in

Κίνημα σε διακοπές διαρκείας;

Κίνημα σε διακοπές διαρκείας;

Από άποψη πυκνότητας εξελίξεων δεν θυμάμαι καλοκαίρι που να απείχε τόσο πολύ από το κλισέ περί θερινής ραστώνης. Από το λουκέτο στην ΕΡΤ και το τσουνάμι των διαθεσιμοτήτων – μελλοντικών απολύσεων, μέχρι την αστυνομική εισβολή στο Πολυτεχνείο και την επιβεβαίωση του τρίτου Μνημονίου, καταγράφηκαν γεγονότα που ανατρέπουν το απόφθεγμα του Έκο ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. Όχι απλώς ειδήσεις, αλλά κεραμίδες, ακόμη και για το κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι μας (βλέπε πλειστηριασμοί).

Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι οι ειδήσεις αυτές δεν αφορούν τους μικρόκοσμους της πολιτικής, αλλά την τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας. Τη θίγουν ακόμη και στο μαλακό της υπογάστριο, την ιδιοκτησία. Οι απειλές που εκτοξεύει η κυβέρνηση την έχουν φέρει απέναντι σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα, στα οποία πλέον δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι κοινωνικοί αυτοματισμοί με τους οποίους κουτσά στραβά εξασφάλισε μέχρι τώρα την επιβίωσή της. Η κυβέρνηση έχει απέναντί της όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, τους καθηγητές, τους υγειονομικούς, όλους τους πολίτες που κάνουν χρήση των στοιχειωδών κρατικών υπηρεσιών (υγεία, παιδεία), τους ενυπόθηκους δανειστές, ακόμη και τους πολίτες ως τηλεθεατές – καταναλωτές μιας παρηγορητικής φθηνής ψυχαγωγίας που έχει αντικατασταθεί από την αθλιότητα της «ΔΤ» και τις παλαιολιθικές επαναλήψεις της ιδιωτικής τηλεόρασης.

Ακόμη χειρότερα, όλες αυτές οι απειλές ή χειροπιαστές ανατροπές στη ζωή των πολιτών γίνονται με φόντο την επίσημη παραδοχή ακόμη και από τους Γερμανούς προστάτες της κυβέρνησης ότι το success story μάς έχει τελειώσει προ πολλού. Έχει εξελιχθεί σε μια ιστορία παταγώδους αποτυχίας, που δεν μπορεί να διασωθεί παρά μόνο με νέο πακέτο στήριξης και νέο Μνημόνιο. Αυτή τη φορά ίσως όχι με τη μορφή της τρόικας, αλλά ενός μόνιππου, με την Κομισιόν, τον ESM και τους εταίρους της Ευρωζώνης μοναδικούς αναχρηματοδότες ενός χρέους που έτσι κι αλλιώς τους ανήκει σε ποσοστό άνω του 80%. Εν ολίγοις, αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως ένα κανονικότατο προτεκτοράτο, για την τύχη του οποίου θα αποφασίσουν κάποια στιγμή την ερχόμενη Άνοιξη. Κι αφήνουν την κυβέρνηση να τσαλαβουτά στον τυφλοσούρτη του Μνημονίου, με μέτρα και αποφάσεις που αποσυνθέτουν κάθε έννοια κρατικής διοίκησης και κοινωνικής συνοχής.

Αυτό σημαίνει πως οι «μεταρρυθμιστικές» επιθέσεις της κυβέρνησης στην κοινωνική πλειοψηφία δεν έχουν καμιά απολύτως προοπτική, δεν εντάσσονται σε κανένα είδος story, success ή horror, αφού όλα θα επανεξεταστούν στο πλαίσιο του νέου Μνημονίου. Έτσι χάνεται εντελώς και το ελάχιστο πλεονέκτημα της δύσθυμης ανοχής που είχε εξασφαλίσει η κυβέρνηση από τμήματα της κοινωνίας, στη λογική ότι «κάποια στιγμή θα πιάσουμε τον πάτο». Τώρα που το «πρόγραμμα προσαρμογής» γίνεται κυριολεκτικά άπατο, θα έλεγε κανείς ότι επέρχεται το flash point, η στιγμή της έκρηξης.

Τίποτα δεν προδίδει κάτι τέτοιο. Στα φοιτητικά αμφιθέατρα της μεταπολίτευσης κάναμε πλάκα με το δίλημμα «αν το κίνημα πάει ή δεν πάει διακοπές». Αλλά, πέραν της πλάκας, σήμερα υπάρχει μια τρομακτική αναντιστοιχία ανάμεσα στην εκρηκτικότητα των μετώπων που έχει ανοίξει η κυβέρνηση και τη ραθυμία με την οποία τα αντιμετωπίζουν η κοινωνία και οι οργανωμένοι φορείς της. Δεν ξέρω αν ο Σεπτέμβριος επιφυλάσσει κάποια θερμή έκπληξη, αλλά κατά κανόνα ακόμη και οι θερμές εκπλήξεις προϋποθέτουν κάποια επεξεργασία και υπόγεια προετοιμασία από τις δυνάμεις που διατείνονται ότι αποτελούν την πρωτοπορία της κοινωνίας.

Οι εκκλήσεις για «παλλαϊκό ξεσηκωμό» κατά των πλειστηριασμών, για αποτροπή κατασχέσεων, για τη διάσωση της δημόσιας εκπαίδευσης και υγείας από τις διαλυτικές «μεταρρυθμίσεις», για να σταματήσει η παρανομία που τείνει να γίνει νέα νομιμότητα στη συμπεριφορά κυβέρνησης και επιχειρηματικότητας (απολύσεις, απλήρωτοι εργαζόμενοι), χρειάζονται έναν στοιχειώδη σχεδιασμό για να είναι αξιόπιστες. Πολύ περισσότερο όταν οι εκκλήσεις αυτές προέρχονται από την αδιάλλακτη στην υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων Αριστερά ή την Αριστερά που προβάλλει εαυτήν ως την επόμενη λύση στη διακυβέρνηση και τη σωτηρία της κοινωνίας. Αλλά μια Αριστερά που νιώθει έτοιμη να κυβερνήσει δεν είναι δυνατόν να απέχει από τον σχεδιασμό, την ενθάρρυνση και τη στήριξη της κοινωνικής αντίδρασης, όσο κι αν σέβεται την αυτονομία των συλλογικών φορέων.

Μου διαφεύγει κάτι; Υπάρχουν πράγματα που προετοιμάζονται ή γίνονται και δεν τα αντιλαμβάνομαι; Δεν υποτιμώ τη δυσκολία να συγκροτηθούν δυνάμεις, να υπερνικηθεί η διάχυτη ηττοπάθεια και απελπισία, αλλά πολύ φοβούμαι ότι η λογική της «ανάθεσης» στον κυβερνητικό σωτήρα, που ανθεί ως πολιτική κουλτούρα σε ευρύτατα στρώματα της κοινωνίας, ενισχύεται επικίνδυνα από τη συμπεριφορά της «κυβερνώσας Αριστεράς». Μπορεί πράγματι αυτή να έχει ανάγκη να καλύψει το έλλειμμα «κυβερνησιμότητας» με ένα πλήρες και πειστικό κυβερνητικό πρόγραμμα, αλλά, με μια κοινωνία αδρανή ή ασύντακτη απέναντι στις καταστροφές που την απειλούν, η τύχη αυτού του προγράμματος θα είναι να μείνει γράμμα κενό. Ελπίζω να διαψευσθώ ευχάριστα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο άξιος μισθός. Του Νίκου Σαραντάκου

Σε κινητοποιήσεις η ΑΔΕΔΥ