Oταν ο Μαρξ άρχισε τη συνεργασία του με τη “New York Daily Tribune”, είχε καταπιαστεί με την πρώτη γραφή εκείνου του πυρήνα ιδεών που θα αναπτύξει στα τρία βιβλία του «Κεφαλαίου». Είναι ένα πυρακτωμένο μάγμα, που αποκτά μορφή σιγά-σιγά, τροφοδοτημένο από γνώσεις και από σκέψεις που έχουν κατασταλάξει στα προηγούμενα χρόνια, από την καθημερινή πραγματικότητα της καπιταλιστικής καινοτομίας. Δεν ξέρουμε πώς να ορίσουμε αυτή τη σύμπτωση. Είναι τυχαίο ή στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για σύμπτωση αλλά για γένεση; Ο Μαρξ κατασκεύασε δικά του σχήματα ανάγνωσης, αλλά η πραγματικότητα ξεπερνούσε τη φαντασία του και τον βοηθούσε να τελειοποιήσει τα σχήματά του, να τα καταστήσει πιο εκλεπτυσμένα, πιο ταιριαστά. Μου φάνηκε χρήσιμο, όταν έγραψα αυτό το δοκίμιο που επανεξέδωσα εδώ, να κατανοήσω καλύτερα τι συνέβαινε κείνη τη στιγμή στον κόσμο, στα μέσα του 19ου αιώνα, αντί να σκάψω μέσα στα βάθη της εξέλιξης της σκέψης του Μαρξ. Είχε αρχίσει η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, δεν ήταν ένα ασήμαντο γεγονός, γινόταν το αποφασιστικό βήμα προς τη δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς. Η δράση λάμβανε χώρα σε δύο επίπεδα: στο άυλο επίπεδο, με το νόμισμα, με την οικονομία, και στο φυσικό επίπεδο, με τις υποδομές, με τα μέσα μεταφοράς.
Η επαλήθευση του μαρξικού ερμηνευτικού σχήματος
Η μορφή «ανώνυμη εταιρία», οι επιχειρηματικές τράπεζες, γεννιούνται για να υλοποιήσουν αυτές τις φυσικές υποδομές, τη Διώρυγα του Σουέζ, τα σιδηροδρομικά δίκτυα, τα λιμάνια. Ένας από τους κυριότερους οικονομικούς εταίρους των αδελφών Περέιρε, μεγάλων πρωταγωνιστών των άρθρων του Μαρξ για την ”Tribune”, είναι ο Ντε Φεράρι, στον οποίο οφείλεται η κληροδοσία που επέτρεψε την κατασκευή του σύγχρονου λιμανιού της Γένοβας. Ένας από τους κυριότερους οικονομικούς εταίρους του Λεσέψ, που δεν διορίστηκε τυχαία από εκείνον αντιπρόεδρος της Εταιρίας της Διώρυγας του Σουέζ, είναι ο βαρόνος Ρεβολτέλα, στον οποίο οφείλεται η πρώτη οργανωτική μορφοποίηση του λιμανιού της Τεργέστης. Χάρη σ’ αυτόν το πρώτο πλοίο που διασχίζει τη διώρυγα είναι ένα πλοίο που ξεκινάει από το λιμάνι της Τεργέστης το οποίο έχει βαπτιστεί «Πρώτο».
Στην ανασύνθεση της οικονομικής ιστορίας εκείνων των χρόνων καθοδηγήθηκα από έναν γίγαντα της ιστοριογραφίας, τον Ντέιβιντ Λάντες, συγγραφέα ενός από τα ωραιότερα βιβλία ιστορίας που γράφτηκαν ποτέ, εκείνο το Bankers and Pashas, που ανακτά σήμερα μεγάλη επικαιρότητα με τον χρηματοοικονομικό πρωταγωνιστικό ρόλο των εμίρηδων του Περσικού Κόλπου. Όμως δεν μου αρκούσε να γνωρίζω καλύτερα την ιστορία που ο Μαρξ είχε μπροστά στα μάτια του και επομένως, εκ των υστέρων, να ανακαλύψω άλλες πλευρές που για εκείνον είχαν μείνει σκοτεινές και άγνωστες. Ένιωθα την ανάγκη να καταλάβω καλύτερα αυτό που βρισκόταν μπροστά στα δικά μου μάτια. Ήταν αδιανόητο, και εξακολουθεί να είναι για μένα ακόμη και σήμερα, το να πάρω στα χέρια μου ένα κείμενο του Μαρξ, χωρίς να με ελκύσει αμέσως η περιέργεια να καταλάβω τι συμβαίνει σήμερα γύρω μας, έτσι ώστε να επαληθεύσω μέχρι ποιο σημείο λειτουργεί το ερμηνευτικό σχήμα που ο Μαρξ μας προσφέρει. Γιατί λειτουργεί πάντα, λιγότερο ή περισσότερο.
Η παγκοσμιοποίηση της επαναστατικής σκέψης
Το άρθρο για το πετρέλαιο και την παγκόσμια αγορά για τα “Quaderni Piacentini” είναι αναπόσπαστο τμήμα της ανάγνωσης του Μαρξ. Είχαν προηγηθεί άλλα δύο άρθρα, πάντα στα “Quaderni Piacentini”, που αφορούσαν το Χημικό Σχέδιο, ένα επεισόδιο καθόλου δευτερεύον στην ιταλική βιομηχανική πολιτική, τότε που ακόμη υπήρχε βιομηχανική πολιτική. Μου φαινόταν ένα ταιριαστό παράδειγμα εφαρμογής εκείνης της έννοιας της «επανάστασης από τα πάνω», που ο Μαρξ είχε προσπαθήσει να ορίσει στα γραπτά εκείνων των χρόνων, στα Grundrisse και στα άρθρα για την “Tribune”. Συμπτωματικά, το ’73 ξέσπασε η πετρελαϊκή κρίση και τότε φάνηκε μπροστά στα μάτια μου όλη η σημασία εκείνων των άρθρων. Κάθε άλλο παρά μικροδουλειές για να βγάλει κανείς λίγα λεφτά! Είναι οδηγοί ανάγνωσης της πραγματικότητας, που σου επιτρέπουν να την κατανοήσεις, να καταλάβεις τι υπάρχει από κάτω, λίγο πολύ όπως και «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία». Είναι εργαλεία με τέτοια ερμηνευτική δύναμη, ώστε να ισχύουν μια χαρά ακόμη και σήμερα, και αυτό επικυρώθηκε από την ιστορική έρευνα που ακολούθησε.
Η γοητεία εκείνων των άρθρων βρίσκεται στο απλό γεγονός ότι γράφτηκαν από έναν γερμανό, που τότε δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός, αλλά αντίθετα ήταν αναγκασμένος να ζει εξόριστος, για μια αμερικανική εφημερίδα, λες και η επαναστατική σκέψη ήταν ήδη σε θέση να έχει μια εξάπλωση ανάλογη με την παγκόσμια αγορά και οι συνδέσεις μεταξύ των ομάδων και των κινημάτων είχαν ήδη ένα διηπειρωτικό πεδίο δράσης. Οι βιογραφίες εκείνων που υπήρξαν οι πρώτοι «επαγγελματίες επαναστάτες», προλετάριοι όπως ο Βάιτλινγκ, που το επάγγελμά του ήταν ράφτης, ή άλλων σαν κι αυτόν, μας μιλάνε για ανθρώπους που κινούνταν, από αγάπη ή από ανάγκη, από τη μια χώρα στην άλλη. Κι αυτόν τον διεθνή ορίζοντα πρέπει να τον έχουμε πάντα στο νου μας όταν διαβάζουμε τον Μαρξ.
Δεν ξέρω τι αξία έχουν σήμερα αυτά τα γραπτά μου του ‘73/’74, ίσως να πρέπει να πεταχτούν στο καλάθι των αχρήστων. Αυτό όμως που αναμφίβολα ισχύει ακόμη, είναι η μέθοδος που ακολούθησα προσεγγίζοντας αυτά τα θέματα: για να διαβάσεις τον Μαρξ πρέπει να έχεις μεγάλη πολιτική συμμετοχή στους αγώνες του παρόντος, ο Μαρξ δεν είναι για στοχαστικούς, μυστικοπαθείς ή άλλες παρόμοιες κατηγορίες. Ή για ηλιθίους (ένα καθόλου ασήμαντο ποσοστό «μαρξιστών» ανήκει δυστυχώς σ’ αυτήν την κατηγορία). Για να διαβάσεις τον Μαρξ, δεν χρειάζεται να είσαι μαρξιστής, ή μάλλον καλύτερα να μην είσαι, χρειάζεται να έχεις ελευθερία σκέψης, πολλή ελευθερία σκέψης. Να μην έχεις προκαταλήψεις, να μην έχεις προδιαγεγραμμένα σχήματα σκέψης, να μην έχεις ιδεολογίες. Εκείνος σου εξηγεί την αόρατη «ratio» που βρίσκεται πίσω από τα πράγματα, δεν έχει την απαίτηση να σου εξηγήσει τα ίδια τα πράγματα. Σε παίρνει απλά από το χέρι και σου λέει: «Έλα δω. Κάθισε εδώ και σήκωσε το βλέμμα σου, κοίταξε απ’ αυτή την οπτική γωνία». Σε βάζει απλά στο σωστό σημείο παρατήρησης και σου λέει: « Από δω βλέπω αυτό. Εσύ;» Δεν δίνει οδηγίες, εκμαιεύει.
Από τον Μάη του ΄68 στη χρηματιστική κυριαρχία
Εγώ προερχόμουν από τη δεκαετία του 60, από το γαλλικό Μάη, από τους αγώνες των τεχνικών, από τις άγριες απεργίες της Fiat και δεν είχα πρόθεση να αποστρατευτώ, ήθελα να δημιουργήσω ένα εργαλείο έρευνας που να περιέχει, ως πρόγραμμα, τις αξίες που εκφράστηκαν από εκείνα τα μαζικά κινήματα. Δεν ήθελα να είμαι ένας «οργανικός» διανοούμενος, αλλά ήθελα να αποδείξω ότι ξέρω να χρησιμοποιώ τα εργαλεία της δουλειάς των διανοουμένων, ιδιαίτερα τα εργαλεία ενός από τα ωραιότερα και γοητευτικότερα γνωστικά επαγγέλματα, το επάγγελμα του ιστορικού, για να μπορώ να τα χρησιμοποιήσω με διαφορετικό τρόπο. «Στρατευμένο» τον λέγαμε τότε, προκαλώντας το χαμόγελο οίκτου των διαπιστευμένων ιστορικών και ακόμη περισσότερο των επίδοξων ιστορικών. Έτσι γεννήθηκε το περιοδικό “Primo Maggio”, και το δοκίμιο για τον Μαρξ εμφανίστηκε, σε περιληπτική μορφή, στο πρώτο τεύχος, και ξεκίνησε ένα ρεύμα έρευνας, που θα προχωρούσε του νομίσματος. Ήμασταν τριάντα χρόνων, πού να ξέραμε ότι μετά από 35 με 40 χρόνια η χρηματιστικοποίηση θα έφθανε στο σημερινό τερατώδες σημείο! Για άλλη μια φορά η πραγματικότητα ξεπέρασε τη φαντασία. Εμείς να επανερμηνεύουμε με επιφυλακτικότητα το Bretton Woods κι αυτοί να προετοιμάζουν μια φούσκα έντεκα φορές μεγαλύτερη από το παγκόσμιο ΑΕΠ; Σταθήκαμε αφελείς; Ναι, αλλά ας σηκώσει το χέρι όποιος είναι τόσο «μπασμένος», ώστε να καταλαβαίνει τα πάντα προκαταβολικά.
Να πούμε λοιπόν ότι αυτή η επανέκδοση παλιών κειμένων χρησιμεύει μόνο για να μας κάνει να καταλάβουμε πόσο αφελείς ήμασταν τότε; Γι’ αυτό το καπρίτσιο άξιζε τον κόπο να σπαταληθούν λεφτά για την εκτύπωση; Ε ναι, γιατί δεν είμαι καθόλου πεπεισμένος ότι ήμασταν τόσο αφελείς και αδαείς και για να το αποδείξω θέλησα να εντάξω δύο κείμενα που γράφτηκαν σήμερα. Μιλάνε για το παρόν, για πράγματα που όλοι έχουν μπροστά στα μάτια τους και όλοι μπορούν να κρίνουν αν ο τρόπος με τον οποίο τα ερμηνεύω είναι τόσο επιπόλαιος και αφελής ή «ιδεολογικός». Δεν έχω υιοθετήσει ένα διαφορετικό σχήμα ανάγνωσης απ’ αυτό που μου χρησίμεψε για το πετρελαϊκό σοκ, δεν τοποθετήθηκα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Βέβαια, δεν έχω πίσω μου χρόνια αγώνων αλλά έξι πενταετίες δουλειάς στον συγκεκριμένο τομέα και τουλάχιστον μπορώ να πω ότι μιλάω με μια προσωπική εμπειρία στην καμπούρα μου, ενώ για το πετρέλαιο ήξερα ελάχιστα ή αυτά τα λίγα που τύχαινε να ακούσω στην Επιτροπή αγώνα της ENI (Εθνικός Φορέας Υδρογονανθράκων) ή της Κολεκτίβας της Snam Progetti. Επέλεξα να συμπεριλάβω αυτά τα δύο δοκίμια, που γράφτηκαν τότε, για το shipping και για τα λιμάνια, επειδή μιλάνε κι αυτά για την παγκόσμια αγορά (που σήμερα ονομάζεται ‘παγκοσμιοποίηση’), για μέσα μεταφοράς, για υποδομές και για τράπεζες, και που μιλάνε για το τελευταίο κεφάλαιο εκείνης της ιστορίας που άρχισε με τους αδελφούς Περέιρε και αναλύθηκε με τόση σαφήνεια από τον Μαρξ. Τότε έπρεπε να κοπεί ο ισθμός του Σουέζ, σήμερα διευρύνεται η διώρυγα του Παναμά, τότε το έργο τού της σάρωσης κεφαλαίων από τις αυλές και τις καγκελαρίες της Ευρώπης διεκπεραιωνόταν από τραπεζίτες επενδύσεων χωρίς ενδοιασμούς, σήμερα το έργο της συγκέντρωσης χρημάτων από τους μικρούς αποταμιευτές και το γδάρσιμό τους με λανθασμένες επενδύσεις έχει διανεμηθεί σε μια μυριάδα χρηματιστικές εταιρίες προστατευμένες από το κράτος. Γι’ αυτά τα θέματα ζήτησα από τον Τζιάν Έντσο Ντούτσι, νέο πρόεδρο των ναυλομεσιτών της Γένοβας και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Γένοβας, να γράψει κάτι ακόμη και ως αντίλογο με τις απόψεις μου. Τον ευχαριστώ που δέχτηκε.
Η σημασία των διεθνών μεταφορών
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι πίσω από τα γραπτά μου εκείνης της εποχής υπήρχε η εργατική επίθεση, κι ότι αυτή ήταν που μου έδινε αξιοπιστία. Μπορεί να μου πει κάποιος: «Η αξία των αναλύσεών σου δεν οφειλόταν στη μαρξιστική μέθοδο και έμπνευση, αλλά σε μια συγκυρία ιδιαίτερης αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος. Σήμερα ποιος το αμφισβητεί; Σήμερα πού είναι οι εργατικοί αγώνες; Εσύ ο ίδιος με τα γραπτά σου για τον μετα-φορντισμό μας ζάλισες το κεφάλι με την παρακμή της εργατικής τάξης!»
Μια στιγμή. Μπορεί να τελείωσε η εργατική τάξη ως σημαντικό πολιτικό υποκείμενο, μα όχι η εργατική δύναμη από την οποία αποσπάται κάτι που είχαμε ονομάσει υπεραξία. Και ποιος σας λέει ότι η εργατική πάλη στις παραδοσιακές της μορφές εξαφανίστηκε; Η απεργία των λιμενεργατών του Λος Άντζελες τον Δεκέμβριο 2012, για την οποία μιλάω στο δεύτερο από τα γραπτά μου, θα έπρεπε να μας κάνει να σκεφτούμε, κυρίως λόγω κάποιων διαδικασιών όχι εντελώς «αμυντικών». Από την Καλιφόρνια η αναταραχή στα αμερικάνικα λιμάνια εξαπλώθηκε στην ανατολική ακτή και συνεχίστηκε για μήνες. Στις 28 Μαρτίου της φετινής χρονιάς κήρυξαν απεργία οι λιμενεργάτες του Χονγκ Κονγκ και άντεξαν ένα μήνα, κατασκηνώνοντας μπροστά από τα τέρμιναλ, έτσι, χωρίς μια συνδικαλιστική ηγεσία, χωρίς μια επιτροπή αγώνα που να έχει συσταθεί τυπικά. Και αν κάποιος έχει την υπομονή να παρακολουθήσει τα περιοδικά του κλάδου των μεταφορών, που ενημερώνουν εβδομαδιαία ή καθημερινά για όσα συμβαίνουν στον κόσμο, θα αντιληφθεί ότι η συγκρουσιακή κατάσταση στα λιμάνια, στα αεροδρόμια, στους αυτοκινητοδρόμους, στα φεριμπότ, στα κέντρα διαχείρισης εμπορευματικών μεταφορών, είναι πολύ υψηλή, χωρίς σύγκριση με τους άλλους βιομηχανικούς ή εμπορικούς κλάδους.
Σ’ αυτό το ρεύμα εντάσσονται και οι δύο πολύ επιτυχημένες γενικές απεργίες, που κήρυξαν οι Cobas στις αποθήκες και στα κέντρα διαχείρισης εμπορευματικών μεταφορών στην Ιταλία κατά τους πρώτους μήνες του 2013. Δεν πρόκειται μόνο για «σημάδια», αλλά για μια δομική κατάσταση χαρακτηριστική ενός κλάδου, όπου η απεργία, ακόμη, για λόγους τεχνικούς-οργανωτικούς μπορεί να «πονέσει» και όπου η εργατική δύναμη έχει ακόμη μια σχεδόν ανέγγιχτη απαγορευτική εξουσία. Δεν είναι επιστημονική φαντασία το να πει κανείς ότι μια καλά σχεδιασμένη απεργία στις μεταφορές και στη διαχείριση εμπορευμάτων, ακόμη και με λίγες δυνάμεις, μπορεί να γονατίσει μια χώρα μέσα σε δύο μέρες.
Τις μεταφορές και τα κέντρα διαχείρισης εμπορευμάτων δεν τα ανακάλυψα τώρα ή τότε που άρχισα να κάνω τον σύμβουλο, μετά από την αποβολή μου από το Πανεπιστήμιο. Ήταν ήδη ένα θέμα στην ημερήσια διάταξη του περιοδικού «Primo Maggio», που το 1978 δημοσίευσε ένα άρθρο για την ιστορία των κοντέινερ και την ίδια χρονιά έναν ολόκληρο φάκελο για τους αγώνες στον κλάδο των μεταφορών εμπορευμάτων. Ένας δεύτερος φάκελος του περιοδικού ήταν αφιερωμένο στο νόμισμα. Τα χρηματοπιστωτικά ζητήματα και οι μεταφορές, οι δύο κατευθύνσεις του λόγου του Μαρξ στα άρθρα για την ‘Tribune’, μας υπαγόρευσαν την ατζέντα.
Δεν υπάρχουν πολλά να πούμε. Ελπίζω μ’ αυτές τις γραμμές να απέδειξα ότι τα δοκίμια που δημοσιεύονται εδώ, παρόλο που οι τίτλοι τους θα μπορούσαν να μας κάνουν να σκεφτούμε το αντίθετο, δεν είναι ασύνδετα μεταξύ τους, αλλά, αντίθετα, κατά κάποιον τρόπο είναι αλληλοεξαρτημένα. Πράγμα που δεν τα κάνει καλύτερα αλλά τουλάχιστον κάνει τον αναγνώστη να καταλάβει πολύ καλά με ποιανού το μέρος είναι ο συγγραφέας. «Με το μέρος του άδικου», θα έλεγε ο Πιερτζόρτζιο Μπελόκιο, που μαζί με τη Γκράτσια Τσέρκι είχε ιδρύσει και διευθύνει τα “Quaderni Piacentini”, ένα υπέροχο περιοδικό, όπου η ιταλική διανόηση, για μια εικοσαετία, είχε βρει τον τρόπο να εξιλεωθεί.
Σύντομο βιογραφικό
Ο Σέρτζιο Μπολόνια γεννήθηκε το 1937 στην Τεργέστη. Δίδαξε ιστορία του εργατικού κινήματος και της βιομηχανικής κοινωνίας σε διάφορα πανεπιστήμια. Η ειδικότητά του ήταν η ιστορία του γερμανικού εργατικού κινήματος. Από το 1985 είναι σύμβουλος επιχειρήσεων. Είναι πρόεδρος του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Μιλάνου «Φράνκο Φορτίνι». Στην πολυτάραχη ζωή του στα νεανικά του χρόνια πέρασε από το «Κοινόβιο νούμερο 2», που δημιουργήθηκε το Γενάρη του ’61, στο Μιλάνο, όπου φιλοξενούνταν νόμιμοι και παράνομοι, άγνωστοι και διάσημοι, όπως ο Καστοριάδης. Το ’61 άρχισε να συμμετέχει στην ομάδα «Κόκκινα Τετράδια». Ο ίδιος χαρακτηρίζει σημαντική και θεμελιώδη εμπειρία τη συμμετοχή του στη σύνταξη του περιοδικού «Quaderni Piacentini». Το ’63 εντάχθηκε στην ομάδα που ίδρυσε το έντυπο «Εργατική Τάξη» μαζί με τον Νέγκρι, τον Τρόντι, τον Άζορ Ρόζα κ.α. Από το ’69 έως το ’73, ανήκει στην ομάδα “Potere Operaio” (Εργατική Εξουσία), που εκπροσωπεί τους εργατιστές, που πιστεύουν σ’ έναν εργατικό αγώνα δομημένο στη σύγκρουση του κόσμου του εργοστασίου του «εργάτη-μάζα», τυπικό παράδειγμα του φορντισμού της δεκαετίας της οικονομικής ανάπτυξης στην Ιταλία.
Η κεντρική θέση που κατέχει για τη δράση του “Potere Operaio” ο κόσμος του εργοστασίου στις μεγάλες πόλεις, είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο της ομάδας, που τη διαφοροποιεί από τις άλλες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Αυτή η διαδικασία αυτοοργάνωσης και αυθόρμητης ριζοσπαστικής δράσης που θα φέρει την αρχή ενός επαναστατικού προτσές, οδηγεί στην έννοια –κλειδί της «εργατικής αυτονομίας», από την οποία θα δημιουργηθεί το ομώνυμο πολιτικό υποκείμενο, έπειτα από τη διάσπαση της «Εργατικής Εξουσίας».
Η «Εργατική Εξουσία» είχε και την παράνομη ένοπλη πλευρά της, στην οποία δεν συμμετείχε ο Μπολόνια, στελέχη της οποίας ήταν ο Βαλέριο Μορούτσι (ηγετικό στέλεχος των Ερυθρών Ταξιαρχιών) και ο Ορέστε Σκαλτσόνε (ηγετικό στέλεχος της Πρώτης Γραμμής).
Από το 1973-1989 ο Μπολόνια είναι ένας από τους κύριους συντελεστές του περιοδικού «Primo Maggio».
Πηγή: Εποχή