Ο τελευταίος αποχαιρετισμός του μάγειρα Φρανκ

Ο Franck Neut, δούλευε για δέκα περίπου χρόνια, μάγειρας σε ένα από τα εστιατόρια της Γιουροντίσνευ. Ύστερα από μια μεγάλη αναρρωτική άδεια και ένα ιστορικό κατάθλιψης που διαγνώστηκε την περσινή χρονιά, ήρθε η στιγμή να επιστρέψει στην εργασία του στα τέλη του περασμένου Μάρτη. Μια μέρα πριν, στις 26 του μήνα, ο πατέρας του, τον βρήκε κρεμασμένο στο δωμάτιο του.
Ο Φρανκ είχε αυτοκτονήσει αφού πρώτα φρόντισε να γράψει στον τοίχο πως δεν ήθελε να επιστρέψει στον Μίκυ, ζητούσε συγνώμη από την οικογένεια του και αποχαιρετούσε τα παιδιά, που ήταν οι ενθουσιώδεις ανύποπτοι καταναλωτές των φαγητών που έφτιαχνε. Η αυτοκτονία του μάγειρα Φρανκ ήταν η δεύτερη αυτή την χρονιά ανάμεσα στους δεκατέσσερις χιλιάδες περίπου εργαζόμενους στην γιγαντιαία επιχείρηση που υπόσχεται πως κάνει πραγματικότητα όλα τα παιδικά όνειρα. Τον Φεβρουάριο είχε πέσει στις γραμμές του τρένου, κοντά στο πάρκο, ένας τριαντάχρονος, μάγειρας και αυτός, που δούλευε από το 2004 και το όνομα του δεν δημοσιοποιήθηκε. Τα συνδικάτα και το σωματείο των εργαζόμενων στην εταιρία κατήγγειλαν πως και οι δύο αυτοκτονίες οφείλονται στις πιεστικές συνθήκες εργασίας και στο στρες ενόψει των αλλαγών που επέβαλλαν οι νέοι διευθυντές στα ωράρια, τις συμβάσεις και τον τρόπο παρασκευής των φαγητών.
Με την συμπλήρωση ενός μήνα από την λειτουργία της επιχείρησης την άνοιξη του 1992, ένας στους τέσσερις εργαζόμενους παραιτήθηκαν εξαιτίας των απαράδεκτων συνθηκών και αμοιβών. Από τότε πέρασε πολύς καιρός, πολλές χιλιάδες εργαζόμενοι πέρασαν από την επιχείρηση ειδικά τους μήνες της τουριστικής αιχμής από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, αρκετοί από αυτούς μετανάστες, και καταγράφτηκαν αρκετές εργατικές αντιδράσεις και ορισμένες απεργίες. Η επιχείρηση από ζημιογόνα και με μικρή προσέλευση στην αρχή πέρασε στην κερδοφορία το 1995 και κατάφερε να ξεπεράσει τους δεκαπέντε εκατομμύρια επισκέπτες το 2009, κερδίζοντας σε αριθμούς τον Άιφελ και το Λούβρο. Δίχως αμφισβήτηση η ανοδική αυτή πορεία βασίστηκε στην φτηνή εργασία ιδίως των εποχικών εργαζόμενων και στους εξαντλητικούς ρυθμούς που επιβλήθηκαν. Έτσι κατά μέσο όρο καταγράφονται χίλια πεντακόσια εργατικά ατυχήματα τον χρόνο, αριθμός πολύ μεγάλος σε σύγκριση ακόμη και με τον οικοδομικό κλάδο, ο εργάσιμος χρόνος καταστρατηγείτε συστηματικά, επεκτεινόμενος σε έξι και επτά ημέρες την εβδομάδα και περισσότερο από οκτώ ώρες την ημέρα και οι μισθοί για την μεγάλη πλειοψηφία βρίσκονται σταθερά κοντά στους κατώτερους νόμιμους.
Η επιστροφή στις ζημίες τα τελευταία χρόνια και η αύξηση των χρεών της επιχείρησης δημιούργησε ένα νέο κύμα σκληρών μέτρων για τους εργαζόμενους, εσωτερικές μετακινήσεις, απολύσεις και περικοπές, που τώρα γίνονται με την επίκληση της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Ειδικά μάλιστα στα εστιατόρια, καταγγελίες επιμένουν πως η εταιρία προωθεί τα γρήγορα παρασκευασμένα φαγητά σε βάρος της ποιότητας και των δικαιωμάτων των εργαζόμενων που δουλεύουν σε αυτά.
Η εταιρία όπως ήταν αναμενόμενο, ύστερα από τις καταγγελίες που συνόδευσαν τις δύο απανωτές αυτοκτονίες έσπευσε να αποποιηθεί κάθε ευθύνης και να τις αποδώσει σε άλλες έξω-εργασιακές αιτίες. Ταυτόχρονα για τα μάτια του κόσμου, υποσχέθηκε να επανεξετάσει τις συνθήκες εργασίας, να ερευνήσει τις αιτίες των συχνών ατυχημάτων και να μιλήσει υποκριτικά για τις συνθήκες πίεσης που δημιουργεί σε όλους – εργοδότες και εργαζόμενους –η οικονομική κρίση!
* Οι δύο αυτοκτονίες στην Γιουροντίσνεϋ επισκιάστηκαν από τους τραγικούς αριθμούς στην Φρανς Τέλεκομ. Στα τέλη του Αυγούστου, μέσα σε δύο εβδομάδες, προστέθηκαν άλλοι πέντε αυτόχειρες εργαζόμενοι στον μακάβριο κατάλογο. Με αυτές τις αυτοκτονίες ο φετινός θλιβερός απολογισμός έφτασε στις 23 και από το 2008 στις 58 ! 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο καιρός άνοιξε και τα Φεστιβάλ ξαναστήνονται

ACTA: Game Over?