in

Κυνήγι μαγισσών για τα αρχεία του Σνόουντεν

Κυνήγι μαγισσών για τα αρχεία του Σνόουντεν

Ο διευθυντής της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» δηλώνει ότι η κυβέρνηση Κάμερον απείλησε με δικαστική δίωξη την εφημερίδα, εάν δεν καταστρέψει ή παραδώσει στις βρετανικές αρχές τα απόρρητα στοιχεία που προέρχονται από το υλικό που απέσπασε ο πρώην συνεργάτης της CIA Εντουαρντ Σνόουντεν από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Σε άρθρο του στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας ο Αλαν Ράσμπριτζερ αναφέρει ότι πριν από έναν μήνα και αφού η βρετανική εφημερίδα είχε δημοσιεύσει ρεπορτάζ που προερχόταν από το υλικό του Εντουαρντ Σνόουντεν, βρετανός αξιωματούχος τού είπε: «Κάνατε την πλάκα σας. Τώρα θέλουμε πίσω το υλικό».

Επειτα από συνομιλίες με την κυβέρνηση, ο Ράσμπριτζερ δηλώνει ότι «δύο ειδικοί σε θέματα ασφαλείας της Κυβερνητικής Διεύθυνσης Επικοινωνιών, του βρετανικού αντίστοιχου της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, επισκέφθηκαν τα γραφεία της εφημερίδας».

Στο ισόγειο των γραφείων της εφημερίδας, γράφει ο Ράσμπριτζερ, κυβερνητικοί υπάλληλοι παρακολούθησαν την καταστροφή των ηλεκτρονικών υπολογιστών που περιείχαν υλικό που προερχόταν από τα αρχεία του Εντουαρντ Σνόουντεν.

Η απόφαση της εφημερίδας «Guardian» να δημοσιοποιήσει τις απειλές και τις ενέργειες της βρετανικής κυβέρνησης συνοδεύει την απόφασή της να συνεχίσει να δημοσιεύει από τόπους εκτός της Βρετανίας ρεπορτάζ βασισμένα στο υλικό του Σνόουντεν και αποτελεί την τελευταία φάση στην κλιμάκωση του πολέμου ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης και τις κυβερνήσεις για τη δημοσίευση στοιχείων σχετικά με τα μυστικά προγράμματα παρακολουθήσεων.

Ρεπορτάζ εκτός Βρετανίας

 

Ο διευθυντής της βρετανικής εφημερίδας αναφέρει στο άρθρο του ότι παρά την καταστροφή των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Λονδίνο, προειδοποίησε βρετανούς αξιωματούχους ότι εξαιτίας της φύσης των «διεθνών συνεργασιών» μεταξύ των δημοσιογράφων, θα είναι δυνατόν στους οργανισμούς των μέσων ενημέρωσης να εκμεταλλευθούν άλλα, «περισσότερο χαλαρά νομικά καθεστώτα».

Κατά συνέπεια, η εφημερίδα Guardian, «δεν είναι υποχρεωμένη να συνεχίσει να κάνει το ρεπορτάζ από το Λονδίνο».

Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με πληροφορημένες πηγές, ότι έχει γνωστοποιηθεί στις βρετανικές αρχές ότι η εφημερίδα είναι πιθανόν να συνεχίσει να δημοσιεύει στοιχεία που προέρχονται από το υλικό του Σνόουντεν από τόπους που βρίσκονται εκτός της βρετανικής δικαιοδοσίας.

Ο Αλαν Ράσμπριτζερ δήλωσε σε βρετανούς αξιωματούχους πριν από την καταστροφή των ηλεκτρονικών υπολογιστών ότι ο Guardian δεν θα εκπληρούσε τις δημοσιογραφικές του υποχρεώσεις, εάν υποχωρούσε στις απαιτήσεις της κυβέρνησης.

Σε απάντηση, γράφει, κυβερνητικός αξιωματούχος τού είπε ότι η βρετανική εφημερίδα έχει ήδη φθάσει στον στόχο της. «Καταφέρατε να προκαλέσετε συζήτηση. Δεν χρειάζεται να συνεχίσετε να γράφετε».

Τρομοκρτάτες οι δημοσιογράφοι

 

Την περασμένη Κυριακή, οι βρετανικές αρχές κράτησαν και ανέκριναν επί εννέα ώρες στο αεροδρόμιο του Χίθροου τον Βραζιλιάνο Ντέιβιντ Μιράντα, σύντροφο του δημοσιογράφου του Guardian Γκλεν Γκρίνγουολντ, καθώς περνούσε τράνζιτ από το βρετανικό αεροδρόμιο στο ταξίδι του από το Βερολίνο προς το Ρίο ντε Τζανέιρο.

Ο Γκρίνγουολντ είχε συναντηθεί με τον Εντουαρντ Σνόουντεν στο Χονγκ Κονγκ και στη συνέχεια έγραψε ή συνυπέγραψε πολλά από τα ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας που βασίσθηκαν στα στοιχεία που εκείνος έδωσε.

Ο Ντέιβιντ Μιράντα συναντήθηκε στο Βερολίνο με την Λόρα Πουατρά , ανεξάρτητη σκηνοθέτη και δημοσιογράφο, την πρώτη που ήλθε σε επαφή με τον Σνόουντεν και η οποία έγραψε ρεπορτάζ βασιζόμενα στο υλικό του στην «Washington Post» και το περιοδικό «Der Spiegel».

Σύμφωνα με τον Γκρίνγουολντ, ο Ντέιβιντ Μιράντα πήγε στο Βερολίνο για να παραδώσει υλικό που προέρχεται από τις διαρροές του Σνόουντεν και να παραλάβει υλικό από την Πουατρά.

Ο Γκρίνγουολντ, ο οποίος λέει ότι ο ίδιος και η Πουατρά είναι οι μόνοι κάτοχοι του πλήρους αρχείου των στοιχείων του Εντουαρντ Σνόουντεν, δήλωσε ότι οι βρετανικές αρχές κατάσχεσαν USB που μετέφερε ο Μιράντα, το περιεχόμενο των οποίων είναι όμως «άκρως κρυπτογραφημένο».

Στην συνέντευξή του, την οποία παραχώρησε από το σπίτι του στο Ρίο ντε Τζανέιρο, ο Μιράντα είπε στον Guardian ότι οι βρετανικές αρχές τον απειλούσαν με τον αντιτρομοκρατικό νόμο του 2000, προσπαθώντας να του αποσπάσουν τους κωδικούς για τον υπολογιστή του και το κινητό του τηλέφωνο.
 
«Με απειλούσαν όλη την ώρα και μου έλεγαν ότι θα μπω στην φυλακή εάν δεν συνεργαστώ. Μου μιλούσαν λες και είμαι εγκληματίας ή κάποιος που θα επιτεθεί στην Βρετανία. Ήταν εξουθενωτικό και ενοχλητικό αλλά ήξερα ότι δεν είχα κάνει τίποτα λάθος», δήλωσε ο ίδιος.
 
Ο Μιράντα, βραζιλιανικής καταγωγής που ζει στο Ρίο με τον Γκρίνγουολντ, κρατήθηκε για 9 ώρες – το μέγιστο δυνατό που επιτρέπει ο αντιτρομοκρατικός νόμος του 2000. Ο νόμος δίνει την δυνατότητα στις αρχές να σταματούν, να ερευνούν και να ανακρίνουν ανθρώπους σε αεροδρόμια, λιμάνια και συνοριακές γραμμές. Σε όλο αυτό το διάστημα δεν του επετράπη η τηλεφωνική συνομιλία με τον σύντροφό του, που είναι αναγνωρισμένος δικηγόρος στις ΗΠΑ, ούτε του προσφέρθηκε διερμηνέας – κάτι που του είχαν υποσχεθεί γιατί δεν αισθανόταν άνετα να μιλά σε μια δεύτερη γλώσσα.
 
«Βρισκόμουν σε μια ξένη χώρα, με διαφορετικούς νόμους, σε ένα δωμάτιο με επτά πράκτορες που πήγαιναν και έρχονταν και με ανέκριναν διαρκώς. Πίστευα ότι μπορούν να συμβούν τα πάντα. Σκεφτόμουν ότι μπορεί να παραμείνω εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα», δήλωσε ο Μιράντα.
 
«Μας ανακοίνωσαν στο αεροπλάνο ότι θα πρέπει όλοι μας να περάσουμε από έλεγχο διαβατηρίων. Την στιγμή που βγήκα από το αεροπλάνο με άρπαξαν και με έβαλαν σε ένα δωμάτιο με τέσσερις καρέκλες και ένα μηχάνημα που παίρνει δακτυλικά αποτυπώματα», εξηγεί.
 
«Μου ζήτησαν τους κωδικούς για τον υπολογιστή και το κινητό. Μου είπαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τους απαντήσω σε όλες τις ερωτήσεις και ανέφεραν διαρκώς τις λέξεις “φυλακή” και “τμήμα”», λέει ο Μιράντα. «Ξέρω γιατί το έκαναν: γιατί είμαι σύντροφος του Γκλεν. Γιατί πήγα στο Βερολίνο. Γιατί η Λάουρα μένει εκεί. Συνεπώς πιστεύουν ότι παίζω σημαντικό ρόλο. Αλλά εγώ δεν έχω κανέναν ρόλο. Δεν κοιτάω τα αρχεία. Δεν ξέρω αν ήταν καν αρχεία αυτά που μετέφερα. Θα μπορούσε να ήταν για την ταινία που η Λάουρα ετοιμάζει», συμπληρώνει.
 
Οι πράκτορες που τον ανέκριναν του είπαν ότι κρατείται βάσει του συγκεκριμένου νόμου. Ακόμη και αν δεν έχει καμία σχέση με τρομοκράτες – ούτε και είναι ένας, οι ανακριτές τον πληροφόρησαν ότι εάν κρίνουν ότι δεν έχει συνεργαστεί μετά από 9 ώρες θα τον οδηγήσουν σε ένα αστυνομικό τμήμα και θα μπει στην φυλακή.
 
«Αυτός ο νόμος δεν θα έπρεπε να αφορά και αστυνομικούς. Τον χρησιμοποιούν για να αποκτήσουν πρόσβαση σε αρχεία ή ανθρώπους, που θα ήταν απρόσιτα εάν είχαν ακολουθήσει την νόμιμη οδό όπως τα δικαστήρια. Πρόκειται για απόλυτη κατάχρηση εξουσίας», σχολιάζει.
 
Του προσέφεραν δικηγόρο και ένα ποτήρι νερό αλλά ο ίδιος αρνήθηκε και τα δυο μη εμπιστευόμενος τις αρχές. Οι απανωτές ερωτήσεις δεν αφορούσαν μόνο τον Γκρινγουολντ, τον Σνόουντεν και την Πόιτρας αλλά και άλλα θέματα.
«Με ρώτησαν ακόμη και για τις διαδηλώσεις στην Βραζιλία και γιατί ο κόσμος είναι δυσαρεστημένος. Μου ζήτησαν να τους πω ποιόν ξέρω στην κυβέρνηση», ανέφερε ο Μιράντα.
 
Μπόρεσε να βγει στους διαδρόμους του αεροδρομίου και να πιει μια Coca Cola μετά από 8 ώρες. Μια ώρα αργότερα τον άφησαν ελεύθερο συνοδεύοντάς τον στον έλεγχο διαβατηρίων με σκοπό να περάσει στην Βρετανία και να περιμένει εκεί την πτήση του. «Ήταν γελοίο. Πρώτα μου φέρονται σαν τρομοκράτη και μετά με αφήνουν ελεύθερο μέσα στην χώρα», σχολιάζει.
 
Ο Μιράντα πιστεύει ότι οι βρετανικές αρχές δρούσαν καθ’ υπόδειξη των αμερικανικών, παρόλα αυτά η εικόνα που είχε για την χώρα έχει αλλάξει τελείως. «Έχω φίλους εδώ αλλά δεν μπορώ να επισκεφτώ μια χώρα που για το τίποτα καταπατά την ελευθερία με την βοήθεια του νόμου».
 
Ο Λευκός Οίκος αρνήθηκε την όποια σχέση με το συμβάν όμως ένας εκπρόσωπος Τύπου ανέφερε ότι αξιωματούχοι των αμερικανικών αρχών επιβράβευσαν τους Βρετανούς για αυτή την πρωτοβουλία.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Άθλιοι και Ιαβέρηδες του 21ου αιώνα. Του Άρη Χατζηστεφάνου

Σε εξέλιξη η συνάντηση Ασμούσεν – Στουρνάρα