in

Ο Γιος του Σαούλ

Ο Γιος του Σαούλ

Στο alterthess.gr θυμόμαστε και συζητάμε για τις ταινίες της τελευταίας δεκαετίας μέσα από τα κείμενα του Μίλτου Τόσκα.

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του 38χρονου Λάζλο Νέμες έμελλε να συνταράξει τον Κινηματογραφικό κόσμο. Επηρεασμένος από τον Αντρέι Ταρκόφσκι και σαφώς από τον Μπέλα Ταρ, βοηθός του οποίου δούλεψε για δύο χρόνια, σπουδάζοντας στην Νέα Υόρκη, δημιούργησε κάτι μοναδικό. Κι η επιτυχία έγκειται στην οπτική γωνία απόδοσης ενός πολύ λεπτού ζητήματος. Σε μία εποχή που ο φασισμός αναβιώνει στην Ευρώπη και μας περικυκλώνει, σάρωσε τα βραβεία, τόσο στις Κάννες, όσο και στα Oscar, με την κατάκτηση της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

Γράφει ο Μίλτος Τόσκας

Άουσβιτς 1944. Όσο απότομα ξεκινώ, τόσο απότομα αρχίζει και το φίλμ, που κάνει τον θεατή μέρος του από το πρώτο δευτερόλεπτο. Ο Σαούλ είναι από τους λίγους επιζώντες της κόλασης του Ολοκαυτώματος. Εργάζεται για χάρη των Γερμανών. Ανήκει στους Sonderkommandos. “Είμαστε όλοι νεκροί “, λέει στους υπόλοιπους. Κι όχι μόνο πνευματικά, αλλά κι ουσιαστικά, καθώς κι αυτοί δεν γλίτωναν από το μένος του δυνατού, για να μην μαρτυρήσουν την γενοκτονία. Πόσο δύσκολο να είναι η μοίρα σου προδιαγεγραμμένη; Την ώρα, λοιπόν, που ετοιμάζεται μία απόπειρα απόδρασης, ο πρωταγωνιστής βρίσκει την δική του διαφυγή στον εξαγνισμό της ψυχής. Πιστεύει πως ένα νέο παιδί είναι ο γιος του. Δεν προσπαθεί να το σώσει, αλλά να σωθεί. Θέλει να αποδώσει στον θάνατο την αξιοπρέπεια που του αξίζει.

“Πιστεύω ότι υπάρχει μεγάλη δόση ελπίδας, μέσα σε μία τόσο σκοτεινή ιστορία. Μέσα στην πλήρη απώλεια της ηθικότητας, των αξιών και της θρησκείας, ο άνθρωπος  ο οποίος ακούει μία φωνούλα μέσα του για να κάνει μία φαινομενικά μάταια κι άχρηστη πράξη, βρίσκει εκεί μέσα την ηθική και την επιβίωση”. Επισημαίνει, ο ίδιος ο σκηνοθέτης.

Η ιδιομορφία του έργου είναι, ότι είναι γυρισμένο απόλυτα πάνω στον πρωταγωνιστή. Η κάμερα είναι κολλημένη πάνω του. Δουλεύει στο βλέμμα του, αντικατοπτρίζεται ο ψυχισμός του, εξωτερικεύονται τα δεινά που έχει κρυμμένα βαθιά μέσα του, ως επτασφράγιστα μυστικά. Τόσο άμεσο, που σε πνίγει. Δεν μας δείχνει το “Ολοκαύτωμα”. Ανήκει μόνο σ’ αυτούς που τραγικά το βίωσαν. Ψάχνω ένα γενικό πλάνο. Δεν υπάρχει χώρος και χρόνος, ούτε περιθώριο διαφυγής. Σε μία αργή αφήγηση, η ταχύτητα στα πλάνα είναι ιλιγγιώδης. Σχήμα οξύμωρο, πλην όμως η απόλυτη πραγματικότητα.

Θα ήθελα επίσης να δώσω μερικά στοιχεία, που πιθανώς θα σας κάνουν να κατανοήσετε καλύτερα το περιεχόμενο. Κατά την διάρκεια της προετοιμασίας, ο σκηνοθέτης (Λ. Νέμες), ο κινηματογραφιστής (Μ. Ερντέλι) κι ο σχεδιαστής παραγωγής (Λ. Ράικ) αποφάσισαν να μείνουν πιστοί σε ένα δόγμα. Η ταινία δεν μπορεί να φαίνεται όμορφη, ελκυστική, ούτε να γίνει τρόμου. Μένουμε στον Σαούλ, δεν υπερβαίνουμε τον δικό του τομέα, ακοή, όραση, παρουσία. Η κάμερα είναι σύντροφός του, μένει μαζί του σε όλη την κόλαση. Αξιοσημείωτο είναι επίσης, ότι ο τελευταίος εν ζωή Sonderkommando (Ντάριο Γκάμπαι), που ζει σήμερα στην Καλιφόρνια, εξήρε την ταινία κι έπλεξε το εγκώμιο του σκηνοθέτη. Τέλος, θα ήθελα να τονίσω, πως αυτό το αριστούργημα, απορρίφθηκε στο Βερολίνο, όσον αφορά το διαγωνιστικό κομμάτι. Ο Νέμες επέμεινε όμως και στις Κάννες δικαιώθηκε πανηγυρικά.

Ο Γκέλα Ρένιγκ, πρωταγωνιστής, δεν είναι ηθοποιός, είναι ποιητής. Έδωσε με την ερμηνεία του μία χροιά ευαισθησίας στον ρόλο. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε ακόμα και για ποιητική μεταφορά, υπό την συνοδεία μοναδικών ήχων. Προσεγμένη σχεδόν κάθε λεπτομέρεια. Μία βιωματική ιστορία, που αγγίζει τα όρια ενός πολυδιάστατου θρίλερ. Με όπλα τον φακό και τον κυνικό ρεαλισμό.

“Μετά το Άουσβιτς είναι βαρβαρότητα να κάνεις ποίηση”, έχει πει ο Τέοντορ Αντόρνο. Κι όμως ο Νέμες τόλμησε κι όχι απλά σε σειρές, αλλά στην μεγάλη οθόνη και δικαιώθηκε. Η ταινία αποτελεί τον αγώνα ενός ανθρώπου για εξομολόγηση, παραδοχή του εγκλήματος κι άφεση αμαρτιών, ώστε να κοιμηθεί επιτέλους ήσυχος. Υπάρχει άραγε ηθική σωτηρία; Κι όλα αυτά την ώρα που στη Γαλλία είχαμε μία εκατόμβη θυμάτων. Από την κτηνωδία της οθόνης δηλαδή, σ’ αυτήν της πραγματικότητας.

Για να είναι μεγάλη μία ταινία πρέπει να σε ταξιδεύει, να συγκινεί, να σε διεγείρει, να διδάσκει και να σε τοποθετεί σε πρώτο πλάνο. Να είσαι ένας άλλος, όπως έχει γράψει ο Πεσόα. Κι αυτή είναι μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, αλλά και της δεκαετίας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ευτυχία

Οι ταινίες της εβδομάδας στις αίθουσες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης