ζητούν τη διατήρηση των «προνομίων» και των επιδοτήσεων, θα έπρεπε να διεκδικούν την ίση και δίκαιη αμοιβή για τη δουλειά τους, ή ακόμα τη διάλυση της Ε.Ε. και την πτώση του καπιταλισμού. Όμως τα πραγματικά κοινωνικά κινήματα δεν συγκροτούνται συνήθως γύρω από καλές ιδέες και οράματα, αλλά γύρω από απτές διεκδικήσεις, και δη συνήθως από αντιστάσεις απέναντι σε συγκεκριμένες κυβερνητικές πολιτικές. Όταν λοιπόν το πραγματικό ερώτημα, αυτό που θέτει η ίδια η ζωή, είναι «με τους αγρότες ή με την κυβέρνηση» όποια τρίτη απάντηση ή επιφύλαξη, συντάσσεται στην πράξη με την κυβέρνηση.
Και, μιας που το έφερε η κουβέντα, δυο λόγια για την πρωτόγνωρη «αριστερή» κυβερνητική προπαγάνδα ενάντια στις αγροτικές κινητοποιήσεις. Είναι λίγο αστεία η προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει τους αγρότες ότι θα βγουν και κερδισμένοι: ο πρωθυπουργός είπε πχ στη Βουλή ότι οι αγρότες καλούνται να δίνουν 14,5 ευρώ παραπάνω το μήνα για να πάρουν μετά «σχεδόν διπλάσια σύνταξη» (ενδεικτικά, το κόστος ασφάλισης που αναφέρει στο παράδειγμά του, όταν το νέο σύστημα εφαρμοστεί πλήρως θα αντιστοιχεί σε μηνιαίο καθαρό εισόδημα 206 ευρώ). Το παραμύθι αυτό όμως δεν κυκλοφορεί για να πουληθεί σε χαζούς αγρότες· κυκλοφορεί για να πουληθεί σε αριστερούς συριζαίους: «το ασφαλιστικό είναι σκληρό αλλά δίκιο, έχει και ταξικό πρόσημο, και αυτοί που αντιδρούν είναι πλούσιοι και καθοδηγούμενοι από τη δεξιά». Και αυτό δεν είναι πια αστείο. Η πρετεντερικής έμπνευσης συκοφάντηση των «δεξιών αγροτών με τα τρακτέρ των εκατομμυρίων», που είναι κατά βάθος και λίγο φασίστες, είναι ντροπή για έναν αριστερό, ακόμα και για ένα συριζαίο. Η αριστερά ποτέ δεν κοίταξε στα δόντια αυτούς που αγωνίζονται, για να δει αν είναι δικοί της. Το θέμα είναι αν έχουν δίκιο ή άδικο.
Άλλωστε, δεν μπορούμε να πέφτουμε από τα σύννεφα αν μας πει κάποιος ότι οι κάτοικοι της ελληνικής επαρχίας είναι μάλλον λίγο πιο δεξιοί, ούτε αν αυτή τη στιγμή η δεξιά ηγεμονεύει στο κίνημα, όταν αυτό μάλιστα αναπτύσσεται ενάντια σε μία «αριστερή» κυβέρνηση. Η ευθύνη για αυτό ανήκει στο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του ανασυγκροτεί την κοινωνική βάση της (κανονικής) δεξιάς και ανοίγει το δρόμο για την επιστροφή της στην κυβέρνηση (βλ. σχετικά και το πολύ καλό άρθρο της Λίνας Θεοδώρου http://alterthess.gr/content/peri-tis-katsarolas-o-logos-tis-linas-theodoroy). Το βασικό μας κριτήριο δεν μπορεί να είναι τι ψήφισαν οι αγρότες, αλλά ποιο είναι το πραγματικό επίδικο των κινητοποιήσεών τους. Ο Αποστόλου απάντησε σε αυτό το ερώτημα με σαφήνεια: αν δεν περάσει το ασφαλιστικό κινδυνεύει το πρόγραμμα και η θέση μας στην Ε.Ε. Θαυμάσια. Μακάρι να είναι έτσι, γιατί αλλιώς θα χρειαστεί να περιμένουμε ήσυχοι ως τα 67 για να πάρουμε την Εθνική Σύνταξη του κ. Κατρούγκαλου.