in

Ο δικός τους Μπράιαν Κλαφ…

Ο δικός τους Μπράιαν Κλαφ…

Σαν σήμερα το 2004 ο θρυλικός manager που οδήγησε την Ντέρμπι Κάουντι στην κατάκτηση του εγχώριου τίτλου και τη Νότιγχαμ Φόρεστ στην κατάκτηση δύο Κυπέλλων Πρωταθλητριών Ευρώπης και ενός Πρωταθλήματος, άφηνε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο του Ντέρμπι, με τον καρκίνο του στομάχου να βγαίνει νικητής στον μεταξύ τους αγώνα. Η υπερκατανάλωση αλκοόλ του είχε προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες και ένα χρόνο πριν τον θάνατό του είχε κάνει μεταμόσχευση ύπατος, ωστόσο αυτό δεν ήταν αρκετό για να του σώσει τη ζωή. Ιδιόρρυθμος, ξεχωριστός, αλλά και συνάμα σπουδαίος προπονητής, έχοντας τον τρόπο να «αγγίζει» τους παίκτες του όσο κανένας άλλος. Το gazzetta.gr, με αφορμή την επέτειο του θανάτου του, παρουσιάζει την «τρέλα», το χιούμορ και άλλες πτυχές του μέσα από ενδεικτικές δηλώσεις διηγήσεις ανθρώπων που τον γνώρισαν από την καλή και από την ανάποδη!

Λάρι Λόιντ: (Πρώην αμυντικός της Φόρεστ και της Λίβερπουλ): «Έπαιξα για τον Μπιλ Σάνκλι και τον Μπομπ Πάισλι, αλλά χωρίς αμφιβολία, ο Κλαφ ήταν ο καλύτερος. Δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές γιατί ο Σάνκλι ήταν επίσης ιδιοφυΐα, αλλά ο Κλαφι το έκανε με πολύ μικρότερες ομάδες. Δεν θυμάμαι ποτέ να μου έκανε μάθημα τακτικής η προπονητικής, αλλά ως μάνατζερ δεν υπήρχε καλύτερος. Μας έκανε να νιώθουμε ανίκητοι».

Τζον ΜακΓκόβερν (αγαπημένο του παιδί σε όλες τις ομάδες που τον είχε): «Ήταν απλά μοναδικός. Δεν έχει καμία σχέση με τον Μουρίνιο. Ο Κλάφι ποτέ, ποτέ δεν κατηγορούσε τους διαιτητές. Κάποιοι λένε ότι δεν θα επιβίωνε σήμερα, αλλά διαφωνώ. Ήταν τόσο έξυπνος και οξυδερκής! Ένα παράδειγμα είναι η μέρα που στη Φόρεστ πήραμε τον Τρέβορ Φράνσις, τον πρώτο παίκτη που κόστισε ένα εκατομμύριο. Κάποιος έπρεπε να βγει για να παίξει. Ο Κλάφι τον έβαλε στα δεξιά της μεσαίας γραμμής, με τον Μάρτιν Ο’ Νιλ να μένει εκτός. Οπότε το επόμενο πρωί γύρισε και του είπε: “Αφεντικό, γιατί είμαι στη δεύτερη ομάδα σου;” και εκείνος απάντησε: “Επειδή, Μάρτιν, είσαι υπερβολικά καλός για την τρίτη ομάδα μου!”. Δεν υπάρχει απάντηση σε αυτό. Όταν ο κόσμος έρχεται και μου ζητάει τις αναμνήσεις μου για τον Κλαφ, απλά ανοίγω το μπαούλο με τα τρόπαιά μου. Αυτές είναι οι αναμνήσεις μου».

Τζον Ρόμπερτσον: (παίκτης της Φόρεστ και σκόρερ του μοναδικού γκολ το τελικού του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης το 1980): «Θυμάμαι ακόμα την πρώτη του μέρα. Ήμουν στα αποδυτήρια κοιτάζοντας την πόρτα και ξαφνικά αυτή άνοιξε. Έβγαλε το σακάκι του και με επιτόπου το πέταξε σε μια κρεμάστρα που βρισκόταν εκεί. Ούτε εγώ δεν ήξερα ότι υπήρχε κρεμάστρα στο συγκεκριμένο μέρος, πώς στο καλό εκείνος το γνώριζε; Μπορούσες να νιώσεις τον ηλεκτρισμό στην ατμόσφαιρα. Δεν υπήρξαν ευγένειες, εισαγωγές και χειραψίες. Απλά μας είπε να πάμε για προπόνηση!».

Πίτερ Σίλτον (πρώην τερματοφύλακας της Νότιγχαμ Φόρεστ και της Εθνικής Αγγλίας): «Είχε τον έλεγχο. Οι εχθροί του έλεγαν ότι κυβερνούσε με το φόβο. Δεν ήταν έτσι σε καμία περίπτωση. Είχε να κάνει με το σεβασμό. Ανακάλυψα πόσο αντισυμβατικός ήταν ο Κλαφ όταν πήγα με τους ατζέντηδές μου, Τζον Χολμς και Τζεφ Πόιντον, να τον δούμε στο γραφείο του στο Σίτι Γκράουντ τον Σεπτέμβριο του 1977, μετά την επίσημη προσέγγιση της Φόρεστ στη Στόουκ. Περιμέναμε έξω από το γραφείο του για δέκα λεπτά όταν μας ενημέρωσαν ότι είναι έτοιμος να μας δει. Ο Τζον και ο Τζεφ μπήκαν πρώτοι και εγώ… έμεινα με ανοιχτό το στόμα όταν τους είδα να πέφτουν στο πάτωμα. Ο Κλαφ κρυβόταν στην πίσω πλευρά της πόρτας και όπως μπήκαν τους έβαλε τρικλοποδιά με μια ρακέτα του σκουός! Δεν έχω ιδέα αν το έκανε για να αποκτήσει ψυχολογικά αβαντάζ στις διαπραγματεύσεις, αλλά στην κυριολεξία έριξε τον Τζον και τον Τζεφ!».

Στιούαρτ Πιρς: (πρώην μπακ της Φόρεστ και της Εθνικής Αγγλίας): «Ο Μπράιν Κλαφ είχε πλάκα σε ό,τι είχε να κάνει με τη Λίβερπουλ. Η άποψή του ήταν ότι ήταν το στιλ του συλλόγου που… θα έβαζε κάτι στο τσάι σου. Συνήθιζε να μας λέει: “Μην πίνετε αυτό το τσάι. Οι κλέφτες μπάσταρδοι πιθανότατα θα έριξαν κάτι μέσα”. Στο Λίβερπουλ δεν έπινε τίποτα που δεν ήταν σφραγισμένο».

Ρόι Κιν: (Πρώην παίκτης της Φόρεστ και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, γνωστός για τον τσαμπουκά του, στον οποίο ο Κλαφ είχε ρίξει γροθιά): «Ήταν απίστευτος. Μπήκα στα αποδυτήρια στο ημίχρονο και μου έδωσε μπουνιά κατευθείαν στο πρόσωπο. “Μην δίνεις την μπάλα πίσω στον τερματοφύλακα!”, ούρλιαξε. Δεν είπε ποτέ συγγνώμη, αλλά την επόμενη βδομάδα μου έδωσε μερικά ρεπό».

Άρτσι Γκέμιλ (πρώην μέσος της Ντέρμπι και της Φόρεστ): «Είχα πρόταση από την Έβερτον, αλλά ο Κλαφ ήταν αποφασισμένος να με αποκτήσει. Μετά τις διαπραγματεύσεις μας στο ξενοδοχείο ήρθε στο σπίτι μου. Του είπα: “Έχω ξαπλώσει, δεν υπογράφω τίποτα σήμερα”. Όταν το άκουσε, έκατσε στο χαλάκι, έβγαλε τα παπούτσια του και ανακοίνωσε ότι θα κοιμηθεί εκεί. Το πρωι, η Μπέτι, η σύζυγός μου ετοίμαζε πρωινό όταν άκουσε κάποιον να έρχεται στην κουζίνα. Ο Κλαφ στεκόταν εκεί, με σταυρωμένα τα χέρια και φορώντας το μποξεράκι του! Φάγαμε πρωινό και πριν βάλω την τελευταία μπουκιά στο στόμα μου με τράβηξε στο σαλόνι για τις τελικές συζητήσεις και τις υπογραφές».

Biβ Άντερσον (πρώην μπακ της Φόρεστ και ο πρώτος μαύρος παίκτης που φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Αγγλίας): «Ήταν πραγματικά σπουδαίος στο να με βοηθήσει να ξεπεράσω τα ρατσιστικά σχόλια, χωρίς να κάνει κάτι το ιδιαίτερο. Απλά με το να με πιάσει και να μου πει “μην αφήνεις αυτούς τους ανθρώπους να σου στερήσουν αυτά που θέλεις να κάνεις στο ποδόσφαιρο”. Οπότε υιοθέτησα αυτή την άποψη και προχώρησα στη συνέχεια της καριέρας μου».

Μάρτιν Ο’Νιλ: (πρώην παίκτης της Φόρεστ και νυν προπονητής): «Μία μέρα χάσαμε μία μέρα με 4-1 από τη Ντέρμπι στο Μπέιζμπολ Γκράουντ. Ο Κλαφ κόντευε να πάθει εγκεφαλικό στο μικρό δωμάτειο του Ντέρμπι. Δεν τον ένοιαζε το ποιος βρισκόταν απέναντί του. Μας έκανε επιθέσεις από τα δεξιά, τα αριστερά και το κέντρο! “Δεν μπορέις να χάνεις από τη Ντέρμπι, μη χάνεις από τη Ντέρμπι και μη χάνεις 1-4 από τη Ντέρμπι!” Ήταν ένα μακρύ Σαββατοκύριακο απόγνωσης!»

Κένι Μπερνς (πρώην κεντρικός αμυντικός της Φόρεστ): «Τον συνάντηση σε μία έκθεση κηπουρικής και εκεί με έπεισε να υπογράψω. Όταν παντρεύτηκα… αυτοκαλέστηκε! Και έφερε και τη γυναίκα του και τον κηπουρό του! Ήταν απίστευτο».

Κόλιν Τοντ (πρώην παίκτης της Φόρεστ και της Ντέρμπι): «Ήταν πολύ έξυπνος στις κρίσεις του για τους ανθρώπους. Εγώ ήμουν πολύ ήσυχος χαρακτήρας και προσπαθούσε να με προκαλέσει. Έπαιζε στα 5χ5 που κάναμε και με κλοτσούσε όποτε προσπαθούσα να κρατήσω μπάλα. Όταν ξεσπούσα, γελούσε. Έλεγε: “Είσαι αμυντικό, κάποιες φορές πρέπει να γίνεσαι μοχθηρός!».

Γκάρι Μπέρλτς: (πρώην παίκτης της Φόρεστ, τον οποίο ο Κλαφ απέκτησε με μόλις 5000 λίρες, αφού πριν ήταν τοποθετητής χαλιών): «Τη νύχτα πριν τον τελικό του Λιγκ Καπ με τη Σάουθαμπτον το 1979 ήμασταν… κομμάτια. Είχαμε ό,τι θέλαμε να πιούμε. Υπήρχαν άνθρωποι που με δυσκολία στέκονταν όταν πήγαμε για ύπνο. Αλλά ο Κλαφ επέμενε. Ο Άρτσι Γκέμιλ ήθελε να κοιμηθεί. Δεν τον άφηνε! Χάναμε 1-0 στο ημίχρονο την επόμενη μέρα, αλλά από τη στιγμή που ξεμεθύσαμε καταφέραμε να κερδίσουμε 3-2».

Σαμ Λόνγκσον: (πρώην πρόεδρος της Ντέρμπι Κάουντι): «Έλεγε σε όλους τι πρέπει να κάνουν. Άλλοι αυτό το χαρακτήριζαν αλαζονεία. Εγώ τον έλεγα ηγέτη».

Γκόρντον Μπάτλερ: (μέλος του συνδικάτου μεταλλωρύχων): «Κατά τη διάρκεια της απεργίας του 1972 κοντά στη Ντέρμπι το αμάξι του μαζί με 3-4 ακόμα και ένα μίνι μπας σταμάτησε μπροστά μας. Η πόρτα άνοιξε και βγήκε ο Μπράιαν Κλαφ με το χαρακτηριστικό πράσινο πουλόβερ του. “Ποιος είναι επικεφαλής εδώ;”, ρώτησε. Του είπα ότι ήμουν εγώ και απάντησε: “Έφερα την ομάδα της Ντέρμπι Κάουντι για συμμετοχή στην απεργία σας. Μετά γύρισε στους παίκτες και είπε: “Θα σας δείξω τι έχουν να αντιμετωπίσουν αυτοί οι άνθρωποι. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να μάθετε είναι το πόσο καλό μπορεί να είναι το ποδόσφαιρο για εσάς σε σύγκριση με το να βρίσκεστε στο ορυχείο όπως αυτά τα παιδιά”. Ρώτησε για πόσο ακόμα θα βρισκόμαστε εδώ και όταν απαντήσαμε ότι το απεργιακό μέτωπο διατηρείται 24 ώρες το 24ωρο σε βάρδιες, είπε στους παίκτες: “Θα στείλω το λεωφορείο να σας πάρει όταν νομίζω ότι είστε έτοιμοι!” και έφυγε!»

Ντάνκαν Χάμιλτον (Δημοσιογράφος και συγγραφέας του βραβευμένου βιβλίου Provided you don’t kiss me: 20 years with Brian Clough): «Τις Παρασκευές είχε τη συνήθεια να βγάζει την 11άδα συντροφιά με ένα δίσκο του Φρανκ Σινάτρα. Ένα γραμμόφωνο βρισκόταν στην βιβλιοθήκη του με την τζαμένια πρόσοψη. Ένα πορτρέτο του Σινάτρα βρισκόταν στον τοίχο. “Ξέρεις”, μου έιπε μια μέρα δίνοντάς μου να δω την 11άδα, “θα ήθελα πολύ μια φορά να παίξουμε ποδόσφαιρο με τον τρόπο που τραγουδάει ο Σινάτρα. Όλος αυτός ο πλούτος στον ήχο και η τελειότητα στις λέξεις. 

Πόσο υπέροχο θα ήταν αυτό;  Το πρόσωπό του έλαμψε και ξεκίνησε να τραγουδάει με τον Σινάτρα, όντας πάντα μια λέξη μπροστά, αφού ήθελε να αποδείξει ότι ξέρει τους στίχους. Σηκώθηκε από την καρέκλα, συνεχίζοντας να τραγουδάει και προσποιήθηκε ότι χόρευε με την γυναίκα του.  Όταν τελείωσε το τραγούδι γέλασε μέχρι δακρύων και ξάπλωσε στην καρέκλα του, τεντώνοντας τα χέρια και τα πόδια του. Το χαμόγελο έδειχνε ότι θα μείνει στα χείλη του για πάντα. “Αυτό ήταν καλό. Γά*** με, μακάρι το ποδόσφαιρο να μπορούσε να είχε τόση πλάκα…».

Πηγή: gazzetta.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

Η παράσταση «Άγρια Μοναξιά» στο θέατρο Όρα