in

Μακρολεπενικός ρεπουμπλικανισμός. Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Μακρολεπενικός ρεπουμπλικανισμός. Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Από τα χρόνια ήδη του Μαρξ –κυρίως όμως με το ’68 και τη μετέπειτα άνοδο του λεπενισμού–, η Γαλλία θεωρείται η πρωτεύουσα της ευρωπαϊκής πολιτικής: κάθε σημαντική εξέλιξη εκεί φαίνεται να προλέγει αυτές που θα ακολουθήσουν ή, τουλάχιστον, θα επηρεάσουν ολόκληρη την ήπειρο. Έστω λοιπόν υπερβάλλοντας, το Βήμα προειδοποιούσε την περασμένη εβδομάδα ότι «το μέλλον της Ευρώπης κρίνεται στις γαλλικές κάλπες». Και στη δική μας όχθη, όμως, την ίδια αίσθηση του επείγοντος αναδείκνυε η συζήτηση σε εφημερίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όσα γράφτηκαν εκεί, ελάχιστα θα επιδράσουν προφανώς στο αποτέλεσμα της 7ης Μαΐου. Μιλώντας όμως για τη Γαλλία, στην πραγματικότητα λέμε για τα δικά μας: «τι θα κάναμε εμείς εδώ, αν…».

Πριν από τα σενάρια, έχει σημασία να σταθούμε λίγο περισσότερο στο πώς συζητιούνται αυτά στη Γαλλία. Και καταρχάς, στη «διάσπαση» της γαλλικής Αριστεράς, ενόψει του δεύτερου γύρου της 7ης Μαΐου: Ως γνωστόν, το γαλλικό ΚΚ, που νωρίτερα διάλεξε ανάμεσα στον σοσιαλιστή Αμόν και την «Ανυπόταχτη Γαλλία» (Μελανσόν), καταλήγοντας με δυσκολία στην δεύτερη, έχει ταχθεί υπέρ της τακτικής ψήφου στον Μακρόν – υπέρ, δηλαδή, του «Ρεπουμπλικανικού Μετώπου» κατά της Ακροδεξιάς. Mε το βλέμμα και στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, αντίθετα, o Mελανσόν αφήνει στους υποστηρικτές του την επιλογή μεταξύ αποχής, Μακρόν και άκυρου. Και στ’ αριστερότερα, η Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων (CGT) είναι στο «ούτε χολέρα, ούτε πανούκλα», ο Πουτού (NPA) δεν θεωρεί τον Μακρόν ανάχωμα στην Λεπέν, η Αρτό (Lutte Ouvrière) θα ψηφίσει λευκό, ενώ μαθητές και φοιτητές που συγκρούστηκαν χτες με την Αστυνομία, επιμένουν: “ni patrie, ni patron”: ούτε Λεπέν, ούτε Μακρόν. 

Το 2002, η ψήφος «στον απατεώνα (Σιράκ) αντί του φασίστα (Λεπέν)» ήταν η προφανής επιλογή. Τα πράγματα, σήμερα, είναι πολύ διαφορετικά. Πώς εξηγείται αυτό;
Για τα κυρίαρχα μέσα, η εξήγηση βρίσκεται στους «λαϊκισμούς» και στα «άκρα» που συναντιούνται. Αν όμως απομακρυνθεί κανείς από την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα, τουλάχιστον για τη γαλλική παράδοση, η δυσπιστία στην εκλογική πολιτική έχει πολύ βαθιές ρίζες – δεν αποτελεί, δηλαδή, σημερινό ιδίωμα του αριστερισμού. «Ο αγγλικός λαός», λέει στο Κοινωνικό συμβόλαιο ο Ρουσσώ, «νομίζει ότι είναι ελεύθερος [αλλά] απατάται οικτρά»· το πολύ πολύ μπορεί να θεωρηθεί ελεύθερος «κατά τη διάρκεια της εκλογής των μελών του κοινοβουλίου· μόλις όμως εκλεγούν, είναι δούλος, δεν είναι τίποτα». 

Έξι δεκαετίες μετά τη θέσπιση της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας (République), με την οποία ενισχύθηκε η εκτελεστική εξουσία, δηλαδή ο Πρόεδρος, σε βάρος της αντιπροσωπευτικής νομοθετικής, της Βουλής –εξήντα χρόνια, λοιπόν, υπό τη συνθήκη που «τραβά» προς το Κέντρο τα κόμματα που διεκδικούν σοβαρό ρόλο στη γαλλική πολιτική, κάνοντάς τα, ουσιαστικά, κόμματα των προέδρων τους–, το πρόβλημα του δημοκρατικού/ρεπουμπλικανικού μετώπου τίθεται σήμερα με ακόμα πιο συγκεκριμένους όρους. 

Την επαύριο, λοιπόν, της «έκπληξης» του πατέρα Λεπέν, ο φιλελεύθερος αριστερός φιλόσοφος Αλαίν Ρενώ σημείωνε πως η φρίκη που εμπνέει δικαίως το Εθνικό Μέτωπο, αρκούσε «για να τονώσει τη ρεπουμπλικανική μας συνείδηση». Ο ίδιος, όμως, προειδοποιούσε για την «άρση κάθε σαφούς διαχωρισμού μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, έννοιες οι οποίες ενώθηκαν σε ένα είδος ‘ερήμην’ κοινής συναίνεσης, αρχικά ως μορφή εναντίωσης στον Λεπέν, αλλά στη συνέχεια απέναντι στην ισλαμική μαντίλα» (1). Κοινός παρονομαστής του γαλλικού ρεπουμπλικανισμού, σημείωνε ο Ρενώ (και μάλιστα πολύ πριν τις αιματηρές επιθέσεις των τζιχαντιστών στο Παρίσι…), ήταν πλέον η αίσθηση του κινδύνου από το Ισλάμ, την Τουρκία και την πολυπολιτισμικότητα: «απλοϊκά σημεία εκκίνησης [που] τείνουν να καταργήσουν τη δυνατότητα υιοθέτησης μιας διακριτής θέσης, τόσο στον χώρο της Αριστεράς όσο και στο χώρο της Δεξιάς».

Ανάλογα, για το περιεχόμενο της στροφής της Γαλλίας προς το Κέντρο, έλεγε πρόσφατα και ο Καρίμ Αμελάλ, συγγραφέας του μυθιστορήματος Μπλε, άσπρο, μαύρο, που κυκλοφόρησε ως απάντηση στην εμπορικά πετυχημένη Υποταγή, του Μισέλ Ουελμπέκ. Αν στην Υποταγή ο Ουελμπέκ φανταζόταν τη Γαλλία μετά την επικράτηση ενός ισλαμικού κόμματος απέναντι στην Λεπέν, ο Αμελάλ έκανε την αντίθετη διαδρομή, προειδοποιώντας για την καθημερινότητα στη χώρα την επαύριο μιας νίκης του Εθνικού Μετώπου. Ο συγγραφέας άρχισε το βιβλίο τη μέρα που ο Ολάντ δήλωσε πως θα αφαιρούσε τη γαλλική υπηκοότητα από τους υπόπτους για τρομοκρατικές ενέργειες. «Η έκπτωση από την υπηκοότητα», λέει ο Αμελάλ, «ήταν μια παλιά ιδέα της ακροδεξιάς και με ταρακούνησε το γεγονός ότι άρχισε να την υιοθετεί και ο Ολάντ […] Από εκείνη τη στιγμή επιχείρησα να ερευνήσω τον τρόπο με τον οποίο οι ιδέες του Εθνικού Μετώπου άρχισαν να εισχωρούν να διαδίδονται σε όλο και μεγαλύτερα στρώματα της γαλλικής κοινωνίας […] Η μετατόπιση της αριστεράς και όλων των πολιτικών δυνάμεων προς τον λόγο και τις ιδέες της Μαρίν Λεπέν ανταποκρίνεται σε αυτό που είχε πει παλιότερα ο πατέρας της, Ζαν Μαρί Λεπέν, στη δεκαετία του 80 όταν μιλούσε για ‘λεπενοποίηση των πνευμάτων’» (2).

Αν ο ρεπουμπλικανισμός, η «κοινότητα των πολιτών», υπερασπίζεται την ενότητα μέσα στη διαφορά, όμως υπό μια κεντρική εξουσία που αρνείται (θετικές) εξαιρέσεις στους κανόνες της, η διαρκής μετατόπιση των κανόνων αυτών προς τα δεξιά, η «λεπενοποίηση των πνευμάτων», έχει μειώσει δραματικά το χώρο ανάμεσα στο «Ρεπουμπλικανικό» και το Εθνικό Μέτωπο. Αρνούμενη τη σύγκλιση με τα κόμματα της Πέμπτης Δημοκρατίας, η «Ανυπόταχτη Γαλλία» είναι, για την ώρα, το «κόμμα του Μελανσόν», όπως και τα αντίπαλα κόμματα. Η ίδια καθιέρωσε στις συγκεντρώσεις της τις εθνικές σημαίες, τον εθνικό ύμνο και τις αναφορές στον γκωλισμό. Κι ο επικεφαλής της δεν αντιστάθηκε στον περιρρέοντα αντιγερμανισμό· μετά λόγου γνώσης, ο μαρξιστής ιστορικός Χρήστος Χατζηιωσήφ λέει το βιβλίο του για τη γεωπολιτική, την Ρέγγα του Μπίσμαρκ, «εθνικιστικό λίβελο».

Αυτή, ωστόσο, η «κεντρώα» τροχιά της υποτιθέμενης ακροαριστεράς του Μελανσόν είναι απλά μη συγκρίσιμη με το πρόγραμμα του «φιλελεύθερου» Μακρόν, τη συνεργασία με τον οποίο διεκδικούν, μετεκλογικά, τα «ρεπουμπλικανικά» κόμματα που κατέρρευσαν στον πρώτο γύρο: 15.000 περισσότεροι κρατούμενοι στις φυλακές, 10.000 επιπλέον αστυνομικοί, πρόστιμα επί τόπου σε χρήστες ναρκωτικών, αύξηση «αμυντικού» εξοπλισμού. Πρόκειται, βεβαίως, για το αντίθετο του πολιτικού φιλελευθερισμού. Και κάθε άλλο, πάντως, για ανάχωμα στο ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο.

Η μετατόπιση αυτή προς τα (ακρο)δεξιά του γαλλικού ρεπουμπλικανισμού δεν μπορεί να γίνει κατανοητή αν αποσυνδεθεί από την οικονομία. Τα προαναφερθέντα σημεία του προγράμματος Μακρόν είναι το επιστέγασμα της μείωσης κατά 15 δισ. των δαπανών για την υγεία που εξαγγέλλει ο ίδιος, της φοροασυλίας για τις επιχειρήσεις, της αποψίλωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης: όσα για την Λεπέν μπορούν να γίνουν με το «σκληρό κράτος», ο Μακρόν μπορεί να τα κάνει εξωθώντας «με το γάντι» περιττούς και αναλώσιμους ανθρώπους στις ζώνες κοινωνικής αδιαφορίας της οικονομίας. Σε αυτά όμως συνηγορεί ο μέντοράς του Ολάντ, σε παρόμοια βρίσκει τον εαυτό του και ο Φιγιόν, και τα ίδια υπερασπίζεται η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, που βλέπει στον Μακρόν μια ανάσα για το κλυδωνιζόμενο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Με αυτή την έννοια, η «λεπενοποίηση» στο κράτος, χωρίς εθνικές διακρίσεις στην περίπτωση του Μακρόν, είναι το ισοδύναμο της «μακρονοποίησης» στην οικονομία.

Ο Ρουσσώ είχε προφανώς δίκιο: η στιγμή της ελευθερίας ενός λαού δεν μπορεί να είναι η στιγμή που αυτός επιλέγει τι θα ψηφίσει. Κι ενώ στη Γαλλία η εναντίωση στην Λεπέν με κάθε τρόπο είναι επιβεβλημένη, το κρίσιμο και δυσκολότερο, για εκεί και για ολόκληρη την Ευρώπη, είναι η απόκρουση αυτής της «μακρο-λεπενοποίησης», που στην Ελλάδα εκπροσωπεί ιδεωδώς η ΝΔ. Πολλά μπορεί να καταλογίσει κανείς στον Μελανσόν. Επιλέγοντας, όμως, την αυτονομία έναντι της «μακρο-λεπενικής» συναίνεσης, ο ίδιος έδειξε έναν δρόμο για την Αριστερά στην Ευρώπη. Σε πρώτο δε χρόνο, τουλάχιστον, είναι εμφανές ότι δικαιώθηκε γι’ αυτό.

(1) Αλαίν Ρενώ, Τι είναι ένας ελεύθερος λαός (μτφρ.: Γιάννης Παπαδημητρίου), Πόλις 2007, σ. 10-18.

(2) Αργυρώ Μποζώνη, «Ένα μυθιστόρημα προμήνυμα-κινδύνου για τη λεπενοποίηση των ιδεών», the toc, 29.3.2017. Το βιβλίο του Αμελάλ κυκλοφορεί και στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Πόλις.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Λακκούβες δίχως όνομα. Του Γιώργου Θεοδωρόπουλου

#Φωτοσχόλιο_στο_alterthess