“Επιτροπή κυριών των ενταύθα εγκαταστημένων ευρωπαίων περιέρχεται τα εμπορικά καταστήματα εξαιτουμένη την υλικήν συνδρομήν των καταστηματαρχών υπέρ των δεινοπασχόντων προσφύγων”.
07/02/1878
Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
«Επιτροπή κυριών των ενταύθα εγκατεστημένων ευρωπαίων περιέρχεται τα εμπορικά καταστήματα εξαιτουμένη την υλικήν συνδρομήν των καταστηματαρχών υπέρ των δεινοπασχόντων προσφύγων. Ας μας επιτραπεί να ομολογήσωμεν μετά λύπης ότι η πρωτοβουλία αύτη έδει να προέλθει εκ της ημετέρας ομογενούς Κοινότητος», γράφει ο «Ερμής» στις 7.2.1878 (π.η.).[1] Οι πρόσφυγες του δημοσιεύματος είναι κυρίως μουσουλμάνοι και δευτερευόντως Εβραίοι, που εγκατέλειψαν τις εστίες τους πιεζόμενοι από τα προελαύνοντα ρωσικά στρατεύματα. Σχετικά μ’ αυτό το θέμα έχουμε ήδη γράψει στο σημείωμα για το Αφιέρωμα 2012 της 20ης Ιανουαρίου (http://calendar.alterthess.gr/content/πρόσφυγες-του-ρωσοτουρκικού-πολέμου-στη-θεσσαλονίκη-1878). Εδώ θα ασχοληθούμε με την κοινωνική αρωγή προς τους πρόσφυγες.
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία πριν τα Τανζιμάτ (μεταρρυθμίσεις) των μέσων του 19ου αιώνα, η υγεία, η πρόνοια, η παιδεία κλπ. δεν ανήκουν στις αρμοδιότητες του ημιφεουδαλικού κράτους. Ο κρατικός μηχανισμός ασχολείται, βασικά, με τις εξωτερικές σχέσεις, την επιβολή της δημόσιας τάξης και την είσπραξη των φόρων (δηλ. μοιάζει, τηρουμένων των αναλογιών, με το «κράτος-νυχτοφύλακα» που οραματίζονται οι ακραίοι φιλελεύθεροι). Την κάλυψη των άλλων αναγκών, λοιπόν, αναλαμβάνει η ιδιωτική πρωτοβουλία, στα πλαίσια όμως των εθνοθρησκευτικών κοινοτήτων (μιλλέτ), υπό την ηγεσία του αντίστοιχου κλήρου. Όπως σημειώνει η Μερ. Αναστασιάδου, «ιερείς, ραββίνοι ή ιμάμηδες, δεν αρκούνται στη διαχείριση των ψυχών, αλλά κυβερνούν και τα σώματα… ελέγχουν τα διάφορα φιλανθρωπικά σωματεία που δρουν προς όφελος των ομόθρησκών τους… δραστηριοποιούνται έντονα στον τομέα της παιδείας».[2] Οι αλλαγές που εισάγονται την περίοδο των Τανζιμάτ, μπορεί να είναι σημαντικές, αλλά βασικά είναι αργές. Έτσι ακόμα και στα τέλη του αιώνα, υπεύθυνη για τα ζητήματα που αφορούν τα μέλη της είναι η κάθε κοινότητα. Επομένως, αφού και οι πρόσφυγες έχουν συγκεκριμένη θρησκεία, υπεύθυνοι για την περίθαλψή τους είναι όσοι πιστεύουν στην ίδια εκδοχή Θεού.
Οι πρόσφυγες, τώρα, στους οποίους αναφερόμαστε είναι κάπως πιο «ευνοημένοι», αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε έναν τέτοιον όρο. Όντας μουσουλμάνοι, στη μεγάλη πλειοψηφία τους (δηλ. μέλη της κυρίαρχης θρησκείας), αλλά και θύματα εξωτερικού εισβολέα, τυγχάνουν της προσοχής της διοίκησης. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1878, ο βαλής της Θεσσαλονίκης διατάζεται να βρει στέγη για 50.000 άτομα,[3] καθώς «από τη στιγμή που φτάνουν τα πρώτα τρένα με πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη… τα χάνια και οι μύλοι κοντά στην Πύλη του Βαρδάρη γεμίζουν αμέσως».[4] Η δημαρχία της πόλης –καινούργιος θεσμός αυτή– προσπαθεί να βρει κάποιες λύσεις στεγάζοντας προσωρινά τους πρόσφυγες σε νεόκτιστες θερινές βίλες στην συνοικία των «Πύργων» (στην περιοχή της σημερινής οδού Βασ. Όλγας), διαθέτοντας για τη μεταφορά τους τις άμαξες καθαριότητας και για την περίθαλψή τους όσα χρήματα γλυτώνει από τον περιορισμό του δημόσιου φωτισμού μόνο στους μεγάλους δρόμους.[5]
Επιπλέον, όμως, «οι πρόκριτοι των κοινοτήτων αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες επειδή οι τοπικές αρχές αποδεικνύονται αναποτελεσματικές απέναντι σ’ αυτές τις αθρόες αφίξεις. Αναποτελεσματικότητα που οφείλεται μεταξύ άλλων στη δυσχερή οικονομική κατάσταση της Δημαρχίας».[6] Ανάλογη πρωτοβουλία, όπως βλέπουμε, παίρνουν και οι Ευρωπαίες κυρίες –σύζυγοι διπλωματών και πλούσιων εμπόρων, ως επί το πλείστον–, πρωτοβουλία με έντονο το στοιχείο της πολιτιστικής ηγεμονίας αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κοινωνικού φύλου. Δεδομένα που προδιαγράφουν και τη σχετική επιτυχία του εγχειρήματος. Άλλωστε, ποιος καθωσπρέπει επιχειρηματίας θα τολμούσε να αρνηθεί τον οβολό του για έναν ευγενικό σκοπό, και μάλιστα σε μια (Ευρωπαία) κυρία. Βάσιμα, επίσης, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο έρανος έλαβε χώρα στα καταστήματα του Φραγκομαχαλά, της οδού Σαμπρί πασά και του Φαρδιού δρόμου κι όχι σε τίποτα μικρομάγαζα σε στενοσόκακα.
Στην τελευταία φράση του δημοσιεύματος, μπορούμε να διακρίνουμε μια έμμεση πολιτική δήλωση νομιμοφροσύνης, από μέρους του εκδότη της εφημερίδας Σοφοκλή Γκαρμπολά, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι –ιδιαίτερα μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας (1870)– ο πανσλαβισμός αποτελεί τον αναδυόμενο εχθρό του ελληνικού γένους. Πάντως η «ομογενής Κοινότητα» σύντομα θα έχει την ευκαιρία να δείξει τα φιλάνθρωπα αισθήματά της περιθάλποντας τους κατοίκους της περιοχής Λιτοχώρου, οι οποίοι θα καταφύγουν στη Θεσσαλονίκη μετά την αποτυχία της εξέγερσης που είχε επικεφαλής τον επίσκοπο Κίτρους Νικόλαο. Αντίστοιχα, βέβαια, οι πρόσφυγες των τσαρικών πογκρόμ της επόμενης δεκαπενταετίας θα τύχουν της αρωγής της ισραηλιτικής κοινότητας.
Παραπομπές:
[1] Ερμής, 7.2.1878, όπως παρατίθεται στο Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 23.
[2] Μερόπη Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912: Μια μητρόπολη την εποχή των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, μτφρ. Βασ. Πατσογιάννης, Εστία, Αθήνα 2008, σ. 118.
[3] Mark Mazower, Salonica City of Ghosts: Christians, Muslims and Jews 1430-1950, Harper, Λονδίνο 2004, σ. 178-179.
[4] Μερ. Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912…, ό.π., σ. 164.
[5] Ερμής, 20.1.1878 & 13.1.1878, όπως παρατίθεται στο Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 22.
[6] Μερ. Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912…, ό.π., σ. 164.
Το αφιέρωμα του alterthess για το 2012 για την ιστορία της Θεσσαλονίκης αναπτύσσεται στην σελίδα του Ημερολογίου μας.